Ποιὸς ἄνθρωπος δὲν θὰ θυμώσει καὶ δὲν θὰ διαμαρτυρηθεῖ ἀκούγοντας τὴν παραβολὴ τοῦ κάκου δούλου στὸν ὁποῖο ὁ κύριός του συγχώρεσε ἕνα μεγάλο χρέος ἐνῶ αὐτὸς δὲν ἤθελε νὰ συγχωρέσει στὸν πλησίον του ἕνα μικρό;
Ταράζεται ἡ καρδιά μας ὅταν βλέπουμε τὶς χειρότερες ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτωλότητας τῶν ἀνθρώπων. Σωστὰ εἶπε ὁ προφήτης Δαβὶδ «καὶ ἐῤῥύσατο τὴν ψυχήν μου ἐκ μέσου σκύμνων. ἐκοιμήθην τεταραγμένος· υἱοὶ ἀνθρώπων, οἱ ὀδόντες αὐτῶν ὅπλα καὶ βέλη, καὶ ἡ γλῶσσα αὐτῶν μάχαιρα ὀξεῖα.» (Ψαλ. 56, 5). Καὶ δὲν τὸ λέει γιὰ τοὺς φονιάδες καὶ τοὺς κακούργους ἀλλὰ γιὰ μᾶς τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους. Ἐμᾶς μᾶς ἀποκαλεῖ λιοντάρια καὶ λέει ὅτι τὰ δόντια μας εἶναι ὅπλα καὶ βέλη καὶ ἡ γλώσσα ἀκονισμένο σπαθί. Καὶ τὸ σπαθὶ εἶναι ὄργανο τοῦ φόνου.
Ἂν ἡ γλώσσα μας εἶναι σὰν τὸ αἰχμηρὸ σπαθὶ τότε μποροῦμε νὰ τὴν χρησιμοποιήσουμε γιὰ νὰ φονεύουμε τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὄντως πολλὲς φορὲς τὸ κάνουμε καὶ δὲν θεωροῦμε τοὺς ἑαυτοὺς μας δολοφόνους. Πληγώνουμε τὴν καρδιὰ τοῦ πλησίον μὲ συκοφαντία καὶ ψέμμα, προσβάλλουμε τὴ δική του ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ταράζουμε τὴν καρδιά του μὲ κακολογία, – αὐτὸ δὲν εἶναι πνευματικὸς φόνος;
Ἄκουμε πὼς κάποιος ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς ἀνθρώπους μοιχεύει καὶ θυμώνουμε μ\’ αὐτόν. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ θυμώνεις μὲ τοὺς ἄλλους. Δύσκολο εἶναι νὰ θυμώνεις μὲ τὸν ἑαυτό σου. Ἔχουμε δικαίωμα νὰ θυμώνουμε μὲ τοὺς ἄλλους ἐνῶ οἱ ἴδιοι δὲν ἔχουμε τὴν καθαρότητα ποὺ ζητᾶ ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός; Πόσοι ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχουν κοιτάξει ποτὲ γυναίκα ἢ ἄνδρα μὲ πόθο; Λίγοι, πολὺ λίγοι.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς κάθε ἀκάθαρτο βλέμμα ποὺ ρίχνουμε στὴ γυναίκα τὸ ὀνομάζει μοιχεία. Καὶ ἂν ἀκόμα δὲν τὴν κάναμε μὲ τὸ σῶμα, στὴν καρδιά μας τὴν εἴχαμε κάνει.
Ἕνας μεγάλος ἱεράρχης, ὁ ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ, λέει τὸ ἑξῆς: «Τὶς ἁμαρτίες ποὺ βλέπουμε στοὺς ἄλλους τὶς ἔχουμε καὶ ἐμεῖς». Αὐτὸ εἶναι πολὺ σωστό.
