Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μᾶς εἶπε ὁ Κύριος ὅτι «ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδιά σας».
Γι’ αὐτό προσέχετε νά κάνετε θησαυρό σας, ἐκεῖνο πού ἀξίζει· καί ὄχι πράγματα τά ὁποῖα θά ἀποδειχθοῦν τελικά ὅτι δέν ἄξιζαν τόσο πολύ, ὅσο τά ἐκτιμούσατε. Γιατί μιά μέρα, τότε πού θά φύγομε ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί θά μεταβοῦμε στήν αἰώνια ζωή, θά καταλάβομε ὅτι μερικά πράγματα, πού τά ἐκτιμούσαμε ἐδῶ στή γῆ πολύ, δέν εἶχαν τόση ἀξία, ὅση τούς ἀποδίδαμε.
Καί ἄν τά εἴχαμε κάνει θησαυρό μας καί εἴχαμε ἀφήσει τήν καρδιά μας, νά κολλήσει σ’ αὐτά, νά εἶναι ἡ μόνη μας σκέψη καί ἀπασχόλησή μας, θά βρεθοῦμε χωρισμένοι ἀπό τόν Θεό. Μακρυά ἀπό τήν αἰώνια καί μακάρια ζωή κοντά στόν Θεό. Ἔξω ἀπό τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος:
«Θησαυρίζετε, ὄχι θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, πολύτιμα πράγματα πού φαίνονται ὄμορφα στήν ἐπίγεια ζωή μόνο, ἀλλά φροντίζετε νά θησαυρίζετε θησαυρούς πού εἶναι εἶναι ἄφθαρτοι, αἰώνιοι καί κανένας δέν μπορεῖ νά τούς κλέψει.
Πού ποτέ δέν θά φύγουν ἀπό τά χέρια σας.
Μήν ἀφήνετε τήν καρδιά σας νά κάνει θησαυρό τό ροῦχο, τό αὐτοκίνητο, τό χωράφι, τά χρήματα…»
Καλά αὐτά καί χρειάζονται γιά τή ζωή, γιά νά ἔχομε κάποια ἄνεση. Ἀλλά μή τά κάνομε θησαυρούς. Νά τά ἔχομε γιά νά ἐξυπηρετούμεθα. Τήν καρδιά μας, νά τήν ἔχομε ἐκεῖ πού εἶναι ὁ ἀληθινός θησαυρός. Στό Χριστό. Στήν Βασιλεία του τήν ἐπουράνια.
Ἄνοιξη μετά τήν βαρυχειμωνιά
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, μέ ἀπόφαση τῶν ἁγίων καί πανευφήμων ἀπόστόλων, μέσα στούς ἀποστολικούς κανόνες, ἔχει θεσπίσει αὐτή τήν περίοδο πού λέγεται Μεγάλη Σαρακοστή καί μᾶς τονίζει:
«Προσέξτε τίς τοποθετήσεις σας. Εἶναι φυσικό, στήν πορεία τῆς ζωῆς σας, νά κάνετε λάθη. Ἀλλά τά λάθη πρέπει νά τά διορθώνετε. Εἶναι φυσικό σάν ἄνθρωποι νά παρασύρεστε σέ λάθη καί ἁμαρτίες. Μά ἔρχεται καιρός, ἡ Μεγάλη Σαρακοστή, ἡ πνευματική ἄνοιξη μετά τήν βαρυχειμωνιά, γιά νά φέρει στούς πιστούς ὀμορφιά, δύναμη, καρποφορία ἐσωτερική».
Ἔρχεται λοιπόν ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, νά μᾶς βοηθήσει νά διορθωθοῦμε καί νά θεραπευθοῦμε. Καί νά φθάσομε στήν ἁγία Ἀνάσταση, ὄχι νεκροί, ἀλλά ἀναστημένοι.
Νά λέμε «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν», ἀλλά «καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
«Ἐν τοῖς μνήμασι», εὑρίσκονται κατά κυριολεξία ἐκεῖνοι πού ἔχουν πεθάνει. Ἀλλά ὑπάρχουν καί κάποια ἄλλα μνήματα, πνευματικά, μέσα στά ὁποῖα κατοικοῦν ἐκεῖνοι πού ἀφήνουν νά νεκρώνεται ἡ ψυχή τους ἀπό τά πάθη, τίς κακίες, τίς ἁμαρτίες. Πρόκειται γι’ αὐτούς πού ἔχουν ὄνομα ὅτι ζοῦν, μά νοητά, πνευματικά, εἶναι νεκροί.
