Ἀλήθεια ἢ παραπλάνηση;
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ χειμαρρώδη λόγο προβάλλει τὸ ὕψιστο «προϊόν» τῆς θείας ἀγάπης, τὴ σωτηρία μας· καὶ ἐπαναλαμβάνοντας δύο φορὲς τὴ φράση «χάριτι ἐστε σεσωσμένοι» καὶ μία φορὰ ἀναφέροντας ὅτι «Θεοῦ τὸ δῶρον» τονίζει πρωτίστως ὅτι πρόκειται γιὰ «δωρεὰν» σωτηρία». Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἡ ἐπανάληψη γίνεται προκλητικὴ εἶναι ἡ ἀναφορὰ στὸν ποικίλο πλοῦτο τοῦ Θεοῦ· ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐπιστολῆς του πρὸς τοὺς Ἐφεσίους ἔχει τέσσερις φορὲς μιλήσει γι’ αὐτόν: «πλοῦτον χάριτος», «πλοῦτον ἐλέους», «πλοῦτον ἀγάπης», «πλοῦτον κληρονομίας». Ἔτσι ἕνας ἐπιπόλαιος ἀναγνώστης τῆς ἐπιστολῆς θὰ μποροῦσε ἄνετα νὰ ἐνθουσιαστεῖ ἐκτιμώντας ὅτι μὲ ἕνα τόσο πλούσιο καὶ τόσο εὔσπλαχνο δωρεοδότη Κύριο, ὁπωσδήποτε εἶναι «πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα» στὴ σωτηρία.
Σίγουρα μία τέτοια ἐκτίμηση ἀποτελεῖ ὀλέθρια διαστρέβλωση τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος, ποὺ δυστυχῶς «εὐδοκίμησε» στὴ δυτικὴ χριστιανοσύνη. Ἕνας Ἀμερικανός, ποὺ μεταστράφηκε στὴν Ὀρθοδοξία, γράφει χαρακτηριστικά: «Μία θλιβερὴ συνέπεια τῆς σύγχρονης προτεσταντικῆς σύγχυσης εἶναι ἡ ἀπογοήτευση ἐκείνων, στοὺς ὁποίους δόθηκε ἕνας ψεύτικος κατάλογος ἀγαθῶν, μὲ πρώτη στὴ σειρὰ τὴν ἄμεση καὶ εὔκολη σωτηρία καὶ δεύτερη τὴν ὑπόσχεση γιὰ χωρὶς κόπο μετάνοια καὶ ἐσωτερικὴ ἀλλαγὴ· τοὺς δόθηκε νὰ καταλάβουν ἐσφαλμένα ὅτι μὲ ἕναν ἀνώδυνο καὶ ἁπλοποιητικὸ τύπο ἀναγέννησης ὅλα θὰ πᾶνε καλά». Ἰδοὺ τὰ παραπλανητικὰ «δωρεάν», ποὺ ἀναφέρθηκαν στὴν ἀρχή.
Χάρη καὶ χρέος
Ὁπωσδήποτε δὲν εἶχε καμιὰ πρόθεση ὁ Παῦλος νὰ «διαφημίσει» τέτοια σωτηρία, ὅταν ἔγραφε στοὺς Ἐφεσίους. Σαφῶς θὰ ἔφριττε ἀκούγοντας τὴν ἀπαράδεκτη παρερμηνεία τῶν λόγων του. Καὶ εἶναι μὲν πρόδηλο τὸ κεντρικὸ μήνυμα ὅλης τῆς περικοπῆς ὅτι ἡ σωτηρία δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ἀνθρώπινων προσπαθειῶν, ἀλλὰ δωρεὰ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Οὔτε οἱ ἀρετές, ὅπως τὶς δίδασκαν οἱ ἐθνικοὶ φιλόσοφοι, οὔτε ἡ τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου (ποιὸς ἄραγε τὸν τηροῦσε τέλεια;) μποροῦσαν νὰ σώσουν τὸν ἄνθρωπο. Ναί, ἤμασταν «υἱοὶ τῆς ἀπειθείας» καὶ «τέκνα φύσει ὀργῆς»· ἤμασταν «νεκροὶ τοῖς παραπτώμασι καὶ ταῖς ἁμαρτίαις». Καί, ναί, ὁ Θεὸς μᾶς «συνεζωοποίησεν… συνήγειρεν καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουραvίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ἂς φανταστοῦμε δικαστὴ νὰ δικάζει κατηγορούμενο, ἔνοχο γιὰ πολλὰ ἐγκλήματα, καὶ ἀπὸ τὴν πολλή του εὐσπλαχνία ὄχι μόνο νὰ τὸν ἀθωώνει ἀλλὰ νὰ τὸν κάνει συμπάρεδρο στὸν θρόνο του. Καὶ μάλιστα γιὰ νὰ συμβεῖ αὐτό, δέχεται ὁ ἐπουράνιος Κριτὴς καὶ Θεὸς νὰ γίνει «κατακριτος» καὶ νὰ καταδικαστεῖ ἀπὸ ἐμᾶς ὡς κακοῦργος στὴν ἐσχάτη τῶν ποινῶν. Πῶς νὰ μὴ χαρακτηρίσει ὁ Παῦλος «ὑπερβάλλοντα» τὸν πλοῦτο τῆς χάριτός του; Ἡ ὑπερβολή, βέβαια, αὐτοῦ τοῦ πλούτου θὰ φανεῖ κυρίως μετὰ τὴ μελλοντικὴ ἔλευση τοῦ Σωτῆρος, ὅταν καὶ ὁ πρώην διώκτης θὰ καθίσει, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, σὲ θρόνο, γιὰ νὰ κρίνουν τὶς φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ. Ὅμως ἤδη μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπολαμβάνουμε τὴν πρόγευση τοῦ μεγάλου πλούτου τῆς χάριτος.
Καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, προχωρώντας τὴ σκέψη τοῦ Παύλου, ὑπερθεματίζει: «Ὄντως ὑπερβάλλων ὁ πλούτος· ὄντως ὑπερβάλλον τὸ μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. Κι ἂν ἀκόμα εἶχες μυριάδες ζωές, δὲν θὰ τὶς θυσίαζες γιὰ Ἐκεῖνον; Δὲν θὰ ἔπρεπε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ στὴ φωτιὰ νὰ εἶσαι ἕτοιμος νὰ πέσεις;». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, αὐθεντικὸ «ἠχεῖο» τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, ἀβίαστα ὁδηγεῖται στὴν ἀνάγκη καὶ τῆς δικῆς μας «συνεργίας», στὴ δική μας εὐθύνη γιὰ τὴν προσοικείωση τῆς σωτηρίας. Τὸ λέει ξεκάθαρα καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος ὅτι σωζόσαστε ὄχι μόνο «χάριτι» Θεοῦ ἀλλὰ καὶ «διὰ τῆς πίστεως» τῆς δικῆς μας. Ἡ σωτηρία, λοιπόν, δίδεται μὲν δωρεάν, ἀλλὰ οὔτε μαγικὰ οὔτε ὑποχρεωτικὰ σὲ ὅλους. Μία ἐξαναγκαστικὴ σωτηρία, λέει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος, θὰ «ἐλυμαίνετο τὸ αὐτεξούσιον» τοῦ ἀνθρώπου· θὰ καταργοῦσε τὴν ἐλευθερία μας. Θὰ τὸ πεῖ καὶ στοὺς Ρωμαίους ὁ Παῦλος ὅτι ἡ σωτηρία προσφέρεται δωρεὰν ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι «δύναμις Θεοῦ εἰς σωτηρίαν (ὄχι ὅμως σὲ ὅλους ἀπρoϋπoθέτως ἀλλὰ) παντὶ τῷ πιστεύοντι». Καὶ φυσικὰ «ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρὰ ἐστιν» (Ἰακ. 2,20).
Καρπὸς καὶ ὄχι προϋπόθεση
Μόνο ποὺ τὰ ἔργα δὲν προηγοῦνται ἀλλὰ ἕπονται τῆς σωτηριώδoυς δωρεᾶς τῆς θείας χάριτος. Μὲ αὐτὴ τὴν τόσο φωτεινὴ ἀποσαφήνιση κλείνει τὴ σημερινὴ περικοπὴ ὁ θεοφώτιστος Ἀπόστολος. Στὴ φράση «κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργoις ἀγαθοῖς» προσδιορίζεται ἐπιγραμματικὰ ἡ σχέση ἔργων καὶ σωτηρίας μὲ τὴν ἔννοια ὅτι τὰ ἔργα δὲν ἀποτελοῦν προϋπόθεση ἀλλὰ συνέπεια τῆς σωτηρίας. Γίναμε, δηλαδή, καινούργια κτίση ὄχι μὲ τὰ ἔργα ποὺ κάναμε -τὰ ὁποῖα οὐσιαστικά μᾶς ὁδηγοῦσαν στὸν θάνατο- ἀλλὰ γιὰ νὰ κάνουμε καλὰ ἔργα, μὲ τὰ ὁποῖα φανερώνεται ἡ ἀναγέννησή μας. Ὅσο αὐτονόητη εἶναι ἡ ἀναπνοὴ γιὰ τὸν ζωντανὸ ἄνθρωπο, τόσο αὐτονόητη ἐκδήλωση τοῦ σωσμένου ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀγαθοεργία. Ὅταν στηρίζουμε τὴ σωτηρία μας στὰ ἔργα μας καὶ νομίζουμε ὅτι τὴν ὀφείλουμε σ\’ αὐτά, μεταβάλλουμε τὸν Χριστιανισμὸ σὲ ἀνθρωποκεντρικὸ θρήσκευμα, ποὺ καθιστᾶ περιττὴ τὴ θυσία τοῦ Σταυροῦ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Σὲ μία τέτοια περίπτωση, ἐλάχιστα θὰ διέφερε ὁ Χριστιανισμὸς ἀπὸ τὸν νομοκεντρικὸ ἰουδαϊσμὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ προχριστιανικὴ εἰδωλολατρία. Οἱ δύο αὐτοὶ πειρασμοὶ δὲν εἶναι ἄγνωστοι στὴν ἐποχή μας. Καὶ σήμερα τὰ εἴδωλα ποὺ δημιουργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νομίζει ὅτι τοῦ δίνουν περισσότερη ἀσφάλεια παρὰ ἡ ὑπεύθυνη ἀποδοχὴ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ- καὶ ἐπίσης ἡ καταφυγὴ στὴν ἐξωτερικὴ μόνο τήρηση τοῦ θρησκευτικοῦ τύπου δημιουργεῖ μία στέγη αὐτοπροστασίας καὶ γεννάει μία ψευδὴ εὐφορία καὶ ἀτομικὴ ἱκανοποίηση. Ἐναντίον τῶν δύο αὐτῶν ἑλκυστικῶν πειρασμῶν στρέφεται ὁλόκληρη ἡ Καινὴ Διαθήκη.