Εἶναι γνωστὲς οἱ κατὰ καιροὺς προσπάθειες καὶ τὰ ἐπιχειρήματα, ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν γλυπτῶν τοῦ Παρθενῶνα. Αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι εὐρέως γνωστὸ εἶναι, ὅτι ὁ πρῶτος ποὺ ἀνακίνησε δημοσίως τὸ ζήτημα ἦταν ὁ Κωνσταντῖνος Καβάφης, μὲ ἀφορμὴ ἄρθρο τοῦ Φρειδερίκου Χάρισσον, ποὺ δημοσιεύτηκε τὴν 1η Μαρτίου 1891 στὸν «19ο αιῶνα», μεγάλο περιοδικὸ τῆς ἐποχῆς στὴν Ἀγγλία, μὲ τίτλο «Ἀπόδοτε τὰ ἐλγίνεια μάρμαρα».
Στὸ ἄρθρο αὐτὸ ἀπάντησε λίγες ἡμέρες ἀργότερα ὁ ἴδιος ὁ διευθυντὴς τοῦ περιοδικοῦ, Τζαὶμς Νώουλς, ἰσχυριζόμενος, ὅτι ὁ Κὸς Χάρισσον εἰρωνευόταν καὶ δὲν ζητοῦσε πραγματικὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν γλυπτῶν τοῦ Παρθενῶνα στὴν κοιτίδα τους. Ἡ διαστρέβλωση τῆς πραγματικότητας καὶ ἡ γραφὴ τοῦ ἄρθρου ἐξερέθισαν τὸν μεγάλο μας ποιητὴ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γράψει ἄρθρο μὲ τίτλο «Ὁ ἀστεϊσμὸς περὶ τῶν ἐλγινείων μαρμάρων», ποὺ θὰ δημοσιευτεὶ στὶς 11 Ἀπριλίου τοῦ 1891, στὴν ἐφημερίδα «Ἐθνικὴ Ἀθηνῶν», καὶ στὸ ὁποῖο ἀπέκρουε τὰ ὅποια ἐπιχειρήματα τοῦ διευθυντῆ τοῦ περιοδικοῦ:
“Οἱ φιλόμουσοι καὶ φιλάρχαιοι ἀναγνῶσται θὰ ἐνθυμῶνται τὸ κίνημα, ὅπερ ἐγένετο τελευταίως ἐν Ἀγγλίᾳ, ἵνα ἀποδοθῶσιν εἰς τὴν Ἑλλάδα αἱ ἀρχαιότητες, ἅς πρὸ 80 ἐτῶν ὁ λόρδος Ἔλγιν, πρέσβυς τῆς Ἀγγλίας παρὰ τὴν Ὑ. Πύλη, ἤρπασεν ―ἵνα τὰς προφυλάξη δήθεν― ἐκ τῆς Ἀκροπόλεως.
Ὁ λόγιος κ. Φρειδερίκος Χάρισσον θερμῶς ὑπεστήριξε τὸ κίνημα, ἔγραψε δὲ ἐν τῷ 19ῳ Αἰῶνι τὸ περίφημόν του ἄρθρον «Ἀπόδοτε τὰ Ἐλγίνεια Μάρμαρα».
Τὴν ἀπάντησιν εἰς τὸ ἄρθρον αὐτὸ γράφει ὁ Διευθυντὴς τοῦ περιοδικοῦ ἰσχυριζόμενος, ὅτι ὁ κ. Χάρισσον πραγματευθεῖς περὶ τῆς ἐπιστροφῆς τῶν Ἐλγινείων μαρμάρων ἠστεΐζετο ἁπλῶς καὶ κατέγινε περὶ τὸ δοκιμᾶσαι τὴν διορατικότητα τοῦ πνεύματος τῶν συμπολιτῶν του ― ἐὰν τάχα θὰ ἦναι ἀρκετὰ ἔξυπνοι νὰ ἐννοήσουν τὴν εἰρωνείαν του. Ἄλλως ἠθέλησεν, ἐπίσης, νὰ περιπαίξη τὴν συνήθειαν διαφόρων συγχρόνων ρητόρων, οἵτινες ἐπινοοῦσι θέματα τῆς εὐφραδείας των, ζητοῦσι νὰ ἀποδείξωσι παραδοξολογίας καὶ χίμαιρας.
