Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Καθὼς πορευόμαστε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, οὐσιαστικὰ καθὼς περνᾶμε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς δόξας τῆς ἀνθρώπινης φύσεως στὴν ἑορτὴ τοῦ φωτισμοῦ της, ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία μας νὰ παρεμβάλει στὴ σημερινὴ Κυριακὴ τὴ μνήμη τῶν Ἁγίων Πάτερων ποὺ συγκρότησαν τὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, μιά ἑορτὴ ποὺ ἔχει κατεξοχὴν νὰ κάνει μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως.

  • !

    Ὁ Χριστὸς ἐνανθρώπησε γιὰ νὰ γευθεῖ τὸν θάνατο, γι΄ αὐτὸ καὶ πολὺ χαρακτηριστικὰ στὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεώς Του ἀπεικονίζεται ὡς βρέφος τυλιγμένο ὄχι μὲ σπάργανα, ἀλλὰ νεκρικὲς λωρίδες, ἐνῶ καὶ ἡ φάτνη, ποὺ κανονικὰ εἶναι ξύλινη, ἁγιογραφεῖται μαρμάρινη, προσομοιάζουσα περισσότερο σὲ μνῆμα.

  • !

    Ἐνῶ «ἐλήλυθε ἡ ὥρα» τῆς μοναδικῆς θυσίας, ὁ Χριστὸς μας προσεύχεται ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία του, γιὰ τὸν κάθε δικό του ἄνθρωπο, γιὰ τὸν κάθε πιστό. Καὶ ἐνῶ πορεύεται πρὸς τὸν θάνατο, προσεύχεται γιὰ τὸν ἐπίγειο ἐν Πνεύματι τρόπο ὑπάρξεως ὅλων μας, μὲ κύρια προοπτικὴ τὴν αἰώνια ζωή. Πρὶν γευθεῖ τὸν θάνατο ὁ Κύριος τῶν πάντων, μᾶς προσανατολίζει πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, χωρὶς νὰ κηρύττει ἢ ἁπλῶς νὰ μιλᾶ γι’ αὐτήν. Μόνο προσεύχεται γι΄ αὐτὴ ὡς τὸν μοναδικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας. Ἡ πρώτη φορά ποὺ ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται μὲ τόση σαφήνεια καὶ πόθο στὴν αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχή του!

  • !

    Κι ἐκεῖ ὁρίζει τὴν αἰώνια ζωὴ ὡς γνώση! «Αὕτη δὲ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωὴ ἵνα γινώσκωσί σε…». Ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας θὰ ἑρμηνεύσει: «Ζωὴ γὰρ ἡ γνῶσις ὡς ὅλην ὠδίνουσα τοῦ μυστηρίου τὴν δύναμιν καὶ εἰσκομίζουσα τῆς μυστικῆς θεολογίας τὴν μέθεξιν, δι’ ἧς τῷ ζῶντι καὶ ζωοποιῷ προσοικειούμεθα Λόγῳ». Προσδιορίζεται ἡ γνώση ὄχι ὡς κάτι τὸ στυγνὰ διανοητικό, τὸ ψυχρὰ λογικὸ ἢ πληροφοριακὸ στοιχεῖο. Ἀλλὰ ὡς βίωμα, συνειδητὴ ἐπικοινωνία καὶ μυστηριακὴ συνάντηση μὲ τὸν Θεὸ ὡς πηγὴ τῆς ζωῆς! Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ γνώση ταυτίζεται κατὰ μία ἔννοια μὲ τὴν πίστη! Μάλιστα χρησιμοποιεῖται ὁ ἐνεστώτας «γινώσκωσι»γιὰ νὰ φανεῖ τὸ διαρκῶς αὐξητικό τῆς γνώσεως αὐτῆς. Ὅπως ἄπειρος εἶναι ὁ Θεὸς καὶ αἰώνια εἶναι ἡ ζωή μαζί του, ἔτσι διαρκῶς αὐξανόμενη χωρὶς νὰ φθάνει σὲ ὅρια θὰ εἶναι καὶ ἡ γνώση του.

