Σὲ μίαν ὥρα ποὺ κανεὶς δὲν ξέρει, σὲ μία στιγμὴ ποὺ μόνο ὁ Θεὸς ὁρίζει, μέσα στὸ ναὸ τῆς Ἱστορίας σημαίνει ξαφνικὰ ἡ βαθειὰ καμπάνα τῆς Μοίρας πάνω στὰ ριζικὰ τῶν λαῶν. Τότε τὰ ἄτομα πού ἀποτελοῦν τὴν ἐθνικὴν ὁλότητα, ποιοῦν θεληματικὰ ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὰ πιὸ ἀκριβὰ προνόμιά τους, αὐτὰ ἴσα-ἴσα πού κατοχυρώνουν τὴ μονάδα μέσα στὸ κοινωνικὸ σύνολο. Ὅλοι τότες, ὑποταγμένοι σὲ μίαν ἀκατανίκητη κεντρομόλο δύναμη, ἀναζητοῦν τὸν πυρήνα τῆς ὁμογένειας, πυκνώνουνται γύρω ἐκεῖ, γιὰ νὰ δώσουν, ὅσο γίνεται πιὸ ὑπεύθυνα, τὸ μεγάλο «παρὼν» τῆς φυλῆς, μπροστὰ στὸ κάλεσμα τῆς Μοίρας. Μία φυλή, ἕνα ἔθνος, ἕνας λαός, εἶναι προικισμένα μὲ βιολογικὰ νειάτα τόσο περισσότερο, ὅσο πιὸ γρήγορα καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὰ θὰ μπορέσουν νὰ κάνουν τὴ σωτήρια προσαρμογή, ἀπὸ τὸ ἄτομο στὴν ὁμαδικὴ ὁλότητα.
Σὰν γίνει αὐτό, τότες πιὰ ἡ φυλή, ὁπλισμένη μὲ ὅλα τὰ ψυχικὰ καὶ ζωϊκὰ της χαρίσματα, παίρνει τὴν ἱστορική της φυσιογνωμία καὶ ἀπὸ μία σκόνη ἀτόμων, ποῦ ἦταν πρίν, γίνεται ξαφνικὰ μία πελώρια ἑνιαῖα μορφή, ἐμψυχωμένη ἀπὸ μία μοναδικὴ θέληση. Ἀναπνέει μέσα ὡς ἕνας ὁλάκερος λαός, μ΄ ἕνα στῆθος πελώριο, καὶ τὸ ρυθμὸ στὶς πράξεις καὶ στοὺς λογισμούς τους, τὸν δίνει μία θεόρατη καρδιὰ μὲ τὸ σφυροκόπημα τοῦ ρυθμοῦ της.
Μόνο στοὺς λαοὺς πού ‘ναι γερασμένοι βιολογικά, βλέπουμε τὰ ἄτομα καὶ τὶς μικρὲς ὁμάδες, νὰ τραβᾶνε παραζαλισμένα, τὸ καθένα τὸ δρόμο του, μπροστὰ στὴν κρίσιμη ὥρα, ὅταν ἐπίσημα θὰ βαρέσει ἡ βαριὰ καμπάνα τῆς Μοίρας.
Αὐτὴ ἡ ὁμοθυμία τῶν δέκα ἑκατομμυρίων Ἑλλήνων, μὲ τὴν ὁποίαν ἀντικρυσαν τὸ φοβερὸ γεγονὸς τοῦ πολέμου, εἶναι θαρρῶ τὸ πιὸ σπουδαῖο φαινόμενο μέσα στὴν ἱστορία τοῦ ἔθνους μας ὁλόκληρη. Ἡ Ἑλλάδα σύσσωμη, σύψυχη, στάθηκε μπροστὰ στὸ ἀνοιχτὸ βιβλίο τῆς Μοίρας καὶ ὑπαγορεύει τὸ νέο κεφάλαιο τῆς ἱστορίας της.
