Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Πουθενὰ δὲν θὰ βρεῖς τόση ἀνάπαυση, ὅση μέσα στὴν ταπείνωση. Πουθενὰ δὲν θὰ βρεῖς τόση ταραχή, ὅση μέσα στὴν ὑπερηφάνεια.

  • !

    Ὁ Θεὸς σὲ τράβηξε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία καὶ σ’ ἔφερε στὸ φῶς τῆς ζωῆς. Ἡ ὕπαρξη δὲν εἶναι κατόρθωμα δικό σου. Οὔτε γνωρίζεις ποῦ θὰ βρεθεῖς μετὰ τὴν πρόσκαιρη παραμονὴ σου σ’ αὐτὴ τὴ γῆ. Ταπεινώσου λοιπόν.

  • !

    Χωρίς τη χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶσαι τίποτα περισσότερο ἀπὸ ἕνα ξερὸ καλάμι, ἕνα ἄκαρπο δέντρο, ἕνα ἄχρηστο κουρελόπανο, σκεῦος ἁμαρτίας, δοχεῖο παθῶν. Ὅλα τὰ καλὰ ποὺ ἔχεις μέσα σου εἶναι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δικά σου εἶναι μόνο τὰ πάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες.

  • !

    Ἡ μετάνοια, ἡ συντριβὴ καὶ τὸ πένθος γιὰ τὶς ἁμαρτίες εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς ταπεινώσεως. Καὶ ὅταν βάλεις ἀρχὴ στὴν ταπείνωση, τὴ γνήσια καὶ εἰλικρινῆ, τὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ θὰ αἰσθανθεῖς θὰ εἶναι τὸ μῖσος πρὸς κάθε ἔπαινο καὶ κάθε ἀνθρώπινη δόξα. Ἔπειτα θὰ ἐξοριστοῦν σταδιακὰ ἀπὸ μέσα σου ὁ θυμός, ἡ ὀργή, ἡ μνησικακία, ὁ φθόνος καὶ ὅλα τὰ κακά. Ὕστερα θ’ ἀρχίσεις νὰ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου ὡς τὸν ἀμαρτωλότερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ἄξιο τῆς κολάσεως. Αὐτὴ ἡ συνείδηση ὅμως θ’ αὐξάνει καὶ θὰ τρέφει τὴν ταπείνωση, κι ἔτσι ὅλο καὶ περισσότερο θὰ προχωρεῖς πρὸς τὴν κατάκτηση τῆς κορυφῆς αὐτῆς τῆς θείας ἀρετῆς.

  • !

    Τί εἶναι λοιπὸν ταπείνωση; Εἶναι, ὅπως εἶπε κάποιος ἅγιος, ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ τῆς μηδαμινότητάς σου. Καὶ ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση εἶναι οἱ σωματικοὶ κόποι, ποὺ γίνονται μὲ ἐπίγνωση τοῦ σκοποῦ τους, τὸ νὰ θεωρεῖς εἰλικρινὰ τὸν ἑαυτό σου χειρότερο ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καί, περισσότερο ἀκόμη, κάτω ἀπ’ ὅλη τὴν κτίση, καθὼς καὶ ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.

  • !

    Γιατί οἱ σωματικοὶ κόποι ὁδηγοῦν στὴν ταπείνωση; Διότι οἱ κόποι ταπεινώνουν τὸ σῶμα. Καὶ ὅταν ταπεινώνεται μὲ ἐπίγνωση τὸ σῶμα, ταπεινώνεται καὶ ἡ ψυχή.

  • !

    Καὶ γιατί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση; Διότι, ἂν κοιτάξεις στὰ βάθη τῆς ψυχῆς σου, θὰ δεῖς ὅτι κανένα καλὸ δὲν ἔχεις καὶ ὅτι τίποτε δὲν μπορεῖς νὰ κατορθώσεις χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ τότε δὲν θὰ κουραστεῖς νὰ Τὸν ἱκετεύεις νὰ σ’ ἐλεήσει καὶ νὰ σὲ σώσει. Κι ἂν κατορθώσεις κάτι, γνωρίζεις καλὰ ὅτι στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ τὸ ὀφείλεις καὶ ὄχι στὴ δική σου δύναμη. Καὶ ταπεινώνεσαι βαθιά, τρέμοντας μήπως χάσεις τὴ βοήθεια καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι ἔτσι μὲ ταπείνωση προσεύχεσαι καὶ μὲ τὴν προσευχὴ ταπεινώνεσαι καὶ προοδεύεις πνευματικά.

