Τὸ Καναρινί Ποδήλατο [1999]

Το Καναρινί Ποδήλατο [1999]
Το «Καναρινί ποδήλατο» είναι γνωστή ταινία του Δημήτρη Σταύρακα. Προβλήθηκε και συζητήθηκε πολύ σε πολλά ελληνικά σχολεία. Τη βρήκαμε αρκετά ρεαλιστική, αφού απεικονίζει τυπικές εκφάνσεις ελληνικού σχολείου. Το «επεισόδιο», άλλωστε, είναι πραγματικό.
Το σενάριο: Βρισκόμαστε σε ένα δημοτικό σχολείο, με έντονα τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής του ταυτότητας: κοινωνική σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού, τυπικές παιδαγωγικές ενίσχυσης του ανταγωνισμού («η πρώτη θέση παίζεται»), της «αριστείας», των διακρίσεων, του ατομικισμού, κ.ά. Ένας νέος δάσκαλος έρχεται με μετάθεση στο σχολείο και του ανατίθεται η έκτη τάξη. Ο δάσκαλος πολύ γρήγορα εκδηλώνει τις παιδαγωγικές του ανησυχίες, τις ιδέες του και τους προβληματισμούς του, που, καταπώς φαίνεται, τους αντλεί από τις αρχές της Νέας Αγωγής.
Πολύ σύντομα εντοπίζει, τυχαία, στο τελευταίο θρανίο τον Λευτέρη (ο πατέρας του ταξιτζής), που δεν μπορεί (στην έκτη τάξη!) να διαβάσει, να γράψει και να κάνει αριθμητικές πράξεις. Παρουσιάζει τα συμπτώματα που η σχετική βιβλιογραφία αποδίδει στη «δυσλεξία» ή στις λεγόμενες «μαθησιακές δυσκολίες».
Με ιδιαίτερη έγνοια και φροντίδα, με συστηματική εξατομικευμένη παρέμβαση, καινοτόμες διδακτικές δράσεις και παιδαγωγικές ενίσχυσης, ο δάσκαλος προσπαθεί να φέρει τον Λευτέρη σε επαφή με την γνώση (π.χ., πρόσθετα απογευματινά «ιδιαίτερα» μαθήματα, εξωσχολικές συναντήσεις, ανάθεση καθηκόντων ταμία σε έκθεση βιβλίου, κ.ά.). Ο δάσκαλος ενισχύεται ο ίδιος στην προσπάθειά του για την υποστήριξη του Λεύτερη, όταν διαπιστώνει, πάλι τυχαία και εκτός σχολείου, ότι ο Λευτέρης, μόνος του, έχει συναρμολογήσει ένα θαυμάσιο καναρινί ποδήλατο. Άραγε, το σχολείο καταγράφει και αξιοποιεί αυτά που μπορούν και κάνουν οι μαθητές, πέρα από τις επίσημες εκδοχές γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων του αναλυτικού προγράμματος;
Στην έκθεση βιβλίου που οργανώνεται στο σχολείο, ο δάσκαλος αναθέτει στον Λευτέρη χρέη ταμία, παρά τις αντιδράσεις του διευθυντή και τις επιφυλάξεις των γονέων. Για να ανταποκριθεί στο έργο του ταμία, έμαθε αριθμητική. Κι εδώ μπορεί να σημειώσει κανείς τη σημασία που έχει για τη μάθηση, η ανάδειξη της κοινωνικής και πρακτικής αξίας και χρησιμότητας της γνώσης.
Οι πρωτοβουλίες του νέου δασκάλου δεν είχαν θετική υποδοχή εκ μέρους του διευθυντή του σχολείου και των άλλων συναδέλφων. Ο διευθυντής τον κάλεσε επανειλημμένα για να του συστήσει να μην αφιερώνει χρόνο στον Λευτέρη («είναι χαμένος χρόνος»), να αποσύρει πρωτοβουλίες που συνιστούν κριτική στους άλλους συναδέλφους που δεν έχουν ανάλογες ανησυχίες, να του υπενθυμίσει τη συνάφεια της σχολικής επίδοσης με γενετικούς παράγοντες, κ.ά. Ο δάσκαλος παραπαίει ανάμεσα στις επιλογές του και στις αντιδράσεις «των άλλων» του σχολείου. Η μοναξιά, η περιθωριοποίηση, η «ιδιώτευση» και η απομόνωση του δασκάλου εμφανής. Όπως λέει, «Με τα παιδιά δεν έχω πρόβλημα. Οι άλλοι είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι όλο το υπόλοιπο σχολείο».
