Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    «Γέροντα, ἀπό ποῦ θα γνωρίσω, ὅτι έχω προκόψει στὴν πνευματική ζωή;»
    «Προκοπὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ σημαίνει καταρχᾶς, ὅτι ἔχω κάνει τὴν καρδιά μου δεκτικὴ, ὥστε νὰ λάβει περισσότερη χάρη Θεοῦ. Σημαίνει, δηλαδὴ, ὅτι ἔχω προσπαθήσει καὶ προσπαθῶ νὰ καθαρίσω τὴν καρδιά μου ἀπὸ κάθε τί ἐμπαθές, εἴτε φιλήδονο εἶναι αὐτὸ εἴτε φιλάργυρο εἴτε φιλόδοξο. Λοιπόν, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ὑπηρετεῖ τὰ πάθη του, ποὺ θὰ πεῖ τὸν ἐγωισμό του, ἐκεῖ πνευματικὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχει».

  • !

    «Ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ βαριέσαι νὰ ψελλίσεις ἔστω δυὸ λόγια προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας, ὅτι εἶναι ὁ καθρέπτης τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἂν λοιπὸν δὲν ἔχω πόθο γιὰ προσευχή, ἂν δὲν ἑλκύομαι ἀπὸ τὴν ἀναφορά μου πρὸς τὸν Θεό, ἔ, τότε βρίσκομαι πολὺ πίσω στὰ πνευματικά».

  • !

    «Σήμερα, μάλιστα, μέ τούς καταιγιστικούς ρυθμούς τῆς ζωῆς, ὅλοι βιάζονται. Ποιός θά πάρει τή θέση τοῦ ἄλλου εἶναι ὁ ἀγώνας, καί τό θεωροῦμε, μάλιστα, κατόρθωμα αὐτό. Λοιπόν, ἄν βιάζεσαι, σημαίνει ὅτι ὄχι μόνο δέν προκόβεις ἀλλά διαρκώς καί ὀπισθοχωρεῖς. Κι αὐτό, γιατί ἡ βιασύνη ἀποκαλύπτει τὴν ἔλλειψη ὑπομονῆς ποὺ ἔχουμε, ἄρα τὴν κρυφή ὑπερηφάνεια ποὺ μᾶς κατατρώγει. Ὁ ἀνυπόμονος ἄνθρωπος εἶναι ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος».

  • !

    «Ἀκόμη: ἡ ἔλλειψη πίστης στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Πόσοι χριστιανοὶ ὁμολογοῦν τὴν πίστη τους στὸν Θεό ἀλλὰ μὲ τὸ παραμικρὸ πρόβλημα τὰ χάνουν, πανικοβάλλονται, περιπίπτουν σ’ ἕνα χάος. Ποῦ εἶναι ἡ πίστη στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού μᾶς βεβαιώνει, ὅτι «καὶ οἱ τρίχες ὅλες τῆς κεφαλῆς μας εἶναι ἀριθμημένες ἀπὸ Ἐκεῖνον;»

  • !

    «Καὶ πέραν τούτων, ἐκεῖνο ποὺ κατεξοχὴν δείχνει, ἂν εἴμαστε προκομμένοι ἢ ἀνεπρόκοποι στὰ πνευματικὰ, εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στὸν κάθε συνάνθρωπό μας. Ὁ Χριστός μας μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει, ὅτι στὸν κάθε συνάνθρωπό μας πρέπει νὰ βλέπουμε δυὸ πράγματα: πρῶτον, τὴν παρουσία Ἐκείνου – «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἐνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοὶ ἐποιήσατε» -, καὶ δεύτερον, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας – «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Καὶ τί βλέπουμε καθημερινά, καὶ μάλιστα στοὺς χριστιανούς μας; Πῶς ὁ ἕνας νὰ βγάλει τὸ μάτι τοῦ ἄλλου, πῶς νὰ τὸν ἀδικήσει πολλὲς φορὲς, προκειμένου ὁ ἴδιος νὰ σταθεῖ, πῶς νὰ τὸν ὑποβαθμίσει, πῶς νὰ τὸν προσβάλει…»