Πρέπει νά φροντίσομε, νά μᾶς ἀναστήσει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ἀπό τήν μιά νέκρα καί ἀπό τήν ἄλλη. Ἄς «βοηθήσομε» τόν Κύριο στό ἔργο του, κάνοντας τόν ἑαυτό μας ἄξιο νά μᾶς ἀναστήσει τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως (τοῦ Πάσχα) πνευματικά καί τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας του (τῆς κοινῆς ἀναστάσεως) καί σωματικά. Καί νά μᾶς παραστήσει ἐνώπιόν του, γιά νά συνεχίσομε νά ζοῦμε γιά πάντα στήν Βασιλεία του.
Ἕνας καλός τρόπος, ὅπλο καί δύναμη, πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση τήν πνευματική, εἶναι ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία.
Γι’ αὐτό, οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί οἱ πατέρες, ὅρισαν ὅτι αὐτή τήν περίοδο πρέπει νά νηστεύομε. Νά ζοῦμε μέ κυριαρχία τῆς ψυχῆς καί τοῦ πνεύματος ἐπάνω στίς δυνάμεις τοῦ κόσμου τούτου, πού τίς ἐκφράζουν οἱ ἐπιθυμίες καί τά πάθη μας.
Ἄς σεβαστοῦμε τά χρόνια της.
Γιά νά καταλάβομε πόσο μεγάλη σημασία ἔχει ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἡλικία της.
Κάθε ἄνθρωπο τόν σεβόμαστε ἀνάλογα μέ τά χρόνια του. Ὅσο πιό μεγάλος εἶναι ἀπό μᾶς, τόσο πιό πολύ τόν σεβόμαστε. Τήν νηστεία τήν παρέδωσε ὁ Θεός στόν Παράδεισο. Εἶπε στούς πρωτόπλαστους: «Νά μή φᾶτε ἀπό ἐκεῖνο τό δένδρο. Ἅμα φᾶτε θά πεθάνετε».
Τί ἦταν αὐτό πού θά τούς ἔκανε νά πεθάνουν;
Ἡ παρακοή ἦταν. Ὄχι ἡ οὐσία τοῦ δένδρου.
Εἶναι ἀνόητο νά λέμε πῶς βλάπτει τό τυρί ἤ τό κρέας.
Ἡ παρακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ βλάπτει.
Τότε πού λέμε: «Ἄσε τόν Θεό στήν ἄκρη. Ἐγώ τά ξέρω καλύτερα».
Ὅταν ὅμως παίρνομε τήν ἀπόφαση νά τηρήσομε τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, σημαίνει πὼς τόν ἀναγνωρίζομε Σωτήρα μας, διδάσκαλό μας καί ὁδηγό μας. Καί ὅταν βάλομε στήν καρδιά μας, αὐτά τά ἱερά αἰσθήματα καί τίς ἅγιες αὐτές σκέψεις, εἶναι φυσικό, ὅτι ἡ καρδιά μας ἁγιάζεται καί καθαρίζεται.
Σεβόμαστε ἀκόμη τήν νηστεία, γιατί βλέπομε ὅτι οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι νήστευαν.
Ὁ Μωυσῆς 40 μέρες δέν ἔφαγε τίποτε.
Ὁ προφήτης Ἠλίας τό ἴδιο.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, νήστευε.
Οἱ ἅγιοι τρεῖς Παῖδες στήν Βαβυλώνα καί ὁ Δανιήλ, εἶχαν ἐντολή ἀπό τόν βασιλιά νά τρῶνε κάθε μέρα κρέας, γιά νά γίνουν ὄμορφοι καί δυνατοί γιατί τούς ἤθελε νά τούς ἐμπιστευθεῖ τίς πιό τιμητικές θέσεις. Μά αὐτοί εἶπαν:
«Ποιόν θά προτιμήσομε; Τόν ἐπίγειο βασιλιά, τόν ἐξουσιαστή, τόν κυρίαρχο; Ἤ τόν Θεό· τόν δημιουργό καί σωτήρα»;
Καί προτίμησαν οἱ ἅγιοι, νά τρῶνε ὄσπρια καί λαχανικά βάζοντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπό τίς ἀπειλές τοῦ τυράννου.
Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ βασιλιάς ἔριξε τόν Δανιήλ στό λάκκο τῶν λεόντων, τά λιοντάρια στάθηκαν ἥσυχα κοντά του, ἐπειδή εἶχε τήν χάρη καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ.
Κάτι ἀνάλογο συνέβη, τότε πού ὁ Ναβουχοδονόσορ πέταξε τούς τρεῖς Παῖδες στήν φωτιά. Σεβάστηκαν οἱ φλόγες ἐκείνους πού νήστευαν. Δέν ἔκαψαν οὔτε τά σώματά τους, οὔτε τά ροῦχα τους. Καί ὅταν τούς κάλεσαν βγῆκαν μόνοι τους ἀπό τό καμίνι ἀβλαβεῖς. Βλέποντας ὅλα αὐτά ὁ βασιλιάς, τούς ἔδωσε μεγαλύτερα ἀξιώματα, ἀπό ὅτι θά τούς ἔδινε χωρίς τό θαῦμα.
Πνευματική ρωμαλεότητα
Ἔτσι νήστευαν οἱ ἅγιοι. Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή ἁγίασαν καί ἀνέβηκαν ψηλά, γιατί πάτησαν κάτω ἀπό τά πόδια τους τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη τους.
Σεβόμαστε ἀκόμη τήν νηστεία, ὄχι μόνο γιά τήν ἡλικία της, ἀλλά καί γιατί δίνει δύναμη καί ρωμαλεότητα στόν πνευματικό μας ἀγώνα.
Θαυμάζομε τόν ἄνθρωπο, πού ἐνῶ ἔχει δύναμη, δέν τήν χρησιμοποιεῖ γιά τό κακό ἀλλά γιά τό καλό. Τόν ἔχομε ψηλά μέσα μας. Τόν ἀγαπᾶμε μέ τήν καρδιά μας.
Ἄς ἔλθομε στά πνευματικά. Κάθε στιγμή, βλέπομε τά πάθη μας νά εἶναι γίγαντες. Συνεχῶς νά μᾶς νικοῦν. Νά μᾶς κάνουν ὅτι θέλουν.
Λές σέ κάποιον:
-Κόψε τόν θυμό. Σοῦ ἀπαντᾶ:
-Δέν μπορῶ.
-Κόψε κάποιο ἄλλο πάθος.
–Προσπαθῶ, μά δέν μπορῶ.
-Πῶς νά μπορέσεις, ἀφοῦ ἀφήνεις τήν ψυχή νήπιο, ἐνῶ τά πάθη τά ἀφήνεις νά γιγαντώνουν.
Ἄρχισε νά δυναμώνεις τήν ψυχή σου. Πῶς;
Μέ τό νά ἀρχίσεις νά λές στά πάθη σου «ὄχι». Μά γιά νά μάθομε νά λέμε «ὄχι» στά πάθη μας, πρέπει νά μᾶς διδάξουν κάποιοι «ἀρχιγυμναστές»: Οἱ ἅγιοι Πατέρες.
Αὐτοί, μᾶς εἶπαν ὅτι ὁ καλύτερος τρόπος εἶναι ἡ νηστεία.
Χωρίς νά θυσιάζεις κάτι τό σημαντικό, λές:
«Τετάρτη σήμερα δέν τρώω τυρί. Δέν τρώω κρέας. Θά φάω νηστίσιμα».
Τί γίνεται τότε;
Διαμαρτύρεται ἡ ὄρεξή μας.
Ἄν ὅμως μείνομε σταθεροί, δυναμώνει καί θεριεύει ἡ θέληση. Ἔπειτα σκέπτεσαι: «Σ’ αὐτό γιατί κατόρθωσα καί ἐπιβλήθηκα στόν ἑαυτό μου καί στή γλώσσα μου δέν μπορῶ; Καί στό θυμό δέν μπορῶ;»
Ἴσως δέν τό λές ἔτσι ἀκριβῶς, ἀλλά τό λένε τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή ξεκινώντας μέ τήν νηστεία, παίρνομε θάρρος νά ἀγωνιζόμαστε καί ἐναντίον τῶν ἄλλων παθῶν.
