Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Δυστυχῶς σήμερα στὸν κόσμο κυριαρχεῖ μία οὐμανιστικὴ θεώρηση τῆς ζωῆς, ποὺ ἔχει ὡς στόχο τὴν ἀνθρώπινη εὐδαιμονία. Πολλοὶ διδάσκουν ὅτι πρέπει νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι καὶ αὐτὸ θὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν εὐτυχία. Αὐτὸ ὅμως οὐσιαστικὰ δὲν εἶναι τίποτα. Ἂν δὲν γίνουμε Χαριτωμένοι ἄνθρωποι, δηλαδὴ δοχεῖα τῆς θείας Χάριτος, «ἐποιήσαμεν οὐδέν». Πρέπει νὰ ἀποστραφοῦμε τὸν στεῖρο καὶ ψυχρὸ ἠθικισμό, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τυπολατρεία καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ὑποθῆκες τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὴν κατάκτηση τοῦ ἁγιασμοῦ, τῆς «υἱοθεσίας», ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ὕψιστη τιμὴ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ καὶ μέσα στὸν κόσμο καὶ μέσα στὴν οἰκογένεια. Ὑπεύθυνα γράφουμε ὅτι γνωρίζουμε ἀνθρώπους οἰκογενειάρχες ποὺ ἔχουν Χάρη Θεοῦ ποὺ δὲν τὴν ἔχουν μοναχοί, γιατί ἀγωνίζονται σωστὰ καὶ ζοῦν θεάρεστα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὑποδείκνυε καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς του.

Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος καί ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ

Ἡ κρίση στὸν γάμο σήμερα

Ὁ θεσμὸς τῆς οἰκογενείας σήμερα βρίσκεται σὲ κρίση παγκοσμίως. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τοῦ ὁποίου φέτος ἑορτάζομε τὰ 1600 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του, θεωρεῖται ὁ δημιουργός τῆς θεολογίας τοῦ καθημερινοῦ βίου. Στὸ ἄρθρο αὐτὸ παρουσιάζονται θέσεις καὶ συμβουλὲς τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου γιὰ τὸ σημαντικότερο μέρος τοῦ καθημερινοῦ βίου, τὴν οἰκογένεια.

Ὁ Θεὸς προγνωρίζοντας τὸ τί θὰ ἐπακολουθοῦσε μετὰ τὴν δημιουργία τῶν ἀνθρώπων τοὺς ἔπλασε βιολογικὰ ἕτοιμους γιὰ «γάμου κοινωνίαν». Ἡ δημιουργία ἀναφέρεται ἀρχικὰ μόνο στὸν Ἀδάμ. «Τοῦ Ἀδὰμ καθεύδοντος, ἡ γυνὴ κατασκευάζετο»(1). Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι ὁ Μωυσῆς δὲν χρησιμοποιεῖ τὸ ρῆμα «ἐπλασεν» ὅταν μιλᾶ γιὰ τὴν Εὔα ἀλλὰ τὸ «ὠκοδόμησεν» θέλοντας νὰ δείξει ὅτι αὐτὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἴδια οὐσία τοῦ Ἀδάμ, ὄχι ἀπὸ ἄλλη, διαφορετική. Ἡ γυναίκα λοιπὸν δὲν ὑπολείπεται σὲ κάτι ἀπὸ τὸν Ἀδάμ. Εἶναι ἀνθρώπινη ὕπαρξη τέλεια ἀλλὰ καὶ ἰσότιμη πρὸς αὐτόν. Ὁ Θεὸς προγνωρίζοντας τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἐπινοεῖ τὸν γάμο καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς ἀμοιβαίας παρηγοριᾶς τους.

Πρὶν ἀπὸ τὴν παρακοὴ καὶ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴν παραδείσια ζωὴ δὲν ὑπῆρχε ὁ γάμος. Οἱ πρωτόπλαστοι ζοῦσαν παρθενικὴ ζωή, μιμούμενοι τὴν ζωὴ τῶν Ἀγγέλων. Λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: «Τὰ τῆς συνουσίας ἔγιναν μετὰ τὴν παράβαση• μέχρι τότε ζοῦσαν ὡς ἄγγελοι μέσα στὸν παράδεισο, χωρὶς νὰ φλέγωνται ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυμία, οὔτε νὰ πολιορκοῦνται ἀπὸ ἄλλα πάθη, οὔτε νὰ πιέζονται ἀπὸ τὶς φυσικὲς ἀνάγκες, ἀλλὰ ἀφοῦ δημιουργήθηκαν ἐντελῶς ἄφθαρτοι καὶ ἀθάνατοι, δὲν εἶχαν ἀνάγκη οὔτε νὰ φοροῦν ροῦχα. Πρὶν μπεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ παρακοὴ ἦσαν ντυμένοι μὲ τὴν θεϊκὴ δόξα, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ντρέπονταν ἂν καὶ ἦσαν γυμνοὶ»(2). Οἱ πρωτόπλαστοι δὲν κατόρθωσαν νὰ διατηρήσουν τὴν ἀνώτερη αὐτὴ ζωὴ γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Φάνηκαν ἀνάξιοι τῶν τόσων μεγάλων ἀγαθῶν ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός(3).

Αὐτὰ ποὺ πρὸ τῆς πτώσεως ἦσαν περιττά, ἐνδύματα, τέχνες, ἐργασία, γίνονται ἀναγκαῖα λόγω τῆς καταστάσεως τῆς ἀδυναμίας καὶ ἀσθενείας τῶν ἀνθρώπων(4). Σὲ αὐτὴ τὴν ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τὴν αἰτία ὁ γάμος, δημιουργός του ὅμως εἶναι ὁ Θεός(5).

Ποιὰ εἶναι ἡ ἀσθένεια τῶν μεταπτωτικῶν ἀνθρώπων; Ὁ Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ὅτι ἡ ἀσθένεια εἶναι ἔλλειψη αὐτάρκειας. Οὔτε ὁ ἄνδρας οὔτε ἡ γυναίκα εἶναι «αὐτάρκεις». Εἶναι καὶ τῶν δύο ἡ φύση «ἐνδεὴς» (ἀνεπαρκής). Ἄρα δὲν εἶναι πλήρεις. Ὁ ἕνας πρέπει νὰ συμπληρώνει τὸν ἄλλον. Λέει: «Ἐπειδὴ ἡ φύση μας ἀπὸ τὸν Δημιουργὸ ἔγινε ἀνεπαρκὴς (ἐνδεὴς) καὶ δὲν εἶναι αὐτάρκης ἀπὸ μόνη της, κανόνισε ὁ Θεὸς πρὸς τὸ συμφέρον μας νὰ συμπληρώνεται ἡ ἀνεπάρκεια αὐτὴ μὲ τὴν ὠφέλεια ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν συνάθροισή μας. Γι’ αὐτὸ καὶ δημιουργήθηκε καὶ ὁ γάμος, ὥστε ἐκεῖνο ποὺ λείπει ἀπὸ τὸν ἕνα νὰ συμπληρώνεται ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ ἡ ἐνδεὴς φύση μας νὰ γίνεται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο αὐτάρκης καὶ νὰ ἔχει τὴν δυνατότητα, ἐνῶ ἔγινε θνητή, νὰ διατηρεῖ μὲ τὴν διαδοχὴ γιὰ πολὺ χρονικὸ διάστημα τὴν ἀθανασία»(6). Δηλαδὴ μέσα στὸν γάμο ὁ σύζυγος καὶ ἡ σύζυγος ἑνώνονται καὶ ὁλοκληρώνονται ὡς προσωπικότητες.

Γιὰ νὰ μὴν ἐξαφανισθεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος μετὰ τὴν εἴσοδο τοῦ θανάτου ὁ «εὐμήχανος» Θεὸς «συνεχώρησεν διὰ τῆς συνουσίας αὐξηθῆναι τὸ γένος». Ἡ γέννηση τῶν παιδιῶν, ἡ τεκνογονία, εἶναι πολὺ μεγάλη παρηγοριὰ λόγω τῆς θνητότητος τῶν ἀνθρώπων. Ὁ γάμος γίνεται ἀρχικὰ μέσον πρὸς τεκνογονία. Γιὰ νὰ κτυπήσει τὸ φοβερὸ πρόσωπο τοῦ θανάτου ὁ Θεὸς χάρισε «τὴν τῶν παίδων διαδοχὴν»(7). Οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι μὲ τὴν ἀπόκτηση τέκνων ἔβλεπαν τὴν συνέχιση τῆς ζωῆς τους καὶ παρηγοροῦνταν γιὰ τὸν θάνατό τους. Ἡ τεκνοποιΐα θεωρεῖται ἀρχικὴ αἰτία τοῦ γάμου. Μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ὁποία καταργήθηκε ὁ θάνατος, ὁ Χρυσόστομος λέει ὅτι δὲν χρειαζόταν ἡ παρηγοριὰ τῆς τεκνογονίας. Παρηγοριὰ τώρα εἶναι ἡ προσδοκία τῆς προσωπικῆς ἀναστάσεως καὶ κληρονομιᾶς τῆς οὐρανίου Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ποὺ προϋποθέτουν σωφροσύνη καὶ ἀρετή.

