«Ὁ προκομμένος ἄνθρωπος, σὲ ὅποια ζωὴ κι ἂν βρεθεῖ, εἴτε Μοναχὸς εἴτε λαϊκός, θὰ κάνει προκοπὴ πνευματική, γιατί θὰ ἐργασθεῖ φιλότιμα. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν καλλιεργεῖ τὸ φιλότιμο ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεός, ἀνεπρόκοπος θὰ εἶναι καὶ στὴ μιὰ ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη» (Π. Μ. Σωτῆρχος, Γέρων Παΐσιος, Βίος, Διδαχές…, ἐκδ. Παπαδημητρίου, 2009).
Ἀγχώνονται πολλοὶ χριστιανοὶ νέοι ἄνθρωποι, καὶ ὄχι μόνο, γιὰ τὴν ἐπιλογὴ ποὺ θὰ κάνουν στὴ ζωή τους: νὰ γίνουν ἔγγαμοι ἢ νὰ καλογερέψουν. Καὶ δικαίως: ἡ ἐπιλογὴ αὐτὴ ἀποτελεῖ ἴσως την πιὸ καίρια ἀπόφαση ποὺ πρέπει νὰ λάβουν – καθορίζεται ἡ περαιτέρω πορεία τους. Πολλοὶ μάλιστα ἀναλίσκονται στὴν ἀναζήτηση ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων, πνευματικῶν, μοναχῶν, Γεροντάδων, ποὺ θὰ τοὺς δώσουν μία ἀπάντηση ποὺ θὰ τοὺς πείσει ὅτι εἶναι ἡ πιὸ ἐνδεδειγμένη γι’ αὐτούς. Δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι μάλιστα ποὺ εὔχονται νὰ συναντήσουν ἕναν διορατικὸ καὶ προορατικὸ Γέροντα, ὥστε αὐτὸ ποὺ θὰ τοὺς πεῖ νὰ ἔχει τὴ «σφραγῖδα» τοῦ Θεοῦ – δὲν θὰ λαθέψουν μ’ αὐτὸ ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν! Κι ἐννοεῖται ὅτι οἱ ἅγιοι Γέροντες τῆς ἐποχῆς μας, Πορφύριος, Παΐσιος, Ἰάκωβος κ.ά., δέχονταν πολὺ συχνὰ τέτοιους ἐπισκέπτες ποὺ τοὺς πίεζαν νὰ ἀποφασίσουν αὐτοὶ γιὰ ἐκείνους.
Ἡ ἀπάντηση βεβαίως ποὺ ἔδιναν οἱ σοφοὶ αὐτοὶ ἄνθρωποι, σοφοὶ ὄχι μόνον ἀπὸ φωτισμὸ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ μακρὰ ἐμπειρία ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὶς σχέσεις τους μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἦταν ἴσως ἀπρόσμενη καὶ ὄχι ἡ πλήρως «ἐπιθυμητὴ» ἀπὸ τοὺς ἐπισκέπτες τους: τοὺς ἔστρεφαν στὸν ἑαυτό τους, ὥστε αὐτοὶ μόνοι τους νὰ ἀποφασίσουν γιὰ τὴ ζωή τους. Ἡ ἀπάντηση γιὰ παράδειγμα ποὺ ἔδωσε ὁ ἅγιος Πορφύριος σὲ ἕναν τέτοιο νεαρὸ ποὺ τὸν ρώτησε τί θὰ ἤθελε ὁ Θεὸς γι’ αὐτὸν εἶναι ὅ,τι ρεαλιστικότερο καὶ λογικὸ καὶ ὑποδειγματικό: «ὁ Θεὸς θέλει γιὰ σένα ὅ,τι ἐσὺ θέλεις βαθιὰ μέσα σου». Κι αὐτὸ βεβαίως σημαίνει ὅτι τελικῶς ὅλοι μέσα μας, ἂν ἀφουγκραστοῦμε τὴν καρδιά μας, ξέρουμε τί πρέπει νὰ κάνουμε – ἡ καρδιά μας εἶναι ὁ καλύτερος σύμβουλός μας. Πρόκειται νομίζουμε γιὰ τὸ ἴδιο ποὺ ἐπεσήμαινε καὶ ὁ ἅγιος Πὰΐσιος σὲ παρόμοιους προβληματισμούς: «Ἂν ἔχεις ἐννιὰ λογισμοὺς ἀπὸ τοὺς δέκα νὰ γίνεις καλόγερος καὶ ἕναν λογισμὸ νὰ παντρευτεῖς, τότε νὰ παντρευτεῖς. Γιατί ὁ ἕνας αὐτὸς θὰ σὲ ταλαιπωρεῖ ὁλόκληρη τὴ ζωή σου».