Οὕτω κρίνει ὁ κ. Τζαίημς Νώουλς, διευθυντὴς τοῦ περιοδικοῦ «ὁ 19ος Αἰών». Μοὶ φαίνεται, ὅμως, ὅτι ὁ παραδοξολογῶν εἶναι μᾶλλον αὐτὸς ἢ ὁ κ. Χάρισσον.
Τὸ ἄρθρον του οὐδὲ λογικὸν εἶναι οὐδὲ γενναῖον. Εἶναι τόσον ξηρὸν κατὰ τὸ ὕφος, ἔχει τοιαύτην πληθῶραν πτωχῆς ἢ, μᾶλλον, ἀνόστου εἰρωνείας, ὥστε πιστεύω ὅτι μόνον οἱ Ἕλληνες, τοὺς ὁποίους ἀφορᾶ ἀμέσως τὸ ζήτημα, θὰ ἔχωσι τὴν ὑπομονὴν νὰ τὸ ἀναγνώσωσιν, ἵνα σωθῶσιν αἱ ἁμαρτίαι των.
Ἐν τῇ ἐξάψει του ὁ κ. Νώουλς, τί δὲν λέγει! Ἐκθειάζει τοῦ Ἔλγιν τὴν ἁρπαγήν. Μυκτηρίζει τὸν Βύρωνα. Σχετίζει τὴν εὐτελῆ ὑπεξαίρεσιν τῶν μαρμάρων, πρὸς τὰ ἔνδοξα τρόπαια τοῦ Νέλσωνος. Φρονεῖ ὅτι, ἐὰν ἐπιστραφῶσιν αἱ ἀρχαιότητες αὖται, πρέπει ν’ ἀποδοθῶσιν, ἐπίσης, ἡ Γιβραλτάρη, ἡ Μελίτη, ἡ Κύπρος, ἡ Ἰνδικὴ ― λησμονῶν, ὅτι ἡ κατοχὴ τῶν χωρῶν ἐκείνων λογίζεται ἀναγκαία εἰς τὸ Ἀγγλικὸν ἐμπόριον, ὡς καὶ εἰς τὴν ἀσφάλειαν ἢ ὕπαρξιν τοῦ Ἀγγλικοῦ κράτους, ἐνῶ τὰ Ἐλγίνεια μάρμαρα εἰς οὐδὲν χρησιμεύουσιν ἄλλο ἢ εἰς τὸν ὡραϊσμὸν καὶ πλουτισμόν τοῦ καὶ ἄνευ αὐτῶν ὡραιοτάτου καὶ πλουσιωτάτου Βρεττανικοῦ Μουσείου. Ψέγει τοῦ κ. Χάρισσον τὴν ὀρθοτάτην παρατήρησιν, ὅτι τὸ κλίμα τοῦ Λονδίνου φθείρει τὰς γλυφὰς τῶν μαρμάρων καὶ ἐκφράζει τὸν φόβον, μὴ, ἐὰν μετακομισθῶσιν εἰς Ἀθήνας, καταστραφῶσιν ἐν ἐνδεχομένῃ ἀναφλέξει τοῦ Ἀνατολικοῦ ζητήματος ― λησμονῶν, ὅτι ὁ φρόνιμος ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ διορθώνη τὸ ἐνεστός κακὸν πρὶν φροντίση περὶ τοῦ μέλλοντος.
Δὲν φαίνεται νὰ δίδη πολλὴν σπουδαιότητα εἰς τὰ δικαιώματα, ἅτινα ἔχει ἐπὶ τῶν μαρμάρων, «ὁ ἀναμεμιγμένος μικρὸς πληθυσμὸς, ὅστις σήμερον κατοικεῖ ἐπὶ τῶν ἐρειπίων τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος», καὶ ὑποθέτω εὑρίσκει τὰ δικαιώματα τοῦ λόρδου Ἔλγιν καὶ ἑαυτοῦ μεγαλείτερα. Παρατηρεῖ ὅτι, ἂν ἠκολουθεῖτο ἡ συμβουλὴ τοῦ κ. Χάρισσον καὶ ἀπεδίδοντο αἱ περὶ οὗ ὁ λόγος ἀρχαιότητες εἰς τὴν Ἑλλάδα, τὶς οἶδεν, ἐὰν καμμία ἐκ τῶν ὀλιγοβίων κυβερνήσεών της δὲν θὰ τὰς ἐπώλει ἀντὶ ἑκατομμυρίου λ. στ. εἰς τὴν Γερμανίαν ἢ ἀντὶ δυὸ εἰς τὴν Ἀμερικήν ἢ χειρότερα, ἐὰν δὲν θὰ τὰς ἐπώλει λιανικῶς, εἰς ἕνα ἕκαστον ὀλίγας. Ταῦτα εἶναι ὕβρις ἀδικαιολόγητος καὶ ἐμφαίνουσα πολλὴν ἐλαφρότητα, εἰς τὴν ὁποίαν ἡ ἁρμόζουσα ἀπάντησις θὰ ἦτο ― Εἴμεθα Κύριοι νὰ διαθέσωμεν ὡς θέλομεν τὰ ἡμέτερα.