Ταπείνωση

 

Ἱκέτευε ἀκατάπαυστα τὸν Κύριο νὰ σ’ ἀξιώσει ν’ ἀνταποκριθεῖς στὸ θεῖο κάλεσμά Του: «Ἐλᾶτε σ’ ἐμένα ὅλοι ὅσοι κοπιάζετε κι εἶστε φορτωμένοι, κι ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω. Σηκῶστε ἐπάνω σας τὸν ζυγό μου καὶ διδαχτεῖτε ἀπὸ τὸ δικό μου παράδειγμα, γιατί εἶμαι πρᾶος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιά, καὶ οἱ ψυχές σας θὰ βροῦν ἀνάπαυση» (Μάτθ. 11:28-29). Πουθενὰ δὲν θὰ βρεῖς τόση ἀνάπαυση, ὅση μέσα στὴν ταπείνωση. Πουθενὰ δὲν θὰ βρεῖς τόση ταραχή, ὅση μέσα στὴν ὑπερηφάνεια. Ταπεινώσου μπροστὰ σὲ ὅλους καὶ θὰ ὑψωθεῖς ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ὑψωθεῖς ἀπὸ Ἐκεῖνον μεῖνε πάλι ταπεινός, γιὰ νὰ μὴ χάσεις τη χάρη Του. «Ταπεινωθεῖτε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ αὐτὸς θὰ σᾶς ὑψώσει» (Ιακ. 4:10).

Ὁ Θεὸς σὲ τράβηξε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία καὶ σ’ ἔφερε στὸ φῶς τῆς ζωῆς. Ἡ ὕπαρξη δὲν εἶναι κατόρθωμα δικό σου. Οὔτε γνωρίζεις ποῦ θὰ βρεθεῖς μετὰ τὴν πρόσκαιρη παραμονὴ σου σ’ αὐτὴ τὴ γῆ. Ταπεινώσου λοιπόν. Καὶ μαζὶ μὲ τὸν προφήτη λέγε πάντοτε: «Κύριε, δὲν ὑπερηφανεύτηκε ἡ καρδιά μου, οὔτε εἶχε ὑπεροψία τὸ βλέμμα μου· δὲν καταπιάστηκα μὲ πράγματα μεγάλα, οὔτε μ’ ἐκεῖνα ποὺ μὲ ξεπερνοῦν» (Ψάλμ. 130:1). Καὶ ἀκόμα: «Ἐγὼ εἶμαι σκουλήκι καὶ ὄχι ἄνθρωπος, περίγελο τῶν ἀνθρώπων καὶ περιφρόνια τοῦ κόσμου» (Ψάλμ. 21:7). Χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ τίποτε δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις. Καὶ ὅλα ὅσα ἔχεις, στὸν Θεὸ ἀνήκουν καὶ ἀπὸ Ἐκεῖνον τὰ πῆρες δωρεάν. Λοιπόν; «Τί ἔχεις ποὺ δὲν τὸ ἔλαβες; Καὶ ἂν ἔλαβες, γιατί καυχιέσαι σὰν νὰ μὴν ἔλαβες;» (Α’ Κόρ. 4:7)

Χωρίς τη χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶσαι τίποτα περισσότερο ἀπὸ ἕνα ξερὸ καλάμι, ἕνα ἄκαρπο δέντρο, ἕνα ἄχρηστο κουρελόπανο, σκεῦος ἁμαρτίας, δοχεῖο παθῶν. Ὅλα τὰ καλὰ ποὺ ἔχεις μέσα σου εἶναι τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δικά σου εἶναι μόνο τὰ πάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες.

Ἡ μετάνοια, ἡ συντριβὴ καὶ τὸ πένθος γιὰ τὶς ἁμαρτίες εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς ταπεινώσεως. Καὶ ὅταν βάλεις ἀρχὴ στὴν ταπείνωση, τὴ γνήσια καὶ εἰλικρινῆ, τὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ θὰ αἰσθανθεῖς θὰ εἶναι τὸ μῖσος πρὸς κάθε ἔπαινο καὶ κάθε ἀνθρώπινη δόξα. Ἔπειτα θὰ ἐξοριστοῦν σταδιακὰ ἀπὸ μέσα σου ὁ θυμός, ἡ ὀργή, ἡ μνησικακία, ὁ φθόνος καὶ ὅλα τὰ κακά. Ὕστερα θ’ ἀρχίσεις νὰ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου ὡς τὸν ἀμαρτωλότερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ἄξιο τῆς κολάσεως. Αὐτὴ ἡ συνείδηση ὅμως θ’ αὐξάνει καὶ θὰ τρέφει τὴν ταπείνωση, κι ἔτσι ὅλο καὶ περισσότερο θὰ προχωρεῖς πρὸς τὴν κατάκτηση τῆς κορυφῆς αὐτῆς τῆς θείας ἀρετῆς.