  • !

    Ἡ γνώση τῆς αἰώνιας ζωῆς περνᾶ ἀπό το βίωμα τοῦ Θεοῦ και το πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ γνώση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸ χωρίο αὐτὸ ἐμφανίζεται ρητὰ καὶ ἀπερίφραστα ὡς ἴση μὲ τὸ νὰ γνωρίζεις τὸν Θεό. Ἢ ἀκόμη καλύτερα, ἡ γνωριμία καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ φαίνεται νὰ ἐπιτυγχάνεται μέσω τῆς γνωριμίας καὶ κοινωνίας μὲ τὸν Χριστό, ὡς ἀπαραίτητης καὶ ἀμοιβαίας προϋποθέσεως. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τόσο κομβικὸ στὴν Ἐκκλησία!

  • !

    Γι’αὐτὸ καὶ ἡ συγκεκριμένη εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἐπιλέγεται ν’ ἀναγνωσθεῖ σήμερα, ποὺ γίνεται ἀναφορὰ στοὺς Πατέρες καὶ τή Χριστολογία τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γιὰ νὰ καταφανεῖ ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὄχι ἁπλῶς ὑψίστης σημασίας γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ μοναδικὴ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Θεὸ Πατέρα, τὴν πληρότητα τῆς γνώσεως, τὴν πληρότητα τῆς κοινωνίας Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, τὴν αἰώνια ζωή! Κάθε ἀλλοίωση τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, κάθε ἀνθρώπινη διαστρέβλωση καὶ παραχάραξη, ἀκυρώνει αὐτὴ τὴν ὁδό, αὐτὸ τὸ βίωμα, αὐτὴ τὴ γνώση.

  • !

    Πολλοί, ἀσχολούμενοι μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὶς ἐπὶ γῆς ἐκφάνσεις της, ἀποροῦν μὲ τὴν ἔλλειψη κάποιου ὁρατοῦ κέντρου, κάποιας ὁρατῆς ἀρχῆς ποὺ νὰ συντονίζει καὶ νὰ διοικεῖ. Δὲν εἴμαστε παπικοὶ γιὰ νὰ ἔχουμε μονάρχη τὸν Πάπα, οὔτε προτεστάντες γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναρχία καὶ χάος. Ἔχουμε τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Πίστεως, ἡ ὁποία γνωρίζει ὡς μόνο κέντρο καὶ ἀρχή της τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἀοράτως παρόντα, τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ἀρχηγὸ τῆς σωτηρίας ἡμῶν.

Ἡ αἰώνια ζωή

Καθὼς πορευόμαστε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, οὐσιαστικὰ καθὼς περνᾶμε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς δόξας τῆς ἀνθρώπινης φύσεως στὴν ἑορτὴ τοῦ φωτισμοῦ της, ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία μας νὰ παρεμβάλει στὴ σημερινὴ Κυριακὴ τὴ μνήμη τῶν Ἁγίων Πάτερων ποὺ συγκρότησαν τὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, μιά ἑορτὴ ποὺ ἔχει κατεξοχὴν νὰ κάνει μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Ὄχι ὅμως μὲ τὴν πίστη ὡς ἰδεολόγημα, ὡς θεωρητικὸ ἀνάπτυγμα ποὺ τὸ προσεγγίζει καὶ τὸ διαχειρίζεται ὁ ἐγκέφαλος μὲ τὴ λογικὴ ἢ μὲ τὴν ἀπομνημόνευση. Μὲ τὴν πίστη στὴν πραγματική της διάσταση, στὴν οὐσιαστική της ὑπόσταση, τὴν ὄντως ἀλήθεια.

