Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Σήμερα ὁ τρίτος λόγος τῆς κλίμακος ὀνομάζεται λόγος περὶ ξενιτείας.
    Εἴπαμε ὅτι εἶναι λόγοι οἱ ὁποῖοι ἀπευθύνονται σὲ μοναχούς, σὲ ἀσκητές. Σὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι καὶ στὴν πράξη ἔφυγαν ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα. Ὅμως στὴν οὐσία ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀσκητές. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἀσκητές, πρέπει νὰ εἴμαστε ἀναχωρητές. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔχουμε τὸ ἴδιο φρόνημα γιατί τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι τὸ ἴδιο γιὰ ὅλους. Μόνο στὰ ἐξωτερικὰ δεδομένα διαφέρει τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ὁ τρόπος ζωῆς, ὁ ἐξωτερικός. Στὴν οὐσία τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι τὸ ἴδιο γιὰ ὅλους.
    Ξενιτεία λοιπὸν σημαίνει το νὰ ξενιτευθεῖ κάποιος ἀπὸ τὸν τόπο του, ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ἀπὸ τὶς συνήθειές του, ἀπὸ τὰ περιβάλλοντά του. Νὰ γίνει ξένος. Θὰ μοῦ πεῖ κανεὶς μὰ εἶναι δύσκολο πρᾶγμα. Ἐμεῖς πῶς θὰ γίνουμε ξένοι;
    Εἴπαμε τί ἐννοοῦν οἱ Πατέρες καὶ ἡ ὁρολογία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν λέγει κόσμον. Δὲν ἐννοεῖ βέβαια τοὺς συνανθρώπους μας, τοὺς ἀδελφούς μας, τοὺς φίλους μας, τοὺς οἰκείους μας, ἀλλὰ ἐννοεῖ τὸ κοσμικὸν φρόνημα. Τὸν χωρὶς Θεὸ τρόπο ζωῆς. Αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ ἀποξενωθοῦμε. Νὰ ἀρνηθοῦμε αὐτὸν τὸν τρόπο.
    Ἀφοῦ μεταθέσουμε τὸ νοῦ μας, τὴν καρδιά μας, τὴν ὕπαρξή μας, ἀπὸ τὰ ἐπίγεια, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα πράγματα εἰς τὸν οὐρανόν.
    Καὶ μάλιστα θυμᾶστε ἕνα πανέμορφο, ὡραῖο τροπάριο τὸ ὁποῖο ψάλλουμε τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ στὸν ἐπιτάφιο, ὅπου ὁ Κύριος χαρακτηρίζεται ὡς ξένος. Ἔχει ἕνα ὡραῖο τροπάριο ποὺ πῆγε ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, στὸν Πιλάτον καὶ τοῦ λέει «Δὸς μοι τοῦτον τὸν ξένον ὅστις εἶδε ξενίζει τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ξένους». Ὀνομάζει τὸν Χριστὸν ξένον, γιατί στὸν κόσμο αὐτὸν πράγματι οὐκ εἶχε ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι. Γιατί οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀπαρνήθηκαν, τὸν σταύρωσαν, τὸν θανάτωσαν. Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ξένος ἔσωσε τὸν κόσμον ὅλον μὲ τὴν ἀγάπη του.

  • !

    Πρέπει νὰ λάβης ὁριστικὴ ἀπόφαση ὅτι διακόπτεις κάθε σχέση. Κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε σὲ ἔχει δεμένο καὶ σὲ κρατοῦσε στὸ παρελθόν, τὸ παρελθὸν τὸ ἁμαρτωλό. Τὴν ἁμαρτία, τὴν κοσμικότητα. Δὲν θὰ φύγεις ἐσὺ ἀπὸ τὴν ἐπίγεια Πατρίδα σου, ἀλλὰ θὰ φύγεις ἀπὸ τὴν Πατρίδα σου, ἀπὸ τὶς συνήθειές σου τὶς κοσμικές, ἀπὸ τὸν τρόπον τὸν κοσμικὸν ποὺ σκέφτεσαι. Ἀπὸ τὴ νοοτροπία τὴν κοσμικὴ τὴν ὁποία εἶχες μέχρι ποὺ ὁ Χριστὸς σὲ φώναξε κοντά του, καὶ νὰ διακόψεις κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε ἐμποδίζει νὰ πετύχεις τὸν εὐσεβῆ σκοπὸ τῆς ζωῆς σου.
    Νὰ ξέρετε ὅτι καὶ μιὰ κλωστὴ νὰ ἀφήσουμε, τὸ ἐλάχιστο πρᾶγμα νὰ ἀφήσει ὁ ἄνθρωπος, νὰ πεῖ καλά, χαρὰ στὸ πρᾶγμα. Τί εἶναι νὰ πιω καὶ δύο τρία ποτηράκια κρασὶ ξέρω γώ. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν κλωστὴ στὸ τέλος θὰ γίνει σκοινί, καραβόσκοινο θὰ γίνει καὶ θὰ σὲ τραβάει καὶ δὲν θὰ σὲ ἀφήνει. Πρέπει νὰ ἀποφασίσεις ὅτι τὰ κόβεις ὅλα.
    Θὰ μοῦ πεῖς ἐντάξει, ἀποφάσισα νὰ τὸν ἀκολουθήσω. Ἀλλὰ δὲν μπορῶ ἂς ποῦμε. Ἀπόφαση ἔχω ἀλλὰ δὲν μπορῶ διότι ἔχω δυσκολίες. Κάνω λάθη. Σίγουρα ἀδελφοί μου κανείς δὲν ὑπάρχει ὁ ὁποῖος δὲν κάνει λάθη. Ὅμως παρὰ τὰ λάθη ποὺ κάνουμε, καὶ παρὰ τὸ ὅτι στὴν πράξη μπορεῖ νὰ μὴν τὰ καταφέρνουμε νὰ ἐπιτύχουμε αὐτὸ τὸ ἀπόλυτο, τουλάχιστον ὅμως στὴν ἀπόφασή μας νὰ εἶναι δεδομένο. Δὲν θέλω. Ἀποποιοῦμαι, ἀπορρίπτω κάθε σχέση, κάθε δυνατότητα ἐπιστροφῆς μου πρὸς τὰ πίσω. Κόβω μὲ τὴ θέλησή μου κάθε δεσμὸ ποὺ μὲ συνδέει μὲ τὴν κοσμικὴ ζωὴ τὴν ὁποία ζοῦσα μέχρι τώρα ποὺ γνώρισα τὸν Χριστό.
    «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν».
    Τὰ πάθη μας. Τὶς ἁμαρτίες μας. Τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸν πρέπει νὰ κόψουμε καὶ νὰ πετάξουμε. Ὄχι αὐτὸν ποὺ ἔκτισε ὁ Θεός.
    Νὰ προσέξουμε, λέγει, πάρα πολύ, μήπως ἡ ξενιτεία αὐτὴ γίνει σὲ ἐμᾶς αἰτία κενοδοξίας. Γιατί λέει αὐτὸς ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα, πρέπει ὁ νοῦς του νὰ μείνει συνεχῶς ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό. Καὶ αὐτὸς ὁ ὁποῖος ξενιτεύει, αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τὴν κοσμικότητα, εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος εἶναι ἐραστὴς τοῦ πένθους, τῆς προσευχῆς, τῆς μετανοίας, καὶ αὐτὸς ὁ ὁποῖος δὲν διστάζει ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τοὺς ὁποίους ἔχει στενὴ σχέση νὰ διακόψει τὴν σχέση του ἂν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἢ αὐτὴ ἡ σχέση τοῦ προκαλεῖ δυσκολία καὶ προβλήματα πνευματικὰ καὶ ἁμαρτίες.

  • !

    Ἀλλὰ ἐννοεῖ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα, ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, οἱαδήποτε περίστασις ἔρχεται νὰ σοῦ κόψει τὴ σχέση σου μὲ τὸ Θεό, μὴ διστάσεις νὰ τὸ κόψεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ὅσο ὀδυνηρὸ καὶ ἂν σοῦ φαίνεται. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι διατηροῦν σχέσεις ἁμαρτωλές, σαρκικές, καὶ μέσα στὸ γάμο ἀκόμα μὲ ἄλλα πρόσωπα καὶ ἡ αἰτία ποὺ δὲν διακόπτουν εἶναι γιατί λυποῦνται. Νὰ μὴν στενοχωρέσουν. Ἐντάξει, νά στενοχωριέσαι ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνεις ὅτι αὐτὴ ἡ στενοχώρια δὲν εἶναι κατὰ Θεόν. Δὲν σὲ ὠφελεῖ οὔτε ἐσένα οὔτε τὸν ἄλλον. Καὶ στὸ τέλος θὰ πᾶτε ὅλοι ἀπὸ κάτω.
    Ἐνῷ γιὰ ἄλλα πράγματα, ἂν παραδείγματος χάριν ἀφήσεις μιὰ σχέση γιὰ νὰ κάνεις ἄλλη σχέση, ἐκεῖ θὰ γίνει κακό. Διότι εἶναι ἀνθρώπινα πράγματα στὴ μέση. Ἐνῷ ὅταν γιὰ τὸ Θεὸ κάνω κάτι, ὄχι μόνο δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ γίνει κανένα κακό, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος πρὸς στιγμὴν λυπήθηκε, σκανδαλίστηκε, πληγώθηκε, τραυματίστηκε, αἰσθάνθηκε ξέρω γὼ περιφρονημένος, ἀπομονωμένος, μόνος του κλπ, ὁ Θεὸς θὰ φροντίσει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, ἐπειδὴ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν πληγώσαμε, ἔστω καὶ ἂν ἦταν ἁμαρτωλὸς ὁ δεσμὸς ποὺ εἴχαμε μαζί του, ἀλλὰ ἐπειδὴ γιὰ τὸν Θεὸ ἐμεῖς τραβήξαμε πίσω καὶ εἴπαμε, δὲν θέλω νὰ συνεχίσω, ὁ Θεὸς θὰ ἀναλάβει νὰ παρηγορήσει ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο, ἐκείνη τὴν ψυχή, νὰ τὸν πληροφορήσει καὶ νὰ τὸν βοηθήσει καὶ νὰ τοῦ δώσει ὁ Θεὸς παρηγοριὰ γιὰ νὰ μὴν ἔχει ὁποιοδήποτε πρόβλημα.
    Πρέπει νὰ εἶσαι τόσο ἀποφασισμένος ποὺ νὰ πεῖς ὅτι ἐγὼ θὰ ἀκολουθήσω τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς τιναχτοῦν τὰ πάντα στὸν ἀέρα. Τέτοιαν ἀπόφαση πρέπει νὰ ἔχεις. Γιατί ὁ ἐχθρός, ὁ διάβολος θὰ σοῦ φέρει τέτοιες εἰκόνες μπροστά σου, ποὺ θὰ νομίζεις ὅτι ὅλα τώρα τέλειωσαν. Ὅλα καταστράφηκαν, ὅλα χάθηκαν, ἡ οἰκογένειά μου, οἱ γονεῖς μου τὸ σπίτι μου, τὰ παιδιά μου, οἱ φίλοι μου, τὸ σχολεῖο μου ξέρω ἐγώ, οἱ δουλειές μου. Τίποτα δὲν θὰ πάθει κανείς. Ἀπολύτως τίποτα.

  • !

    Λέγει πιὸ κάτω ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος ὅτι ἐσὺ ποὺ βιάζεσαι νὰ ξενιτεύσεις ἀπὸ τὸν κόσμο, δηλαδὴ ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα μὴν περιμένεις νὰ ἔρθουν μαζί σου ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν ἀκόμα τὸν κόσμο. Γιατί λέγει ἂν περιμένεις νὰ ἔρθουν καὶ ἄλλοι μαζί σου, καὶ οἱ ἄλλοι δὲν ἔχουν ἀκόμα αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, τότε πιὸ πολλὲς πιθανότητες ἔχουν ἐκεῖνοι νὰ σὲ τραβήξουν πίσω, παρὰ ἐσὺ νὰ τοὺς τραβήξεις μαζί σου.
    Ἀπὸ τὴν στιγμὴ λέγει ποὺ δέχθηκες μέσα σου τὴν φλόγα τρέχε. Διότι δὲν γνωρίζεις πότε θὰ σβήσει καὶ θὰ σὲ ἀφήσει στὸ σκοτάδι. Ἐδέχθεις πῦρ, φεῦγε. Ἄναψε μέσα σου ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Τρέξε κατ’ εὐθεῖαν. Μὴν περιμένεις. Μὴν κοιτάζεις δεξιὰ ἀριστερά. Εἶναι σὰν τὴν σκυτάλη. Τὴν ἔπιασες; Πρέπει νὰ τρέξεις. Διότι ἂν κάτσεις καὶ περιμένεις καὶ κοιτάζεις δεξιά – ἀριστερὰ νὰ δεῖς τί θὰ γίνει, καὶ πῶς θὰ βολευτοῦν τὰ πράγματα, καὶ πῶς πρέπει νὰ πᾶνε ξέρω ἐγὼ ὅλα αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ πᾶνε γύρω σου, τότε θὰ σβήσει ἡ φλόγα καὶ θὰ μείνεις στὸ σκοτάδι.

