[Ἡ ὑποχρέωση τῶν πολιτῶν νά τιμοῦν τό σῶμα τους, τούς νέους, τούς συγγενεῖς καί τούς ξένους
Ὁ Κλεινίας ζήτησε ἀπό τούς συνομιλητές του νά τόν βοηθήσουν στή θέσπιση τῆς νομοθεσίας τῆς καινούριας ἀποικίας πού σκόπευαν νά ἱδρύσουν οἱ Κρῆτες καί τούς κάλεσε νά προχωρήσουν στή θεωρητική κατασκευή μιᾶς νέας πόλης. Ἔτσι, ἐπέλεξαν ὡς τύπο πολιτεύματος αὐτό στό ὁποῖο κυρίαρχος θά ἦταν ὁ νόμος καί δήλωσαν ὅτι σκοπός τοῦ νομοθέτη θά ἦταν νά κερδίσει τήν εὔνοια καί εὐπείθεια τῶν πολιτῶν ἀπέναντι στούς νόμους. Ὁ Ἀθηναῖος ζήτησε ἀπό τούς πολίτες τῆς νέας πόλης νά τιμοῦν καί νά σέβονται καταρχὰς τούς θεούς, τούς ἥρωες καί τούς γονεῖς τους καί στή συνέχεια τήν ψυχή τους ὡς τό ὕψιστο ἀγαθό. Καί συνεχίζει:]
Τιμή γιά μᾶς σημαίνει νά ἀκολουθοῦμε ἀπό τή μιὰ μεριά τά καλύτερα, κι ἀπό τήν ἄλλη νά ἀγωνιζόμαστε νά διορθώσουμε μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις τά χειρότερα, ἐφόσον ἐπιδέχονται βελτίωση……..
………Λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή φύση του δέν κατέχει κανένα ἀπόκτημα ἀνώτερο ἀπό τήν ψυχή γιά νά τόν βοηθᾶ νά ἀποφεύγει τό κακό καί νά ἀνιχνεύει καί νά διαλέγει τό καλύτερο ἀπ\’ ὅλα. Κι ἀφοῦ τό διαλέξει πάλι νά θέλει νά ζεῖ τήν ὑπόλοιπη ζωή του ἔχοντάς το γιά σύντροφό του. Γιά αὐτά ὅλα τῆς δώσαμε τήν δεύτερη θέση στήν ἀπονομή τῶν τιμῶν, καί τήν τρίτη ―ὅπως εἶναι εὔκολο νά τό ἀντιληφθεῖ ὁ καθένας― θά τήν ἀπονείμουμε, ὅπως εἶναι φυσικό, στό σῶμα.
Ποιές καί τίνος εἴδους εἶναι αὐτές οἱ τιμές, νομίζω πώς πρέπει νά τίς ἐξαγγείλουμε ἐνδεικτικά: σῶμα πού νά τοῦ ἀξίζει ἀπονομή τιμῶν δέν εἶναι οὔτε τό ὡραῖο, οὔτε τό δυνατό, οὔτε τό γρήγορο, οὔτε τό μεγάλο, οὔτε αὐτό πού ἔχει καλή ὑγεία ―μολονότι πολλοί ἔχουν αὐτή τή γνώμη― καί βέβαια οὔτε τά ἀντίθετά τους, ἀλλά τά σώματα πού κατέχουν στό σωστό μέτρο ὅλες αὐτές τίς ἰδιότητες, αὐτά εἶναι τά σωφρονέστερα καί συγχρόνως τά πιό ἀσφαλῆ σχετικά μέ τή μακροβιότητα. Γιατί τά πρῶτα ἀποχαυνώνουν τίς ψυχές καί τίς ἀποθρασύνουν καί τά δεύτερα τίς κάνουν ταπεινές καί ἀνελεύθερες.
Συμβαίνει δηλαδή τό ἴδιο πού συμβαίνει μέ τήν ἀπόχτηση χρημάτων καί κτημάτων πού ἡ ἐχτίμησή τους γίνεται μέ τήν ἴδια ἀναλογία. Ὅταν δηλαδή τό καθένα ἀπ\’ αὐτά εἶναι ὑπέρογκα προκαλοῦν ἔχθρες καί ταραχές στίς πόλεις, κι ἀνάμεσα στούς ἰδιῶτες, ἡ δέ ἔλλειψή τους προκαλεῖ συνήθως δουλοπρέπεια.