Ὁ Χρυσόστομος, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δέχεται ὅτι ἡ συνουσία ἔχει τὴν θέση της μόνο μέσα στὸν γάμο καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτόν. Ὅσοι ὑποτιμοῦν (βδελύσσονται) τὸν γάμο, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη, κάνουν ἔργο «σατανικὸν» καὶ «ἀπάνθρωπον», καὶ περιφρονοῦν τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὴν ρίζα τῆς δικῆς μας γενέσεως(8). Σχολιάζοντας τὴν Γένεσιν, τὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Π.Δ., ἀναφέρει ὅτι ἡ «συνουσία» τῶν συζύγων δὲν εἶναι ἀρκετὴ γιὰ τὴν γέννηση τέκνων. Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, «ἡ ἄνωθεν συμμαχία, ποὺ κινεῖ τὴν φύση «πρὸς γονήν». «Τὴν γέννηση τῶν παιδιῶν δὲν τὴν κάνει ὁπωσδήποτε ὁ γάμος, ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ λέγει «αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεστε καὶ γεμίστε τὴν γῆ». Καὶ τὸ βεβαιώνουν αὐτὸ ὅσοι σύναψαν βέβαια γάμο ἀλλὰ δὲν ἔγιναν πατέρες»(9).

Ὁ ἄνθρωπος μετὰ τὴν πτώση δὲν ἔχασε τὸ θεϊκὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας νὰ ἐπιλέγει τὸ καλὸ ἤ τὸ κακό. Ἡ ἐπιθυμία πρέπει νὰ κινεῖται κατὰ τὸν Χρυσόστομο μέσα σὲ ὅρια, νὰ ἔχει μέτρο. Ἂν βγεῖ ἀπὸ τὰ ὅρια τότε παρασύρει στὴν ἁμαρτία, ἐνῶ ἡ ἴδια δὲν εἶναι ἁμαρτία. Στὴν «ἀμετρία», τὴν ὑπέρβαση τῶν ὁρίων, στὸ ἀχαλίνωτό τῆς ἐπιθυμίας βρίσκεται καὶ ὁ λόγος τοῦ γάμου. Μὲ τὸν γάμο ὁ ἄνθρωπος μένει μέσα στὰ ὅρια καὶ ἡ ἐπιθυμία δὲν γίνεται ἁμαρτία. «Ἐπειδὴ γὰρ εἰσῆλθεν ἡ ἐπιθυμία, εἰσῆλθε καὶ γάμος, τὴν ἀμετρίαν ἐκκόπτων καὶ πείθων μιᾷ χρῆσθαι γυναικὶ»(10). Ἔξω ἀπὸ τὸν γάμο ἡ ἐπιθυμία πραγματοποιούμενη ἐκδηλώνεται ὡς πορνεία, μοιχεία ἤ ὁμοφυλοφιλία.

Ἐὰν μεταξὺ τῶν συζύγων δὲν ὑπάρχει σωφροσύνη ὁ γάμος δὲν εἶναι τίμιος. «Πῶς τίμιος ὁ γάμος»; Ἡ ἀπάντηση: «Ὅτι ἐν σωφροσύνῃ, διατηρεῖ τὸν πιστὸν»(11). Ἐπειδὴ ὅμως ἡ «πύρωση τῆς σαρκός», τὰ σαρκικὰ πάθη, εἶναι τόσο δυνατὰ ποὺ γίνονται ἐμπόδιο στὴν σωφροσύνη προβάλλει τὸν γάμο ὡς φάρμακο κατὰ τῆς πορνείας. Χαρακτηριστικὰ εἶναι τὰ λόγια του ποὺ εἰσάγουν τὴν ἀσκητικὴ διάσταση μέσα στὸν γάμο. Ὁ γάμος δὲν ἔχει γίνει γιὰ νὰ ἀσελγοῦμε, οὔτε νὰ πορνεύουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ σωφρονοῦμε(12). Καὶ συνεχίζει: «Δύο λοιπὸν εἶναι αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποῖα ἔχει θεσπισθεῖ ὁ γάμος, καὶ γιὰ νὰ σωφρονοῦμε καὶ γιὰ νὰ γινόμαστε πατέρες, καὶ ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ πρώτη εἶναι ἡ αἰτία τῆς σωφροσύνης»(13).

Ὁ τονισμὸς φυσικά τῆς σωφροσύνης δὲν ἀποκλείει τὴν τεκνογονία. Ἡ «μίξις» δόθηκε «πρὸς παιδοποιΐαν». Τὰ τέκνα ἀποτελοῦν συνδετικὸ κρίκο, «γέφυρα» ποὺ ἑνώνει τοὺς συζύγους. Μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς σωφροσύνης ὁ γάμος εἶναι γαλήνιο λιμάνι. Ἐπικρατεῖ εἰρήνη, εὐχάριστο περιβάλλον, ὁμόνοια καὶ ἀγάπη τῶν συζύγων. Ὁ γάμος μὲ τὶς βιοτικές του μέριμνες δὲν εἶναι ἐμπόδιο στὴν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν. Φέρνει ὡς παράδειγμα τὸ ζεῦγος τῶν ἁγίων ἀποστόλων Ἀκύλα καὶ Πρίσκιλλας, ποὺ ἂν καὶ «ἐργαστηρίων προειστήκεσαν καὶ τέχνην μετεχειρίζοντο», ἦταν δηλ. ὑπεύθυνοι στὸ ἐργαστήριο κατασκευῆς σκηνῶν τίποτε δὲν τοὺς ἐμπόδισε νὰ ἐπιδείξουν ἀκρίβεια στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως οἱ μοναχοί. Ἐὰν ὁ γάμος ἐμπόδιζε τὴν ἀρετὴ τότε φταίει ὁ Θεὸς ποὺ τὸν εἰσήγαγε. Τονίζει ὁ ἅγιος: «Μὴ θεωρεῖτε τὸν γάμο ἐμπόδιο γιὰ νὰ εὐαρεστήσετε τὸν Θεό… διότι ἐὰν ὁ γάμος, ἀγαπητέ, καὶ ἡ ἀνατροφὴ τῶν τέκνων θὰ γινόταν ἐμπόδιο στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς, δὲν θὰ τὸν εἰσῆγε στὴν δική μας ζωὴ ὁ Δημιουργός… δὲν ἐμποδίζει σὲ τίποτε στὴν χριστιανική μας ζωὴ ἐὰν θέλουμε νὰ ἀγωνιστοῦμε»(14). «Γιατί ἂν εἴμαστε ἄγρυπνοι, ἐὰν νήφωμεν, οὔτε ὁ γάμος, οὔτε ἡ ἀνατροφή, οὔτε κάτι ἄλλο θὰ μπορέσει νὰ μᾶς ἐμποδίσει νὰ γίνουμε εὐάρεστοι στὸν Θεὸ»(15).

Παραδέχεται ὅμως ὅτι οἱ κόποι καὶ οἱ ἀγῶνες ποὺ πρέπει νὰ κάνουν γιὰ τὴν σωτηρία τους οἱ ἔγγαμοι εἶναι μεγαλύτεροι ἀπὸ τοὺς κόπους καὶ τοὺς ἀγῶνες τῶν μοναχῶν. Οἱ μεγαλύτεροι ὅμως κόποι θὰ ἀμειφθοῦν μὲ «λαμπρότερους στεφάνους». Ἂν οἱ ἔγγαμοι δὲν ἀπορροφηθοῦν ἀπὸ τὸ κυνήγι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, κάνουν χρήση τῶν ἀγαθῶν καὶ ὄχι κατάχρηση, τότε ὁ γάμος δὲν γίνεται ἐμπόδιο. Ἐμπόδιο εἶναι ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος κάνει κατάχρηση τοῦ γάμου. «Μετὰ συμμετρίας τῷ γάμω χρῷ καὶ πρῶτος ἐν τῇ βασιλείᾳ ἔσῃ καὶ πάντων ἀπολαύσεις τῶν ἀγαθῶν»(16).