  • !

    Ἐκεῖνος ποὺ ἔφυγε λέει ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ξενίτευσε, αὐτὸ ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀπαρνήθηκε τὴν κοσμικότητα, τὴν κοσμικὴ ζωή, καὶ ἔγινε ξένος πρὸς αὐτά, ἂς μὴν ἐγγίσει πλέον πίσω. Νὰ μὴν ξαναπάει πίσω. Διότι συνήθως τὰ πάθη εἶναι φιλεπίστροφα. Ἀγαποῦν δηλαδὴ νὰ ἐπιστρέφουν πίσω σὲ αὐτὸν ποὺ τὰ εἶχε. Δηλαδή, ἕνα παράδειγμα. Ἂς ποῦμε εἶχες τὸ πάθος τοῦ τσιγάρου. Εὐγενὲς πάθος. Σήμερα καπνίζουν ὅλοι. Λοιπὸν εἶχες τὸ πάθος τοῦ τσιγάρου. Μπῆκες στὴν πνευματικὴ ζωή, τὸ ἔκοψες. Ὕστερα τάχα γιὰ νὰ βοηθήσεις κάποιον σοῦ ἔδωσε ἕνα τσιγάρο καὶ τὸ πῆρες γιὰ νὰ μὴν τὸν στενοχωρέσεις ἂς ποῦμε. Θὰ γίνεις ἑπτὰ φορὲς χειρότερα ἀπὸ τὴν προηγούμενη φορά. Ἐὰν δὲν προσέξεις καὶ ἐπιστρέψεις πίσω, καὶ νομίζεις ὅτι ἐντάξει, ἐγὼ τὰ ξεπέρασα αὐτὰ τώρα. Τὰ εἶχα καὶ τὰ δοκίμασα καὶ τὰ ἔκαμα καὶ τὰ ἔφτιαξα, δὲν κινδυνεύω. Ἀπατᾶσαι πλάνην οἰκτρὰ διότι τὰ πάθη ἐπιστρέφουν πίσω.
    Καὶ ξέρετε ποιά εἶναι ἡ ἀπάτη ἐδῶ τῶν παθῶν καὶ τῶν δαιμόνων; Δὲν ἔρχονται συνήθως τὰ ἴδια πάθη. Ἂν ἔρθουν τὰ ἴδια, πάλι καλὰ, θὰ καταλάβουμε. Δηλαδὴ ἕνας ποὺ εἶχε σαρκικὰ πάθη, δὲν θὰ ξανάρθουν ἴσως τὰ σαρκικὰ πάθη μέσα του. Θὰ ἔρθουν τὰ πάθη τῆς κενοδοξίας, τῆς ὑπερηφάνιας, τοῦ θυμοῦ, τῆς ὀργῆς, τῆς πλάνης, τῆς δυσκολίας. Αὐτὰ εἶναι χειρότερα ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Τοὐλάχιστον ἐκεῖνος ποὺ πέφτει σαρκικὰ τρώει τὰ μοῦτρα του καὶ καταλαβαίνει ὅτι μὴν μιλᾶς καὶ δὲν εἶσαι τίποτε. Αὐτὸς ὅμως ὁ ὁποῖος νομίζει ὅτι ἔχει κάποια καλὴ κατάσταση καὶ ὅτι εἶναι καθαρὸς ξέρω γώ, καὶ θυμώνει καὶ ὀργίζεται καὶ κατακρίνει τοὺς ἄλλους καὶ γίνεται κριτήριο ἂς ποῦμε τῆς ἀληθείας, αὐτὸς εἶναι ἀκόμα χειρότερα. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὸς ὁ ἄνθρωπος. Πάρα πολὺ προσεκτικὸς ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν μποῦν ξανὰ τὰ πάθη πίσω. Μήν ἐπιστρέψουν τὰ πάθη. Καὶ ἡ μεγάλη τέχνη εἶναι νὰ ἀποφύγεις κάθε σχέση. Κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε ἦταν σὲ σένα πάθος. Κάθε σχέση. Ἐδῶ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος ὅτι ἀπόφευγε σὰν μάστιγα τοὺς τόπους τῶν πτώσεων. Ἀκόμα καὶ τοὺς τόπους τοὺς ὁποίους ἔπεσες, μὴν πηγαίνεις. Ἔπεσες σὲ ἕναν τόπο ποὺ ἔπραξες αἰχμαλωσία στὰ πάθη σου; Μὴν πηγαίνεις ἐκεῖ. Ἀκόμα καὶ ὁ τόπος θὰ σὲ ρίξει κάτω.

  • !

    Πρέπει νὰ καλλιεργήσεις μέσα στὴν ψυχή σου τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πῶς καλλιεργοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ;
    Αὐτὰ εἶναι βασικά. Νὰ προσεύχεσαι, νὰ μελετᾶς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ διαβάζεις τὰ πνευματικὰ βιβλία. Ἰδίως ἡ ἐποχή μας ποὺ ἔχει ἀδυναμία στὴν προσευχή.
    Σήμερα ἔχουμε ὅλους τοὺς Πατέρες στὰ χέρια μας. Συνέχεια κινοῦνται βιβλία μὲ βίους Ἁγίων. Συγχρόνων Ἁγίων. Τοὺς λόγους τῶν Ἁγίων τοὺς βλέπουμε στὰ βίντεο. Τοὺς ἀκοῦμε καὶ στὶς κασέτες. Ἔχουμε τόση δυνατότητα, ποὺ ὅπου καὶ ἂν εἴμαστε. Μέσα στὸ αὐτοκίνητο. Ὅπου καὶ νὰ πᾶμε, μποροῦμε νὰ τρεφόμαστε πνευματικά. Αὐτὴ εἶναι μιὰ μεγάλη ὑπόθεσις καὶ θεωρῶ ὅτι εἶναι εὐλογία τοῦ Θεοῦ, στὸν αἰῶνα μας, στὴν ἐποχή μας, ποὺ πράγματι δὲν ἔχουμε δύναμη προσευχῆς.
    Ἐννοῶ προσευχὴ ἰσχυρὴ καὶ δυνατὴ καὶ κρατοῦν τὸν κόσμο μὲ τὴν προσευχή τους. Ἀλλὰ εἶναι λίγοι. Οἱ παλαιότεροι ἦταν πιὸ πολλοί. Εἶχαν ἄλλη ἁπλότητα, εἶχαν ἄλλη κατάσταση. Ἐμεῖς σήμερα ὅμως τρεφόμαστε καὶ εἶναι εὐκολότερο γιὰ ἐμᾶς μὲ τὴ μελέτη. Μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα αὐτό. Καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε πολὺ εὐγνώμονες πρὸς τὸν Θεὸ γιατί μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα αὐτή, καὶ ἔχουμε καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τη χάρη. Κοινωνῶντας τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, μετέχοντας στὰ Ἅγια Μυστήρια. Ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ἀνάπτουν τὸν πόθο. Καὶ ἂν ἀνάψει ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, σβήνει ὁ πόθος τοῦ κόσμου. Ἐνῶ ὅταν ἀνάβει ὁ πόθος τοῦ κόσμου, σβήνει ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ.

  • !

    Ἔχει καλλιεργηθεῖ μιὰ συνείδηση τῆς μάζας, συνείδηση τοῦ κοπαδιοῦ. Πᾶμε ὅλοι μαζί. Χάνεται ἡ προσωπικότητά μας. Ἐνῷ ὅταν ὁ ἄνθρωπος μάθει νὰ ἔχει τὰ δικά του ὅρια. Στηρίζει τὴν προσωπικότητά του καὶ λέει ἐντάξει, εἴμαστε φίλοι, θέλετε νὰ πᾶτε, πᾶτε, ἐγὼ δὲν θὰ πάω. Ὅτι καὶ νὰ γίνει ἐγὼ δὲν θὰ πάω. Ὅτι καὶ νὰ γίνει ἐγὼ δὲν θὰ τὸ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Εἴμαστε σὲ τραπέζι ξέρω γὼ καὶ καταλύουν. Ἂς καταλύουν οἱ πάντες. Ἐγὼ δὲν θὰ καταλύσω. Μὰ θὰ γίνει καυγᾶς, θὰ γίνει… Ἂς γίνει ὅ,τι θέλει. Ὅ,τι θέλει ἂς γίνει. Δὲν θὰ ὑποχωρήσω. Μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔτσι καὶ δὲν τὸ λέω αὐτὸ γιὰ νὰ κάνουμε καυγᾶδες ἐκεῖ ποὺ πᾶμε. Ὄχι νὰ εἴμαστε ἀδιάκριτοι ἄνθρωποι. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχουμε σταθερὴ ἀπόφαση μέσα μας.

  • !

    Τὸ θέμα εἶναι πνευματικό. Πῶς βγαίνουμε ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν παθῶν μας. Ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Πῶς κόβω τὴ σχέση μου μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες μου. Πόσο βγάζω ἀπὸ μέσα μου αὐτὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα. Τὴν κοσμικὴ νοοτροπία. Καὶ πῶς ἀποκτῶ τὴ δύναμη ἐκείνη, τὴ γερὴ δύναμη ἐκείνη μὲ τὴν ὁποία νὰ σταθῶ καὶ νὰ πῶ ὅτι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἂς γίνει ὅ,τι θέλει. Ἂς ἀνατιναχθοῦν τὰ πάντα, φτάνει νὰ μὴν φύγω ἐγὼ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τέτοια ἀπόφαση μέσα του, τότε νὰ εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ καλὸς Θεὸς ποὺ γιὰ τὴν ἀγάπη του ἐμεῖς κάνουμε αὐτὴ τὴν κίνηση, αὐτή την προσπάθεια, θὰ ἀναλάβει ὅλα ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ δική μας προσπάθεια ποὺ γίνεται ταπεινὰ βέβαια γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ μόνο. Καὶ θὰ βοηθήσει ὁ Θεός, καὶ τίποτα τὸ κακὸ καὶ δυσάρεστο δὲν πρόκειται νὰ γίνει. Μᾶλλον σταδιακὰ καὶ μακροχρόνια θὰ λειτουργήσει ὑπὲρ ὅλων καὶ τῶν ὑπολοίπων ἀνθρώπων ποὺ ἴσως κάποια στιγμὴ νὰ πληγώθηκαν ἢ τέλος πάντων νὰ δυσαρεστήθηκαν γιὰ τὴ δική μας ἀλλαγὴ καὶ τὸν δικό μας τρόπο, ποὺ ἀλλάξαμε τὴ ζωή μας καὶ μπήκαμε σὲ μιὰ ἄλλη ζωή, σὲ ἕναν ἄλλο τρόπο.

Περὶ ξενιτείας

 

 

 

Εὐλογητὸς ὁ Θὲὸς ἡμῶν, πάντοτε, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τὸὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Δόξα σοι ὁ Θεός, δόξα σοι. Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, ὁ Πανταχοῦ Παρὼν καὶ τὰ πάντα Πληρῶν, ὁ Θησαυρὸς τῶν Ἀγαθῶν καὶ Ζωῆς Χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος καὶ σῶσον, Ἀγὰθὲ τὰς ψὺχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.

Λοιπὸν ὅπως ἔχουμε ξεκινήσει μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, μελετήσαμε τοὺς δύο προηγούμενους λόγους – βαθμίδες τῆς κλίμακος. Ἡ μία ἡ ὁποία ἦταν περὶ τῆς ἀποταγῆς καὶ ἡ ἄλλη ποὺ ἦταν περὶ ἀπροσπαθείας. Σήμερα ὁ τρίτος λόγος τῆς κλίμακος ὀνομάζεται λόγος περὶ ξενιτείας.

Εἴπαμε ὅτι εἶναι λόγοι οἱ ὁποῖοι ἀπευθύνονται σὲ μοναχούς, σὲ ἀσκητές. Σὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι καὶ στὴν πράξη ἔφυγαν ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα. Ὅμως στὴν οὐσία ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀσκητές. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἀσκητές, πρέπει νὰ εἴμαστε ἀναχωρητές. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔχουμε τὸ ἴδιο φρόνημα γιατί τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι τὸ ἴδιο γιὰ ὅλους. Μόνο στὰ ἐξωτερικὰ δεδομένα διαφέρει τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ὁ τρόπος ζωῆς, ὁ ἐξωτερικός. Στὴν οὐσία τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι τὸ ἴδιο γιὰ ὅλους.