Ὅλες οἱ ἁμαρτίες ποὺ βλέπουμε στοὺς ἄλλους ὑπάρχουν καὶ μέσα μας, ἴσως σὲ βαθμὸ πιὸ μικρό, ἀλλὰ ἔχουμε τὸ ἴδιο ἀκάθαρτη καρδιὰ ποὺ ἡ ἀκαθαρσία της φανερώνεται μὲ τὶς προσβολὲς τοῦ πλησίον καὶ τὸ μίσος ἐναντίον του. Τέτοια ἀκαθαρσία ὑπάρχει στὴν καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου. Γι\’ αὐτό, τὸν λόγο τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη πρέπει νὰ τὸν θυμόμαστε καὶ νὰ τὸν ἔχουμε πάντα στὴν καρδιά μας.
Ὅταν βλέπουμε τὴν ἁμαρτωλότητα τῶν ἄλλων πρέπει νὰ δοῦμε τὴν δική μας καρδιὰ καὶ νὰ ἀναρωτηθοῦμε «Ἐγὼ εἶμαι καθαρὸς ἀπὸ ἁμαρτία, δὲν ὑπάρχει μέσα μου τὸ ἴδιο πάθος ποὺ βλέπω στὸν ἀδελφό μου;»
Πάντα θυμόμαστε αὐτὰ ποὺ μᾶς προκαλοῦν μεγαλύτερη ἐντύπωση. Θυμόμαστε, γιὰ παράδειγμα τοὺς σεισμούς. Καὶ ὅσο πιὸ συμπονετικὴ εἶναι ἡ καρδιὰ μας τόσο περισσότερο χρόνο θυμόμαστε τὰ δυστυχήματα. Ἐνῶ οἱ σκληρόκαρδοι ἄνθρωποι τὰ ξεχνᾶνε πολὺ γρήγορα.
Δὲν δουλεύουν ἔτσι οἱ σεισμολόγοι. Πάντα ἔχουν στὸ νοῦ τους τοὺς σεισμοὺς καὶ κάθε μέρα κάνουν τὶς ἀνάλογες μετρήσεις. Ἀπ\’ αὐτοὺς πρέπει νὰ παίρνουμε τὸ παράδειγμα. Ὅπως οἱ σεισμολόγοι πάντα μὲ προσοχὴ παρακολουθοῦν τὶς δονήσεις στὸ ἐσωτερικὸ ἢ τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, τὸ ἴδιο πρέπει ἐμεῖς νὰ παρακολουθοῦμε ἀκούραστα τὶς κινήσεις τῆς δικῆς μας καρδιᾶς καὶ νὰ διώχνουμε ἀπὸ μέσα της κάθε ἀκαθαρσία. Νὰ προσέχουμε τὶς σκέψεις μας, τὶς ἐπιθυμίες, τὰ κίνητρα καὶ τὶς πράξεις. Νὰ τὰ ἀναλύουμε μὲ προσοχὴ ἐξετάζοντας μήπως ὑπάρχει σ\’ αὐτὰ κάτι ἁμαρτωλό.
Ἂν μιμηθοῦμε τοὺς σεισμολόγους καὶ παρακολουθοῦμε μὲ προσοχὴ τὶς κινήσεις τῆς δικῆς μας καρδιᾶς, τότε θὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν δίκη μας ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἀναξιότητα καὶ δὲν θὰ δίνουμε προσοχὴ σ\’ αὐτὰ ποὺ κάνουν οἱ ἄλλοι καὶ δὲν θὰ τοὺς κατακρίνουμε γι\’ αὐτὰ ποὺ κάνουν.