Στὸ παραπάνω παρατιθέμενο ἀπόσπασμα ὅμως τοῦ ὁσίου Παϊσίου ἔχουμε καὶ κάτι ἐπιπλέον. Ὁ ὅσιος ξεπερνᾶ τὸν προβληματισμὸ τῆς κρίσιμης ἀπόφασης γιὰ τὸν δρόμο ζωῆς: ἔγγαμος ἢ μοναχός, καὶ προσανατολίζει στὸ πιὸ σημαντικὸ κατ’ αὐτὸν στοιχεῖο: τὴ φιλοτιμία. Ἂν εἴμαστε φιλότιμοι, σημειώνει, καὶ λάθος ἐπιλογὴ νὰ κάνουμε ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει. Θὰ εὐλογήσει καὶ τὴ λάθος ἐπιλογή μας καὶ θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ προκόψουμε, δηλαδὴ νὰ προχωρήσουμε τὴ σχέση μας μ’ Ἐκεῖνον καὶ νὰ τελειωθοῦμε. Ὁπότε μπορεῖ κάποιος νὰ γίνει καλόγερος ἐνῶ τὸ χάρισμά του εἶναι ὁ ἔγγαμος βίος, ἀλλὰ ἂν εἶναι φιλότιμος θὰ γίνει προκομένος καλόγερος καὶ θὰ ἁγιάσει. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη: μπορεῖ κάποιος νὰ συζευχθεῖ, ἐνῶ ἡ κλήση του εἶναι γιὰ μοναχός, ἀλλὰ ἐφόσον εἶναι φιλότιμος θὰ εἶναι καλὸς σύζυγος καὶ καλὸς οἰκογενειάρχης – ὁ ἁγιασμός του θὰ ἐπέλθει μέσα ἀπὸ τὸν δρόμο αὐτὸν ζωῆς.
Τὸ ἐρώτημα βεβαίως εἶναι τί σημαίνει φιλοτιμία γιὰ τὸν ἅγιο; Κι ἡ ἀπάντηση ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὰ λόγια του, προφορικὰ καὶ γραπτά, εἶναι: ὁ πιστὸς ἄνθρωπος νὰ ἔχει αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του ποὺ τὸν κινητοποιεῖ νὰ ἀγωνίζεται μὲ εὐαισθησία στὴν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, μάλιστα δὲ τῆς ἀγάπης. Μποροῦμε μὲ βεβαιότητα νὰ ποῦμε πὼς ὅ,τι ἐξέφραζε ὁ μέγας Γέρων μὲ τὴ λέξη «φιλοτιμία» ἦταν τὸ ἴδιο ποὺ ἐξέφραζε μὲ τὴ λέξη «ἀρχοντιά», πιὸ συγκεκριμένα μάλιστα μὲ τὴ φράση «ἀρχοντικὴ ἀγάπη». Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι ὁ ἄρχοντας τῆς ἀγάπης κατὰ τὸν ἅγιο, συνεπῶς καὶ ὁ φιλότιμος ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἀγωνιζόμενος νὰ μοιάσει τοῦ Θεοῦ του. Εὐνόητο ἔτσι ὅτι ἡ φιλοτιμία συνιστᾶ ζεῦγος μὲ τὴν προκοπή. Προκόβει ὁ φιλότιμος, ὅ,τι κι ἂν κάνει καὶ ὅπου κι ἂν βρίσκεται, προκόβει δηλαδὴ ὁ εὐαίσθητος ἄνθρωπος ποὺ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ τὶς θεωρεῖ ὡς τὸν μεγαλύτερο θησαυρὸ τῆς ζωῆς του.