Ξενιτεία λοιπὸν σημαίνει το νὰ ξενιτευθεῖ κάποιος ἀπὸ τὸν τόπο του, ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ἀπὸ τὶς συνήθειές του, ἀπὸ τὰ περιβάλλοντά του. Νὰ γίνει ξένος. Θὰ μοῦ πεῖ κανεὶς μὰ εἶναι δύσκολο πρᾶγμα. Ἐμεῖς πῶς θὰ γίνουμε ξένοι; Θυμᾶστε τί λέμε στοὺς χαιρετισμοὺς ποὺ ἀκοῦμε τὴν περίοδο αὐτή. «Ξένον τόκον εἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸ νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες. Διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεὸς ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος τούς αὐτῷ βοῶντας Ἀλληλούια». Δηλαδὴ ὅλους μας μᾶς προτρέπει ἡ προσευχὴ αὐτή, ὁ χαιρετισμὸς τῆς Θεοτόκου, ἀφοῦ δοῦμε τὸν ξένον Τόκον, ἀφοῦ δοῦμε τὸν παράδοξον Τόκον τῆς Παναγίας, τὸν Χριστὸν ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὰ ἐμᾶς ἄνθρωπος. Ὁ ὁποῖος ἔγινε ξένος ἐκ τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἦρθε σὲ ἐμᾶς. Αὐτὸ τὸν τόκον ἀφοῦ δοῦμε, νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς ξένοι ἀπὸ τὸν κόσμο.

Εἴπαμε τί ἐννοοῦν οἱ Πατέρες καὶ ἡ ὁρολογία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν λέγει κόσμον. Δὲν ἐννοεῖ βέβαια τοὺς συνανθρώπους μας, τοὺς ἀδελφούς μας, τοὺς φίλους μας, τοὺς οἰκείους μας, ἀλλὰ ἐννοεῖ τὸ κοσμικὸν φρόνημα. Τὸν χωρὶς Θεὸ τρόπο ζωῆς. Αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ ἀποξενωθοῦμε. Νὰ ἀρνηθοῦμε αὐτὸν τὸν τρόπο. «Ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου». Πῶς θὰ ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου. Πῶς θὰ ἀρνηθοῦμε τὸν κοσμικὸν τρόπον ζωῆς; «Τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες». Ἀφοῦ μεταθέσουμε τὸ νοῦ μας, τὴν καρδιά μας, τὴν ὕπαρξή μας, ἀπὸ τὰ ἐπίγεια, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα πράγματα εἰς τὸν οὐρανόν. Διότι γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἦρθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ. «Διὰ τοῦτο γὰρ ἐπί γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος» ὁ Θεός, γιὰ νὰ μᾶς ἑλκύσει ὅλους πρὸς τὸ ὕψος ψάλλοντας Ἀλληλούια. Αὐτὸς δηλαδὴ εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καὶ μάλιστα θυμᾶστε ἕνα πανέμορφο, ὡραῖο τροπάριο τὸ ὁποῖο ψάλλουμε τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ στὸν ἐπιτάφιο, ὅπου ὁ Κύριος χαρακτηρίζεται ὡς ξένος. Ἔχει ἕνα ὡραῖο τροπάριο ποὺ πῆγε ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, στὸν Πιλάτον καὶ τοῦ λέει «Δὸς μοι τοῦτον τὸν ξένον ὅστις εἶδε ξενίζει τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ξένους». Ὀνομάζει τὸν Χριστὸν ξένον, γιατί στὸν κόσμο αὐτὸν πράγματι οὐκ εἶχε ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι. Γιατί οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀπαρνήθηκαν, τὸν σταύρωσαν, τὸν θανάτωσαν. Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ξένος ἔσωσε τὸν κόσμον ὅλον μὲ τὴν ἀγάπη του.

Καλούμαστε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς μέσα ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν Πατέρων νὰ ἀποκτήσουμε ξενιτεία. Σίγουρα δὲν θὰ ἀποκτήσουμε ξενιτεία, δὲν θὰ γίνουμε ξένοι, δὲν θὰ ἀφήσουμε τὴν οἰκογένειά μας, τὰ παιδιά μας, τοὺς συζύγους μας, τὶς πεθερές μας καὶ ὅλα τὰ εὐχάριστα πρόσωπα τὰ ὁποῖα μᾶς περιβάλλουν. Δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς ἀποχωριστοῦμε. Ἀλλὰ τί θὰ ἀφήσουμε; Θὰ ἀφήσουμε τὰ κοσμικὰ πράγματα, τὰ κοσμικὰ φρονήματα. Νὰ γίνουμε ξένοι ὅσον ἀφορᾶ τὸ κοσμικὸ φρόνημα. Νὰ ἀρνηθοῦμε τὸ κοσμικὸ φρόνημα. Ξενιτεία λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος εἶναι ἡ ὁριστικὴ ἐγκατάλειψις ὅλων ἐκείνων ποὺ ὑπάρχουν στὴν Πατρίδα μας καὶ μᾶς ἐμποδίζουν νὰ πετύχουμε τὸν εὐσεβῆ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.

Μὲ τὰ δικά μας δεδομένα θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ξενιτεία εἶναι ἡ ὁριστικὴ ἐγκατάλειψις. Ὄχι νὰ πηγαινοέρχεσαι. Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ στὴν πνευματικὴ ζωή. Τὸ νὰ πηγαινοέρχεται ὁ ἄνθρωπος εἶναι πολὺ δύσκολο καὶ πολὺ ἔτσι ἀνώφελο. Δὲν μπορεῖς νὰ πηγαινοέρχεσαι. Πρέπει νὰ λάβης ὁριστικὴ ἀπόφαση ὅτι διακόπτεις κάθε σχέση. Κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε σὲ ἔχει δεμένο καὶ σὲ κρατοῦσε στὸ παρελθόν, τὸ παρελθὸν τὸ ἁμαρτωλό. Τὴν ἁμαρτία, τὴν κοσμικότητα. Δὲν θὰ φύγεις ἐσὺ ἀπὸ τὴν ἐπίγεια Πατρίδα σου, ἀλλὰ θὰ φύγεις ἀπὸ τὴν Πατρίδα σου, ἀπὸ τὶς συνήθειές σου τὶς κοσμικές, ἀπὸ τὸν τρόπον τὸν κοσμικὸν ποὺ σκέφτεσαι. Ἀπὸ τὴ νοοτροπία τὴν κοσμικὴ τὴν ὁποία εἶχες μέχρι ποὺ ὁ Χριστὸς σὲ φώναξε κοντά του, καὶ νὰ διακόψεις κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε ἐμποδίζει νὰ πετύχεις τὸν εὐσεβῆ σκοπὸ τῆς ζωῆς σου. Πλέον ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέσα στὴν πνευματικὴ ζωή, ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἐπικεντρώνεται στὸν σκοπὸ τῆς ὕπαρξής του. Δὲν χάνει αὐτὸ τὸν σκοπό. Δὲν χάνει. Ἂν τὸν χάσεις, ἐχάθηκες.

Βλέπετε στὶς Ἐκκλησίες, τὸ εἴπαμε καὶ ἄλλες φορές, ποὺ βάζουν τὰ αὐγά τοῦ στρουθοκάμηλου. Γιατί τὰ βάζουμε νομίζετε; Κάποιος εἶπε γιὰ νὰ μὴν πηγαίνουν οἱ ποντικοὶ νὰ παίρνουν τὸ λάδι. Ἔχει καὶ μιὰ πρακτικὴ σημασία. Ἀλλὰ ἡ παράδοσις, ἡ ἱστορία, ἡ μυθολογία τὸ λέγει. Ἐπιστημονικὰ δὲν ξέρω ἂν στέκει. Ἀλλὰ ἡ μυθολογία λέγει ὅτι ὁ στρουθοκάμηλος ὅταν γεννήσει τὰ αὐγά του, τὰ ἐκκολάπτει μὲ τὸ βλέμμα του. Κάθεται κάπου ξέρω γὼ ἐκεῖ κοντὰ καὶ τὰ βλέπει συνέχεια. Ἐὰν συμβεῖ κάποιος θόρυβος ἢ ἕνας κίνδυνος ἢ τίποτε ἄλλο καὶ κοιτάξει ἀλλοῦ ἂς ποῦμε, καὶ φύγει τὸ βλέμμα του ἀπὸ τὰ αὐγά του, τότε τὰ αὐγὰ αὐτὰ γίνονται κλούβια, χαλοῦν. Γι’ αὐτὸ λένε οἱ Πατέρες ποὺ τὰ ἔβαλαν μὲς στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ στολίζουν τὴν Ἐκκλησία κλπ, ὅτι ὅπως ὁ στρουθοκάμηλος βλέπει συνέχεια τὰ αὐγά του, τὸ βλέμμα του δὲν φεύγει καθόλου ἀπὸ αὐτά, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ κυοφορήσει καὶ νὰ γεννήσει τὸν Χριστό, τὴν χάριν μὲς στὴν ψυχή του, πρέπει τὰ μάτια του νὰ τὰ ἔχει 400. Νὰ μὴν φεύγει ἀπὸ μπροστά του ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς του. Διότι τὸν γέλασε καὶ ἔφυγε, ἢ γύρισε ἀλλοῦ, ἔχασε.

Ὅπως ἕνας ἀθλητής. Σκεφτεῖτε ἕναν ἀθλητὴ ποὺ τρέχει στὸν στοῖβο νὰ πάει νὰ πιάσει τὸ πρῶτο βραβεῖο καὶ κάθεται γυρίζει στὶς κερκίδες νὰ δεῖ τὶς κερκίδες. Ε, θὰ πάει κατὰ βαρβάρων. Δὲν πρόκειται νὰ τερματίσει ποτέ. Τοὐλάχιστον δὲν θὰ φτάσει πρῶτος. Τελευταῖος θὰ φτάσει. Ἢ ἂν θέλεις νὰ πᾶς κάπου καὶ δὲν ξέρεις τὸν δρόμο, καὶ ἔχεις μπροστά σου ἕνα αὐτοκίνητο ποὺ σὲ ὁδηγεῖ, αὐτὸ τὸ αὐτοκίνητο πρέπει νὰ τὸ βλέπεις καλά. Ἂν τὸ χάσεις, ἔχασες τὸ δρόμο καὶ δὲν ξέρεις μετὰ ποῦ θὰ βγεῖς.

Πρέπει λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος θέλει νὰ ἀκολουθήσει τὸν Χριστὸ καὶ θέλει νὰ ζήσει πνευματικὴ ζωή, πρέπει νὰ λάβει ἀπόφαση. Ὁριστικὴ ἀπόφαση. Ἀπόλυτη ἀπόφαση, ὅτι διακόπτει κάθε δεσμὸ μὲ ὁτιδήποτε ἦταν προηγουμένως στὴν κοσμική του ζωή. Μὲ ὁτιδήποτε προηγουμένως τὸν κρατοῦσε εἰς τὴν κοσμικότητα, εἰς τὴν κοσμικὴ νοοτροπία. Πρέπει νὰ τὸ κόψει. Νὰ ξέρετε ὅτι καὶ μιὰ κλωστὴ νὰ ἀφήσουμε, τὸ ἐλάχιστο πρᾶγμα νὰ ἀφήσει ὁ ἄνθρωπος, νὰ πεῖ καλά, χαρὰ στὸ πρᾶγμα. Τί εἶναι νὰ πιω καὶ δύο τρία ποτηράκια κρασὶ ξέρω γώ. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν κλωστὴ στὸ τέλος θὰ γίνει σκοινί, καραβόσκοινο θὰ γίνει καὶ θὰ σὲ τραβάει καὶ δὲν θὰ σὲ ἀφήνει. Πρέπει νὰ ἀποφασίσεις ὅτι τὰ κόβεις ὅλα. Ἔλεγε ἕνα παιδί, Ἐλλαδίτης, τὰ πάντα. Πρέπει νὰ κόψεις τὰ πάντα, διαφορετικὰ δὲν θὰ τὰ καταφέρεις. Θὰ ταλαιπωρηθεῖς. Θὰ ἔρθει μιὰ στιγμὴ ποὺ ἐκεῖνο ποὺ ἄφησες, ποὺ στὴν ἀρχή σοῦ φαινόταν ἀνθρώπινο, καθημερινό, τίποτα τὸ ἰδιαίτερο, ἐκείνη ἡ κλωστὴ κάποιαν ὥρα θά γίνει ἕνα σκοινὶ γερὸ ποὺ θὰ σὲ τραβήξει καὶ δὲν ξέρω τί θὰ κάμεις. Ἢ θὰ τὸ κόψεις ἢ θὰ φανεῖ. Πάντως εἶναι βασικὴ προϋπόθεσις αὐτὴ ἡ ἀπόλυτη ἀπόφασις νὰ ἀκολουθήσεις τὸν Χριστό.