Ἡ αἰώνια ζωὴ ὡς γνώση

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀποτελεῖ τὸ ἐναρκτήριο ἀπόσπασμα τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Χριστὸς μας ἑτοιμάζεται γιὰ τὴν ἑκούσια σταυρική του θυσία καὶ προσεύχεται. Χαρακτηριστικὴ ἡ ἔναρξη τῆς προσευχῆς του: «ἐλήλυθεν ἡ ὥρα». Ἔφθασε ἡ ὥρα γιὰ τὴν ὁποία συντελέστηκε ἡ σάρκωσή του. Πολλοὺς σκοποὺς ἐξυπηρέτησε ἡ ἐπὶ γῆς φανέρωση τοῦ Κυρίου. Ὁ σπουδαιότερος ὅμως ἀπὸ ὅλους ἦταν αὐτός, τὸ νὰ ἀνέλθει στὸ ὗψος τοῦ Σταυροῦ καὶ νὰ ἐκχύσει τὸ Τίμιο Αἷμα του ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Ὁ Χριστὸς ἐνανθρώπησε γιὰ νὰ γευθεῖ τὸν θάνατο, γι΄ αὐτὸ καὶ πολὺ χαρακτηριστικὰ στὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεώς Του ἀπεικονίζεται ὡς βρέφος τυλιγμένο ὄχι μὲ σπάργανα, ἀλλὰ νεκρικὲς λωρίδες, ἐνῶ καὶ ἡ φάτνη, ποὺ κανονικὰ εἶναι ξύλινη, ἁγιογραφεῖται μαρμάρινη, προσομοιάζουσα περισσότερο σὲ μνῆμα.

Καὶ ἐνῶ «ἐλήλυθε ἡ ὥρα» τῆς μοναδικῆς θυσίας, ὁ Χριστὸς μας προσεύχεται ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία του, γιὰ τὸν κάθε δικό του ἄνθρωπο, γιὰ τὸν κάθε πιστό. Καὶ ἐνῶ πορεύεται πρὸς τὸν θάνατο, προσεύχεται γιὰ τὸν ἐπίγειο ἐν Πνεύματι τρόπο ὑπάρξεως ὅλων μας, μὲ κύρια προοπτικὴ τὴν αἰώνια ζωή. Πρὶν γευθεῖ τὸν θάνατο ὁ Κύριος τῶν πάντων, μᾶς προσανατολίζει πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, χωρὶς νὰ κηρύττει ἢ ἁπλῶς νὰ μιλᾶ γι’ αὐτήν. Μόνο προσεύχεται γι΄ αὐτὴ ὡς τὸν μοναδικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας. Ἡ πρώτη φορά ποὺ ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται μὲ τόση σαφήνεια καὶ πόθο στὴν αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχή του!

Κι ἐκεῖ ὁρίζει τὴν αἰώνια ζωὴ ὡς γνώση! «Αὕτη δὲ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωὴ ἵνα γινώσκωσί σε…». Ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας θὰ ἑρμηνεύσει: «Ζωὴ γὰρ ἡ γνῶσις ὡς ὅλην ὠδίνουσα τοῦ μυστηρίου τὴν δύναμιν καὶ εἰσκομίζουσα τῆς μυστικῆς θεολογίας τὴν μέθεξιν, δι’ ἧς τῷ ζῶντι καὶ ζωοποιῷ προσοικειούμεθα Λόγῳ». Προσδιορίζεται ἡ γνώση ὄχι ὡς κάτι τὸ στυγνὰ διανοητικό, τὸ ψυχρὰ λογικὸ ἢ πληροφοριακὸ στοιχεῖο. Ἀλλὰ ὡς βίωμα, συνειδητὴ ἐπικοινωνία καὶ μυστηριακὴ συνάντηση μὲ τὸν Θεὸ ὡς πηγὴ τῆς ζωῆς! Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ γνώση ταυτίζεται κατὰ μία ἔννοια μὲ τὴν πίστη! Μάλιστα χρησιμοποιεῖται ὁ ἐνεστώτας «γινώσκωσι»γιὰ νὰ φανεῖ τὸ διαρκῶς αὐξητικό τῆς γνώσεως αὐτῆς. Ὅπως ἄπειρος εἶναι ὁ Θεὸς καὶ αἰώνια εἶναι ἡ ζωή μαζί του, ἔτσι διαρκῶς αὐξανόμενη χωρὶς νὰ φθάνει σὲ ὅρια θὰ εἶναι καὶ ἡ γνώση του.