Ἄν κάποιος ὅταν νηστεύει ἀρκεῖται μόνο στό νά ἀπέχει ἀπό ὡρισμένα φαγητά, καί καμαρώνει πού τά κατάφερε νά κυριαρχήσει στίς ὀρέξεις τῆς κοιλιᾶς καί νά ἀποκτήσει γερά πνευματικά μπράτσα, δέν κάνει καλά.
Ἄν πάλι νηστεύει, γιά νά κατακρίνει τούς ἄλλους πού δέν νηστεύουν, δέν ὠφελεῖται τίποτε. Ἀντιθέτως ἡ νηστεία του καταντᾶ παληανθρωπιά.
Ξέχασε ὅτι ἡ νηστεία, εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά νικήσεις τά ἄλλα πάθη χρησιμοποιώντας την σάν ὅπλο καί μετά νά στηρίξεις τούς ἄλλους. Νά μπορεῖς ἀπό τήν πείρα σου νά τούς πεῖς:
«Ἔτσι ἀγωνίστηκα. Κάνε το καί σύ, γιά νά νικήσεις τόν κακό ἑαυτό σου καί νά τόν ὑποτάξεις στό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ξεκίνα μέ μιά μικρή προσπάθεια στήν ἀρχή. Δυνάμωσέ την λίγο ἀργότερα. Βοήθησέ την μέ τήν προσευχή. Καί μή ξεχνᾶς τήν ταπείνωση. Ὅταν βλέπεις ἄνθρωπο νά μή νηστεύει, μή τόν κατακρίνεις. Μή τόν ἐξουθενώνεις. Μή τόν λές ἀσεβή».
Ἐσύ πάλι πού βλέπεις τόν ἄλλο νά νηστεύει –λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος – μή τόν λές ἀνόητο. Μή τόν λές καθυστερημένο. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά κυριαρχεῖ μέσα μας ἡ ἀγάπη, ἡ καλωσύνη, ἡ ταπείνωση καί ἡ σκέψη ὅτι ὅλοι μαζί εἰ δυνατόν, νά πᾶμε στόν Παράδεισο.
Σύ λοιπόν, μήν διαφοροποιεῖς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς ἀδελφούς σου, ἐπειδή τούς βλέπεις μικρότερους καί ἀδυνατώτερους ἀπό ὁποιαδήποτε πλευρά. Ἀλλά νά θέλεις νά τούς βοηθήσεις νά ἀνεβοῦν καί νά ἐξισωθοῦν μέ σένα. Καί γιατί ὄχι, νά γίνουν ὅλοι καλύτεροί σου.
Πνευματική ἐργασία νηστευτοῦ
Ὁ ἅγιος καί δίκαιος Μωυσῆς εἶδε τόν Θεό. Ἔλαβε τίς δέκα ἐντολές ἀπό τά χέρια του. Καί μᾶς τίς ἔδωσε, θεοχάρακτα γράμματα, νά τίς τηροῦμε γιά τήν σωτηρία μας. Ὁ ἅγιος λοιπόν Μωυσῆς διάλεξε κάποιους ἀπό τούς καλυτέρους ἀνθρώπους νά γίνουν συνεργάτες του. Μερικοί ὅμως ἀπό αὐτούς, δέν τόν ἀγαποῦσαν καί ὅταν τούς κάλεσε, ἔφυγαν ἀπό κοντά του.
Ὁ Μωυσῆς ὅμως, προσευχόταν νά στείλει ὁ Θεός τό Ἅγιο Πνεῦμα νά τούς δυναμώσει, νά τούς φωτίσει νά τούς ἁγιάσει. Καί παρότι ἦταν μακρυά του, κατέβηκε καί σ’ αὐτούς τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅπως καί στούς ἄλλους· γιατί ὁ ἀνεξίκακος Μωυσῆς τό ἤθελε καί προσευχόταν καί γι’ αὐτούς.