Θὰ μοῦ πεῖς ἐντάξει, ἀποφάσισα νὰ τὸν ἀκολουθήσω. Ἀλλὰ δὲν μπορῶ ἂς ποῦμε. Ἀπόφαση ἔχω ἀλλὰ δὲν μπορῶ διότι ἔχω δυσκολίες. Κάνω λάθη. Σίγουρα ἀδελφοί μου κανείς δὲν ὑπάρχει ὁ ὁποῖος δὲν κάνει λάθη. Ὅμως παρὰ τὰ λάθη ποὺ κάνουμε, καὶ παρὰ τὸ ὅτι στὴν πράξη μπορεῖ νὰ μὴν τὰ καταφέρνουμε νὰ ἐπιτύχουμε αὐτὸ τὸ ἀπόλυτο, τουλάχιστον ὅμως στὴν ἀπόφασή μας νὰ εἶναι δεδομένο. Δὲν θέλω. Ἀποποιοῦμαι, ἀπορρίπτω κάθε σχέση, κάθε δυνατότητα ἐπιστροφῆς μου πρὸς τὰ πίσω. Κόβω μὲ τὴ θέλησή μου κάθε δεσμὸ ποὺ μὲ συνδέει μὲ τὴν κοσμικὴ ζωὴ τὴν ὁποία ζοῦσα μέχρι τώρα ποὺ γνώρισα τὸν Χριστό. Καὶ ὅταν λέμε κοσμικὴ ζωή, ἐπαναλαμβάνω, δὲν εἶναι αὐτὰ τὰ πράγματα, τὰ καθήκοντά μας, μέσα στὸν κόσμο ποὺ ζοῦμε ὡς οἰκογενειάρχες, ὡς γονεῖς, ὡς σύζυγοι, ὡς ἄνθρωποι κοινωνικοί. Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐννοῶ. Ἐννοῶ τὴν κοσμικότητα. Τὴν ἁμαρτωλὴ ζωή. Τὴν χωρὶς Θεὸ ζωή. Τὴν ἀσύνετη καὶ ἀνόητη ζωὴ ποὺ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μακρὰν τοῦ Θεοῦ.

Τὸ εἶπε καὶ σήμερα στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Νὰ ἀπαρνηθεῖς τὸν ἑαυτό σου. Μὰ ποιόν ἑαυτόν; Τόν ἑαυτὸ ποὺ μᾶς ἔπλασε ὁ Χριστός; Τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχουμε πάνω μας; Αὐτὴ τὴν ὀμορφιὰ τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ; Ὄχι βέβαια. Τὰ πάθη μας. Τὶς ἁμαρτίες μας. Τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸν πρέπει νὰ κόψουμε καὶ νὰ πετάξουμε. Ὄχι αὐτὸν ποὺ ἔκτισε ὁ Θεός. Τὸν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ κτισθέντα ἄνθρωπον. Τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον νὰ κόψουμε καὶ νὰ τὸν πετάξουμε. Καὶ ἐκεῖ ποὺ βλέπουμε ὅτι δυστυχῶς παρὰ τὴν ἀπόφασή μας, μᾶς γάντζωσε ἡ παλαιότητα τοῦ ἀνθρώπου, μᾶς γάντζωσε ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος καὶ πιαστήκαμε ἀπὸ ἕνα ἀγκίστρι, ἐκεῖ ἡ μετάνοια εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία θὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν ἀπόφασή μας καὶ θὰ μᾶς θεραπεύσει τὸ τραῦμα καὶ θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ συνεχίσουμε τὸν ἀγῶνα μας, χωρὶς νὰ ἔχουμε καμμιὰ ἄλλη δυσκολία.

Τί εἶναι λέει, ξενιτεία; Συνεχίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος. Βλέπετε οἱ Πατέρες μὲ πόση σοφία γράφουν; Δὲν γράφουν ἀόριστα πράγματα. Δὲν σοῦ λέει κάμε ἔτσι καὶ κάμε ἀλλιῶς. Σοῦ λέει τί εἶναι αὐτὸ τὸ ὁποῖο σοῦ λέει. Τί σημαίνει ξενιτεία. Ξενιτεία εἶναι αὐτό. Ξενιτεία εἶναι ἀκόμα ἡ ἀπαρρησίαστος συμπεριφορά, κρυμμένη σοφία, σύνεσις ποὺ δὲν φανερώνεται, ζωὴ μυστική, σκοπὸς ποὺ δὲν βλέπεται, λογισμὸς ἀφανής, αἰτία τοῦ θείου πόθου, βυθὸς σιωπῆς κλπ. Ὅλα αὐτὰ μποροῦν νὰ γίνουν θέματα γιὰ ὁλόκληρες ὁμιλίες.

Ἀλλὰ βλέπετε πὼς οἱ Πατέρες ἦταν πραγματικὰ γιατροί. Ἔκαναν διάγνωση περὶ τοῦ πράγματος περὶ τοῦ ὁποίου μιλοῦσαν, καὶ ἔδιναν σαφῆ ὁρισμό. Δὲν ἔδιναν γιὰ τίποτα ἀσαφῆ εἰκόνα. Ἤξεραν τί σημαίνει τὸ κάθε ἕνα. Τί σημαίνει ἀποταγὴ τοῦ ματαίου βίου, τί σημαίνει ἀπροσπάθεια, τί σημαίνει ξενιτεία. Λοιπόν, λέει πάρα πολλὰ γιὰ τὰ ὁποῖα πρέπει κανεὶς νὰ μελετήσει καὶ δὲν ἔχουμε τὸ χρόνο.

Ἀλλὰ στὴν συνέχεια λέγει. Νὰ προσέξουμε, λέγει, πάρα πολύ, μήπως ἡ ξενιτεία αὐτὴ γίνει σὲ ἐμᾶς αἰτία κενοδοξίας. Γιατί λέει αὐτὸς ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα, πρέπει ὁ νοῦς του νὰ μείνει συνεχῶς ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό. Καὶ αὐτὸς ὁ ὁποῖος ξενιτεύει, αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τὴν κοσμικότητα, εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος εἶναι ἐραστὴς τοῦ πένθους, τῆς προσευχῆς, τῆς μετανοίας, καὶ αὐτὸς ὁ ὁποῖος δὲν διστάζει ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τοὺς ὁποίους ἔχει στενὴ σχέση νὰ διακόψει τὴν σχέση του ἂν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἢ αὐτὴ ἡ σχέση τοῦ προκαλεῖ δυσκολία καὶ προβλήματα πνευματικὰ καὶ ἁμαρτίες.

Ἐδῶ εἶναι ξέρετε ἕνα σημεῖο ἀδύνατο ποὺ πιάνει καὶ τοὺς νέους ἀνθρώπους, ἀλλὰ μᾶς πιάνει ὅλους μας. Πολλὲς φορὲς μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν πρόσωπα γύρω μας… Λόγω τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας δηλαδή, ὄχι ὅτι φταῖνε οἱ ἄνθρωποι. Φταίει ἡ ἀδυναμία μας, ἡ δική μας ἡ πτῶσις. Ποὺ ὅταν εἴμαστε μὲ αὐτὰ τὰ πρόσωπα ἁμαρτάνουμε. Ἀπὸ πᾶσαν ἄποψη. Ἀκόμα καὶ σαρκικά. Ἀκόμα ἂς ποῦμε καὶ στὴ γλῶσσα μας ἢ καὶ στὴ συμπεριφορά μας. Καὶ λέμε λυποῦμαι ξέρω γὼ νὰ τοὺς ἀφήσω. Λυποῦμαι νὰ τοὺς στενοχωρέσω. Λυποῦμαι νὰ πῶ ἢ νὰ κάμω κάτι τὸ ὁποῖο θὰ τοὺς φέρει σὲ δύσκολη θέση. Σίγουρα κανένας δὲν σοῦ εἶπε νὰ λυπήσεις κάποιον. Ἀλλὰ ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος, δὲν φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐπειδὴ τοὺς μισοῦμε. Ἀλίμονο, μη γένοιτο. Δὲν φεύγουμε γιατί τοὺς μισοῦμε. Καὶ εἶναι προτιμότερο νὰ λυπήσεις τοὺς ἀνθρώπους παρὰ τὸν Θεόν. Διότι αὐτὸς καὶ μᾶς ἔσωσε καὶ μᾶς ἔπλασε. Ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι πολλὲς φορὲς κατέστρεψαν καὶ αὐτοὺς ποὺ ἀγάπησαν.

Μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν πολλὲς ἀγάπες σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ πολλὲς συμπάθειες. Καὶ πολλὲς ξέρω γὼ σκέψεις συμπαθείας γιὰ ἄλλους ἀνθρώπους.

Ὅμως ὅπως λέγει ὁ Χριστός, ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου σὲ σκανδαλίζει βγάλτον. Δὲν μᾶς εἶπε νὰ βγάλουμε τὰ μάτια μας βέβαια. Καὶ ἂν τὸ χέρι σου σὲ σκανδαλίζει κόψτο. Οὔτε καὶ ἐδῶ μᾶς εἶπε κόψε τὸ χέρι σου. Ἀλλὰ ἐννοεῖ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα, ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, οἱαδήποτε περίστασις ἔρχεται νὰ σοῦ κόψει τὴ σχέση σου μὲ τὸ Θεό, μὴ διστάσεις νὰ τὸ κόψεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ὅσο ὀδυνηρὸ καὶ ἂν σοῦ φαίνεται. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι διατηροῦν σχέσεις ἁμαρτωλές, σαρκικές, καὶ μέσα στὸ γάμο ἀκόμα μὲ ἄλλα πρόσωπα καὶ ἡ αἰτία ποὺ δὲν διακόπτουν εἶναι γιατί λυποῦνται. Νὰ μὴν στενοχωρέσουν. Ἐντάξει, νά στενοχωριέσαι ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνεις ὅτι αὐτὴ ἡ στενοχώρια δὲν εἶναι κατὰ Θεόν. Δὲν σὲ ὠφελεῖ οὔτε ἐσένα οὔτε τὸν ἄλλον. Καὶ στὸ τέλος θὰ πᾶτε ὅλοι ἀπὸ κάτω.

Εἶναι σὰν κάτι, ὅπως τὸ ἔλεγε ὁ γέρων Παΐσιος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀδιάκριτη ἀγάπη, καὶ ἔλεγε αὐτὸ τὸ παράδειγμα. Λέει, μιὰ βάρκα, ἐκεῖνες οἱ βαρκοῦλες ποὺ εἴχαμε στὸ Ἅγιον Ὅρος, χωράει δώδεκα ἄτομα. Ἐὰν ἀπὸ ἀγάπη βάλεις δεκατέσσερα, θὰ πᾶνε καὶ οἱ δεκατέσσερις ἀπὸ κάτω. Καλύτερα νὰ πεῖς κοίταξε, περίμενε λίγο νὰ πάω καὶ νὰ ξανάρθω. Ἢ βρὲς καμμιὰ ἄλλη εὐκαιρία. Διότι ἂν ἀπὸ ἀγάπη πεῖς περᾶστε ὅλοι μὲς στὴ βάρκα, ἐλᾶτε ὅλοι μὲς στὴ βάρκα, θὰ βυθιστεῖ. Δὲν θὰ μείνει τίποτα. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἀφροσύνη. Εἶναι ὅταν ὁ ἄνθρωπος λυπᾶται τάχα νὰ κόψει τὸ δεσμὸ τῆς ἁμαρτίας. Καὶ νὰ ξέρετε ὅτι ὅσες φορὲς γιὰ τὸν Θεό, λυπήσουμε ἀνθρώπους… Αὐτὴ τὴν περίπτωση ἂς ποῦμε. Κόβω μιά σχέση ἡ ὁποία σχέση εἶναι σχέση ἁμαρτίας. Καὶ ἐπειδὴ θέλω νὰ εἶμαι μαζὶ μὲ τὸν Θεό, ἀγαπῶ τὸν Θεό. Ἐντάξει σίγουρα ἀναγκάζομαι νὰ πῶ τοῦ ἄλλου ξέρεις; Δὲν θέλω νὰ σὲ ξαναδῶ. Δὲν θέλω νὰ ἔχουμε ἐπικοινωνία. Δὲν θέλω νὰ μοῦ μιλᾶς. Δὲν θέλω νὰ σοῦ μιλῶ. Δὲν θέλω νὰ βλεπόμαστε. Στεναχωριέται. Κλαίει, ὀδύρεται κλπ. Νὰ ξέρετε ὅτι ποτέ, ἂν γιὰ τὸ Θεὸ τὸ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ποτὲ δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ γίνει κακό. Τίποτα κακὸ δὲν γίνεται. Ἂν κλάψουν, θὰ κλάψουν πρὸς στιγμή.