Παρ’ όλα αυτά, ο δάσκαλος κατάφερε να εξασφαλίσει για τον Λευτέρη ένα εξατομικευμένο «παιδαγωγικό συμβόλαιο» αναγνώρισης, σεβασμού, ενεργητικής ακρόασης, ενδιαφέροντος, φροντίδας, θετικής διάκρισης, ενίσχυσης, πρόσθετης διδακτικής στήριξης, κ.τ.ο. Έτσι ο Λευτέρης κατάφερε σιγά σιγά να μην έχει ιδιαίτερο πρόβλημα με τα μαθήματα του σχολείου. Μια μέρα αρρωσταίνει ο δάσκαλος του Λευτέρη και τον αντικαθιστά συνάδελφός του με ακραίες αντιλήψεις κοινωνικού δαρβινισμού να υπαγορεύουν την παιδαγωγική του πράξη. Αυτή η «αναπλήρωση» είχε ως αποτέλεσμα ο Λευτέρης να εξαφανιστεί από το σχολείο, γιατί, εκεί που πήγαινε να πιστέψει ότι τα «καταφέρνει», «έπεσε» στα χέρια ενός δασκάλου που υιοθετούσε πολύ διαφορετικά παιδαγωγικά προτάγματα (απόρριψη, υποτίμηση, παραμέληση, κ.ά.).
Εξαφάνιση, εγκατάλειψη, διαρροή, σκασιαρχείο, υποεπίδοση, σχολική αποτυχία, κ.ά. είναι τυπικά «επεισόδια» και φαινόμενα στα οποία εμπλέκονται μαθητές. Το ερώτημα είναι, με ποιες πολιτικές αντιμετωπίζονται σε επίπεδο σχολικής μονάδας σημαντικά εκπαιδευτικά ζητήματα που ανακύπτουν σε καθημερινή βάση;
Το «Καναρινί ποδήλατο» μάς φέρνει στο σχολείο μια σειρά ερωτήματα:
Οι πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών έχουν σημαντική θέση στην εκπαιδευτική διαδικασία. Πόσο, όμως, αυτές προσφέρονται για τον ουσιαστικό μετασχηματισμό δομών και περιεχομένου της εκπαίδευσης, όταν είναι ατομικές και αποσπασματικές προσπάθειες;
Ποια είναι τα όρια του εθελοντισμού και του ιδιότυπου «ιεραποστολισμού» (η ιδεολογία του «λειτουργού») στην υπόθεση της αντιμετώπισης προβλημάτων της εκπαίδευσης;
Μπορούμε να βασιζόμαστε σε ευκαιριακές, τυχαίες, αυθόρμητες συλλήψεις και ιδέες εκπαιδευτικών καινοτομιών;
Οι διευθυντές των σχολικών μονάδων είναι θεματοφύλακες της εκπαιδευτικής στασιμότητας και ελεγκτές των πρωτοβουλιών των εκπαιδευτικών ή είναι εμψυχωτές και συντονιστές συλλογικών διαδικασιών για τη συστηματική διαμόρφωση «εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής» των σχολικών μονάδων;
Τα βασικά ζητήματα που συνδέονται με το όλο έργο του σχολείου είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται τυχαία και ευκαιριακά, χωρίς έγκαιρη και συστηματική καταγραφή, αποτύπωση, σχεδιασμό, προγραμματισμό, παρέμβαση και παρακολούθηση των αποτελεσμάτων που έχουμε στην πράξη;
Μια εκπαιδευτική Πρωτοβουλία για αποτελεσματική μετατόπιση από μηχανιστικές μορφές διδασκαλίας και μάθησης (αποστήθισης και απομνημόνευσης) σε δημιουργικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες για την ανάπτυξη κριτικών και δημιουργικών ικανοτήτων από εκπαιδευτικούς και μαθητές είναι δυνατή χωρίς τη δέσμευση όλων-εκπαιδευτικών και μαθητών μιας σχολικής μονάδας-με ενιαίο και συστηματικό τρόπο;