Πᾶνε κάποιοι καί τοῦ λένε:
-Μωυσῆ, αὐτοί δέν σέ ἀγαποῦν καί κατέβηκε τό Ἅγιο Πνεῦμα πάνω τους. Παρακάλεσε τόν Θεό νά τούς τό πάρει. Ἐμπόδισέ τους. Τούς ἀπαντᾶ:
-Μά ὑπάρχει καλύτερο πράγμα; Μπορῶ νά ζητήσω κάτι καλύτερο ἀπό τόν Θεό; Μακάρι νά δώσει ὁ Θεός τό Πνεῦμα του σέ ὅλο τόν κόσμο. Δέν εἶναι πόθος μου νά φαίνομαι ἐγώ καλύτερος. Σέ ὅλο τόν κόσμο νά δώσει ὁ Θεός Πνεῦμα Ἅγιο. Ὅλοι καλύτεροί μου νά γίνουν. Ἁγιώτεροι…
Αὐτό πρέπει νά ζητᾶμε καί ἐμεῖς καθημερινά στήν προσευχή μας… Νά ἀγωνιζόμαστε νά γίνομε ὅσο καλύτεροι μποροῦμε καί νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά ἁγιάζει τούς πάντες. Ξεκινώντας βέβαια ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ μας.
Τροφή τῆς ψυχῆς
Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Ἀδελφοί, ἡ νηστεία, γιά τό σῶμα εἶναι στέρηση.
Γιά τήν ψυχή εἶναι τροφή καί δύναμη.
Ὅταν ἕνας νηστεύει, φυσικά, τό σῶμα ἐξασθενεῖ. Γιατί γιά νά εἶναι ρωμαλέο, θέλει καλή τροφή. Καί ὅσοι ἐργάζονται πολύ νά τρῶνε κάπως πιό δυναμωτική τροφή, γιά νά ἀντέχουν στή δουλειά τους. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀθλητές.
Τό φαγητό, εἶναι δύναμη γιά τό σῶμα.
Ἡ νηστεία, ἐξασθενεῖ τό σῶμα. Μά ἐξασθενεῖ συγχρόνως καί τά πάθη. Γαληνεύουν τά πάθη περισσότερο.
Ἔτσι ἡ νηστεία, γιά τήν ψυχή εἶναι τροφή».
Τό εἴπαμε γιατί.
Γιατί σιγά-σιγά, καταλαβαίνει τήν δύναμή της. Σφίγγουν τά μπράτσα της, ἀποκτᾶ γροθιά, ἐναντίον τῶν παθῶν καί τοῦ διαβόλου.
Μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού νηστεύει καί ἐγκρατεύεται.
Καί μάλιστα συνειδητά· εἰς δόξαν Χριστοῦ.
Ὑπάρχει ἱερότερο πράγμα, ἀπό τό νά νηστεύεις τήν Παρασκευή, πού σταυρώθηκε ὁ Χριστός γιά μᾶς; Μόνο πού παίρνεις τήν ἀπόφαση νά νηστεύσεις, ἔστω καί κάτι ἐλάχιστο, δίνεις γροθιά πού διαλύει τόν διάβολο καί τά πάθη σου, διότι δοξάζεις τόν Χριστό.
Νηστεύομε καί τήν Τετάρτη πού ὁ Ἰούδας πρόδωσε τόν Χριστό. Εἶναι σάν νά λέμε: «Χριστέ μου, νηστεύω αὐτό τό λίγο πού μπορῶ. Δυνάμωσέ με, νά μή σέ προδώσω. Νά εἶμαι πάντα κοντά σου».
Πόσο δέχεται αὐτή τήν προσφορά μας ὁ Χριστός!
Ἀφοῦ γι’ αὐτό σταυρώθηκε. Γιά νά μᾶς κρατήσει κοντά του. Τί καλύτερο, ἀπό τό νά τόν παρακαλοῦμε γι’ αὐτό, μέ τήν νηστεία μας καί τήν προσευχή μας;
Καί ὅταν νηστεύομε τήν μεγάλη Σαρακοστή, ἔστω καί λίγο (βέβαια τό πολύ εἶναι καλύτερο), πάντως ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας, τί καλύτερο;
Προπαρασκευαζόμαστε ἔτσι γιά νά γιορτάσομε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀναστάσεώς μας τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας.
Τότε πού ὁ Χριστός θά ἀναστήσει ὅλους μέ τά σώματά μας γιά νά μᾶς δώσει τήν ἀτελεύτητη Βασιλεία του. Ἀμήν.