Ἐνῷ γιὰ ἄλλα πράγματα, ἂν παραδείγματος χάριν ἀφήσεις μιὰ σχέση γιὰ νὰ κάνεις ἄλλη σχέση, ἐκεῖ θὰ γίνει κακό. Διότι εἶναι ἀνθρώπινα πράγματα στὴ μέση. Ἐνῷ ὅταν γιὰ τὸ Θεὸ κάνω κάτι, ὄχι μόνο δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ γίνει κανένα κακό, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος πρὸς στιγμὴν λυπήθηκε, σκανδαλίστηκε, πληγώθηκε, τραυματίστηκε, αἰσθάνθηκε ξέρω γὼ περιφρονημένος, ἀπομονωμένος, μόνος του κλπ, ὁ Θεὸς θὰ φροντίσει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, ἐπειδὴ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν πληγώσαμε, ἔστω καὶ ἂν ἦταν ἁμαρτωλὸς ὁ δεσμὸς ποὺ εἴχαμε μαζί του, ἀλλὰ ἐπειδὴ γιὰ τὸν Θεὸ ἐμεῖς τραβήξαμε πίσω καὶ εἴπαμε, δὲν θέλω νὰ συνεχίσω, ὁ Θεὸς θὰ ἀναλάβει νὰ παρηγορήσει ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο, ἐκείνη τὴν ψυχή, νὰ τὸν πληροφορήσει καὶ νὰ τὸν βοηθήσει καὶ νὰ τοῦ δώσει ὁ Θεὸς παρηγοριὰ γιὰ νὰ μὴν ἔχει ὁποιοδήποτε πρόβλημα.

Ὅταν κάνουμε κάτι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀναλαμβάνει ὁ Θεὸς νὰ ἐπουλώσει τὸ τραῦμα τὸ ὁποῖο τυχὸν μπορεῖ νὰ προέρθει. Ἐνῷ ὅταν τὰ κάνουμε γιὰ τὴν κοσμικότητα καὶ γιὰ τὰ πάθη μας, ἂς ποῦμε τσακώνομαι μὲ ἕναν ἄνθρωπο καὶ ἐπειδὴ τὸν μισῶ καὶ δὲν τὸν θέλω, τοῦ λέω δὲν θὰ σοῦ ξαναμιλήσω στὸν αἰῶνα. Δὲν θέλω νὰ σὲ δῶ μπροστά μου. Ὄχι γιὰ τὸν Θεὸ ἀλλὰ ἔτσι, ἀπὸ κακὴ διάθεση. Ἐκεῖ μπορεῖ νὰ γίνει ζημιά. Μπορεῖ νὰ γίνει ἂς ποῦμε τραῦμα τὸ ὁποῖο δὲν διορθώνεται. Γι’ αὐτὸ πολλὲς φορὲς πολλοὶ ἄνθρωποι ἔρχονται στὴν Ἐκκλησία καὶ ἐπιστρέφουν κοντὰ στὸν Χριστό, ἀλλὰ εἶναι ἄνθρωποι μπλεγμένοι μὲ διάφορες καταστάσεις καὶ μὲ δύσκολες περιπτώσεις. Ποὺ πράγματι, ἐντάξει δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι καὶ ἀπάνθρωπος. Καταλαβαίνεις ὅτι ὅταν ἀρνηθεῖς τὸν τρόπο ζωῆς ποὺ ἔκανες μέχρι τώρα, σίγουρα θὰ στεναχωρέσεις κάποιους. Τοὺς φίλους σου, τὶς παρέες σου, τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἦταν μαζί σου, τὰ ἄλλα πρόσωπα ποὺ εἶχες μία σχέση ὄχι κατὰ Θεόν. Σίγουρα θὰ ἐπέλθει μιὰ θλῖψις. Καὶ ἐσὺ θὰ λυπηθεῖς. Φυσικὸ εἶναι. Καὶ νὰ ποῦμε ὅτι ὄχι φυσικὸ εἶναι, ἀλλὰ πρέπει καὶ νὰ λυπηθεῖς.

Καὶ αὐτὴ ἡ λύπη χρειάζεται μέσα ἀπὸ τὴν ψυχή μας. Εἶναι σὰν ἕνα φάρμακο ποὺ τὸ παίρνεις καὶ κάνεις ἐμετὸ καὶ πρέπει νὰ βγάλεις ὅλα ἐκεῖνα τὰ φαρμάκια ποὺ ἔχεις μέσα στὸ στομάχι σου. Ἔτσι πολλὲς φορὲς λειτουργοῦν τὰ διάφορα γεγονότα, καὶ μᾶς βοηθοῦν νὰ θεραπευθοῦμε. Καὶ αὐτὴ ἡ λύπη λοιπὸν ὅταν ἔλθει μὲς στὴν ψυχή μας, μᾶς βοηθᾶ πνευματικὰ ἀλλὰ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὴν τὴν κατάσταση, αὐτὴ τὴν δυσκολία σὲ ἀγαθό.

Καὶ πολλὲς φορὲς εἴδαμε αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τώρα μπαίνουν στὴν Ἐκκλησία νὰ σκέφτονται, ἀλλὰ ὅταν ἀπεφάσισαν ὅτι τελείωσε, δὲν ὑπάρχει περίπτωσις νὰ ἐπιτρέψω πίσω, καὶ ὅ,τι θέλει ἂς γίνει. Πρέπει νὰ εἶσαι τόσο ἀποφασισμένος ποὺ νὰ πεῖς ὅτι ἐγὼ θὰ ἀκολουθήσω τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς τιναχτοῦν τὰ πάντα στὸν ἀέρα. Τέτοιαν ἀπόφαση πρέπει νὰ ἔχεις. Γιατί ὁ ἐχθρός, ὁ διάβολος θὰ σοῦ φέρει τέτοιες εἰκόνες μπροστά σου, ποὺ θὰ νομίζεις ὅτι ὅλα τώρα τέλειωσαν. Ὅλα καταστράφηκαν, ὅλα χάθηκαν, ἡ οἰκογένειά μου, οἱ γονεῖς μου τὸ σπίτι μου, τὰ παιδιά μου, οἱ φίλοι μου, τὸ σχολεῖο μου ξέρω ἐγώ, οἱ δουλειές μου. Τίποτα δὲν θὰ πάθει κανείς. Ἀπολύτως τίποτα.

Ἔλεγε ὁ γέρων Σωφρώνιος ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἑτοιμάζεται νὰ ἀκολουθήσει τὸν Θεό, μοιάζει μὲ ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος βρίσκεται στὸ χεῖλος ἑνὸς θεόρατου γκρεμοῦ, ἀβύσσου. Βλέπει κάτω καὶ εἶναι ἄβυσσος. Καὶ λέει πρέπει νὰ φύγω. Πρέπει νὰ πεταχτῶ νὰ φύγω. Δὲν γίνεται. Θὰ καταστραφῶ ἂν δὲν κάμω αὐτὸ τὸ ἅλμα. Κάνει τὸ Σταυρό του καὶ πετάγεται μὲς στὴν ἄβυσσο. Ἀλλὰ μόλις πεταχτεῖ καταλαβαίνει ὅτι ἦταν μιὰ ψεύτικη εἰκόνα. Καὶ πάτησε σταθερά. Δὲν ὑπάρχει τίποτα. Ὅμως πέρασε τὴν τρομάρα ἐκείνη τῆς ἀβύσσου. Ὅτι ὅλα θὰ καταστραφοῦν τώρα.

Αὐτὴ τὴ διάθεση πρέπει νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Νὰ ἔχει τέτοια διάθεση μέσα του, τέτοια ἀπόλυτη πεποίθηση ὅτι πρέπει νὰ προχωρήσω, ποὺ νὰ λέει πὼς ὅ,τι καί ἂν γίνει, ὅ,τι καὶ ἂν ἐπακολουθήσει, ὅ,τι καὶ ἂν συμβεῖ, ἐγὼ δὲν θὰ ἀλλάξω τὴν ἀπόφασή μου. Δὲν θὰ ἀλλάξω τὸν δρόμο μου. Καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θὰ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ κάνω. Ἂν ἔχει αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, ἐπεμβαίνει ὁ Θεὸς καὶ ἀναποδογυρίζει τὰ πράγματα καὶ ἀντιστρέφει τὰ δεδομένα καὶ κανένα κακὸ δὲν γίνεται. Κανένα κακό.

Λέγει πιὸ κάτω ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος ὅτι ἐσὺ ποὺ βιάζεσαι νὰ ξενιτεύσεις ἀπὸ τὸν κόσμο, δηλαδὴ ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα μὴν περιμένεις νὰ ἔρθουν μαζί σου ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν ἀκόμα τὸν κόσμο. Γιατί λέγει ἂν περιμένεις νὰ ἔρθουν καὶ ἄλλοι μαζί σου, καὶ οἱ ἄλλοι δὲν ἔχουν ἀκόμα αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, τότε πιὸ πολλὲς πιθανότητες ἔχουν ἐκεῖνοι νὰ σὲ τραβήξουν πίσω, παρὰ ἐσὺ νὰ τοὺς τραβήξεις μαζί σου. Πολλὲς φορὲς βλέπουμε ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι γύρω μας ποὺ θέλουν νὰ μποῦν στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἔχουν καί τὴν καλὴ διάθεση νὰ βάλουν καὶ τοὺς ἄλλους. Καὶ εἶναι καλὸ αὐτό. Ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ ἐξαρτᾶται ἡ πνευματική μας ζωὴ ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους.

Ἐντάξει ἂν θέλει κανεὶς νὰ ἀκολουθήσει κατὰ τὸ μέτρο ποὺ θέλει, κατὰ τὸ μέτρο ποὺ μπορεῖ, κατὰ τὴν διάθεσή του καὶ τὴν προαίρεσή του, καὶ τὴν ἐλευθερία του, ἂς ἀκολουθήσει. Ἀλλὰ μὴν περιμένεις νὰ τοὺς πάρεις ὅλους μαζί σου. Ξέρετε ἐγὼ θέλω νὰ μπῶ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ θέλω νὰ βάλω καὶ τὰ ἀδέλφια μου καὶ τοὺς γονεῖς μου, καὶ τοὺς συγγενεῖς μοῦ κλπ. Τέλειωσε. Δὲν θὰ πᾶς ποτὲ μπροστά. Προχώρα ἐσὺ τὸ δρόμο σου, μπὲς ἐσὺ σὲ αὐτὴ τὴν πορεία μὲ τὸν Χριστό, μετὰ διακρίσεως βέβαια πολλῆς, καὶ μὴν ἐξαρτᾶς τὴν πορεία σου ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅ,τι μπορεῖ ὁ καθένας θὰ κάνει, ὅ,τι μπορεῖ νὰ βοηθήσει, βοήθησε, ἀλλὰ μὴν ἐξαρτᾶσαι ἀπὸ αὐτούς.

Καὶ λέει καὶ ἕναν ὡραῖο λόγο ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος. Σὲ αὐτὸν λέει ποὺ πνίγεται στο ποτάμι καὶ φωνάζει βοήθεια, βοήθεια, θὰ πνιγῶ, θὰ τοῦ δώσεις τὸ μπαστούνι σου, ὄχι λέει τὸ χέρι σου. Διότι ἂν τοῦ δώσεις τὸ χέρι σου, θὰ σὲ ἁρπάξει καὶ θὰ σὲ πάρει μαζί του. Δωσ’ του τὸ μπαστούνι σου. Ἂν τὸν βγάλεις τὸν ἔβγαλες. Ἂν δὲν τὸν βγάλεις τότε ἄσε τὸ μπαστούνι νὰ πνιγεῖ ἕνας. Νὰ μὴν πνιγοῦν δυὸ μαζί. Μὲ αὐτὸ θέλει νὰ πεῖ μὴν θέλεις νὰ σώσεις ἄλλους τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν μπορεῖς. Πολλοὶ ἄνθρωποι, Χριστιανοὶ ἀδελφοί μας, πῆγαν νὰ σώσουν ἄλλους, ἄνδρες τὶς γυναῖκες, ἢ γυναῖκες τοὺς ἄνδρες καὶ στὸ τέλος ἀπωλέσθηκαν καὶ οἱ δυὸ μαζί. Καὶ ἄρχισαν ἀπὸ πνευματικὲς ὁμιλίες καὶ συνομιλίες καὶ ἀναζητήσεις κλπ, καὶ μετὰ κατέληξαν σὲ διάφορα πράγματα σαρκικά, καὶ ἁμαρτωλὰ τὰ ὁποῖα βέβαια ἔγιναν σὰν ἀποτέλεσμα τῆς ἐπιπολαιότητας καὶ τῆς ἀπροσεξίας. Ἡ ὁποία γεννᾶται ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, καὶ νομίζεις ὅτι ἐσὺ θὰ πᾶς καὶ θὰ μιλήσεις καὶ θὰ κάνεις καὶ θὰ φτιάξεις καὶ ὅλα θὰ πᾶνε μιὰ χαρά, καὶ στὸ τέλος καταλαβαίνεις ὅτι τὴν πάτησες καὶ δὲν τὸ πῆρες εἴδηση. Τέλος πάντων.