Πῶς γνωρίζω ὅτι έχω προκόψει στὴν πνευματική ζωή;

 

«Γέροντα, ἀπό ποῦ θα γνωρίσω, ὅτι έχω προκόψει στὴν πνευματική ζωή;»

Τὸ ἐρώτημα τοῦ νεαροῦ προσκυνητῆ στὸ κελάκι τοῦ Γέροντα φαινόταν καίριο κι ἔκανε καὶ τοὺς ἄλλους προσκυνητὲς νὰ ἐντείνουν τὴν προσοχή τους. Ὅλοι κοίταζαν τὸν Γέροντα περιμένοντας μὲ ἐνδιαφέρον τὴν ἀπάντησή του. Εἶχε προηγηθεῖ ἀρκετὴ συζήτηση προηγουμένως γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τί εἶναι αὐτή, σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ ἄλλες, ἐξωχριστιανικὲς καὶ μή, κατανοήσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς.

Ὁ Γέροντας δὲν ἔσπευσε νὰ ἀπαντήσει. Ξεκούκισε λίγο τὸ κομποσχοίνι του, κοίταξε ἕνα γύρο τὰ πρόσωπα ποὺ φαίνονταν ὅτι διψοῦσαν γιὰ γνήσια πνευματικὴ ἐσωτερικὴ ζωή, καὶ μετρώντας τὰ λόγια του εἶπε ἀργά.

«Προκοπὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ σημαίνει καταρχᾶς, ὅτι ἔχω κάνει τὴν καρδιά μου δεκτικὴ, ὥστε νὰ λάβει περισσότερη χάρη Θεοῦ. Σημαίνει, δηλαδὴ, ὅτι ἔχω προσπαθήσει καὶ προσπαθῶ νὰ καθαρίσω τὴν καρδιά μου ἀπὸ κάθε τί ἐμπαθές, εἴτε φιλήδονο εἶναι αὐτὸ εἴτε φιλάργυρο εἴτε φιλόδοξο. Λοιπόν, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ὑπηρετεῖ τὰ πάθη του, ποὺ θὰ πεῖ τὸν ἐγωισμό του, ἐκεῖ πνευματικὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχει».

«Ναί, Γέροντα», διέκοψε λίγο ἀπότομα, εἶναι ἀλήθεια, τὸν λόγο τοῦ Γέροντα ὁ νεαρός, «ἀλλὰ ἀπὸ ποιὰ συγκεκριμένα πράγματα θὰ γνωρίζω, ὅτι ἔχω προκόψει ἢ ἔστω προκόβω;»

«Αὐτὸ θὰ ἔλεγα τώρα», μειδίασε λίγο ὁ Γέροντας κι ἀγκάλιασε μὲ τὸ βλέμμα του τὸν νεαρό. «Δὲν θὰ σᾶς πῶ βαθιὲς θεωρίες. Ἁπλὰ πράγματα μᾶς δείχνουν τὴν προκοπή μας ἢ ὄχι, ἔστω κι ἂν πολὺ συχνὰ νομίζουμε ὅτι ἔχουμε προκόψει, γιατί διαβάζουμε κάποια πνευματικὰ βιβλία ἢ πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία. Καὶ νὰ ὁρισμένα ἀπὸ αὐτά:

Ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ βαριέσαι νὰ ψελλίσεις ἔστω δυὸ λόγια προσευχῆς. Ἡ προσευχὴ θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας, ὅτι εἶναι ὁ καθρέπτης τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἂν λοιπὸν δὲν ἔχω πόθο γιὰ προσευχή, ἂν δὲν ἑλκύομαι ἀπὸ τὴν ἀναφορά μου πρὸς τὸν Θεό, ἔ, τότε βρίσκομαι πολὺ πίσω στὰ πνευματικά».

«Μόνο ἡ προσευχή, Γέροντα, δείχνει τὴν προκοπή μας;» ἀκούστηκε ἀπὸ κάποιον μεσήλικα ἡ ἐρώτηση.

