Ἀπὸ μιὰ θύμηση περάστηκε ὁ ὕπνος
Ἀπὸ τὴν ἄνοιξη βγήκαμε στὸ καλοκαίρι,
Ἥρωες τῆς ἀκριβῆς ρέμβης,
Καὶ δὲν ἀπόρησε ὁ νοῦς μας
Δὲ σπάσαμε κέφι καὶ καρδιὲς
Ὅπως μυθέσκετο ἡ ψυχή μας·
Τεντωμένοι καθ\’ ὅλη μας τὴν ὕπαρξη
Ἀκούσαμε νὰ πέφτει ἡ ἀνατριχίλα
Τοῦ χρόνου,
Δὲν εἴδαμε παρὰ τὴν Πλάση μοναχὴ
Νὰ βόσκει τὴν ὄμορφη γοητεία της
Στὴν ἅπλα ποὺ τῆς δώρησε ὁ Θεὸς
Ξεφάντωμα ἐξαίσιο