Ἀπὸ τὴν στιγμὴ λέγει ποὺ δέχθηκες μέσα σου τὴν φλόγα τρέχε. Διότι δὲν γνωρίζεις πότε θὰ σβήσει καὶ θὰ σὲ ἀφήσει στὸ σκοτάδι. Ἐδέχθεις πῦρ, φεῦγε. Ἄναψε μέσα σου ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Τρέξε κατ’ εὐθεῖαν. Μὴν περιμένεις. Μὴν κοιτάζεις δεξιὰ ἀριστερά. Εἶναι σὰν τὴν σκυτάλη. Τὴν ἔπιασες; Πρέπει νὰ τρέξεις. Διότι ἂν κάτσεις καὶ περιμένεις καὶ κοιτάζεις δεξιά – ἀριστερὰ νὰ δεῖς τί θὰ γίνει, καὶ πῶς θὰ βολευτοῦν τὰ πράγματα, καὶ πῶς πρέπει νὰ πᾶνε ξέρω ἐγὼ ὅλα αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ πᾶνε γύρω σου, τότε θὰ σβήσει ἡ φλόγα καὶ θὰ μείνεις στὸ σκοτάδι.

Ἀφήνω κάποιες ἄλλες γιὰ νὰ προλάβουμε λίγο καὶ λέγει πιὸ κάτω. Ἐκεῖνος ποὺ ἔφυγε λέει ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ξενίτευσε, αὐτὸ ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀπαρνήθηκε τὴν κοσμικότητα, τὴν κοσμικὴ ζωή, καὶ ἔγινε ξένος πρὸς αὐτά, ἂς μὴν ἐγγίσει πλέον πίσω. Νὰ μὴν ξαναπάει πίσω. Διότι συνήθως τὰ πάθη εἶναι φιλεπίστροφα. Ἀγαποῦν δηλαδὴ νὰ ἐπιστρέφουν πίσω σὲ αὐτὸν ποὺ τὰ εἶχε. Δηλαδή, ἕνα παράδειγμα. Ἂς ποῦμε εἶχες τὸ πάθος τοῦ τσιγάρου. Εὐγενὲς πάθος. Σήμερα καπνίζουν ὅλοι. Λοιπὸν εἶχες τὸ πάθος τοῦ τσιγάρου. Μπῆκες στὴν πνευματικὴ ζωή, τὸ ἔκοψες. Ὕστερα τάχα γιὰ νὰ βοηθήσεις κάποιον σοῦ ἔδωσε ἕνα τσιγάρο καὶ τὸ πῆρες γιὰ νὰ μὴν τὸν στενοχωρέσεις ἂς ποῦμε. Θὰ γίνεις ἑπτὰ φορὲς χειρότερα ἀπὸ τὴν προηγούμενη φορά. Ἐὰν δὲν προσέξεις καὶ ἐπιστρέψεις πίσω, καὶ νομίζεις ὅτι ἐντάξει, ἐγὼ τὰ ξεπέρασα αὐτὰ τώρα. Τὰ εἶχα καὶ τὰ δοκίμασα καὶ τὰ ἔκαμα καὶ τὰ ἔφτιαξα, δὲν κινδυνεύω. Ἀπατᾶσαι πλάνην οἰκτρὰ διότι τὰ πάθη ἐπιστρέφουν πίσω.

Καὶ μάλιστα ὁ Χριστὸς τὸ λέει στὸ Εὐαγγέλιο ἑπτὰ φορὲς χειρότερα ἀπὸ ὅτι ἦταν προηγουμένως. Θυμᾶστε τί λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο; Ὅτι ἐκεῖνα τὰ δαιμόνια ποὺ φεύγουν λέει ἀπὸ τὸ σπίτι, φεύγουν χάνονται καὶ μετὰ βλέπουν τὸ σπίτι σεσαθρωμένο καὶ σκουπισμένο. Τὸ βλέπουν νὰ εἶναι ξεσκονισμένο καὶ τακτοποιημένο, ἀλλὰ ἀφύλακτο. Τακτοποιήθηκε τὸ σπίτι, καθαρίστηκε, λαμπικαρίστηκε, χωρὶς κάποιον νὰ τὸ φυλάει, καὶ ἐπιστρέφουν πίσω καὶ πιάνουν ἄλλα ἑπτὰ δαιμόνια χειρότερα ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Καὶ μπαίνουν μέσα στὸ σπίτι καὶ γίνονται οἰκοδεσπότες. Αὐτὰ παθαίνουμε ὅλοι.

Καὶ ξέρετε ποιά εἶναι ἡ ἀπάτη ἐδῶ τῶν παθῶν καὶ τῶν δαιμόνων; Δὲν ἔρχονται συνήθως τὰ ἴδια πάθη. Ἂν ἔρθουν τὰ ἴδια, πάλι καλὰ, θὰ καταλάβουμε. Δηλαδὴ ἕνας ποὺ εἶχε σαρκικὰ πάθη, δὲν θὰ ξανάρθουν ἴσως τὰ σαρκικὰ πάθη μέσα του. Θὰ ἔρθουν τὰ πάθη τῆς κενοδοξίας, τῆς ὑπερηφάνιας, τοῦ θυμοῦ, τῆς ὀργῆς, τῆς πλάνης, τῆς δυσκολίας. Αὐτὰ εἶναι χειρότερα ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Τοὐλάχιστον ἐκεῖνος ποὺ πέφτει σαρκικὰ τρώει τὰ μοῦτρα του καὶ καταλαβαίνει ὅτι μὴν μιλᾶς καὶ δὲν εἶσαι τίποτε. Αὐτὸς ὅμως ὁ ὁποῖος νομίζει ὅτι ἔχει κάποια καλὴ κατάσταση καὶ ὅτι εἶναι καθαρὸς ξέρω γώ, καὶ θυμώνει καὶ ὀργίζεται καὶ κατακρίνει τοὺς ἄλλους καὶ γίνεται κριτήριο ἂς ποῦμε τῆς ἀληθείας, αὐτὸς εἶναι ἀκόμα χειρότερα. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὸς ὁ ἄνθρωπος. Πάρα πολὺ προσεκτικὸς ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν μποῦν ξανὰ τὰ πάθη πίσω. Μήν ἐπιστρέψουν τὰ πάθη. Καὶ ἡ μεγάλη τέχνη εἶναι νὰ ἀποφύγεις κάθε σχέση. Κάθε σχέση μὲ ὁτιδήποτε ἦταν σὲ σένα πάθος. Κάθε σχέση. Ἐδῶ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος ὅτι ἀπόφευγε σὰν μάστιγα τοὺς τόπους τῶν πτώσεων. Ἀκόμα καὶ τοὺς τόπους τοὺς ὁποίους ἔπεσες, μὴν πηγαίνεις. Ἔπεσες σὲ ἕναν τόπο ποὺ ἔπραξες αἰχμαλωσία στὰ πάθη σου; Μὴν πηγαίνεις ἐκεῖ. Ἀκόμα καὶ ὁ τόπος θὰ σὲ ρίξει κάτω. Καὶ ξέρετε αὐτὰ τὰ πράγματα ἐγὼ τὰ εἶδα ἐφαρμοζόμενα.

Αὐτὴν ὅλη τὴν φιλοσοφία τῆς κλίμακος, τὴν εἶδα ὄχι ὅταν ἔγινα μοναχός. Ὅταν ἔγινα μοναχὸς βέβαια τὰ διαβάζαμε καὶ προσπαθούσαμε νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε κατὰ λέξη, γιατί εἶναι ἕνα βιβλίο γιὰ τοὺς ἀσκητὲς καὶ τοὺς μοναχούς. Ἀλλὰ μετὰ ποὺ ἦρθα στὴν Κύπρο, καὶ ὅταν ἀσχοληθήκαμε μὲ τὴν Ἁγία Σκέπη, τὰ παιδιὰ ποὺ εἶναι μέσα στὰ ναρκωτικά, τότε εἶδα πραγματικὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ λέει ἡ κλίμακα ἐφαρμοζόμενα. Ἕνας ναρκομανὴς δὲν πρέπει νὰ περνᾶ οὔτε ἀπ’ ἔξω ἀπὸ τὰ στέκια στὰ ὁποῖα ἤξερε ὅτι ὑπῆρχαν ναρκωτικά. Δὲν πρέπει νὰ ἔχει καμία σχέση μὲ τὸ παρελθόν του. Οὔτε κουβέντα μὲ τοὺς προηγούμενους, ἐντὸς εἰσαγωγικῶν φίλους του. Οὔτε γειά σου, οὔτε χαίρετε, οὔτε καλῶς τον. Καμία ἀναφορὰ στὰ προηγούμενα. Πρέπει νὰ κόψει κάθε σχέση. Κάθε σχέση γιὰ νὰ γλυτώσει. Ὅσο καὶ ἂν τὸν παρακινεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύση. Ξέρεις εἶναι φίλοι μου. Ποὺ εἴμαστε μαζί, εἶναι παιδιὰ καλά, ταλαιπωρημένα. Ναὶ χρυσᾶ, καλά, ἅγια, ἀλλὰ ἐσὺ δὲν μπορεῖς ἐκείνους νὰ τοὺς βοηθήσεις. Κόψε τὴ σχέση.

Καὶ πολλὲς φορὲς ποὺ τὸ λέμε στὴν ἐξομολόγηση, ὅτι ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος καὶ λέγει ὅτι ξέρεις λυποῦμαι …, καὶ ὁ πνευματικὸς εἶναι κάθετος. Ὄχι. Τίποτα. Μὰ μὲ παίρνει τηλέφωνο. Κλεῖσε του τὸ τηλέφωνο. Μὰ μοῦ στέλνει μήνυμα. Σβῆστο τὸ μήνυμα. Μὰ θὰ αὐτοκτονήσει. Δὲν αὐτοκτονά. Μὴν ἀπατᾶσαι μὲ αὐτὰ τὰ πράγματα. Δὲν αὐτοκτονά. Δὲν θὰ ἀφήσει ὁ Θεὸς νὰ αὐτοκτονήσει. Θὰ αὐτοκτονοῦσε ἂν ἔπιανες μιὰν ἄλλη. Ἀλλὰ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ εἶναι γιὰ τὸ Θεὸ ποὺ τὸ κάνεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα καὶ εἶσαι κάθετος, ἔτσι πρέπει νὰ κάνεις. Καὶ ἂν δὲν τὸ κάνεις δὲν θὰ γλυτώσεις. Οὔτε ἐσὺ οὔτε ἐκεῖνος. Θὰ καταστραφεῖτε καὶ οἱ δυό. Ἂν λοιπὸν γιὰ τὸ Θεὸ τὸ κάνεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, τότε σίγουρα ὁ Θεὸς θὰ σὲ βοηθήσει καὶ θὰ σὲ στηρίξει καὶ πρέπει ἐσὺ νὰ ἔχεις τὰ μάτια σου 400. Οὔτε πρόσωπα οὔτε τόπους, οὔτε ἀναφορὲς σὲ παλαιὸ τρόπο ζωῆς. Ἔτσι γλυτώνεις πνευματικά. Εἶναι λοιπὸν καλύτερα νὰ λυπήσουμε τοὺς ἀνθρώπους παρὰ νὰ λυπήσουμε τὸν Θεὸ ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὰ ἐμᾶς ἄνθρωπος.

