Τὸ 1821 στὴν παγίδα τοῦ Νεοφαλμεραϋερισμοῦ;
Τοῦ Δημητρίου Δ. Τριανταφυλλόπουλου*
Ὅπου οἱ αἰῶνες πάλευαν μὲ τοὺς σταυροὺς τῆς παλληκαριᾶς
[Νίκος Γκάτσος, Ὁ ἱππότης καὶ ὁ θάνατος]
Τὸ ἀρχικό, ἑνωτικὸ διάγγελμα τοῦ πρωθυπουργοῦ γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς μεγάλης ἐθνικῆς μας ἐπετείου ἄρχισε γρήγορα νὰ συρρικνώνεται καὶ νὰ πελεκιέται γιὰ νὰ χωρέσει στὰ προκρούστεια μέτρα τῶν βολεμένων, ἐμμονικῶν «ἀναθεωρητῶν» τῆς ἱστορίας. Αὐτῶν ποὺ πλαισιώνουν ἀνελλιπῶς μὲ «ἀκαδημαϊκὸ κύρος» κρατικὲς καὶ μὴ ἐπιτροπές, κατὰ κανόνα μὲ τὸ ἀζημίωτο, βραχυκυκλώνοντας κάθε σωστὴ προσπάθεια διάσωσης τῆς μνήμης τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων. Δὲν στέκομαι στὸ πρόσφατο ἐρώτημα, ἂν θὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε τὸν ὅρο παλιγγενεσία – προσωπικά, δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ αὐτὸ ποὺ πίστευαν ἀκράδαντα οἱ πρωτεργάτες της• ἄλλωστε χρησιμοποιήθηκε καὶ ὁ ποιητικότερος ὅρος ἀναπτερυγίασις γιὰ νὰ ἐκφραστεῖ ἡ κυριολεκτικὴ νεκρανάσταση τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἐρωτήματα θεμελιακά: Πότε ἀρχίζει ἡ ἀντίσταση τῶν ὑποδούλων κατὰ τῶν διαφόρων κατακτητῶν τους; Ποιὰ ἦταν ἡ κυρίαρχη ταυτότητα τῶν ἐξεγερμένων ραγιάδων; Καὶ ἀκόμη σαφέστερα, εἶναι ἢ ὄχι Ἕλληνες οἱ Βυζαντινοί, ποὺ ἀπό τὴν ἑπομένη τῆς ἀποφράδας ἅλωσης τῆς Βασιλεύουσας ἀπό τὴ Δ´ Σταυροφορία τῆς χριστιανικῆς Δύσης (1204) ξεσηκώνονται γιὰ τὴν ἐλευθερία τους μὲ συνείδηση τῆς ταυτότητάς τους; Ἡ τετρακοσίων ἐτῶν Τουρκοκρατία εἶναι μιὰ μαύρη σελίδα, ποὺ καλὰ θὰ κάνουμε νὰ τὴ θάψουμε καὶ νὰ τὴν ξεχάσουμε μιὰ καὶ καλή, ὄντας πιὰ … Εὐρωπαῖοι(!), ἢ μιὰ περίοδος «φωτεινότερη ἀπὸ ὅλα τὰ σεμινάρια τῆς Γοττίγγης» ( Τ. Παπατσώνης); Ζητοῦνται ξεκάθαρες ἀπαντήσεις ἀπὸ αὐτούς, ποὺ μανιχαϊστικὰ ἀπορρίπτουν ὅ,τι δὲν χωράει στὰ ἰδεολογικὰ σχήματα τῶν in vitro γραφείων τῆς –τάχα– Νέας Ἱστορίας (καλύτερα: ψευδο-ἱστορίας), ἀλλιῶς βαδίζουμε σὲ σκοτεινά, ὕποπτα, ἀκροσφαλῆ μονοπάτια!
Σιγά-σιγὰ ἀρχίζουν νὰ δημοσιοποιοῦνται τὰ προγράμματα τῶν μουσείων γιὰ τὴν Ἐπέτειο, νὰ προβάλλουν οἱ ἐκθέσεις τους. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι κάθε μουσεῖο ἢ φορέας πολιτιστικῶν ἔργων καὶ ἱστορικῶν κειμηλίων θὰ βασιστεῖ στὸ ὑλικὸ ποὺ διαθέτει. Ἐρώτημα κρίσιμο: ποιὸ εἶναι τὸ σκεπτικό τους; Ἁπλῶς ἡ ἔκθεση τοῦ ὑλικοῦ τους χωρὶς καμμία σύνδεση μὲ τὸ εὐρύτερο πλαίσιο τῆς τετρακοσιάχρονης ἐξέγερσης καὶ ἀντίστασης τοῦ Γένους; Θὰ μιλᾶνε ἀστόχαστα γιὰ «γένεση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ» τὸ 1830 ἢ στὴν καλύτερη περίπτωση, κατὰ τὸ σχῆμα τῶν Διαφωτιστῶν, ἀπὸ τὸ 1770; Ἀλλὰ ποῦ πᾶνε οἱ ποταμοὶ αἱμάτων ἀπὸ τὰ σαράντα καὶ πλέον κινήματα, στάσεις, ἐξεγέρσεις, ἐπαναστάσεις στὰ τετρακόσια χρόνια δουλείας; Πῶς γίνεται νὰ πέσουν στὴ λήθη τὰ ἀνήκουστα μαρτύρια τῶν συχνὰ ἄνηβων νεομαρτύρων, ὅπως τόσο εὔγλωττα ἀπεικονίστηκαν στὰ μεγάλα καθολικὰ μονῶν τῆς Τουρκοκρατίας; Καὶ ποῦ νὰ καταχωνιάσουμε τοὺς ὑπόλοιπους ραγιάδες, ὅπως γλαφυρὰ ὑπενθυμίζει τὴ ζοφερὴ κατάστασή τους καὶ ἡ πρόσφατη, ὡραία ἀνατύπωση τῆς μελέτης τοῦ Δημητρίου Βικέλα, Ἡ Ἑλλάς πρὸ τοῦ 1821, ἐπιμέλεια Καθηγητοῦ Κώστα Ἀνδρουλιδάκη (Βικελαία Δημοτικὴ Βιβλιοθήκη, Ἡράκλειο 2020);