Γάμος, «μυστήριον μέγα»

Ὁ γάμος χαρακτηρίζεται «μυστήριον μέγα» ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Γιὰ πρώτη φορὰ βρίσκουμε ἐκτενέστερη ἀνάλυση ἀπὸ τὸν Χρυσόστομο τοῦ μυστηριακοῦ χαρακτήρα τοῦ γάμου. Ὁ γάμος εἶναι μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καὶ προϋποθέτει τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Τύπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ γάμος. Ὅπως ἡ Εὔα προῆλθε ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδάμ, ἐνῶ κοιμόταν, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία προῆλθε ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ ἦταν νεκρὸς πάνω στὸν σταυρό. Ἀπὸ τὴν λογχισμένη πλευρὰ τοῦ Χριστοῦ βγῆκε «αἷμα καὶ ὕδωρ», ἀπὸ τὰ ὁποία ἔγινε ἡ Ἐκκλησία. Στὸ μυστήριο τοῦ γάμου εἶναι παρὼν ὁ Χριστός. Πῶς; Μὲ τὸ «ὕδωρ» τοῦ βαπτίσματος ἀναγεννώμεθα καὶ μὲ τὸ «αἷμα» τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς Θείας Εὐχαριστίας τρεφόμαστε πνευματικά. Ἑπομένως οἱ σύζυγοι εἶναι μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ αὐτὸ προκύπτει ἡ ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι οἱ ἄνδρες ἔχουν ὑποχρέωση νὰ ἀγαποῦν τὶς γυναῖκες τους «ὡς τὰ ἑαυτῶν σώματα»(17).

«Καὶ ὄχι μόνο γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀγαπᾶμε τὴν γυναίκα μας, ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι μέλος μας καὶ δημιουργήθηκε ἀπό μᾶς», λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ὅρισε νόμο γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ πράγμα, λέγοντας τὸ ἐξῆς• «κάθε ἄνδρας θὰ ἐγκαταλείψει τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του καὶ θὰ συνδεθεῖ στενὰ μὲ τὴν γυναίκα του, καὶ θὰ γίνουν οἱ δυό τους μία σάρκα». Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸν λόγο καὶ ὁ Παῦλος μᾶς διάβασε αὐτὸν τὸν νόμο, γιὰ νὰ μᾶς παρακινήσει ἀπὸ παντοῦ πρὸς τὴν ἀγάπη αὐτὴ»(18).

Ὁ γάμος εἶναι μυστήριο ἀγάπης. Μόνο στὸν ἐνάρετο γάμο βρίσκεται ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη, ἡ γαλήνη, ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία, ἡ ὁποία συμβαδίζει μὲ τὴν σωφροσύνη. Βλέποντας ὁ ἄνδρας τὰ πνευματικὰ χαρίσματα τῆς γυναίκας του αὐξάνεται ἡ ἀγάπη καὶ ὁ πόθος του γι’ αὐτὴν καὶ δὲν παρασύρεται ἀπὸ ἄλλες γυναῖκες.

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θέλει νὰ λειτουργεῖ ὁ γάμος σὰν λιμάνι, νὰ μὴ γίνεται ἀφορμὴ ναυαγίου(19). Ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπαφὴ νὰ ἀποφασίζεται καὶ ἀπὸ τὰ ἀμφότερα μέρη. Ἀναφέρει σχετικὰ ὁ ἅγιος: «Διέταξε ὁ Χριστὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Παύλου νὰ μὴ στερεῖ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀλλὰ μερικὲς γυναῖκες μὲ τὴν δῆθεν ἐπιθυμία τῆς ἐγκράτειας ἀπομακρύνθησαν ἀπὸ τοὺς ἄνδρες τους, χάριν τῆς εὐλαβείας, καὶ τοὺς ἔσπρωξαν στὴν μοιχεία καὶ σὲ βάραθρο ἀπωλείας»(20). «Δὲν θὰ στερεῖ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον χωρὶς συμφωνία. Τί σημαίνει αὐτό; Δὲν θὰ ἐγκρατεύεται, λέει ὁ Παῦλος, ἡ γυναίκα ἂν δὲν τὸ θέλει ὁ ἄνδρας. Οὔτε ὁ ἄνδρας ἂν δὲν τὸ θέλει ἡ γυναίκα. Γιὰ ποιὸ λόγο; Γιατί γεννιοῦνται μεγάλα κακὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐγκράτεια• ἐπειδὴ καὶ μοιχεῖες καὶ πορνεῖες καὶ διάλυση οἰκογενειῶν ἀπὸ αὐτὸ ἔγιναν. Γιατί ἂν ἔχοντας τὶς δικές τους γυναῖκες πορνεύουν, πολὺ περισσότερο ἂν τοὺς τὴν στερήσεις»(21). Ἡ ἀδυναμία τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς συζύγους προκαλεῖ συνεχεῖς πειρασμούς, ἐκνευρισμούς, διαμάχες, συγκρούσεις. Χάνεται ἔτσι ἡ ἠρεμία, ἡ ὁμόνοια καὶ ἡ εἰρηνικὴ συμβίωση• ἡ ἄσκηση δὲ ποὺ ἐπιδιώκεται εἶναι ἄχρηστη γιατί διώχνει τὴν ἀγάπη. «Ποιὸ εἶναι τὸ κέρδος τῆς νηστείας καὶ τῆς ἐγκράτειας ὅταν σπάσει ἡ ἀγάπη; Κανένα».

Ὁ γάμος εἶναι ἕνα μυστήριο• καὶ ὡς γεγονὸς ζωῆς ἀλλὰ καὶ ὡς τελετὴ στὸν ἱερὸ ναό. Μετὰ τὴν τελετὴ αὐτὴ τὰ συμπόσια ποὺ συνήθως ἀκολουθοῦν, ἂς γίνονται, ἀλλὰ νὰ εἶναι σεμνά, νὰ προκαλοῦν χαρὰ καὶ εὐχαρίστηση χωρὶς νὰ προσβάλλεται ἡ σωφροσύνη. Λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: «Εἶναι δυνατὸν νὰ κάνομε εὔθυμο τὸν γάμο, μὲ πλούσια τραπέζια, μὲ ροῦχα• δὲν τὰ περιορίζω αὐτά. Ἐπιτρέπεται νὰ εὐφραινόμαστε μὲ ροῦχα, ἐπιτρέπεται μὲ τὶς παρουσίες σεβαστῶν ἀνδρῶν, σεβαστῶν γυναικῶν. Τὰ πάντα ὅμως πρέπει νὰ γεμίζουν ἀπὸ σωφροσύνη, τὰ πάντα ἀπὸ σεμνότητα, τὰ πάντα ἀπὸ κοσμιότητα»(22).

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀντιμετωπίζοντας τὰ καθημερινὰ προβλήματα τῆς οἰκογενείας τῆς ἐποχῆς του θεωρεῖ ὅτι αὐτὰ ὀφείλονται στὴν ἔλλειψη ὀρθῶν κριτηρίων στὴν ἐκλογή τῆς ἤ τοῦ συζύγου. Ἀπευθύνεται στοὺς γονεῖς ποὺ τότε ἔπαιζαν ἕνα σημαντικὸ ρόλο στὴν ἐκλογὴ καὶ λέει στὸν πατέρα: «Ὅταν περιεργάζεσαι καὶ ἀναζητᾶς ὑποψήφιο γαμπρό, νὰ προσεύχεσαι• πὲς στὸν Θεὸ• ὅποιον θέλεις ἐσὺ στεῖλε• ἀνάθεσε σ’ Αὐτὸν τὴν ὑπόθεση, καὶ ἀφοῦ τὸν τίμησες μ’ αὐτὴ τὴν τιμὴ θὰ σὲ ἀνταμείψει. Παρακαλεῖτε πάντοτε τὸν Θεὸ νὰ γίνει μεσίτης σ’ ὅλα τὰ ἔργα σας. Γιατί, ἂν ρυθμίσουμε ἔτσι τὰ ζητήματά μας, οὔτε διαζύγιο θὰ ὑπάρξει ποτέ, οὔτε ὑποψία γιὰ μοιχεία, οὔτε ἀφορμὴ γιὰ ζηλοτυπία, οὔτε διαμάχες καὶ φιλονικεῖες, ἀλλὰ θὰ ἀπολαύσουμε πολλὴ εἰρήνη καὶ ὁμόνοια• καὶ ὅταν ὑπάρχει ὁμόνοια, θὰ ἀκολουθήσουν καὶ ἄλλες ἀρετὲς»(23). Αὐτὴ ἡ προσευχὴ βέβαια μπορεῖ νὰ γίνεται στὶς ἡμέρες μας ἀπὸ κάθε ὑποψήφιο ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ παντρευτεῖ.

