Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Νά ῾ταν τὸ καλοκαίρι νὰ μοῦ δίνανε/τὰ φύλλα νὰ πλαγιάσω τὰ ξερά τους,/μαζί τους νὰ τὸ λέω τὸ τραγούδι τους,/μαζί τους τ᾿ αὐγινὸ τὸ σφύριγμά τους.

  • !

    Κι ὕστερα τίποτ᾿ ἄλλο. Κι ὅταν θά ῾σβηνε/ἔτσι ἡ ζωή μου ἀπὸ χαρὰ γεμάτη,/λίγα κλαδιά τους πάλι νὰ μοῦ δίνανε,/νὰ γίνουν τὸ στερνό μου τὸ κρεββάτι…

Πεῦκα

Νά ῾ταν τὰ πεῦκα τῆς πλαγιᾶς, νὰ μοῦ ῾διναν

ἀπ᾿ τὰ κλαδιά τους τ᾿ ἄμετρα μιὰ στοῖβα,

νά ῾φτιανα σὲ μίαν ἄκρη δίπλα τους

τὴ φτωχική μου κι ἔρημη καλύβα.

Νά ῾ταν τὸ καλοκαίρι νὰ μοῦ δίνανε

τὰ φύλλα νὰ πλαγιάσω τὰ ξερά τους,

μαζί τους νὰ τὸ λέω τὸ τραγούδι τους,

μαζί τους τ᾿ αὐγινὸ τὸ σφύριγμά τους.

Κι ὕστερα τίποτ᾿ ἄλλο. Κι ὅταν θά ῾σβηνε

ἔτσι ἡ ζωή μου ἀπὸ χαρὰ γεμάτη,

λίγα κλαδιά τους πάλι νὰ μοῦ δίνανε,

νὰ γίνουν τὸ στερνό μου τὸ κρεββάτι…