Ἀπλησίαστη μοιάζει ὅτι θὰ εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπίσημη Πολιτεία καὶ ἡ περίδοξη ἀκμὴ τῶν μεγάλων μοναστικῶν κέντρων, αὐτῶν ποὺ κατεξοχὴν διετήρησαν τὰ ζώπυρα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Πῶς νὰ ρίξεις ἀκόμη στὸν Καιάδα τῆς λησμοσύνης τὴν Κυπριακὴ Ἀναγέννηση τοῦ 16ου αἰώνα, τὴν Κρητικὴ τοῦ 16ου καὶ 17ου αἰώνα, τὸ παραμυθητικὸ κήρυγμα, τὶς βιβλικὲς μεταγλωττίσεις, τὰ ἁγιολογικὰ συναξάρια τόσων φωτισμένων ἱερωμένων καὶ μοναχῶν; Μόνο μὲ τέτοιες ἠθελημένες ἀποσιωπήσεις μπορεῖς νὰ φτάσεις στὸν ὑπερτονισμένο – ἀποκλειστικὰ γαλλογενὴ φυσικά!– διαφωτισμὸ ἐμπόρων καὶ καραβοκύρηδων στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, κατὰ τὸ μονόπλευρο σχῆμα ποὺ ἐπέβαλε τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἡ καθ᾽ ἡμᾶς ἰντελλιγκέντσια, ἀποσιωπώντας ἢ ὑποτιμώντας συστηματικὰ τὸν διαρκή, γηγενὴ φωτισμὸ τοῦ Γένους.
Ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Κοραῆ ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος τοῦ νεοφαλμεραϋερισμοῦ, ὅσο ἀκολουθοῦμε τὴ θανάσιμη γιὰ τὸ Γένος ἀρνητικὴ ἀντίληψή του γιὰ τὸ Βυζάντιο καὶ τὴν Τουρκοκρατία! Καὶ οἱ μιμητές του, ντόπιοι καὶ ξένοι, δὲν ἔλειψαν ποτέ, φτάνοντας στὶς μέρες μας σχεδὸν νὰ ἐκπροσωποῦν, συχνὰ συγκεκαλυμμένα ἀλλὰ ἀποτελεσματικά, τὴν ἐπίσημη γνώμη τῆς Πολιτείας: δὲν ἔχετε παρὰ νὰ διαβάσετε «φιλελεύθερο», «πεφωτισμένο» τύπο ἢ νὰ ἀκούσετε τὰ κανάλια του!
Δὲν ξέρουμε τὶ μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἐπίσημη ἐπιτροπὴ ἑορτασμοῦ – ἂς εὐχηθοῦμε τὸ καλύτερο δυνατόν! Ἴσως ἡ «Πρωτοβουλία 1821-2021» νὰ κάνει τὴ μεγάλη ἔκπληξη! Ὅμως δὲν γίνεται νὰ μὴν ἐκφράσουμε τὴ λύπη μας, ποὺ ἡ Πολιτεία δὲν φαίνεται νὰ συνέτρεξε ἐνεργὰ τὰ τρία καίρια μουσεῖα γιὰ τὸν βυζαντινὸ καὶ μεταβυζαντινὀ Ἑλληνισμό, τὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν, τὸ Μουσεῖο Μπενάκη καὶ τὸ Μουσεῖο Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ Θεσσαλονίκης, γιὰ νὰ δώσουν μιὰν ὁλοκληρωμένη εἰκόνα τοῦ ἑνὸς καὶ ἀδιαίρετου, σκλαβωμένου ἀλλὰ ἀκαταδάμαστου Ἑλληνισμοῦ: ἀπὸ τὶς δύο ἁλώσεις, τὴ Ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, τὸ μαρτύριο τοῦ Πατρο-Κοσμᾶ καὶ τὴν ἀγχόνη τοῦ ἐθνομάρτυρα Πατριάρχη μέχρι τὴν καταναυμάχηση τῶν τυράννων στὸ Ναυαρῖνο καὶ τὴν ἔλευση τοῦ κορυφαίου Νεοέλληνα Κυβερνήτη! Ἔργῳ δηλοῦσθαι τὰς τιμάς… Ἀναρωτιέμαι, ἀφουγκραζόμαστε τὸν βαρὺ λόγο τοῦ ποιητῆ;
Ἡ χώρα δὲν ἐτρόμαξε τὸ τούρκικο ρισάλτο /
κι ὁ νωματάρχης τὸ σκυλὶ κι ὁ Γερμανὸς τὸ χτῆνος /
τὴ χώρα δὲν τὴν πήρανε δὲν τὴν ἀποτελειῶσαν /
οἱ χῶρες παίρνουνται ἀπὸ μᾶς κι ἀπ᾽ τὴν κακή μας γνώμη.
[Ζήσιμος Λορεντζάτος, Ποιήματα, Ἀθήνα 2006]
Καλὴ Χρονιὰ γιὰ τὸν ἁπανταχοῦ Ἑλληνισμό!
–––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––
*Πρ. Καθηγητοῦ Βυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κύπρου