
Λειτουργία θὰ πεῖ δημόσιο ἔργο, ἔργο δηλαδὴ γιὰ τὸ λαό, τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ τελεῖ τὴ θεία λειτουργία μόνο γιὰ τοὺς πιστούς, «Ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἑπομένως ἡ θεία Λειτουργία, σὰν δημόσιο ἔργο, γίνεται γιὰ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ λαό. Γιατί δὲν λειτουργοῦν μόνοι τους οὔτε μυστικὰ οἱ ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ κάθε φορὰ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἱερεῖς τοῦ τελοῦν τὴ θεία Λειτουργία. Ὅταν λέμε λαὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν ἐννοοῦμε χωριστά τους λαϊκοὺς ἀπὸ τοὺς κληρικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς λαϊκοὺς καὶ τοὺς κληρικούς· ὅλοι μαζὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ κληρικοὶ εἴμαστε ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ.
Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ποῦμε τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τὸ καταλαβαίνομε ὅμως καὶ τὸ ζοῦμε αὐτὸ τὸ πράγμα, ὅταν τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Ὅταν εἴμαστε μέσα στὸ ναὸ καὶ γίνεται ἡ θεία Λειτουργία, ἐμεῖς δὲν παρακολουθοῦμε ἁπλῶς σὰν θεατὲς ὅ,τι γίνεται, ἀλλὰ εἴμαστε ἐμεῖς ὅλοι ποὺ λειτουργοῦμε. Ἐμεῖς εἴμαστε ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, κι ἐμεῖς τελοῦμε τὴ θεία λειτουργία, μὲ τοὺς λειτουργούς της Ἐκκλησίας, ποὺ μὲ τὴ χειροτονία ἔχουν τὴ χάρη τῆς ἱερωσύνης. Γι’ αὐτὸ ὅλες οἱ εὐχὲς κι ὅλοι οἱ ὕμνοι τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι γραμμένοι ἔτσι, ποὺ νὰ φαίνεται πὼς δὲν λειτουργεῖ μόνος ὁ ἱερέας, ἀλλὰ ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ποὺ εἶναι μέσα στὸ ναό. «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» λέει ὁ διάκονος καὶ «Πρόσχωμεν», καὶ τὸ λέει γιὰ ὅλο τὸ λαό, γιατί ὅλοι εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία κι ὅλοι μαζὶ τελοῦμε θεία Λειτουργία.
Κάθε φορὰ ποὺ μαζευόμαστε στὸ ναὸ λέμε πὼς ἔχομε σύναξη, καὶ σύναξη θὰ πεῖ, ὄχι ὅτι πᾶμε στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὅτι συναζόμαστε γιὰ νὰ γίνωμε ἡ Ἐκκλησία· ἡ σύναξή μας αὐτὴ δείχνει πὼς εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία. Μὰ ἀκόμα πολὺ περισσότερο εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, ὄχι μόνο ὅταν συναζόμαστε, ἀλλὰ ὅταν μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Στὴ θεία Λειτουργία φαίνεται τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ λειτουργικὴ σύναξη εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τὸ κέντρο ὅλων τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ποὺ γίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μέσα στὸ ναό. Πάντα μὲ τὴν παρουσία μεταξὺ μας τοῦ ἱερέα, γιατί χωρὶς ἱερέα καὶ χωρὶς θεία Λειτουργία δὲν εἴμαστε Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία ἁπλὴ συγκέντρωση, σὰν ἐκεῖνες ποὺ κάνουν τὰ σωματεῖα καὶ οἱ σύλλογοι. Ἐκκλησία θὰ πεῖ ὁ λαός, ὁ ἱερέας καί, ἡ ἁγία Τράπεζα, δηλαδὴ ἡ θεία Λειτουργία. Ἡ θεία Λειτουργία