«Ὄχι, βέβαια», ἀπάντησε. «Σὲ ὅλα τὰ καθημερινά μας ἀποκαλύπτουμε, τὸ τί σόι χριστιανοὶ εἴμαστε. Γιατί εἴπαμε, ὅτι ἡ πνευματικὴ ζωὴ δείχνει τὴ χριστιανική μας ζωή.

Λοιπόν, ἄλλο πράγμα: ἡ βιασύνη μας. Σήμερα, μάλιστα, μέ τούς καταιγιστικούς ρυθμούς τῆς ζωῆς, ὅλοι βιάζονται. Ποιός θά πάρει τή θέση τοῦ ἄλλου εἶναι ὁ ἀγώνας, καί τό θεωροῦμε, μάλιστα, κατόρθωμα αὐτό. Λοιπόν, ἄν βιάζεσαι, σημαίνει ὅτι ὄχι μόνο δέν προκόβεις ἀλλά διαρκώς καί ὀπισθοχωρεῖς. Κι αὐτό, γιατί ἡ βιασύνη ἀποκαλύπτει τὴν ἔλλειψη ὑπομονῆς ποὺ ἔχουμε, ἄρα τὴν κρυφή ὑπερηφάνεια ποὺ μᾶς κατατρώγει. Ὁ ἀνυπόμονος ἄνθρωπος εἶναι ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος. Κι ὅπου ὑπάρχει ὑπερηφάνεια, ἐννοείται, ὅτι ἐκεί δέν ὑπάρχει τό ἠσύχιο καί πράο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.

Ἀκόμη: ἡ ἔλλειψη πίστης στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Πόσοι χριστιανοὶ ὁμολογοῦν τὴν πίστη τους στὸν Θεό ἀλλὰ μὲ τὸ παραμικρὸ πρόβλημα τὰ χάνουν, πανικοβάλλονται, περιπίπτουν σ’ ἕνα χάος. Ποῦ εἶναι ἡ πίστη στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού μᾶς βεβαιώνει, ὅτι «καὶ οἱ τρίχες ὅλες τῆς κεφαλῆς μας εἶναι ἀριθμημένες ἀπὸ Ἐκεῖνον;»

Καὶ πέραν τούτων, ἐκεῖνο ποὺ κατεξοχὴν δείχνει, ἂν εἴμαστε προκομμένοι ἢ ἀνεπρόκοποι στὰ πνευματικὰ, εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στὸν κάθε συνάνθρωπό μας. Ὁ Χριστός μας μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει, ὅτι στὸν κάθε συνάνθρωπό μας πρέπει νὰ βλέπουμε δυὸ πράγματα: πρῶτον, τὴν παρουσία Ἐκείνου – «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἐνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοὶ ἐποιήσατε» -, καὶ δεύτερον, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας – «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Καὶ τί βλέπουμε καθημερινά, καὶ μάλιστα στοὺς χριστιανούς μας; Πῶς ὁ ἕνας νὰ βγάλει τὸ μάτι τοῦ ἄλλου, πῶς νὰ τὸν ἀδικήσει πολλὲς φορὲς, προκειμένου ὁ ἴδιος νὰ σταθεῖ, πῶς νὰ τὸν ὑποβαθμίσει, πῶς νὰ τὸν προσβάλει…»

Σταμάτησε ὁ Γέροντας καὶ δάκρυα ἄρχισαν νὰ τρέχουν ἀπὸ τὰ βαθουλωμένα μάτια του. Τὰ σκυμμένα κεφάλια τῶν προσκυνητῶν ἔδειχναν, ὅτι τὰ λόγια του μᾶλλον εἶχαν πιάσει τόπο. Ὁ Γέροντας τοὺς εἶδε. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἤξερε βαθιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, δὲν ἀναθάρρησε. Τοὺς χαιρέτισε, ἀποσύρθηκε στὸ κελί του κι ἄρχισε μὲ βαθὺ πόνο τὴν προσευχὴ ὑπὲρ ὅλου τοῦ κόσμου, τοῦ κόσμου ποὺ ἦταν κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ του…