Δὲν ἔγινε αὐτὸ μὲ ἐξαναγκασμοὺς οὔτε μὲ φοβέρες. Τὰ δέκα ἑκατομμύρια τῶν Ἑλλήνων πρόσφεραν τοὺς πληγωμένους ἐγωισμοὺς των, τὶς φιλοδοξίες καὶ τὰ μίση καὶ τὰ πάθη τοὺς τὰ πολιτικά, καὶ τοὺς προσωπικοὺς φθόvoυς καὶ τὶς ματαιοδοξίες τους, πρόσφεραν τὶς κοσμοθεωρίες καὶ τὶς διαφωνίες τους καὶ τὶς αὐταρέσκειές τους, πρόσφεραν τὶς ἐλευθερίες τους στὸ βωμὸ τῆς Ἑλλάδας, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο πού τὰ ζευγάρια πρόσφεραν τὶς χρυσὲς βέρες τους καὶ οἱ πτωχὲς ὑπηρέτριες τὶς οἰκονομίες τους. Ἔτσι οἱ πεντακόσιες χιλιάδες τῶν στρατευμένων νέων πρόσφεραν τὰ νειάτα καὶ τὴ ζωή τους. Ὅλοι μὲ λεύτερη τὴ θέληση, ὅλοι ἀπὸ τὸ περίσσευμα τῆς Καρδιᾶς.
Αὐτὸ τὸ θάμα δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ πού γίνεται μέσα στὴν ἱστορία τῆς φυλῆς. Δὲ θὰ ‘ναι καὶ ἡ στερνή. Γιατί ἡ Ἑλλάδα, μέσα στὸ προνομιοῦχο κύτταρό της, εἶναι ἕνας αἰώνια νέος καὶ ὁλοζώντανος ὀργανισμός. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἔννοια τῆς νιότης, ἐνσαρκωμένη σὲ μία ράτσα εὔστροφη, εὐφάνταστη, γεμάτη πεῖσμα καὶ γοητευτικὴ τρέλα.
Ἀπ’ τὴν ἄλλη μεριὰ τῶν συνόρων μᾶς χτυπᾶ ἕνας λαὸς 45 ἑκατομμυρίων. Τὸν νικοῦμε γιατί εἴμαστε μία φυλὴ ἀρσενικὴ καὶ λεύτερη, κι εἶναι μία φυλὴ ἀπὸ 45 ἑκατομμύρια σκλάβοι.
Εἶναι ἕνας ἀγώνας ἄνισος αὐτὸς καὶ οἱ λαοὶ τοῦ κόσμου, ὀχτροὶ καὶ φίλοι καὶ ἀδιάφοροι, τὸν παρακολουθοῦν μὲ κατάπληξη. Ποιὸ θὰ ‘ναὶ τὸ τέλος του;
Ἐλάχιστα ἐνδιαφέρει αὐτὸ τὸ τέλος. Ὁλάκερη ἡ δικαίωσή μας στέκεται στὴν ἀρχή. Τὸ πῶς ὅλοι μαζὶ κάναμε τὸν πόλεμο, αὐτὸ εἶναι ἡ νίκη τῆς φυλῆς. Ὅλα τ΄ ἄλλα εἶναι μηχανολογία. Καὶ δὲν εἶναι μόνο μία πράξη τιμῆς ἐτούτη ἡ ὁμόψυχη ἐνέργεια. Εἶναι ἀκόμα μία πράξη ὑγείας καὶ μία πράξη φαντασίας. Μόνο ἕνας ὀργανισμὸς πλημμυρισμένος ἀπὸ τὴ χαρὰ καὶ τὴ δόξα τῆς ζωῆς ἔχει τὴ δύναμη νὰ ὁρμᾶ πρὸς τὴ θυσία μὲ τόσο κέφι. Καὶ μόνο ἕνας λαὸς μὲ ἰσχυρὴ φαντασία, μπορεῖ νὰ ἐξαρθεῖ πάνω ἀπὸ τὸ ὑλικὸ βάρος τῶν ἀτομικῶν συμφερόντων καὶ νὰ χυμήξει μὲ τέτοια ἀποκοτιά, μὲ ἀνοιχτὲς τὶς φτεροῦγες πρὸς τὴν ἀναμμένη φλόγα.
Σήμερα στεκόμαστε στὴν ὑψηλότατη κορφὴ τῆς ἱστορίας μας. Ἐκεῖ πού ὁ ἀέρας εἶναι ἀμβροσία. Μποροῦμε σήμερα νὰ δεχτοῦμε τὸν Αἰσχύλο κοντά μας, δίχως νὰ μᾶς ταπεινώσει ὁ μεγάλος καὶ ἱερὸς ἴσκιος του.