Προϋποθέσεις γιὰ ἕναν ἐπιτυχημένο γάμο

Ἐπιτυχημένος γάμος εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν θέτει σὰν βάση ἐπιτυχίας τὸν πλοῦτο ἀλλὰ τὴν ἀρετή. Ὁ ἄνδρας πρέπει νὰ ἔχει εὐλάβεια ψυχῆς, καλωσύνη, σύνεση, φόβο Θεοῦ (24). Λέει ὁ Χρυσόστομος: «Μία νέα κόρη ποὺ εἶναι συνετή, ἐλεύθερη καὶ καλλιεργεῖ τὴν εὐσέβεια, ἀξίζει ὅσο ὅλη ἡ οἰκουμένη»(25). «Πολλοὶ ποὺ εἶχαν ἀποκτήσει μεγάλη περιουσία, τὰ ἔχασαν ὅλα, γιατί δὲν εἶχαν μυαλωμένη γυναίκα ἱκανὴ νὰ τὰ διατηρήσει»(26).

Πολλοὶ θέλουν ἡ γυναίκα τους νὰ εἶναι ὄμορφη. Εἶναι ὅμως αὐτὸ ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἐπιτύχει ἕνας γάμος; Τονίζει ὁ ἅγιος: «Ἡ ὀμορφιὰ τοῦ σώματος, ὅταν δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἀρετὴ τῆς ψυχῆς, θὰ μπορέσει νὰ σκλαβώσει τὸν ἄνδρα γιὰ εἴκοσι καὶ τριάντα μέρες, δὲν θὰ διαρκέσει ὅμως περισσότερο, ἀλλὰ ἀφοῦ δείξει τὴν κακία της, θὰ διαλύσει τὴν ἀγάπη. Οἱ γυναῖκες ὅμως ποὺ λάμπουν ἐξ αἰτίας τῆς ὀμορφιᾶς τῆς ψυχῆς, ὅσο προχωρεῖ ὁ καιρὸς καὶ φανερώνουν τὴν εὐγένεια τῆς ψυχῆς τους, τόσο περισσότερο ἑλκύουν τοὺς ἄνδρες τους»(27).

Ἂς δοῦμε ὅμως τί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καὶ γιὰ τὶς ὑποχρεώσεις τῶν συζύγων. Ἀπευθύνει τὸν λόγο κυρίως στοὺς ἄνδρες. Ἴσως ἐπειδὴ ὁ ἀνδρικὸς ἐγωϊσμὸς δύσκολα δαμάζεται καὶ πολλὲς φορὲς συμπεριφέρονται μὲ σκληρότητα. Ὁ Χρυσόστομος καταδικάζει τὴν ἐξάσκηση σωματικῆς βίας καὶ τὴν κακοποίηση τῆς γυναίκας ἀπὸ τὸν ἄνδρα(28), φαινόμενο ποὺ ὅσο καὶ ἂν σᾶς φαίνεται παράξενο, συμβαίνει καὶ σήμερα. Ἀντιθέτως ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν ἄνδρα θυσιαστικὸ φρόνημα, μεγάλη συγχωρητικότητα καὶ ὄχι ἀπειλὲς καὶ ἐκφοβισμό(29). Μὲ τὴν ἐπιείκεια καὶ τὴν ἠμερότητα θὰ ἐξασφαλίζεται ἡ βαθιὰ εἰρήνη τῆς οἰκογενείας καὶ θὰ ἀπομακρύνεται ἡ δυσαρέσκεια καὶ θὰ αὐξάνεται ἡ ἀφοσίωση τοῦ ἑνὸς συζύγου πρὸς τὸν ἄλλο(30). Τονίζει ὁ Χρυσόστομος: «Δὲν ὑπάρχει τίποτε, τίποτε πολυτιμότερο ἀπὸ τὸ νὰ ἀγαπιέται κανεὶς τόσο πολὺ ἀπὸ τὴν γυναίκα του καὶ νὰ τὴν ἀγαπάει»(31).

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναφέρεται καὶ σὲ ἕνα συνεκτικὸ στοιχεῖο, θεμέλιο τῆς συζυγίας, τὴν ἐπικοινωνία τῶν συζύγων. Εἶναι ἡ καθημερινὴ ἀλληλεπίδραση τῶν δύο συζύγων. Ἡ ἐπικοινωνία γίνεται μὲ λόγια ἤ χωρὶς λόγια. Εἶναι θετικὴ ἤ ἀρνητική. Τὸ σπουδαιότερο στοιχεῖο τῆς ἐπικοινωνίας εἶναι ἡ συζήτηση. Ἐτυμολογικὰ (σὺν + ζητῶ), δηλαδὴ ἀπὸ κοινοῦ ἀναζητῶ τοῦ τί πρέπει νὰ γίνεται στὰ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν κοινὴ ζωὴ καὶ τὴν οἰκογένεια. Ἡ συζήτηση πρέπει νὰ γίνεται μὲ οἰκειότητα, ἀλληλοσεβασμό, σὲ κλίμα ἐλευθερίας, ἰσοτιμίας καὶ ἀγάπης. Τότε μπορεῖ νὰ βρεθεῖ ἡ λύση σὲ περίπτωση διαφωνίας ἤ σύγκρουσης. «Γιατί τίποτε δὲν εἶναι πικρότερο ἀπὸ τὴν μάχη ποὺ γίνεται ἀπὸ τὸν ἄνδρα ἐνάντια στὴν γυναίκα. Γιατί εἶναι πικρές, πραγματικά, οἱ μάχες ποὺ γίνονται ἀνάμεσα σὲ πρόσωπα ποὺ ἀγαπιοῦνται, καὶ δείχνουν ὅτι ὅταν κανεὶς διχάζεται μὲ τὸ ἴδιο του τὸ μέλος, ὅπως λέγεται, αὐτὸ πρέπει νὰ προκαλεῖται ἀπὸ μεγάλη πικρία. Τὸ μέρος, λοιπόν, τῶν ἀνδρῶν εἶναι νὰ ἀγαποῦν καὶ τῶν γυναικῶν νὰ ὑποχωροῦν. Ἐὰν λοιπὸν καθένας συνεισφέρει τὸ δικό του μέρος, ὅλα θὰ εἶναι στερεά. Καὶ ἡ γυναίκα γίνεται φιλικὴ καὶ ἀγαπιέται»(32).

Ἡ ἀμοιβαία ἐκδήλωση στοργῆς εἶναι ἀναγκαῖο στοιχεῖο τῆς συζυγικῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη φανερώνεται μὲ τὴν τρυφερότητα, τὴν εὐγένεια, τὸ ἐνδιαφέρον. Ἡ ἀγάπη ἐκφράζεται μὲ λόγια. Οἱ λέξεις εἶναι ἡ τροφὴ τῶν συναισθημάτων, ζωντανεύουν τὴν ἀγάπη. Στὰ ἁπλὰ καθημερινὰ πράγματα βρίσκεται συχνὰ τὸ μυστικό τῆς εὐτυχισμένης οἰκογενειακῆς ζωῆς. Δυστυχῶς τὰ ξέχασαν αὐτὰ σήμερα οἱ σύζυγοι. Ξεχνοῦν νὰ ἐκφράσουν τὴν ἐκτίμηση καὶ τὸν θαυμασμό τους γιὰ τὰ χαρίσματα, τὶς ἱκανότητες, τὶς προσπάθειες, τὶς ἐπιτυχίες ποὺ κάνει ὁ καθένας στὸν τομέα του, ἀκόμη καὶ ἕνα κομπλιμέντο γιὰ τὴν ἐμφάνιση καὶ τὸ καθημερινὸ ντύσιμο, τὸ καλομαγειρεμένο φαγητό. Ἡ γυναίκα ἀκτινοβολεῖ, αὐξάνει τὸ φιλότιμό της ὅταν νιώθει ὅτι τὴν ἀγαποῦν. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στοὺς ἄνδρες. Σ’ αὐτοὺς αὐξάνεται ἡ καλὴ αὐτοπεποίθηση. Ἡ ἀγάπη συντηρεῖται μὲ τὴν ἐπινόηση τρόπων ἐκδηλώσεώς της. Ἡ ἱκανοποίηση τῶν ἰδιαιτέρων ἐπιθυμιῶν καὶ ἡ ἀνοχὴ τῶν ἀδυναμιῶν τοῦ ἄλλου βοηθοῦν τὴν συνοχὴ τῶν συζύγων.