Στὴ συνέχεια πιὸ κάτω ἀρκετὰ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς κλίμακος. Πὼς σβήνει αὐτὸς ὁ πόθος; Ἔχουμε καὶ φυσικοὺς πόθους. Ἂς ποῦμε ἀγαποῦμε τοὺς φίλους μας, ἀγαποῦμε ξέρω γὼ κάποια πράγματα. Πόθος Θεοῦ, λέγει, ἔσβεσεν πόθο γονέων. Βέβαια ἐδῶ δὲν θὰ ποῦμε γιὰ τοὺς σαρκικοὺς γονεῖς μας, ἀλλὰ θὰ ποῦμε γιὰ ὅλους αὐτοὺς ποὺ μᾶς τραβοῦν πίσω. Πὼς μπορεῖς νὰ σβήσεις αὐτὸν τὸν πόθον τῶν πραγμάτων, τῶν προσώπων, τῶν σωμάτων, τῶν ὑλικῶν πραγμάτων; Μὲ τὸν πόθον τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ ἀγαπήσεις τὸν Θεόν. Πρέπει νὰ ἀγαπήσεις τὸν Θεόν. Διότι λέγει αὐτὸς ποὺ ἰσχυρίζεται ὅτι διατηρεῖ καὶ τοὺς δύο πόθους ἀπατᾶ τὸν ἑαυτόν του. Ἐφόσον ὁ Κύριος λέγει, οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ δουλεύει σὲ δυὸ κυρίους. Σὲ ἕναν κύριο γίνεσαι δοῦλος. Δυὸ κυρίους ἅμα ἔχεις, τὸν ἕναν θὰ τὸν γελάσεις. Αὐτὸ τὸ λέγει ὁ Χριστός. Ἄρα πρέπει νὰ καλλιεργήσεις τὸν πόθον τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ βάλεις ἕνα ἀντίβαρο σὲ αὐτὴ τὴ ζυγαριά. Γιὰ νὰ πάει ἡ ζυγαριὰ κάτω καὶ νὰ πάει τὸ ἄλλο πάνω πρέπει νὰ βάλεις ἕνα ἰσχυρὸ ἀντίβαρο γιὰ νὰ ἐξουδετερώσεις τὸ βάρος τὸ ἀντίθετο. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ πόθος τοῦ Θεοῦ.

Πρέπει νὰ καλλιεργήσεις μέσα στὴν ψυχή σου τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πῶς καλλιεργοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὴν καλλιεργεῖ ὁ ἄνθρωπος. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα βέβαια ὁ Θεὸς τὴ δίνει. Ὡς ἐνέργεια χάριτος. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος ρίχνει σὲ αὐτὴ τὴν ἀγάπη. Ὅπως μέσα σὲ μιὰ φωτιά, ἔτσι ἔχουμε μιὰ φωτιά. Πῶς τὴν αὐξάνω τὴ φωτιά; Ρίχνω μέσα ξύλα. Ρίχνω ὕλη εὔφλεκτη καὶ φλέγεται. Διαφορετικὰ ἂν δὲν ρίξω ξύλα, σιγᾶ – σιγὰ θὰ σβήσει. Θὰ γίνει στάχτη. Ἔτσι εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀνάβει ὁ Θεὸς τὴν ἀγάπη, μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς κοντά του. Μᾶς ἑλκύει ὁ Θεὸς μὲ τὴ χάρη του, μᾶς δίνει τὴν πρώτη δωρεὰν χάρη, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα πρέπει ἐμεῖς νὰ φροντίσουμε ἀφοῦ εἴμαστε ἐλεύθεροι ἄνθρωποι καὶ ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζει τὴν ἐλευθερία μας, νὰ ρίξουμε τροφή, νὰ ρίξουμε ὕλη μέσα στὴ φλόγα γιὰ νὰ ἀνάψει.

Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ ὕλη; Ἡ ὕλη αὐτὴ λένε οἱ Πατέρες ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἄσκηση τὴ δική μας, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Νὰ προσέξεις νὰ τηρήσεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Νὰ μὴν παραβαίνεις τὴν συνείδησή σου. Νὰ μὴν παραβαίνεις τὴν συνείδησή σου. Γιατί ἂν παραβαίνεις τὴν συνείδησή σου, ἀντὶ γιὰ ξύλα θὰ ρίχνεις νερὸ μὲς στὴ φωτιὰ καὶ θὰ τὴ σβήσεις. Καὶ νὰ ρίχνεις εὔφλεκτη ὕλη ὅπου εἶναι ἡ προσευχή, ἡ μελέτη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ, τῶν βιβλίων τῶν Ἁγίων, τὸν λόγο τῶν Ἁγίων, καὶ τὰ ἅγια μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὰ εἶναι βασικά. Νὰ προσεύχεσαι, νὰ μελετᾶς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ διαβάζεις τὰ πνευματικὰ βιβλία. Ἰδίως ἡ ἐποχή μας ποὺ ἔχει ἀδυναμία στὴν προσευχή.

Ὅμως ἔχουμε τὴν μεγάλη εὐλογία στὶς μέρες μας νὰ ἔχουμε τὰ βιβλία. Ὅλοι ξέρουμε γράμματα. Παλιά, ἐγὼ θυμᾶμαι οἱ παλιοὶ ἄνθρωποι, ἐλάχιστοι ἤξεραν γράμματα. Ἡ γιαγιά μου δὲν ἤξερε καὶ ἔλεγε, εἶμαι στραβή. Ἀλλὰ αὐτοὶ οἱ στραβοὶ ἔβλεπαν πιὸ καλὰ ἀπὸ ἐμᾶς τους πολυόφθαλμους. Ὅλα τὰ βλέπουμε καὶ τὴ στραβωμάρα μας δὲν τὴν βλέπουμε. Καὶ ἔχουμε τόσα βιβλία σήμερα. Οὔτε καὶ παλαιότερα ὑπῆρχαν τόσα βιβλία. Καὶ στὶς μέρες μου. Θυμᾶμαι ἐγὼ ποὺ ἤμουν μικρὸ παιδί, δὲν εἴχαμε βιβλία πνευματικὰ νὰ διαβάσουμε. Ἐλάχιστα. Ὑπῆρχαν κάποια, ἀλλὰ ὄχι ἀρκετά.

Σήμερα ἔχουμε ὅλους τοὺς Πατέρες στὰ χέρια μας. Συνέχεια κινοῦνται βιβλία μὲ βίους Ἁγίων. Συγχρόνων Ἁγίων. Τοὺς λόγους τῶν Ἁγίων τοὺς βλέπουμε στὰ βίντεο. Τοὺς ἀκοῦμε καὶ στὶς κασέτες. Ἔχουμε τόση δυνατότητα, ποὺ ὅπου καὶ ἂν εἴμαστε. Μέσα στὸ αὐτοκίνητο. Ὅπου καὶ νὰ πᾶμε, μποροῦμε νὰ τρεφόμαστε πνευματικά. Αὐτὴ εἶναι μιὰ μεγάλη ὑπόθεσις καὶ θεωρῶ ὅτι εἶναι εὐλογία τοῦ Θεοῦ, στὸν αἰῶνα μας, στὴν ἐποχή μας, ποὺ πράγματι δὲν ἔχουμε δύναμη προσευχῆς. Δὲν ἔχουμε τὴ δύναμη ποὺ εἶχαν αὐτοὶ οἱ μεγάλοι Πατέρες. Βέβαια ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας ποὺ μποροῦν καὶ προσεύχονται. Καὶ δὲν ἐννοῶ τὸ Πάτερ ἡμῶν. Ἐννοῶ προσευχὴ ἰσχυρὴ καὶ δυνατὴ καὶ κρατοῦν τὸν κόσμο μὲ τὴν προσευχή τους. Ἀλλὰ εἶναι λίγοι. Οἱ παλαιότεροι ἦταν πιὸ πολλοί. Εἶχαν ἄλλη ἁπλότητα, εἶχαν ἄλλη κατάσταση. Ἐμεῖς σήμερα ὅμως τρεφόμαστε καὶ εἶναι εὐκολότερο γιὰ ἐμᾶς μὲ τὴ μελέτη. Μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα αὐτό. Καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε πολὺ εὐγνώμονες πρὸς τὸν Θεὸ γιατί μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα αὐτή, καὶ ἔχουμε καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τη χάρη. Κοινωνῶντας τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, μετέχοντας στὰ Ἅγια Μυστήρια. Ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ἀνάπτουν τὸν πόθο. Καὶ ἂν ἀνάψει ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, σβήνει ὁ πόθος τοῦ κόσμου. Ἐνῶ ὅταν ἀνάβει ὁ πόθος τοῦ κόσμου, σβήνει ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι πᾶνε αὐτὰ τὰ πράγματα. Δὲν γίνεται νὰ εἶσαι δοῦλος σὲ δύο κυρίους. «Οὐ δύνασαι δυσὶ κυρίοις δουλεύειν». Δὲν γίνεται νὰ εἶσαι καὶ ἐκεῖ καὶ ἐδῶ. Δὲν γίνεται. Κάπου τὸ πρᾶγμα δὲν θὰ πάει καλά. Κάπου θὰ βάλει νερὸ ἡ βάρκα. Στὸ τέλος θὰ πᾶνε ὅλοι ἀπὸ κάτω.

Λέγει στὴ συνέχεια. Λέει, ὁ Κύριος εἶπε δὲν ἦρθα νὰ φέρω εἰρήνη στὴ γῆ. Ἀλλὰ ἦρθα νὰ φέρω μάχαιρα. Καὶ τὸ λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο μὴ νομίσετε ὅτι ἦρθα νὰ φέρω εἰρήνη. Νὰ σᾶς κάνω ὅλους φίλους μεταξύ σας. Ἀντίθετα ἦρθα νὰ φέρω μάχαιρα. Νὰ κόψω. Νὰ κόψω καὶ νὰ χωρίσω τὰ πρόβατα τὰ δικά μου ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν θέλουν νὰ μὲ ἀκολουθοῦν. Καὶ πράγματι αὐτὴ τὴ μάχαιρα πρέπει νὰ τὴν ἀφήσουμε καὶ ἐμεῖς στὴ ζωή μας, νὰ λειτουργήσει. Ὁ Κύριος εὐφραίνεται γιὰ αὐτὴ τὴ διαμάχη καὶ τὸν χωρισμὸ ποὺ γίνεται γιὰ ἀγάπη του. Ἐὰν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἀρνηθεῖς τοὺς φίλους σου, ἀρνηθεῖς ὅλους αὐτοὺς ποὺ σὲ περιβάλλουν, ἢ ἀρνηθεῖς ἀκόμα καὶ πολλὰ ἄλλα πράγματα τὰ ὁποῖα εἶναι γύρω σου. Ἐὰν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τὰ ἀρνηθεῖς τότε εὐφραίνεται ὁ Κύριος. Δὲν λυπᾶται ὁ Θεὸς γιατί λύπησες τάχα τὸν φίλο σου ποὺ σοῦ εἶπε πᾶμε κάτω ἀπόψε καὶ τοῦ εἶπες ὄχι. Δὲν θὰ πᾶμε κάτω ἀπόψε. Δὲν θὰ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Δὲν θὰ σὲ ἀκολουθήσω.

Καὶ ἕνα μεγάλο πρόβλημα σήμερα, ἰδίως στοὺς νέους ἀνθρώπους εἶναι ὅτι δὲν μποροῦν νὰ ποῦν ὄχι στοὺς φίλους τους. Στοὺς γονεῖς τους λένε ὄχι, στοὺς φίλους τους δὲν λένε. Μιὰ μεγάλη ἀδυναμία ποὺ θέλει μιὰ μελέτη ἔτσι κοινωνιολογικὴ καὶ ψυχολογική. Γιατί δὲν μποροῦν νὰ ποῦν ὄχι στοὺς φίλους τους; Καὶ ἐνῶ μπορεῖ πολλὲς φορὲς νὰ μὴν θέλουν νὰ κάνουν κάτι. Δὲν θέλουν νὰ κάνουν τὸ κακό. Δὲν θέλει νὰ πάει ἐκεῖ ποὺ πᾶνε οἱ ἄλλοι. Ὅμως γιὰ νὰ μὴν τοὺς λυπήσει καὶ νὰ μὴν τοὺς στενοχωρήσει, γιὰ νὰ μὴν φανεῖ ὅτι ἀποχωρίζεται ἀπὸ αὐτοὺς, ἀκολουθεῖ.

Ἔχει καλλιεργηθεῖ μιὰ συνείδηση τῆς μάζας, συνείδηση τοῦ κοπαδιοῦ. Πᾶμε ὅλοι μαζί. Χάνεται ἡ προσωπικότητά μας. Ἐνῷ ὅταν ὁ ἄνθρωπος μάθει νὰ ἔχει τὰ δικά του ὅρια. Στηρίζει τὴν προσωπικότητά του καὶ λέει ἐντάξει, εἴμαστε φίλοι, θέλετε νὰ πᾶτε, πᾶτε, ἐγὼ δὲν θὰ πάω. Ὅτι καὶ νὰ γίνει ἐγὼ δὲν θὰ πάω. Ὅτι καὶ νὰ γίνει ἐγὼ δὲν θὰ τὸ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Εἴμαστε σὲ τραπέζι ξέρω γὼ καὶ καταλύουν. Ἂς καταλύουν οἱ πάντες. Ἐγὼ δὲν θὰ καταλύσω. Μὰ θὰ γίνει καυγᾶς, θὰ γίνει… Ἂς γίνει ὅ,τι θέλει. Ὅ,τι θέλει ἂς γίνει. Δὲν θὰ ὑποχωρήσω. Μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔτσι καὶ δὲν τὸ λέω αὐτὸ γιὰ νὰ κάνουμε καυγᾶδες ἐκεῖ ποὺ πᾶμε. Ὄχι νὰ εἴμαστε ἀδιάκριτοι ἄνθρωποι. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχουμε σταθερὴ ἀπόφαση μέσα μας. Νὰ μὴν εἴμαστε χαλβᾶδες. Νὰ μὴν εἴμαστε ἀνεμόμυλοι. Νὰ μὴν μᾶς παίρνουν καὶ μᾶς φέρνουν οἱ ἄνεμοι.