Προκαλεῖ ἀγανάκτηση ἡ συμπεριφορὰ τοῦ κακοῦ δούλου ποὺ ὁ εὔσπλαγχνος κύριος μόλις τοῦ ἄφησε μεγάλο χρέος δέκα χιλιάδων ταλάντων καὶ ἐκεῖνος μόλις εἶδε κάποιον ποὺ τοῦ ὀφεῖλε μόνο ἑκατὸ δηνάρια τὸν ἔπιασε καὶ ἄρχισε νὰ τὸν σφίγγει. Ὁ φτωχὸς τὸν παρακαλοῦσε καὶ τοῦ ἔλεγε ἴδια λόγια ποὺ μόλις πρὶν λίγο ὁ ἄσπλαγχνος δοῦλος ἔλεγε μπροστὰ στὸν κύριο «Μακροθύμησον ἐπ\’ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι» (Μτ. 18, 29). Ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν θέλει νὰ περιμένει καὶ βάζει στὴν φυλακὴ τὸν ὀφειλέτη του.
Τί πιὸ ἄδικο μπορεῖ νὰ ὑπάρχει;
Εἶναι ἔσχατος βαθμὸς σκληροκαρδίας καὶ ἀσπλαγχνίας, εἶναι πλήρης ἀπουσία τῆς εὐσπλαχνίας, τῆς θέλησης καὶ τῆς ἱκανότητας νὰ ἀφήνει κανεὶς στὸν πλησίον τὰ ὀφειλήματά του. Εἶναι ἡ λήθη ἐκείνης τῆς αἴτησης ποὺ κάθε μέρα ἀπευθύνουμε στὸν Θεό: «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Δὲν θέλουμε νὰ ἀφήνουμε στὸν πλησίον τὰ ὄφειληματά του, περιμένουμε ὅμως ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀφήσει τὰ δικά μας.
Τὴν πιὸ σκοτεινὴ πλευρὰ τῆς ψυχῆς του ἔδειξε αὐτὸς ὁ ἄκαρδος ἄνθρωπος στὸν πλησίον του. Ποιὰ ἦταν ἡ αἰτία νὰ φερθεῖ τόσο σκληρὰ καὶ νὰ καταπατήσει τὸ δίκαιο; Πρῶτ\’ ἀπ\’ ὅλα ἦταν ὁ ἐγωισμός του, ἡ φιλαυτία του. Λογαρίαζε μόνο τὸν ἑαυτό του καὶ δὲν σκεφτόταν τοὺς ἄλλους, μόνο γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ἤθελε καλό. Ὅλες οἱ σκέψεις καὶ ἐπιδιώξεις του ἦταν στὸ νὰ ἀποκτήσει ὅσο γίνεται πιὸ πολλά.Ἦταν πολὺ μεγάλος ἐγωιστής. Δὲν τοῦ ἀρκοῦσε ὅτι πῆρε ἀπὸ τὸν κύριο δέκα χιλιάδες τάλαντα, δὲν μποροῦσε νὰ ξεχάσει καὶ ἐκεῖνα τὰ ἑκατὸ δηνάρια ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ὁ φτωχός.
Ἂς δοῦμε ὅμως τὴ δική μας καρδιά. Δὲν ὑπάρχει μέσα μας σκληροκαρδία καὶ φιλαργυρία; Πόσοι ἀπὸ μᾶς περιφρονοῦν τὰ λεφτὰ καὶ δὲν ἐπιδιώκουν τὸν πλοῦτο; Λίγοι, πολὺ λίγοι. Φιλαργυρία εἶναι ἡ ἁμαρτία τῶν περισσότερων ἀνθρώπων. Ἀγανακτώντας γιὰ τὴν φιλαργυρία τοῦ κάλου δούλου, πρέπει μὲ ταπείνωση νὰ παραδεχτοῦμε ὅτι καὶ ἐμεῖς εὐθυνόμαστε γιὰ τὴν ἴδια ἁμαρτία. Στὸ παράδειγμα τοῦ κάκου αὐτοῦ δούλου βλέπουμε τὴν χειρότερη ἐκδήλωση τοῦ πάθους τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς φιλαργυρίας. Ὅμως δὲν ἀγαπᾶμε καὶ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν πλησίον μας; Τηροῦμε τὴν ἐντολὴ «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν» (Μτ. 19, 19);
Ἀγαπᾶμε τὸν ἑαυτό μας καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους λίγο νοιαζόμαστε. Αὐτὸ σημαίνει ἐγωισμός, εἶναι τὸ πάθος ποὺ σὲ τέτοια ἄσχημη μορφὴ ἐκδηλώθηκε στὴν περίπτωση τοῦ κάκου δούλου.Ἦταν ἄνθρωπος σκληρόκαρδος καὶ ἄσπλαχνος. Ἐμεῖς ὅμως μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας ὅτι τηροῦμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ1 «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστι;» (Λκ. 6, 36).
