Ἡ θεομητορικὴ ἑορτὴ τῆς Συλλήψεως δὲν μπορεῖ νὰ ἐξεταστεῖ πέρα καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ κοσμοσωτήρια γεγονότα, τὰ ὁποῖα σχεδίασε ὁ Κύριος γιὰ τὴν ἀναμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου στὴν αὐθεντική, προπτωτικὴ πραγματικότητά του. Ἐὰν ἡ ἀρχὴ τῆς πραγμάτωσης τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὁπότε ὁ ἄσαρκος Λόγος, μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λαμβάνει ὑλικὴ ὑπόσταση στὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου, τότε ἡ Σύλληψη τῆς ἁγίας Ἄννας εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς προετοιμασίας του.
Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν ἄτεκνοι, γεγονὸς ποὺ τοὺς προκαλοῦσε ὀδύνη καὶ ὄνειδος, ἀφοῦ ἡ στειρότητα ἑνὸς ζευγαριοῦ ἦταν ντροπιαστικὴ καὶ κατακριτέα ἀπὸ τὸν κοινωνικὸ περίγυρο τῆς ἐποχῆς. Ἡ ἀληθινὴ πίστη, ὅμως, τοῦ ζεύγους πρὸς τὸν Θεό, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς ὁλόθερμες προσευχὲς τους πρὸς Ἐκεῖνον καὶ τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, τὴν ὁποία ἔτρεφε ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον, ἦταν τὰ θεμελιώδη κριτήρια, ὥστε νὰ ἐπιλεγοῦν ὡς γονεῖς τοῦ σεμνότερου καὶ ἱερότερου προσώπου ποὺ ἀνέδειξε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἡ ἀνθρωπότητα, τῆς Παρθένου Μαρίας.
Ἡ ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας προσεγγίζει τὸ γεγονὸς τῆς Σύλληψης μὲ μοναδικὸ τρόπο. Θεμελιῶδες σημεῖο, γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο περιστρέφονται ὅλες οἱ ὑμνογραφικὲς περιγραφὲς, εἶναι ἡ διασύνδεση τῆς ἑορτῆς τῆς Σύλληψης μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Τὸ σχῆμα αὐτὸ εἶναι ἰδιαίτερα φανερὸ στὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς. Ὁ ὑμνωδὸς φέρνει πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν μας τὴν διάλυση τῶν δεσμῶν τῆς ἀτεκνίας, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπέφερε τὸ ζεῦγος τῶν προπατόρων, ἐντάσσοντας τὸ γεγονὸς, ὄχι στὸ ἱστορικὸ παρελθόν ἀλλὰ στὸ διαρκὲς παρὸν τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου, ὅπου παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον ἑνοποιοῦνται, μὲ κοινὴ ἀναφορὰ τὰ Ἔσχατα. Τὸ τροπάριο συνεχίζει μὲ τὴν παρουσίαση τῆς ὑπερφυσικῆς καταγωγῆς τοῦ Ἰησοῦ, κατὰ τὴν ἀνθρωπότητά του, ἀπὸ τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα, διαμέσου τῆς Θεοτόκου. Τὸ ἀπολυτίκιο συνδέει ἄμεσα τὴν παροῦσα ἑορτὴ μὲ ἐκείνη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἀφοῦ καταλήγει μὲ τὴν προσφώνηση τοῦ ἀγγέλου πρὸς τὴν Παρθένο: «Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ».
Ἡ θεομητορικὴ ἑορτὴ τῆς Σύλληψης τῆς ἁγίας Ἄννας λαμβάνει ἰδιαίτερο περιεχόμενο στὸν Οἶκο, δηλαδὴ τὸ τροπάριο ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, ἀμέσως μετὰ τὴν ἕκτη ὠδὴ τοῦ κανόνα τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου. Στὸ τροπάριο αὐτὸ, δὲν μιλᾶ ὁ ὑμνωδός ἀλλὰ παρουσιάζει τὴν ἴδια τήν ἁγία Ἄννα νὰ δέεται πρὸς τὸν Κύριο. Ἡ ἁγία προσεύχεται στὸν Θεό, θυμίζοντάς του δύο ἀνάλογα περιστατικὰ στειρότητας ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὰ ὁποῖα ἡ θεία παρέμβαση ἔδρασε καταλυτικὰ καὶ μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ἐπέφερε τὴν τεκνογονία.