Πήγαμε κάπου κάποτε πρὶν πολλὰ χρόνια, σὲ ἕνα τόπο καὶ κάποιος βγῆκε νὰ μιλήσει, τῆς Ἐκκλησίας ἄνθρωπος. Ποὺ ἐξομολογεῖται, ποὺ κοινωνοῦσε, ποὺ πήγαινε στὴν Ἐκκλησία συχνά, ποὺ πρὶν κάνει τὶς δουλειές του παρακάλεσε τὸ Θεὸ νὰ τὸν βοηθήσει, καὶ πράγματι ὁ Θεὸς τὸν βοήθησε. Καὶ ἦρθε νὰ κάνει τα ἐγκαίνια τοῦ ἐργοστασίου του, τοῦ σπιτιοῦ του, ξέρω γὼ αὐτά. Βγῆκε ἐκεῖ καὶ εἶπε χίλια λόγια. Ἕνα λόγο γιὰ τὸ Θεὸ δὲν εἶπε. Δὲν εἶπε ἕνα εὐχαριστῶ στὸ Θεό. Εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ ποὺ μὲ ἀξίωσε νὰ ἐγκαινιάσω τὸ σπίτι μου, τὴν δουλειά μου. Τοῦ λέει κάποιος, καλὰ βρὲ ὅλους τοὺς εὐχαρίστησες. Τὸν Θεό; Ε, λέει ντράπηκα. Ντράπηκες ἂς ποῦμε τὸν Θεό, ντράπηκες εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ ποὺ μὲ ἀξίωσε νὰ κάνω αὐτὴ τὴ δουλειὰ αὐτὸ τὸ ἔργο. Ντρέπεσαι γιὰ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα; Ντρέπεσαι.

Δυστυχῶς, δυστυχῶς, τὸ ἔχουμε καὶ ἐμεῖς ἂς ποῦμε αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Γινόμαστε μαλθακοί, γινόμαστε χαλβᾶδες. Δὲν ἔχουμε αὐτὴ τὴ δυνατὴ προσωπικότητα. Τί θὰ πάθεις βρὲ παιδί μου. Μὰ θὰ σὲ κοροϊδέψουν. Νὰ σὲ κοροϊδέψει ὁ κόσμος ὅλος. Τί σημαίνει αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Σήμερα ὁ καθένας κάνει ὅ,τι θέλει καὶ δὲν σκέπτεται ἂν θὰ τὸν κοροϊδέψουν. Κάνουν τὰ μαλλιά τους σὰν τὸν σκαντζόχοιρο. Φορᾶνε δέκα βίδες πάνω τους. Τί δέκα. Δέκα εἶναι λίγες. Φορᾶνε βίδες. Κάτι ἀτσαλόβιδες. Πάνω στὰ μάτια τους, πάνω στὴ γλῶσσα τους, πάνω στὰ φρύδια τους, πάνω στὰ δόντια τους, ὅπου θέλεις. Δὲν τὸν κόφτει. Ἔτσι θέλω. Κυκλοφοροῦν μὲ κάτι μαλλιὰ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Δὲν δικαιοῦσαι νὰ πεῖς τίποτα. Νὰ τοῦ πεῖς, κόψε τὰ μαλλιά σου. Δὲν δικαιοῦσαι. Διότι πρέπει νὰ σέβεσαι τὸν ἄλλο. Καὶ εἶναι φυσικὸ καὶ καλό. Ἔτσι πρέπει. Νὰ σεβόμαστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Καὶ σὺ φοβήθηκες νὰ πεῖς γιὰ τὸ Θεὸ μιὰ κουβέντα ἂς ποῦμε. Φοβήθηκες νὰ πεῖς γιὰ τὸ Θεὸ μιὰ κουβέντα. Φοβήθηκες νὰ πεῖς ὅτι νηστεύεις μήπως σὲ κοροϊδέψει καὶ σοῦ πεῖ, ααα, νηστεύεις;

Εἶχε κάποιον ἕναν ὡραῖο τύπο καὶ τοῦ λέει ααα νηστεύεις; Καὶ τοῦ ἀπαντάει, ααα, δὲν νηστεύεις; Τοῦ ἔκανε τὸ ἴδιο. Τί σημαίνει ἂν νηστεύω. Νηστεύω, καὶ τί ἔγινε; Δὲν εἶναι ὡραῖο πρᾶγμα νὰ εἴμαστε ἀνεμόμυλοι. Ὅπως εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὸν Πρόδρομο. Τί βγήκατε λέει στὴν ἔρημο νὰ δεῖτε; Κάλαμον ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενον; Ἕνα καλάμι νὰ τὸ παίρνει καὶ νὰ τὸ φέρνει ὁ ἄνεμος; Νομίζετε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ πρόδρομος; Ἕνα καλάμι ποὺ τὸ παίρνει καὶ τὸ φέρνει ὁ ἄνεμος; Ἐξήλθατε ἰδεῖν προφήτη, καὶ περισσότερον προφήτου. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ εἶναι σταθεροί. Εἶναι διακριτικοί, εἶναι γλυκύτατοι. Δὲν κόβουν τὸν ἄλλον. Δὲν συντρίβουν τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ ταυτόχρονα εἶναι ἀσάλευτοι. Καὶ μόνο ἔτσι μπορεῖς νὰ σταθεῖς. Καὶ μόνο ἔτσι μπορεῖ νὰ σταθεῖ καὶ ὁ ἄλλος κοντά σου. Δίνεις καὶ στὸν ἄλλο τὸ αἴσθημα τῆς ἀσφάλειας. Ἀκόμα καὶ μέσα στὸ σπίτι. Ἂν ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναῖκα δὲν στέκουν μέσα στὸ σπίτι δὲν δίνουν ἀσφάλεια στὰ παιδιά τους. Πρέπει νὰ εἴμαστε γεροὶ καὶ νὰ ἔχουμε μέσα μας σπονδυλικὴ στήλη γερή, νὰ μὴν σαλέυουμε. Νὰ μὴν εἴμαστε εὔκολοι στὸ νὰ πέφτουμε.

Πρόσεχε λέγει, πρόσεχε ἐσὺ ποὺ ἔχεις πολλὴ ἀγάπη καὶ προσπάθεια σὲ ὅλα αὐτά τα προηγούμενα. Μήπως ἀφοῦ τὰ ἐγκατέλειψες, ἐπιστρέψεις ξανὰ καὶ βυθιστεῖς μέσα στὰ νερὰ αὐτὰ καὶ στὸν κατακλυσμὸ τὶς φιλοκοσμίας. Πρόσεχε διότι μπορεῖ νὰ πάθεις αὐτὸ τὸ ἀνεπανόρθωτο κακό. Ἐνῶ τὰ ἄφησες ὅλα καὶ τὰ ἐγκατέλειψες ὅλα καὶ κάποια στιγμὴ ὅταν ἡ χάρις ἦταν δωρεὰν μέσα σου, καὶ λειτουργοῦσε, μετὰ ἀρχίσανε οἱ ἀγάπες καὶ στενοχώριες, καὶ στὸ τέλος δὲν ἔκανες τίποτε. Στὸ τέλος ἐπέστρεψες πίσω καὶ ἄφησες τὸν ἑαυτό σου νὰ χαθεῖ. Μὲ πολὺ κόπο καὶ μόχθο θὰ ἀποκτήσουμε καλὸ ἦθος καὶ καλῆ ἐσωτερικὴ κατάσταση. Θὰ κοπιάσεις πάρα πολὺ γιὰ νὰ ἀποκτήσεις ἦθος καλὸ καὶ ἐσωτερικὴ κατάσταση. Ὅμως εἶναι πολὺ πιθανὸν ἐκεῖνο ποὺ μὲ πολὺ κόπο κατορθώσαμε, νὰ τὸ χάσουμε μέσα σὲ μιὰ στιγμή. Ἐνῶ μάζεψες πλοῦτο πνευματικὸ πολύ, σὲ μιὰ στιγμὴ μπορεῖ νὰ τὸν χάσεις ἐὰν δὲν προσέξεις. Διότι φθείρουσι ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί, κοσμικὲς καὶ συγχρόνως ἄκοσμες. Αὐτὸς ποὺ μετὰ τὴν ἀπάρνηση τοῦ κόσμου συναναστρέφεται μὲ κοσμικοὺς ἢ παραμένει κοντά τους, ὁπωσδήποτε ἢ θὰ πέσει στὰ δίχτυα τοὺς ἢ θὰ μολύνει τὴν καρδιά τους μὲ κοσμικὲς σκέψεις. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμα δὲν μολυνθεῖ ἔτσι, θὰ μολυνθεῖ κατακρίνοντας ἐκείνους ποὺ μολύνονται. Πρόσεχε μήπως παραμένοντας μέσα στὰ κοσμικὰ περιθώρια ποὺ ἤσουν καὶ στὴν κοσμικότητα στὴν ὁποία ἤσουν, ἔχεις πιθανότητα ἢ νὰ ξανακάνεις τὰ ἴδια, ἢ νὰ μολύνεις τὸν ἑαυτό σου μὲ τὶς κακὲς σκέψεις. Καὶ ἂν ἀκόμα οὔτε τὸ ἕνα, οὔτε τὸ ἄλλο κάνεις, θὰ μολυνθεῖς μὲ τὴν κατάκριση. Ὅτι κατακρίνεις ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δὲν προσέχουν καὶ ζοῦν μὲ τρόπο κοσμικὸ καὶ ἁμαρτωλό.

Ἄρα ἡ ξενιτεία ἀδελφοί μου ἀφορᾶ ὅλους μας, καὶ δὲν εἶναι θέμα γεωγραφικό, νὰ φύγω ἀπὸ τὴ Λεμεσὸ καὶ νὰ πάω στὴ Λευκωσία. Ἤ ἀπὸ τὴ Λευκωσία ξέρω γὼ νὰ πάω στὴν Ἀλεξάνδρεια. Τὸ θέμα εἶναι πνευματικό. Πῶς βγαίνουμε ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν παθῶν μας. Ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Πῶς κόβω τὴ σχέση μου μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες μου. Πόσο βγάζω ἀπὸ μέσα μου αὐτὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα. Τὴν κοσμικὴ νοοτροπία. Καὶ πῶς ἀποκτῶ τὴ δύναμη ἐκείνη, τὴ γερὴ δύναμη ἐκείνη μὲ τὴν ὁποία νὰ σταθῶ καὶ νὰ πῶ ὅτι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἂς γίνει ὅ,τι θέλει. Ἂς ἀνατιναχθοῦν τὰ πάντα, φτάνει νὰ μὴν φύγω ἐγὼ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τέτοια ἀπόφαση μέσα του, τότε νὰ εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ καλὸς Θεὸς ποὺ γιὰ τὴν ἀγάπη του ἐμεῖς κάνουμε αὐτὴ τὴν κίνηση, αὐτή την προσπάθεια, θὰ ἀναλάβει ὅλα ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ δική μας προσπάθεια ποὺ γίνεται ταπεινὰ βέβαια γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ μόνο. Καὶ θὰ βοηθήσει ὁ Θεός, καὶ τίποτα τὸ κακὸ καὶ δυσάρεστο δὲν πρόκειται νὰ γίνει. Μᾶλλον σταδιακὰ καὶ μακροχρόνια θὰ λειτουργήσει ὑπὲρ ὅλων καὶ τῶν ὑπολοίπων ἀνθρώπων ποὺ ἴσως κάποια στιγμὴ νὰ πληγώθηκαν ἢ τέλος πάντων νὰ δυσαρεστήθηκαν γιὰ τὴ δική μας ἀλλαγὴ καὶ τὸν δικό μας τρόπο, ποὺ ἀλλάξαμε τὴ ζωή μας καὶ μπήκαμε σὲ μιὰ ἄλλη ζωή, σὲ ἕναν ἄλλο τρόπο.

Ξένον τόκον λοιπὸν ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες. Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου, Ἀμήν.

Χριστέ, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον, σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψώμεθα φῶς τὸ ἀπρόσιτον, καὶ κατεύθυνον τὰ διαβήματα ἡμῶν πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου, πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρός, καὶ πάντων σοῦ τῶν ἁγίων. Ἀμήν.