Ὅποιος γνώρισε πραγματικὰ τὸν ἑαυτό του ἔκανε τὴν ἀρχὴ γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ταπεινώσεως. Γιατί εἶδε τὸ μέγεθος τῆς ἀδυναμίας του ἀλλὰ καὶ τὸν βόρβορο ποὺ κρύβει μέσα της ἡ ψυχή του. Ἀπελπισμένος τότε ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, στράφηκε «συντετριμμένος καὶ τεταπεινωμένος» πρὸς τὸν Θεὸ ζητῶντας ἀκατάπαυστα τὸ ἔλεός Του.

Νὰ λοιπὸν μὲ ποιόν τρόπο, λένε οἱ Πατέρες, θὰ διαπιστώσεις ἂν ἄρχισες ν’ ἀποκτᾷς τὴ μακάρια ταπείνωση: ἂν κυριευθεῖς ἀπὸ μόνιμο καὶ φλογερὸ ἔρωτα τῆς προσευχῆς.

Τί εἶναι λοιπὸν ταπείνωση; Εἶναι, ὅπως εἶπε κάποιος ἅγιος, ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ τῆς μηδαμινότητάς σου. Καὶ ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση εἶναι οἱ σωματικοὶ κόποι, ποὺ γίνονται μὲ ἐπίγνωση τοῦ σκοποῦ τους, τὸ νὰ θεωρεῖς εἰλικρινὰ τὸν ἑαυτό σου χειρότερο ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καί, περισσότερο ἀκόμη, κάτω ἀπ’ ὅλη τὴν κτίση, καθὼς καὶ ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Αὐτὸς ὁ δρόμος φέρνει στὴν ταπείνωση. Ἡ φύση τῆς ταπεινώσεως ὅμως εἶναι θεϊκὴ καὶ ἀκατάληπτη. Γι’ αὐτὸ καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σὲ διδάξει μὲ λόγια το πῶς δημιουργεῖται καὶ ἀναπτύσσεται στὴν ψυχή, ἂν δὲν τὸ διδαχθεῖς νοερὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ ἀπὸ τὴν πεῖρα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα σου.

Γιατί οἱ σωματικοὶ κόποι ὁδηγοῦν στὴν ταπείνωση; Διότι οἱ κόποι ταπεινώνουν τὸ σῶμα. Καὶ ὅταν ταπεινώνεται μὲ ἐπίγνωση τὸ σῶμα, ταπεινώνεται καὶ ἡ ψυχή.

Γιατί τὸ νὰ θεωρεῖ κανεὶς τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπ’ ὅλη τὴν κτίση ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση; Διότι ὅταν τοποθετηθεῖς ἐσωτερικὰ ἔτσι, εἶναι ἀδύνατο νὰ θεωρήσεις τὸν ἑαυτό σου καλύτερο ἀπὸ τὸν ἀδελφό σου ἢ νὰ ὑπερηφανευθεῖς γιὰ κάτι ἢ νὰ κατακρίνεις ἢ νὰ ἐξουθενώσεις κάποιον.

Καὶ γιατί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση; Διότι, ἂν κοιτάξεις στὰ βάθη τῆς ψυχῆς σου, θὰ δεῖς ὅτι κανένα καλὸ δὲν ἔχεις καὶ ὅτι τίποτε δὲν μπορεῖς νὰ κατορθώσεις χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ τότε δὲν θὰ κουραστεῖς νὰ Τὸν ἱκετεύεις νὰ σ’ ἐλεήσει καὶ νὰ σὲ σώσει. Κι ἂν κατορθώσεις κάτι, γνωρίζεις καλὰ ὅτι στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ τὸ ὀφείλεις καὶ ὄχι στὴ δική σου δύναμη. Καὶ ταπεινώνεσαι βαθιά, τρέμοντας μήπως χάσεις τὴ βοήθεια καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι ἔτσι μὲ ταπείνωση προσεύχεσαι καὶ μὲ τὴν προσευχὴ ταπεινώνεσαι καὶ προοδεύεις πνευματικά.

Τέτοια ταπείνωση εἶχαν οἱ ἅγιοι. Αὐτὴ ἡ ταπείνωση, μᾶς διδάσκει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, εἶναι ἡ τέλεια ταπείνωση καὶ ἀναπτύσσεται στὴν ψυχὴ σὰν φυσικὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.

 

 

 

 

 

 

 

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ. Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς 2013, σελ. 33.

Η ταπείνωση