Ἄς μή γίνεται, λοιπόν, κανείς φιλοχρήματος γιά ν\’ ἀφήσει ὅσο μπορεῖ πιό πλούσια τά παιδιά του, ἀφοῦ οὔτε γιά τά ἴδια τά παιδιά οὔτε γιά τήν πόλη εἶναι τό καλύτερο. Γιατί ἡ περιουσία τῶν νέων πού δέν προκαλεῖ κολακεῖες, χωρίς νά τούς στερεῖ τά ἀπαραίτητα, εἶναι ἡ πιό ἁρμονική κι ἡ πιό καλύτερη ἀπ\’ ὅλες, ἀφοῦ συμφωνώντας μαζί μας καί ταιριάζοντας μέ ὅλα κάνει νά περνοῦμε τή ζωή μας χωρίς λύπες. Στά παιδιά του πρέπει ν\’ ἀφήνει κανείς πολλή αἰδημοσύνη καί ὄχι χρυσάφι.
Ἔχουμε ὅμως τή γνώμη πώς θ\’ ἀφήσουμε στούς νέους τήν ἀρετή αὐτή μέ τό νά τούς κάνουμε παρατηρήσεις ὅταν φέρονται μέ ἀναισχυντία. Ἀλλ\’ αὐτό δέν κατορθώνεται μέ τή συμβουλή πού δίνουμε τώρα στούς νέους, λέγοντάς τους ὅτι ὁ νέος πρέπει νά σέβεται τό κάθε τί. Κι ὅμως ὁ σώφρων νομοθέτης, στούς ἡλικιωμένους θά ἔπρεπε μᾶλλον νά κάμει συστάσεις νά ντρέπονται τούς νέους καί πρό πάντων νά προσέχουν μήπως τυχόν κανείς ἀπ\’ αὐτούς δεῖ ἤ ἀκούσει κάποιο γέρο νά κάνει ἤ νά λέει τίποτε αἰσχρό, γιατί ὅπου οἱ γέροι εἶναι ἀναίσχυντοι, εἶναι ἀναγκαῖο κι οἱ νέοι νά φέρονται ἐκεῖ μέ πολύ μεγαλύτερη ἀναίδεια. Γιατί τό καλύτερο εἶδος διαπαιδαγωγήσεως τῶν νέων ἀλλά καί τῶν ἴδιων τῶν ἡλικιωμένων δέν εἶναι τό νά δίνει κανείς συμβουλές, ἀλλά νά φαίνεται πώς σ\’ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς του κάμνει πράξη, ὅσα ἀκριβῶς λέει νουθετώντας τούς ἄλλους.
Ὅποιος πάλι τιμᾶ καί σέβεται τούς συγγενεῖς καί τούς προστάτες θεούς τῆς οἰκογένειάς του, πού προστατεύουν ὅλη τή γενιά πού ἔχει τό ἴδιο αἷμα, εἶναι φυσικό νά ἔχει εὐνοϊκούς τοὺς γενέθλιους θεούς ὅταν σπέρνει τά παιδιά του. Σχετικά μέ τούς φίλους καί τούς συντρόφους στίς κοινωνικές συναναστροφές, θά διατηρεῖ καλές σχέσεις, ἄν θεωρεῖ μεγαλύτερες καί σοβαρότερες τίς ὑπηρεσίες τους, σ\’ αὐτόν ἀπ\’ ὅσο τίς θεωροῦν ἐκεῖνοι, κι ἀπό τ\’ ἄλλο μέρος μέ τό νά θεωρεῖ μικρότερες τίς δικές του ἐκδουλεύσεις στούς φίλους καί τούς συντρόφους του.
Ὅσον ἀφορᾶ τήν πόλη καί τούς συμπολίτες του, πολύ καλύτερος εἶναι ἐκεῖνος, πού, πάνω κι ἀπό τούς Ὀλυμπιακούς καί ὅλους γενικά τοὺς πολεμικούς καί εἰρηνικούς ἀγῶνες, θά δεχόταν νά φανεῖ νικητής στήν ἐξυπηρέτηση τῶν νόμων τῆς πατρίδας του, ὅτι δηλαδή ἔγινε πιστός ὑπηρέτης τους σ\’ ὅλη του τή ζωή περισσότερο ἀπ\’ ὅλους τους ἀνθρώπους.