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μὲ τὸν τονισμὸ τῆς ἀγάπης λέει στὴν οὐσία ὅτι οἱ σύζυγοι πρέπει νὰ μάθουν νὰ συγχωροῦν καὶ νὰ ἀνέχονται. Ὁ πιὸ ὥριμος ἀπὸ τοὺς δυὸ πρέπει νὰ κάνει τὸ πρῶτο βῆμα. Μέσα στὸν γάμο δὲν ἔχει σημασία ποιὸς ἔκανε ἕνα λάθος ἤ γιατί τὸ ἔκανε. Ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ζητούμενο, εἶναι ποιὸς εἶναι ὁ πιὸ γρήγορος τρόπος γιὰ νὰ διορθωθεῖ ἡ κατάσταση. «Νὰ ἀνεχόμαστε, λέει ὁ ἅγιος, ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ ἀγάπη. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνέχεσαι ἂν εἶσαι ὀργίλος καὶ κακόγλωσσος; Πὲς τὸν τρόπο: Μὲ ἀγάπη. Ἂν δὲν ἀνέχεσαι τὸν πλησίον, πῶς θὰ σὲ ἀνεχθεῖ ὁ Θεός; Ἂν σὺ δὲν ὑποφέρεις αὐτὸν ποὺ εἶναι συνδοῦλος σου, πῶς θὰ σὲ ἀνεχθεῖ ἐσένα ὁ Κύριος»(33);

Μὲ τὴν ἀγάπη προλαμβάνεται ἡ ἀποξένωση τῶν συζύγων καὶ ἡ νέκρωση τῆς σχέσης, ποὺ συνήθως ἔρχεται μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, τὴν κόπωση καὶ τὴν ἀδιαφορία. Τότε μιλοῦμε γιὰ συμβατικὸ γάμο. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γνωρίζει ὅτι ὁ τρόπος τῆς ἐπικοινωνίας εἶναι ἀναγκαῖος γιὰ νὰ προλαμβάνονται οἱ συγκρούσεις. Αὐτὸ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ τί θὰ πεῖ καὶ τὸ πὼς θὰ μιλήσει κάποιος. Στὸ ἐρώτημα: «Τί λοιπὸν πρέπει νὰ τῆς πῶ;» δίνει τὴν παρακάτω ἀπάντηση. Ἀκοῦστε μὲ προσοχὴ τὶς συμβουλές του:

«Λόγια ἀγάπης νὰ τῆς λές… Ἐγὼ ἀπὸ ὅλα, τὴν δική σου ἀγάπη προτιμῶ καὶ τίποτε δὲν μοῦ εἶναι ὀδυνηρό, ὅσο τὸ νὰ βρεθῶ σὲ διάσταση μαζί σου. Κι’ ἂν ὅλα χρειαστεῖ νὰ τὰ χάσω, κι’ ἂν στοὺς ἐσχάτους βρεθῶ κινδύνους, ὀ,τιδήποτε κι’ ἂν πάθω, ὅλα μου εἶναι ὑποφερτά, ὅσο ἐσύ μοῦ εἶσαι καλά. Καὶ τὰ παιδιὰ τότε μοῦ εἶναι πολὺ ἀγαπητά, ἐφ’ ὅσον ἐσὺ μὲ συμπαθεῖς. Ὅλα δικά σου εἶναι. Αὐτὸ μὲ συμβουλεύει ὁ Παῦλος λέγοντας ὅτι ὁ ἄνδρας δὲν ἐξουσιάζει τὸ σῶμα του, ἀλλὰ ἡ γυναίκα του. Κι ἂν δὲν ἔχω ἐγὼ ἐξουσία στὸ σῶμα μου, ἀλλὰ ἐσύ, πόσο μᾶλλον δικά σου εἶναι ὅλα τὰ ἄλλα». Καὶ συνεχίζει: «Ποτὲ νὰ μὴ μιλᾶς μὲ πεζὸ τρόπο, ἀλλὰ μὲ φιλοφροσύνη, μὲ τιμή, μὲ ἀγάπη πολλή. Νὰ τὴν τιμᾶς, καὶ δὲν θὰ βρεθεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσει τὴν τιμὴ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Νὰ τὴν προτιμᾶς ἀπὸ ὅλους γιὰ ὅλα, γιὰ τὴν ὀμορφιά, γιὰ τὴν σύνεσή της, καὶ νὰ τὴν ἐπαινεῖς. Νὰ κάνεις φανερὸ ὅτι σὲ ἀρέσει ἡ συντροφιά της καὶ ὅτι προτιμᾶς νὰ μένεις στὸ σπίτι γιὰ νὰ εἶσαι μαζί της, ἀπὸ τὸ νὰ βγαίνεις στὴν ἀγορά. Ἀπὸ ὅλους τους φίλους νὰ τὴν προτιμᾶς, καὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ πού σοῦ χάρισε ἀκόμα, κι αὐτὰ ἐξ αἰτίας της νὰ τὰ ἀγαπᾶς»(34).

Πόσο καλὰ ἐπικοινωνεῖτε; Μιλᾶτε μεταξύ σας; Μοιράζεστε τὶς σκέψεις σας; Τί πράξεις κάνετε γιὰ τὴν καθημερινὴ ἐπικοινωνία σας; Ἀφιερώνετε χρόνο, ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἀπόμεινε, γιὰ νὰ εἶστε μαζὶ καὶ νὰ μιλήσετε ἤρεμα; Ἡ μήπως ἀδιαφορεῖτε γιὰ τὰ ἐνδιαφέροντα καὶ τὰ προβλήματα τοῦ ἄλλου καὶ ἀφήνετε ἀνεξέλεγκτη τὴ γλώσσα σας; Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ συμπέρασμα τοῦ παραπάνω κειμένου ποῦ ἀκούσαμε;

Ἡ διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν

Ἕνα κομμάτι τῆς οἰκογενείας ποὺ συγκινοῦσε ἰδιαίτερα τὸν ἅγιο Χρυσόστομο ἦταν τὰ παιδιὰ καὶ οἱ νέοι. Γιὰ τὴν καλὴ ἤ κακὴ πνευματικὴ στάθμη τῆς νεολαίας ἔχουν εὐθύνη οἱ μεγαλύτεροι. Μέσα στὸ περιβάλλον τῶν μεγαλυτέρων ζοῦν, ἀναπτύσσονται καὶ διαμορφώνονται οἱ νέοι.

Ὁ Χρυσόστομος ἔχει ἀνυπέρβλητες περιγραφὲς καὶ ἀναλύσεις τῆς καταστάσεως τῆς νεολαίας τῆς ἐποχῆς του. Ἀναφέρει: «Ἡ νεότητα εἶναι μία δύσκολη ἡλικία, ποὺ εἶναι ἀσταθής, ποὺ ἐξαπατᾶται εὔκολα, ἐπιρρεπὴς στὴν πτώση καὶ ποὺ ἀπαιτεῖ πολὺ δυνατὰ χαλινάρια»(35). «Ἡ νεότητα εἶναι ἄγριο πράγμα… μοιάζει μὲ ἄλογο ἀδάμαστο καὶ θηρίο ἀτίθασο»(36). Εἶναι φωτιὰ ποὺ μεταδίδεται εὔκολα καὶ καίει τὰ πάντα. Μοιάζει μὲ πέλαγος τρικυμιῶδες, λόγω τῆς ἀπερισκεψίας καὶ τῆς φυσικῆς ἀστάθειας, ποὺ τὴν διακρίνει. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ κάνουν ἀσχήμιες χειρότερες ἀπὸ ἐκεῖνες τῶν ἄγριων γαϊδουριῶν, ζώντας σὰν μέσα στὴν ἔρημο καὶ κλωτσώντας(37). Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση βρίσκεται ἡ πλειοψηφία τῶν νέων. Γι’ αὐτὸ καὶ φώναζε ὁ ἅγιος: Πρώτη φροντίδα μας ἡ οἰκογένεια, τὰ παιδιά. «Πάντα ἡμῖν δεύτερα ἔστω τῆς προνοίας τῶν παίδων»(38).

Κατὰ τὸν Χρυσόστομο γονέας δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔφερε παιδιὰ στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ κουράστηκε νὰ τὰ ἀναθρέψει. Ὄχι τὸ «τεκνοποιεῖν» ἀλλὰ τὸ «τεκνοτροφεῖν» κάνει τὸν γονέα. «Γιατί δὲν κάνει ἕναν ἄνθρωπο πατέρα τὸ γεγονὸς καὶ μόνο ὅτι συνετέλεσε νὰ γεννηθεῖ παιδί, ἀλλὰ τὸ νὰ τὸ διαπαιδαγωγήσει σωστὰ»(39). Καὶ τότε ἀκούονταν παράπονα γιὰ τὴν ἀνησυχητικὴ πορεία τῶν νέων – ἀνυπακοή, ἐπανάσταση, θράσος, ἀσέβεια, ἀναρχία. Βέβαια, πόσο ἀνησυχητικὴ εἶναι ἡ κατάσταση σήμερα, ποὺ ἡ ἁμαρτία ἔχει τεράστια κοινωνικὴ ἀποδοχή, ἔχει σχεδὸν νομιμοποιηθεῖ καὶ οἱ προκλήσεις της εἶναι πιὸ ἔντονες στοὺς ἀσταθεῖς νέους! Ὁ Χρυσόστομος ἀποδίδει τὴν κατάσταση στὴν ἔλλειψη φροντίδας τῶν μεγαλυτέρων καὶ στὴν ἐλλιπῆ ἀγωγή. «Ἡ αἰτία τῆς ἀνατροπῆς τῶν πάντων, εἶναι ὅτι δὲν φροντίζουμε τὰ δικά μας παιδιά. Φροντίζουμε γιὰ τὰ σώματά τους, περιφρονοῦμε ὅμως τὴν ἀγωγὴ τῆς ψυχῆς τους». Ρωτᾶ, ἐλέγχοντας ὁ Χρυσόστομος. «Θέλεις παιδὶ ὑπάκουο; Ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματά του ἀνάθρεψέ το ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Ἂν δείχναμε τὸ ἴδιο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν μὲ ἐκεῖνο ποὺ δείχνουμε γιὰ τὴν ἄλλη κατάρτισή τους θὰ προλαμβάναμε πολλὰ κακά.