Καὶ εἶναι μία ὑπεράνθρωπη χαρὰ γιὰ κάθε πνευματικὸ ἄνθρωπο, νὰ μπορέσει νὰ σταθεῖ μὲ ἀσφάλεια καὶ μὲ ἐπίγνωση σὲ τούτη τὴν ἐπικίνδυνη θέση, ὅπου τὸ χῶμα εἶναι σφραγισμένο ἀπὸ τὰ βήματα τῶν θεῶν καὶ τῶν ἡρώων. Νὰ σταθεῖ μὲ τὴ συνείδηση φωτισμένη ἀπὸ τὸ μεγάλο ἥλιο τῆς φυλῆς, φωτισμένη ὡς τὰ βαθειά, ἔτσι ὅπως φωτίζεται ὁ καθάριος βυθὸς τῆς θάλασσας, ὅταν τὸν χτυπάει κάθετα ὁ ἥλιος, καὶ ξεχωρίζει μέσα νὰ γαλανίζουν λογὴς-λογὴς πετράδια καὶ νερολούλουδα.
Ὄρθιος πάνω στὴ βίγλα τῆς ἐπίσημης ὥρας, γεμάτος ἀπὸ ὁλάκερο τὸ παρελθὸν τῆς φυλῆς, γεμάτος ἀπὸ ὅλο τὸ νόημα τῆς Ἑλληνικῆς Γῆς, πού γέννημα καὶ φύτρο της εἶναι ὁ καθένας μας, ἔργο τοῦ ἡλιοῦ της καὶ τοῦ χώματος καὶ τῆς θάλασσάς της. Νὰ σταθεῖ ὁ καθένας μας δικαιωμένος καὶ ἥσυχος μπρὸς σ’ ὁτιδήποτε κι ἂν πρόκειται νὰ συμβεῖ. Φτάνει αὐτὸ νὰ ‘ναὶ μέσα στὸ Νόμο τῆς Ἱστορίας τῆς φυλῆς, πού αὐτὸς προστάζει καὶ ἐμεῖς πράττουμε. Νὰ σταθεῖ εὐτυχισμένος καὶ νὰ ἀναπνεύσει μὲ ὅλο του τὸ στῆθος τὸν ἀέρα τῶν ἑλληνικῶν αἰώνων, πού ‘ναὶ μεθυστικὸς σὰν κρασί, γιατί εἶναι γεμάτος ἀπὸ σπέρματα ζωῆς, ἀπὸ τραγούδια καὶ μύθους καὶ φαντασίες.
Ὁ καθένας νὰ σταθεῖ ἔτσι μὲ τὴ ψυχὴ γυμνὴ μπροστὰ στὸ Θεό, ὥσπου νὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἀσήμαντη μονάδα τῆς ὕπαρξής του ἀπόλυτα ἐνσωματωμένη μέσα στὴν αἰώνια μορφὴ τῆς φυλῆς, αἰώνιος καὶ αὐτὸς μαζί της.
Γιατί σήμερα μέσα στὸν καθένα μας ὑπάρχει ὁλάκερη ἡ Ἑλλάδα, ζεῖ μέσα μας μὲ ὅλους τους αἰῶνες τῆς ἱστορίας της, κοιτάζει μεσ’ ἀπὸ τὰ μάτια μας μὲ ὅλους τους ἥρωές της, χορεύει μέσα στὴ φαντασία μας μὲ ὅλα τὰ χρώματα, τοὺς ἤχους καὶ τὶς γραμμές της.
Ἂν ὅλοι μπορέσουμε νὰ φωτίσουμε τὴν πράξη τοῦ πολέμου πού πολεμοῦμε μὲ αὐτὸ τὸ ἤρεμο καὶ σταθερὸ φῶς, δὲν ὑπάρχει φόβος νὰ λυγίσει κανένα γόνατο, ὡς τὸ τέλος. Αὐτὸ τὸ φῶς, τὸ «ἱλαρὸν φῶς», πού λέει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι κεῖνο πού ἔκαμε καὶ κάνει ὅλους τους ἥρωες τῆς πανανθρώπινης ἱστορίας νὰ τραβᾶνε χαμογελαστοὶ τὸ δρόμο τῆς ἀποστολῆς τους, μὲ τόση ἀσφάλεια, μὲ τόση χάρη.