Γιά τούς φιλοξενούμενους πάλι ἄς νομίζει ὅτι τούς προστατεύουν τά πιό ἱερά συμβόλαια. Ὅλα δηλαδή πού ἀφοροῦν τούς ξένους κι ὅλες οἱ ἀδικίες πού γίνονται σέ βάρος τους ἀπό τούς πολίτες ἔχουν μεγαλύτερη ἐξάρτηση ἀπό ἐκδικητή θεό. Γιατί, ἀφοῦ ὁ ξένος εἶναι ἔρημος ἀπό συγγενεῖς καί φίλους προκαλεῖ περισσότερη λύπηση καί στούς ἀνθρώπους καί στούς θεούς. Ἐκεῖνος, ἑπομένως, πού ἔχει τή δύναμη νά τιμωρήσει περισσότερο, τόν βοηθεῖ μέ μεγαλύτερη προθυμία, ἀλλά πιό πολλή δύναμη ἀπ\’ ὅλους ἔχει ὁ προστάτης θεός ἤ δαίμων τῆς φιλοξενίας τοῦ καθενός πού πιστεύει στόν Ξένιο Δία.
Ἀπαιτεῖται, λοιπόν, μεγάλη προσοχή, καί ἀπό ἐκεῖνον πού δέν εἶναι πολύ προβλεπτικός, ὥστε νά μή κάμει κανένα σφάλμα ἀναφορικά μέ τούς ξένους σ\’ ὅλη τήν πορεία τῆς ζωῆς του. Ὅμως τό πιό μεγάλο ἀπό τά σφάλματα ἀπέναντι τῶν φιλοξενουμένων καί τῶν συμπατριωτῶν μας εἶναι, γιά ὅλους τους ἀνθρώπους, τό σφάλμα τό σχετικό μέ τούς ἱκέτες, ἐκείνους δηλαδή πού προκαλοῦν νά τούς βοηθήσουμε. Γιατί ὁ θεός, πού ὁ ἱκέτης ἐπικαλέσθηκε τήν προστασία του, ἐξαπατήθηκε μέ τήν μή ἐκτέλεση τῶν ὑποσχέσεων πού τοῦ δόθηκαν, αὐτός ὁ θεός γίνεται ὑπέροχος φύλακας τοῦ ξένου, ὥστε εἶναι ἀδύνατο νά μείνει ἀνεκδίκητος ὁποιοσδήποτε γιά ὅσα ἔπαθε.
Πρωτότυπο Κείμενο
Leg 728.c.6 Τιμὴ δ΄ ἐστὶν ἡμῖν͵ ὡς τὸ ὅλον εἰπεῖν͵ τοῖς μὲν ἀμείνοσιν ἕπεσθαι͵ τὰ δὲ χείρονα͵ γενέσθαι δὲ βελτίω δυνατά͵ τοῦτ΄ αὐτὸ ὡς ἄριστα ἀποτελεῖν. Ψυχῆς οὖν ἀνθρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς 728.d τὸ φυγεῖν μὲν τὸ κακόν͵ ἰχνεῦσαι δὲ καὶ ἑλεῖν τὸ πάντων ἄριστον͵ καὶ ἑλόντα αὖ κοινῇ συνοικεῖν τὸν ἐπίλοιπον βίον· διὸ δεύτερον ἐτάχθη τιμῇ͵ τὸ δὲ τρίτονπᾶς ἂν τοῦτό γε νοήσειεντὴν τοῦ σώματος εἶναι κατὰ φύσιν τιμήν· τὰς δ΄ αὖ τιμὰς δεῖ σκοπεῖν͵ καὶ τούτων τίνες ἀληθεῖς καὶ ὅσαι κίβδηλοι͵ τοῦτο δὲ νομοθέτου. μηνύειν δή μοι φαίνεται τάσδε καὶ τοιάσδε τινὰς αὐτὰς εἶναι͵ τίμιον εἶναι σῶμα οὐ τὸ καλὸν οὐδὲ ἰσχυρὸν οὐδὲ τάχος ἔχον οὐδὲ μέγα͵ οὐδέ 728.e γε τὸ ὑγιεινόνκαίτοι πολλοῖς ἂν τοῦτό γε δοκοῖκαὶ μὴν οὐδὲ τὰ τούτων γ΄ ἐναντία͵ τὰ δ΄ ἐν τῷ μέσῳ ἁπάσης ταύτης τῆς ἕξεως ἐφαπτόμενα σωφρονέστατα ἅμα τε ἀσφαλέστατα εἶναι μακρῷ· τὰ μὲν γὰρ χαύνους τὰς ψυχὰς καὶ θρασείας ποιεῖ͵ τὰ δὲ ταπεινάς τε καὶ ἀνελευθέρους. ὡς δ΄ αὕτως ἡ τῶν χρημάτων καὶ κτημάτων