δὲν εἶναι βέβαια κάτι ποὺ τὸ σκέφτηκαν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ εἶναι τὸ μεγάλο καὶ θειότατο Μυστήριο, ποὺ τὸ ἵδρυσε καὶ τὸ σύστησε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γιὰ νὰ τὸ ποῦμε καλύτερα, ὁ Ἰησοῦς Χριστὲς ἵδρυσε τὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία, συνεχίζοντας τὸ μεγάλο καὶ θειότατο Μυστήριο. Γι’ αὐτὸ ἡ θεία Λειτουργία λέγεται καὶ θεία Εὐχαριστία κι εἶναι τὸ ἴδιο πράγμα, ἡ ἱερὴ δηλαδὴ καὶ ἅγια τελετὴ τῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία συνεχίζεται ἀναίμακτα ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μέσα στὰ λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητὲς του εἶναι καὶ ἡ συνέχιση τῆς θυσίας καὶ ἡ κοινωνία ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του. Ἡ Λειτουργία δηλαδὴ καὶ ἡ θεία Εὐχαριστία δὲν εἶναι μόνο θυσία καὶ ἀνάμνηση τοῦ μυστικοῦ δείπνου, ἀλλὰ καὶ ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία καὶ συνεχίζει τὴ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του. Ὅταν λέμε θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου, ἐννοοῦμε τὸ σταυρικό του θάνατο, ἀλλὰ καὶ τὴν ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἀνάστασή του. Κι ὅταν τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία, καθὼς τὸ λέει σὲ μία εὐχὴ ὁ λειτουργὸς ἱερέας, «τὸν θάνατον αὐτοῦ καταγγελλόμεν, τὴν ἀνάστασιν αὐτοῦ ὁμολογοῦμεν». Ὅταν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς στὸ μυστικὸ δεῖπνο σύστησε τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μιλοῦσε γιὰ τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασή του. Γιὰ τὸ ἅγιο σῶμα του, ποὺ θὰ πέθαινε στὸ σταυρὸ καὶ γιὰ τὸ τίμιο αἷμα του, ποὺ θὰ ἔρρεε ἀπὸ τὴν πλευρά του. Γιὰ τὸ σῶμα του, ποὺ ἔλαβε κατὰ τὴν ἐνανθρώπησή του καὶ ποὺ σὲ τρεῖς μέρες θὰ ἀνασταινότανε ἄφθαρτο καὶ ἀθάνατο, αὐτὸ ποὺ στὸ θεῖο μυστήριο μεταδίδεται τώρα «εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον».
Ὅλα ὅσα γίνονται στὴ θεία Λειτουργία δὲν τὰ χωράει τὸ μυαλό μας, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχουμε πίστη γιὰ νὰ τὰ ζοῦμε μέσα μας. Εἶναι πάντα πολὺ περισσότερο ἕνα πράγμα νὰ τὸ ζοῦμε μέσα μας παρὰ μόνο νὰ τὸ καταλαβαίνουμε στεγνὰ μὲ τὸ μυαλό μας. Καὶ ἡ θεία Λειτουργία δὲν εἶναι μία νεκρή, ἀλλὰ ζωντανὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τόσο καλύτερα τὴν καταλαβαίνομε, ὅσο πιὸ ζωντανὰ μετέχουμε σ’ αὐτήν. Ὄχι ὅταν παρακολουθοῦμε σὰν θεατὲς ὅσα γίνονται μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ὅταν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ποὺ ζωντανὰ τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία. Θὰ τὸ ἐπαναλάβουμε καὶ θὰ τὸ ξαναποῦμε, αὐτὸ ποὺ εἶναι βασικὴ ἀλήθεια καὶ θεία πραγματικότητα· δὲν εἶναι δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία κάτι ξένο κι ἔξω ἀπό μας, ποὺ λειτουργεῖ κι ἐμεῖς πηγαίνουμε στὴ θεία Λειτουργία, μὰ ἐμεῖς συναγμένοι εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, ποὺ κάθε φορὰ τελοῦμε τὴ θεία Λειτουργία.