Τὸ πρῶτο περιστατικὸ ἔχει ἀναφορὰ στὴν Σάρρα, τὴν σύζυγο τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, ἡ ὁποία, ἂν καὶ ἦταν στεῖρα, κατάφερε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ γεννήσει τὸν Ἰσαὰκ καί, μάλιστα, σὲ προχωρημένη ἡλικία. Τὸ δεύτερο περιστατικὸ ἀναφέρεται στὴν Ἄννα, τὴν μητέρα τοῦ προφήτη Σαμουήλ, ἡ ὁποία μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ξεπέρασε τοὺς νόμους τῆς ἀνθρώπινης φύσης καὶ γέννησε υἱό. Ἡ ἁγία Ἄννα, ἀφοῦ πρῶτα θυμίζει στὸν Θεὸ τὰ δύο γεγονότα, τὸν ἱκετεύει πολὺ θερμὰ νὰ ἐκπληρώσει τὸ αἴτημά της. Ὁ ὑμνωδὸς παρουσιάζει τὸν Κύριο νὰ εὐεργετεῖ τὴν γηραλέα στεῖρα καὶ νὰ τῆς χαρίζει αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ, ἔκβαση ποὺ τὴν γεμίζει μὲ χαρά, καθὼς συνέλαβε καὶ θὰ φέρει στὸν κόσμο ἐκείνη, ποὺ κυοφόρησε καὶ γέννησε τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ξεπερνῶντας τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς.
Ὁ ὑμνωδὸς τῆς ἀκολουθίας τῆς ἡμέρας καλεῖ ὅλη τὴν λογικὴ κτίση, ἀπὸ τὴν δημιουργία καὶ ἑξῆς, νὰ μοιραστεῖ τὸ αἴσθημα χαρᾶς, τὸ ὁποῖο κατέλαβε τὴν προμήτορα τοῦ Χριστοῦ Ἄννα, ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι θὰ γεννήσει τέκνο. Στὰ τροπάρια τῶν αἴνων προσκαλεῖ σὲ ἔκφραση ἀγαλλίασης ὅλη τὴν πλάση. Στὸ πρῶτο τροπάριο παρηγορεῖ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα νὰ παραμερίσουν κάθε αἴσθημα λύπης, ἀφοῦ ἡ Ἄννα θὰ γεννήσει τὴν μητέρα Ἐκείνου, ποὺ θὰ φέρει ξανὰ τὴν χαρά, ἀποκαθιστῶντας τὴν ἀστοχία τῆς προπατορικῆς παρακοῆς. Στὸ δεύτερο τροπάριο, ὁ ὑμνογράφος παρακινεῖ τὸν Ἀβραὰμ καὶ ὅλους τοὺς πατριάρχες τῆς παλαιᾶς Διαθήκης νὰ συνεορτάσουν μαζί του, γιατί ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ θὰ ἀναδειχθεῖ ἀπὸ τὴ δική τους γενιά. Στὸ τρίτο τροπάριο χαιρετίζει τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα, οἱ ὁποῖοι θὰ φέρουν στὸν κόσμο τὴν πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ ἀναβλύσει ἡ χαρὰ καὶ ἡ σωτηρία, δηλαδὴ ὁ Χριστός. Στὸ τέταρτο τροπάριο, ὁ συνθέτης τοῦ ὕμνου δείχνει στοὺς προφῆτες, ὅτι μέσα ἀπὸ τὸν καρπὸ τῆς κοιλίας τῆς Ἄννας, θὰ ἐκπληρωθοῦν ὅλες οἱ προφητεῖες τους. Στὰ δύο τελευταία τροπάρια, ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀγαλλίαση μεταβάλλονται ἀπὸ προσωπικὸ σὲ οἰκουμενικὸ συναίσθημα, ἀφοῦ καλεῖται κάθε φυλὴ τῆς γῆς, ὡς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου, νὰ εὐφρανθεῖ μὲ τὴν προκείμενη ἑορτή, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν γαστέρα τῆς Ἄννας δὲν θὰ γεννηθεῖ ἕνα ἁπλὸ τέκνο ἀλλὰ ἡ μητέρα τοῦ Λυτρωτῆ.
Ἡ χαρὰ εἶναι τὸ βασικὸ συναίσθημα, τὸ ὁποῖο διαπνέει ὁλόκληρη τὴν ὑμνογραφία τῆς ἡμέρας. Ἡ χαρὰ τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας ἔρχεται σὰν γνήσιο ἀπότοκο τῆς ἐκπλήρωσης τοῦ αἰτήματός τους, τὸ ὁποῖο μὲ τόσο κόπο ἀλλὰ μὲ ἀληθινὴ πίστη στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν χάρη Του ἔφεραν σὲ πέρας. Ἡ Σύλληψη, ὅμως, τῆς Θεοτόκου στὴν κοιλία τῆς Ἄννας δὲν εἶναι γεγονὸς «οἰκογενειακῆς χαρᾶς», ἀλλὰ προξενεῖ πανανθρώπινη ἀνακούφιση καὶ ἀναγεννᾶ τὶς ἀμαυρωμένες, μαζὶ μὲ τὸ κατ’ εἰκόνα, ἐλπίδες γιὰ τὴν ἐπανεκκίνηση τῆς πορείας πρὸς τὴν ὁμοίωση στὸν Θεό, μέσα ἀπὸ τὸν τόκο τῆς Ἄννας, ὁ ὁποῖος θὰ ἀνατείλει γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα τὸν ἀπολυτρωτικὸ Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τὸν Χριστό.