Ποιὸς ἀγαπάει τὸν πλησίον του σὰν τὸν ἑαυτό του; Ποιὸς τὸν φροντίζει ὅπως φροντίζει τὸν ἑαυτό του; Μόνο οἱ ἅγιοι. Ἐμεῖς δὲν εἴμαστε ἅγιοι γιατί ὅλοι ἔχουμε τὰ ἴδια πάθη ποὺ βλέπουμε στοὺς ἄλλους, ὅπως εἶπε ὁ ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ.
Πολλὲς φορὲς δὲν δείχνουμε ἔλεος στοὺς ὀφειλέτες μας. Ἀλλὰ ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος λέει: «Ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος» (Ἰακ. 2, 13). Νὰ τρομάζουμε ἀκούγοντας αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου γιατὶ θὰ ἔχουμε τὴν ἴδια μοίρα μὲ τὸν ἄσπλαχνο δοῦλο, τὸν ὁποῖο ὀργισμένος ὁ κύριος παρέδωσε στοὺς βασανιστές, ὥσπου νὰ ξεπληρώσει ὅλο τὸ χρέος.
Στὸ τέλος τῆς παραβολῆς ὁ Χριστὸς εἶπε: «Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν» (Μτ. 18, 35).
Μία ἄλλη φορὰ ὁ Χριστὸς εἶπε «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Μτ. 6, 14-15).
Ὁ Κύριός μας εἶπε νὰ προσευχόμαστε μὲ τὴν προσευχὴ ποὺ ἔδωσε στοὺς μαθητές του, ἡ ὁποία λέει «Καὶ ἅφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλεταις ἡμῶν». Αὐτὰ τὰ λόγια ἐπαναλαμβάνουμε κάθε μέρα.
Βλέπετε ὅτι ἢ ἀπαίτηση εἶναι μεγάλη. Δὲν μποροῦμε ὅταν βλέπουμε τὶς κακίες ποὺ κάνουν οἱ ἄλλοι, μόνο νὰ ἀγανακτοῦμε, – πρέπει νὰ θυμόμαστε τὸν λόγο: «πρόσεχε σεαυτόν».
Νὰ προσέχεις πάντα τὴν καρδιά σου, τὴν κάθε κίνησή της, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ ἀσήμαντες ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν μέσα της. Ἂς θυμόμαστε πάντα τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴν ἐπιστολὴ πρὸς Ἔφεσιους: «Γίνεσθε δὲ εἰς ἀλλήλους χρηστοί, εὔσπλαγχνοι, χαριζόμενοι ἑαυτοῖς καθὼς καὶ ὁ Θεὸς ἐν Χριστῷ ἐχαρίσατο ὑμῖν» (Ἐφ. 4, 32). Πρέπει νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους ἔτσι ὅπως τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸ τέλος τῆς παραβολῆς, – μὲ ὅλη τὴν καρδιά.
Ἂς μάθουμε νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ ζητάει ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστὸς – νὰ εἴμαστε σπλαχνικοί, ὅπως εἶναι εὔσπλαχνος ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μας καὶ μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ νὰ συγχωροῦμε στὸν πλησίον τὰ παραπτώματά του. Τότε καὶ ἐμᾶς θὰ μᾶς συγχωρήσει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μας. Ἀμήν.