Τὸ κτίσιμο τοῦ χαρακτήρα τοῦ παιδιοῦ γίνεται ἀπὸ τοὺς γονεῖς. Χρειάζονται καὶ οἱ ἔλεγχοι, ἀλλὰ μὲ διάκριση. Ἔτσι μπορεῖ τὸ παιδὶ νὰ τοὺς ἀφομοιώσει καὶ νὰ ἀποκτήσει τὴν ἀπαραίτητη ἐσωτερικὴ δομὴ ποὺ θὰ ἐπιτρέψει τὴν ἀνάπτυξη καὶ ὁλοκλήρωση τῆς προσωπικότητάς του. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης: «Ὅταν ἕνας πατέρας κάποιου πάρα πολὺ μαλθακοῦ παιδιοῦ, ἂν εἶναι ἄρρωστο, τοῦ δίνει γλυκίσματα καὶ δροσιστικὰ καὶ μόνο ὅ,τι τὸ εὐχαριστεῖ, τίποτε ὅμως ἀπ’αὐτὰ ποὺ χρειάζονται γιὰ τὴν ἀρρώστια του• καὶ ὅταν μετὰ ὁ γιατρὸς τὸν ἐλέγξει, ἀπολογεῖται λέγοντας: «Τί μπορῶ νὰ κάνω; Δὲν μπορῶ νὰ βλέπω τὸ παιδὶ νὰ κλαίει”. Φτωχὲ καὶ ἄθλιε καὶ προδότη! Γιατί μόνο πατέρα δὲν μπορῶ νὰ τὸν ὀνομάσω ἕναν τέτοιο• πόσο καλύτερα θὰ ἦταν γιὰ σένα, στενοχωρώντας τὸ παιδὶ γιὰ λίγο νὰ τὸ κάνεις ὑγιὲς γιὰ πάντα, παρὰ νὰ κάνεις αὐτὴ τὴν σύντομη εὐχαρίστηση τὸ θεμέλιο μιᾶς διαρκοῦς λύπης»(40). Μὲ τὴν ἱκανοποίηση κάθε ἐπιθυμίας τοῦ παιδιοῦ τὸ κάνουμε ἐγωκεντρικὸ• καὶ μὲ ἕνα τέτοιο χαρακτήρα θὰ δυστυχήσει μέσα στὸν κόσμο. Τονίζει ὁ ἅγιος: «Σὰν τοὺς γλύπτες νὰ καταβάλλετε κάθε προσπάθεια ὥστε νὰ κάνετε τὰ παιδιὰ σας θαυμάσια ἀγάλματα ποὺ νὰ μοιάζουν μὲ τὸν Θεό. Θὰ γίνουν δέ, ἂν ἀφαιρεῖτε ἀπ’ αὐτὰ κάθε περιττό, ἂν προσθέτετε ὅ,τι πρέπει, καὶ κάθε μέρα τὰ ἐπιθεωρεῖτε γιὰ νὰ δεῖτε ποιὸ φυσικὸ ἐλάττωμα ἔχουν γιὰ νὰ τὸ ἐξαλείψετε»(41).

Οἱ καλοὶ παιδαγωγοὶ ἐνεργοῦν ὅπως οἱ γεωργοί, οἱ ὁποῖοι κλαδεύουν μερικὰ φυτὰ καὶ ἄλλα τὰ ἀφήνουν νὰ μεγαλώσουν. Μερικὲς φορὲς τιμωροῦν τὴν κακότητα, ἐνῶ ἐνθαρρύνουν καὶ προάγουν τὸ καλό(42). Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται τὴν παρατήρηση καὶ τὴν ἐπίπληξη πρέπει νὰ καταλάβει ὅτι ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἐπιπλήττει τὸ κάνει μὲ ἀγάπη καὶ ὄχι γιὰ νὰ τὸν λυπήσει. Τότε δέχεται τὰ λόγια, ὄχι σὰν νὰ προέρχονται ἀπὸ ὀργὴ ἀλλὰ ἀπὸ φροντίδα ἑνὸς πατέρα ποὺ ἀνησυχεῖ. Συμβουλεύει ὁ ἅγιος: «Νὰ τὸ τιμωρεῖς (τὸ παιδί), ἄλλοτε κοιτάζοντάς το μὲ αὐστηρὸ βλέμμα, ἄλλοτε λέγοντάς του πικρὰ καὶ ὑποτιμητικὰ λόγια καὶ ἄλλοτε μὲ καλὰ λόγια καὶ ὑποσχέσεις… Νὰ ὑπάρχουν ἀπειλὲς ἀλλὰ νὰ μὴν πραγματοποιοῦνται. Τὸ ὅτι ὅμως εἶναι ἀπειλὲς νὰ μὴν τὸ ἀντιλαμβάνεται τὸ παιδί. Ἡ ἀπειλὴ τότε ἔχει ἀποτέλεσμα ὅταν τὸ παιδὶ πιστεύει ὅτι θὰ πραγματοποιηθεῖ. Γιατί ἂν τὸ παιδὶ ποὺ ἔκανε σφάλμα καταλάβει ὅτι τὸ ἀπειλεῖς χωρὶς νὰ τὸ τιμωρεῖς, θὰ ἀδιαφορεῖ. Ἂς περιμένει νὰ τιμωρηθεῖ, χωρὶς ὅμως νὰ τιμωρεῖται, γιὰ νὰ μὴ χάσει τὸν φόβο τῆς τιμωρίας»(43). «Αὐτὸ εἶναι ἀκριβῶς τὸ χαρακτηριστικό τοῦ παιδαγωγοῦ νὰ μὴ βιάζεται νὰ τιμωρήσει, ἀλλὰ νὰ ἐπιδιώκει τὴν διόρθωση καὶ νὰ εἶναι ἐπιφυλακτικὸς νὰ ἐπιβάλει τιμωρία»(44).

Ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖ ἀντιπαιδαγωγικὸ νὰ ἐκπαιδεύσουμε τὸ παιδὶ νὰ ἀπωθεῖ καὶ νὰ ἀρνεῖται τὴν ὀργή του. Πρέπει νὰ τοῦ διδάξουμε τρόπους νὰ διοχετεύει δημιουργικὰ τὸν θυμό του. Λέει στοὺς γονεῖς: «Ἂς ἔλθουμε στὴν πολὺ κυρίαρχη ψυχικὴ λειτουργία, τὸν θυμό. Αὐτὸν δὲν πρέπει οὔτε νὰ τὸν ἐκριζώνουμε ἐντελῶς ἀπὸ τὸ παιδί, οὔτε νὰ τοῦ ἐπιτρέψουμε νὰ τὸν χρησιμοποιεῖ ὁπουδήποτε ἀδιακρίτως. Πρέπει νὰ παιδαγωγήσουμε τοὺς νέους μὲ τέτοιο τρόπο ἀπὸ μικρὴ ἡλικία, ὥστε ὅταν ἀδικοῦνται αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, νὰ ὑπομένουν καὶ νὰ μὴν ὀργίζονται, ὅταν δὲ βλέπουν ἄλλον νὰ ἀδικεῖται νὰ ἐπεμβαίνουν μὲ θάρρος καὶ νὰ τὸν ὑπερασπίζονται μὲ τὰ κατάλληλα μέσα»(45). Πρέπει νὰ ἐξασκηθεῖ τὸ παιδὶ νὰ μὴν εἶναι εὐέξαπτο καὶ νὰ μπορεῖ νὰ δεχθεῖ κάποια ἀπογοήτευση ἤ ματαίωση κάποιας ἐπιθυμίας του, χωρὶς νὰ ὀργίζεται. Ὅταν τὸ παιδὶ μάθει νὰ ὑπομένει μικροζημιὲς καὶ ἀπογοητεύσεις, θὰ μπορέσει ἀργότερα νὰ ὑπομείνει τὶς μεγαλύτερες ἂν ἐπιτρέψει ὁ Θεός(46).

Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προσφέρουμε στὸ παιδὶ ἀβλαβεῖς διασκεδάσεις καὶ ψυχαγωγία, νὰ τὸ ὁδηγοῦμε σὲ ἐνάρετους ἀνθρώπους, νὰ τοῦ δείχνουμε τὶς ὀμορφιὲς τῆς φύσεως καὶ τῆς τέχνης καὶ νὰ τοῦ δίνουμε κάποια ἐλευθερία κινήσεως, ἀφοῦ τοῦ ποῦμε ὅτι τὰ ἄσεμνα καὶ χυδαῖα θεάματα δὲν ἔχουν καμμιὰ ἀξία. «Ὅταν τοῦ τὰ λέμε ὅλα αὐτὰ» λέει ὁ ἅγιος Πατέρας μας «πρέπει νὰ τοῦ δίνουμε πολλὰ φιλιὰ καὶ νὰ τὸ ἀγγαλιάζουμε σφιχτά, γιὰ νὰ τοῦ δείξουμε τὴν μεγάλη μας ἀγάπη»(47).

Ἡ πνευματικὴ ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ πρέπει νὰ εἶναι ἡ κύρια φροντίδα τῶν γονέων. Πρέπει νὰ μὴ μαθαίνουν μόνο γράμματα καὶ τέχνες γιὰ νὰ ἀποκτήσουν χρήματα ἀλλὰ νὰ ἀνατρέφονται «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει: «Δὲν σοῦ λέω νὰ κρατήσεις τὸ παιδί σου ἀνύπαντρο καὶ νὰ τὸ στείλεις στὴν ἔρημο ἤ νὰ τὸ ἀναγκάσεις νὰ γίνει μοναχός. Ὄχι δὲ σοῦ τὸ λέω αὐτό. Βέβαια θὰ τὸ ἤθελα καὶ θὰ εὐχόμουν ὅλοι νὰ δεχθοῦν νὰ γίνουν μοναχοί. Ἀλλ’ ἐπειδὴ φαίνεται βαρύ, δὲν ἐπιμένω. Ἀνάθρεψε, λοιπόν, ἕναν ἀθλητὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ μάθε τον καὶ σὰν ἄνθρωπος τοῦ κόσμου νὰ εἶναι εὐσεβὴς ἀπὸ μικρὸς»(48).

Γιὰ τὴν ἀξία τοῦ παραδείγματος τῶν μεγαλυτέρων ἀφιερώνει πολλὲς σελίδες ὁ Χρυσόστομος. «Σὲ ὅποιο ἔδαφος τοποθετηθεῖ τὸ φυτό, τέτοιο καρπὸ παράγει»(49). «Πῶς θὰ μπορέσεις νὰ διορθώσεις τὸν γιό σου, νὰ δώσεις τὶς πρέπουσες συμβουλὲς σὲ ἄλλον ποὺ εἶναι ἀμελής, ἀφοῦ σὺ ὁ ἴδιος, ποὺ βρίσκεσαι σὲ προχωρημένα γηρατειά, κάνεις τέτοιες ἀσχήμιες; Αὐτὰ τὰ λέω καὶ ἐπικρίνω τοὺς ἡλικιωμένους, ὄχι γιὰ νὰ ἀπαλλάξω ἀπὸ κάθε κατηγορία καὶ μομφὴ τοὺς νέους, ἀλλὰ μέσω τῶν πρώτων νὰ προφυλάξω τοὺς δεύτερους»(50). «Πῶς λοιπὸν ὁ πατέρας θὰ μάθει στοὺς ἄλλους νὰ συγκρατοῦν αὐτὸ τὸ πάθος τους, τὴν αὐθάδεια καὶ τὴν ὀργή, ὅταν ὁ ἴδιος δὲν ἔχει μάθει νὰ συγκρατεῖται»(51). «Μᾶλλον ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε παιδαγωγοὺς καὶ ὄχι ἐκεῖνα, δηλαδὴ τὰ παιδιά, ἀφοῦ τὰ λάθη τους δὲν μποροῦν νὰ εἶναι μεγάλα, ἐνῶ τὰ δικά μας εἶναι πάρα πολὺ μεγάλα»(52). «Ὅλη ἡ κακία τῶν παιδιῶν μας προέρχεται ἀπὸ τὴν δική μας ἀμέλεια καὶ ἐπειδὴ δὲν τὰ ὁδηγοῦμε ἀπ’ τὴν ἀρχὴ καὶ ἀπὸ τὴν μικρὴ ἡλικία στὸν δρόμο τῆς εὐσεβείας»(53).

Ὅταν καταφεύγει κανεὶς στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, διαπιστώνει τὴν πληρότητα τῆς σκέψεώς του καὶ τὴν ἐπικαιρότητά του. Ὁ λόγος του εἶναι διαχρονικός. Δὲν ἀφήνει καμμία πτυχὴ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ἀνεξερεύνητη. Γνωρίζει σὲ βάθος τὸ νόημα τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Μπορεῖ βέβαια λόγω τῆς χρονικῆς ἀποστάσεως ποὺ μᾶς χωρίζει, οἱ ἀπαντήσεις του νὰ γίνονται δεκτὲς ὑπὸ ὁρισμένες προϋποθέσεις. Τὸ πνεῦμα τους ὅμως εἶναι πάντα ἐπίκαιρο καὶ σύγχρονο. Ἐπειδὴ βάζει στὸ κέντρο τῶν σκέψεών του τὸν Χριστό, εἶναι δηλαδὴ Χριστοκεντρικός, γι’ αὐτὸ καὶ ὑπερβαίνει τὸν χρόνο. Προσφέρει στὴν οὐσία, λόγω τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ μέσα του καὶ τὸν φωτίζει, τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στὴν ἐποχή του. Πάντα ὅταν τὸν διαβάζουμε ἔχει κάτι νὰ πεῖ γιὰ τὰ προβλήματα τῆς ἐποχῆς του, ποὺ φαίνεται ὅτι εἶναι καὶ δικά μας σημερινὰ προβλήματα.

Ἡ ἐποχὴ μας μπορεῖ νὰ τὸν θεωρήσει ἀπαιτητικὸ καὶ ἴσως βαρετό. Μπορεῖ κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι αὐτὰ ποὺ λέει δὲν ἐφαρμόζονται σήμερα. Καὶ στὴν ἐποχὴ του ὑπῆρχαν τέτοιες φωνές. «Δὲν θὰ κάνουμε τὰ παιδιὰ μας καλογήρους», φώναζαν μερικοὶ γονεῖς. Ὁ Χρυσόστομος μὲ ἱερὸ πάθος τοὺς ἀποστόμωνε ἀπὸ τὸ βῆμα. «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνουν μοναχοὶ• κάντε τους καλοὺς Χριστιανοὺς»(54).

Σήμερα στὴν ἐποχὴ τῆς κρίσεως τῶν θεσμῶν καὶ ἀξιῶν, στὴν ἐποχὴ τῆς ἀρνήσεως τῶν πάντων πολεμεῖται πολὺ ὁ θεσμὸς τῆς οἰκογενείας. Στὴν Βόρεια Εὐρώπη σχεδὸν διαλύθηκε. Οἱ γάμοι γίνονται μόνο γιὰ ἐθιμοτυπικούς, φολκλορικοὺς λόγους, γιὰ νὰ βγοῦν φωτογραφίες, νὰ γίνουν τραπέζια. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς διαρκοῦν γιὰ ἕξι μῆνες, ἕνα ἔτος. Ἐπώνυμοι καλλιτέχνες δὲν δηλώνουν μόνο ὅτι δὲν θέλουν νὰ δημιουργήσουν οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ ὅτι ἔχουν ὡς στόχο τὴν διάλυση τῆς οἰκογενείας. Αὐτοὶ εἶναι τὰ πρότυπα τῆς σημερινῆς νεολαίας.

Προβλήματα καὶ κρίσεις στὶς ἀξίες, στοὺς θεσμούς, στὴν κοινωνία, στὸ ὑπαρκτικὸ ἐπίπεδο ἀντιμετωπίζει ὁ Νεοέλληνας ὅταν ἑκουσίως ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Αὐτὴ ἡ παράδοση γιὰ τὸν ὀρθόδοξο Ἕλληνα εἶναι βαρύτιμη, εἶναι ἀνεκτίμητη, εἶναι προγονική. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος τὴν ἀπορρίπτει, ἀπορρίπτει οὐσιαστικὰ τὸ ὀντολογικό του εἶναι καὶ βιώνει μία μεγάλη κρίση αὐτοσυνειδησίας.