Ἡ «γνώση» τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ!

Ποίου πράγματος γνώση προσφέρει ἡ αἰώνια ζωή; Ὄχι πράγματος, ἀφοῦ δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ θεωρήσεις καὶ παραδοχές, ἀλλὰ προσώπου! «Αὕτη δὲ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωὴ ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστὸν» (Ἰω. 17, 3). Ἡ γνώση τῆς αἰώνιας ζωῆς περνᾶ ἀπό το βίωμα τοῦ Θεοῦ και το πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ γνώση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸ χωρίο αὐτὸ ἐμφανίζεται ρητὰ καὶ ἀπερίφραστα ὡς ἴση μὲ τὸ νὰ γνωρίζεις τὸν Θεό. Ἢ ἀκόμη καλύτερα, ἡ γνωριμία καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ φαίνεται νὰ ἐπιτυγχάνεται μέσω τῆς γνωριμίας καὶ κοινωνίας μὲ τὸν Χριστό, ὡς ἀπαραίτητης καὶ ἀμοιβαίας προϋποθέσεως. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τόσο κομβικὸ στὴν Ἐκκλησία!

Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συγκεκριμένη εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἐπιλέγεται ν’ ἀναγνωσθεῖ σήμερα, ποὺ γίνεται ἀναφορὰ στοὺς Πατέρες καὶ τή Χριστολογία τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γιὰ νὰ καταφανεῖ ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὄχι ἁπλῶς ὑψίστης σημασίας γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ μοναδικὴ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Θεὸ Πατέρα, τὴν πληρότητα τῆς γνώσεως, τὴν πληρότητα τῆς κοινωνίας Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, τὴν αἰώνια ζωή! Κάθε ἀλλοίωση τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, κάθε ἀνθρώπινη διαστρέβλωση καὶ παραχάραξη, ἀκυρώνει αὐτὴ τὴν ὁδό, αὐτὸ τὸ βίωμα, αὐτὴ τὴ γνώση. «Αἵρεση» σημαίνει προτίμηση καὶ σημασιοδοτεῖ τὴν προτίμηση τοῦ ἀνθρώπου σ’ ἕναν ἄλλο δρόμο, ὄχι ἀληθινό, ὄχι σωτήριο, ὄχι τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει εὐαισθησία στὸ θέμα τῶν αἱρέσεων, γιατί ἀφενὸς ἀκυρώνουν τὸν μοναδικὸ δρόμο σωτηρίας ποὺ κατοχύρωσε ὑπὲρ τοῦ ἀνθρώπινου γένους τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀφετέρου προσπαθοῦν νὰ «πλασάρουν» τὸ ἀνθρώπινο πίστευμα καὶ κατασκεύασμα, σὰν ἐκ Θεοῦ, κοροϊδεύοντας Θεὸ καὶ παραπλανώντας ἀνθρώπους.

Πολλοί, ἀσχολούμενοι μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὶς ἐπὶ γῆς ἐκφάνσεις της, ἀποροῦν μὲ τὴν ἔλλειψη κάποιου ὁρατοῦ κέντρου, κάποιας ὁρατῆς ἀρχῆς ποὺ νὰ συντονίζει καὶ νὰ διοικεῖ. Δὲν εἴμαστε παπικοὶ γιὰ νὰ ἔχουμε μονάρχη τὸν Πάπα, οὔτε προτεστάντες γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναρχία καὶ χάος. Ἔχουμε τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Πίστεως, ἡ ὁποία γνωρίζει ὡς μόνο κέντρο καὶ ἀρχή της τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἀοράτως παρόντα, τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ἀρχηγὸ τῆς σωτηρίας ἡμῶν.