Ἀλλ’ ἂς διαφωτισθῆ ἡ ἄγνοια τοῦ ἀνδρὸς καὶ ἂς μάθη, ὅτι μέχρι τοῦδε αἱ ἑλληνικαὶ κυβερνήσεις, ὀλιγόβιοι ἢ μακρόβιοι, ἐπεδείξαντο πολλὴν εὐλάβειαν καὶ φροντίδα πρὸς τὰ ἀρχαία μνημεῖα, ὅτι διάφορα μουσεῖα συνεστάθησαν ἐν Ἑλλάδι, ὧν ἡ διοίκησις εἶναι ἀξιόλογος, καὶ ὅτι ἐν Ἀθήναις τὰ Ἐλγίνεια μάρμαρα θὰ τύχωσι τῆς αὐτῆς πιστῆς διαφυλάξεως καὶ περιποιήσεως, οἵας καὶ ἐν Ἀγγλίᾳ. Εἶναι δὲ νόστιμος ὁ κ. Νώουλς, ὅταν μᾶς ἀφίνει νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν χρηματικὴν ἄποψιν τῆς ὑποθέσεως. Εἰς ἓν μέρος τοῦ ἄρθρου του λέγει, ὅτι ἡ σημερινὴ ἀξία τῶν μαρμάρων ὑπολογίζεται εἰς ἑκατομμύρια, καὶ εἰς ἄλλο πάλιν μέρος ὁμολογεῖ, ὅτι διὰ νὰ τὰ ἀποκτήση ὁ λόρδος Ἔλγιν ἐξώδευσε 14.000 λ. Τί καλὴ δουλειά!
Δὲν ἀναγράφω περισσοτέρας ἐκ τῶν παρατηρήσεων τοῦ κ. Νώουλς. Εἶναι τῆς αὐτῆς ποιότητος καὶ αἱ ἐπίλοιποι. Ἐξ’ ἄλλου δὲν νομίζω πρέπον νὰ τὸν θεωρήση τὶς ὑπεύθυνον δι’ ὅλα ὅσα γράφει. Ὁ ἀνὴρ εἰς ἄλλας περιστάσεις ἀπέδειξεν, ὅτι δὲν ἀμοιρεῖ παιδείας, ὀρθῆς κρίσεως καὶ ἄλλων φιλολογικῶν προσόντων. Ὅθεν τείνω νὰ πιστεύσω, ὅτι πρέπει νὰ ἀποδοθῆ τὸ ἄτακτον τῆς συνθέσεως καὶ τῶν κρίσεών του περὶ τῶν Ἐλγινείων μαρμάρων εἰς τὴν πνευματικὴν σύγχυσιν, ἥν τῷ ἐπήνεγκεν ἡ σκέψις, ὅτι αἱ πολύτιμοι αὖται ἀρχαιότητες ―οἱ περικαλλεῖς ἀδάμαντες τῆς Ἀττικῆς― ἠδύναντο νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὸ Βλούμσβουρύ του. Το μισολέγει ὁ ἴδιος μετὰ βουκολικῆς ἁπλότητος ἐν μίᾳ περιόδῳ τοῦ ἄρθρου του ― Τί ἰδέα (δὲν ἐνθυμοῦμαι, ἂν ἦναι ἀκριβῶς αὐταὶ αἱ λέξεις του), ἐνῶ ἔχωμεν τὰς ὡραίας αὐτὰς ἀρχαιότητας ἐδῶ καὶ εἰμπορεῖ ὁ λαός μας νὰ πηγαίνη νὰ τὰς θαυμάζη ὅποτε θέλει, τί ἰδέα νὰ τὰς στείλωμεν εἰς τὴν ἄλλην ἄκρην τῆς Εὐρώπης!”