Μόνο αὐτὸς ποὺ ἐναρμονίζεται καὶ ζεῖ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση σύμφωνα μὲ τὶς ὑποθῆκες τῶν ἁγίων μας, μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ ὥριμη προσωπικότητα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κλονισθεῖ ἀπὸ ὁποιαδήποτε θλίψη καὶ κρίση. Ζεῖ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ πέρα ἀπὸ κάθε ἠθικισμὸ καὶ καθηκοντολογία. Ζεῖ ἐν Χριστῷ 24 ὧρες τὸ 24ωρο. Ζεῖ ἐν Θεῷ μέσα στὴν καθημερινότητα, στὴν οἰκογένεια, στὴν ἐργασία, στὴν κοινωνία.

Ἐμεῖς ὡς Ἁγιορεῖτες πονοῦμε καὶ ἀνησυχοῦμε πολὺ γιὰ τὴν πορεία τῆς οἰκογενείας σήμερα. Ἀποτελεῖ καθημερινὸ αἴτημα τῶν ταπεινῶν προσευχῶν μας ἡ κατὰ Χριστὸν εὐόδωση, ἡ διατήρηση τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στὴν οἰκογένεια. Μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἔδωσε τὴν εὐλογία Του νὰ ζήσουμε ἐκτὸς κόσμου, νὰ μὴν δημιουργήσουμε οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς προήλθαμε ἀπὸ οἰκογένεια. Ἐπιπλέον ὡς πνευματικοί, ποὺ ἔχουμε τὰ κλειδιὰ τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων, βλέπουμε ὅτι πολλοὶ νέοι ἔχουν πλήρη ἄγνοια γιὰ τὰ θέματα τῆς πίστεώς μας καὶ παράλληλα ἀντιμετωπίζουν τὴν ζωὴ μὲ μεγάλη ἐπιπολαιότητα. Καὶ μᾶς γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Πῶς αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι θὰ κάνουν αὔριο σωστὴ οἰκογένεια; Τί θὰ ποῦν στὰ παιδιὰ τους ἀφοῦ οἱ ἴδιοι εἶναι τελείως κενοί;

Δυστυχῶς σήμερα στὸν κόσμο κυριαρχεῖ μία οὐμανιστικὴ θεώρηση τῆς ζωῆς, ποὺ ἔχει ὡς στόχο τὴν ἀνθρώπινη εὐδαιμονία. Πολλοὶ διδάσκουν ὅτι πρέπει νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι καὶ αὐτὸ θὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν εὐτυχία. Αὐτὸ ὅμως οὐσιαστικὰ δὲν εἶναι τίποτα. Ἂν δὲν γίνουμε Χαριτωμένοι ἄνθρωποι, δηλαδὴ δοχεῖα τῆς θείας Χάριτος, «ἐποιήσαμεν οὐδέν». Πρέπει νὰ ἀποστραφοῦμε τὸν στεῖρο καὶ ψυχρὸ ἠθικισμό, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τυπολατρεία καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ὑποθῆκες τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὴν κατάκτηση τοῦ ἁγιασμοῦ, τῆς «υἱοθεσίας», ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ὕψιστη τιμὴ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ καὶ μέσα στὸν κόσμο καὶ μέσα στὴν οἰκογένεια. Ὑπεύθυνα γράφουμε ὅτι γνωρίζουμε ἀνθρώπους οἰκογενειάρχες ποὺ ἔχουν Χάρη Θεοῦ ποὺ δὲν τὴν ἔχουν μοναχοί, γιατί ἀγωνίζονται σωστὰ καὶ ζοῦν θεάρεστα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὑποδείκνυε καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς του.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἐγκώμιον εἰς Μάξιμον, PG 51, 229. Οἱ παραπομπὲς στὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου θὰ γίνονται στὴν ἔκδοση τῆς Ἑλληνικῆς Πατρολογίας τοῦ Migne (PG) ἤ στὴν ἔκδοση «Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας» (ΕΠΕ).
2. Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία 15, ΕΠΕ, τ. 2, σ. 392.
3. Βλ. Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία 17, PG 53, 153.
4. Βλ. Περὶ Παρθενίας 15, PG 48, 545.
5. Εἰς τὸ ἀποστολικὸν ρητὸν «Δία τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναίκα ἐχέτω», PG 51, 215.
6. Εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην, Ὁμιλία 19, EΠΕ, τ. 12, σ. 801-803.
7. Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία 38, PG 53, 353.
8. Βλ. Εἰς Κολoσσαεῖς, Ὁμιλία 12, PG 62, 386.
9. Εἰς τὸ ἀποστολικὸν ρητὸν «Διὰ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναίκα ἐχέτω», PG 51, 213.
10. Ὅ.π.
11. Εἰς Ἑβραίους, Ὁμιλία 33, PG 63, 227.
12. Βλ. Εἰς τὸ ἀποστολικὸν ρητὸν «Διὰ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναίκα ἐχέτω», PG 51, 213.
13. Βλ. ὅ.π.
14. Εἰς Γένεσιν, Ὁμιλία 21, PG 53, 180.
15. ὅ.π.
16. Εἰς τὴν Πρὸς Ἑβραίους, Ὁμιλία 7, PG 63, 68.
17. Βλ. Ἐγκώμιον εἰς Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 168-169.
18. Βλ. Ἐγκώμιον εἰς Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 170-171.
19. Βλ. Περὶ παρθενίας, ΕΠΕ, τ. 29, σ. 472.
20. Βλ. Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, Ὁμιλία 86, PG 58, 768.
21. Εἰς τὴν Πρὸς Α΄ Κορινθίους, Ὁμιλία 19, PG 61, 152.
22. Εἰς Κολoσσαεῖς, Ὁμιλία 12, EΠΕ, τ. 22, σ. 339.
23. Εἰς τὸν Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 208.
24. Βλ. Εἰς Κολoσσαεῖς, Ὁμιλία 12, EΠΕ, τ. 22 σ. 348-350.
25. Εἰς Ἑβραίους, Ὁμιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 236.
26. Εἰς Β΄ Θεσσαλονικεῖς, Ὁμιλία 5, EΠΕ, τ. 23, σ. 112.
27. Λόγος ἐν ταῖς Καλένδαις, EΠΕ, τ. 31, σ. 490.
28. Εἰς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 228.
29. Βλ. Εἰς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 198-200.
30. Βλ. Εἰς Γένεσιν, Ὁμιλία 38, EΠΕ, τ. 3, σ. 604.
31. Βλ. Εἰς Πράξεις, Ὁμιλία 49, ΕΠΕ, τ. 16Β, σ. 124.
32. Πρὸς Κολoσσαεῖς, Ὁμιλία 10, PG 62, 365-366.
33. Πρὸς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 9, PG 62, 72.
34. Πρὸς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 20, PG 62, 147.
35. Εἰς τοὺς ἀνδριάντας, Ὁμιλία 1, PG 49, 21.
36. Εἰς τὴν Πρὸς Α΄ Τιμόθεον, Ὁμιλία 9, PG 62, 546.
37. Εἰς τὸ Κατὰ Ματθαῖον, Ὁμιλία 59, ΕΠΕ, τ. 12, σ. 186.
38. Πρὸς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 21, PG 62, 151.
39. Λόγος περὶ τῆς Ἄννης, Ὁμιλία 1, PG 54, 636.
40. Εἰς Πράξεις, Ὁμιλία 30, PG 60, 226.
41. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, «Τὰ Ἅπαντα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων», ἔκδ. Πάπυρος, τ. 85, σ. 40.
42. Βλ. Εἰς τὴν Πρὸς Β Κορινθίους, Ὁμιλία 15, PG 61, 508.
43. Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, ὅ.π., σ. 50.
44. Εἰς τὴν Πρὸς Β Κορινθίους, Ὁμιλία 21, PG 61, 542.
45. Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, ὅ.π., σ. 78.
46. Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, ὅ.π., σ. 86.
47. Περὶ κενοδοξίας καὶ ἀνατροφῆς τῶν τέκνων, ὅ.π., σ. 88.
48. Εἰς τὸ Κατὰ Ἰωάννην, Ὁμιλία 30, PG 59, 175.
49. Εἰς Κολoσσαεῖς, Ὁμιλία 9, EΠΕ, τ. 22, σ. 266.
50. Λόγος περὶ τῆς Ἄννης, Ὁμιλία 1, PG 54, 661.
51. Εἰς τὴν Πρὸς Τίτον, Ὁμιλία 2, PG 62, 672.
52. Εἰς Πράξεις, Ὁμιλία 42, PG 60, 302.
53. Εἰς τὸ «χήρα καταλεγέσθω μὴ ἐλάττων ἐτῶν ἑξήκοντα…», PG 51, 330.
54. Πρὸς Ἐφεσίους, Ὁμιλία 21, ΕΠΕ, τ. 21, σ. 250