κτῆσις͵ καὶ τιμήσεως κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ἔχει· τὰ μὲν ὑπέρογκα γὰρ ἑκάστων 729.a τούτων ἔχθρας καὶ στάσεις ἀπεργάζεται ταῖς πόλεσιν καὶ ἰδίᾳ͵ τὰ δ΄ ἐλλείποντα δουλείας ὡς τὸ πολύ. μὴ δή τις φιλοχρημονείτω παίδων γ΄ ἕνεκα͵ ἵνα ὅτι πλουσιωτάτους καταλίπῃ· οὔτε γὰρ ἐκείνοις οὔτε αὖ τῇ πόλει ἄμεινον. ἡ γὰρ τῶν νέων ἀκολάκευτος οὐσία͵ τῶν δ΄ ἀναγκαίων μὴ ἐνδεής͵ αὕτη πασῶν μουσικωτάτη τε καὶ ἀρίστη· συμφω νοῦσα γὰρ ἡμῖν καὶ συναρμόττουσα εἰς ἅπαντα ἄλυπον τὸν 729.b βίον ἀπεργάζεται. παισὶν δὲ αἰδῶ χρὴ πολλήν͵ οὐ χρυσὸν καταλείπειν. οἰόμεθα δὲ ἐπιπλήττοντες τοῖς νέοις ἀναι σχυντοῦσιν τοῦτο καταλείψειν· τὸ δ΄ ἔστιν οὐκ ἐκ τοῦ νῦν παρακελεύματος τοῖς νέοις γιγνόμενον͵ ὃ παρακελεύονται λέγοντες ὡς δεῖ πάντα αἰσχύνεσθαι τὸν νέον. ὁ δὲ ἔμφρων νομοθέτης τοῖς πρεσβυτέροις ἂν μᾶλλον παρακελεύοιτο αἰσχύνεσθαι τοὺς νέους͵ καὶ πάντων μάλιστα εὐλαβεῖσθαι μή ποτέ τις αὐτὸν ἴδῃ τῶν νέων ἢ καὶ ἐπακούσῃ δρῶντα ἢ 729.c λέγοντά τι τῶν αἰσχρῶν͵ ὡς ὅπου ἀναισχυντοῦσι γέροντες͵ ἀνάγκη καὶ νέους ἐνταῦθα εἶναι ἀναιδεστάτους· παιδεία γὰρ νέων διαφέρουσά ἐστιν ἅμα καὶ αὐτῶν οὐ τὸ νουθετεῖν͵ ἀλλ΄ ἅπερ ἂν ἄλλον νουθετῶν εἴποι τις͵ φαίνεσθαι ταῦτα αὐτὸν δρῶντα διὰ βίου. συγγένειαν δὲ καὶ ὁμογνίων θεῶν κοινω νίαν πᾶσαν ταὐτοῦ φύσιν αἵματος ἔχουσαν τιμῶν τις καὶ σεβόμενος͵ εὔνους ἂν γενεθλίους θεοὺς εἰς παίδων αὑτοῦ σπορὰν ἴσχοι κατὰ λόγον. καὶ μὴν τό γε φίλων καὶ ἑταίρων 729.d πρὸς τὰς ἐν βίῳ ὁμιλίας εὐμενεῖς ἄν τις κτῷτο͵ μείζους μὲν καὶ σεμνοτέρας τὰς ἐκείνων ὑπηρεσίας εἰς αὑτὸν ἡγούμενος ἢ ΄κεῖνοι͵ ἐλάττους δ΄ αὖ τὰς αὑτοῦ διανοούμενος εἰς τοὺς φίλους χάριτας αὐτῶν τῶν φίλων τε καὶ ἑταίρων. εἰς μὴν πόλιν καὶ πολίτας μακρῷ ἄριστος ὅστις πρὸ τοῦ Ὀλυμ πίασιν καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμικῶν τε καὶ εἰρηνικῶν νικᾶν δέξαιτ΄ ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας τῶν οἴκοι νόμων͵ ὡς 729.e ὑπηρετηκὼς πάντων κάλλιστ΄ ἀνθρώπων αὐτοῖς ἐν τῷ βίῳ. πρὸς δ΄ αὖ τοὺς ξένους διανοητέον ὡς ἁγιώτατα συμβόλαια ὄντα· σχεδὸν γὰρ πάντ΄ ἐστὶ τὰ τῶν ξένων καὶ εἰς τοὺς ξένους ἁμαρτήματα παρὰ τὰ τῶν πολιτῶν εἰς θεὸν ἀνηρτη μένα τιμωρὸν μᾶλλον. ἔρημος γὰρ ὢν ὁ ξένος ἑταίρων τε καὶ συγγενῶν ἐλεεινότερος ἀνθρώποις καὶ θεοῖς· ὁ δυνά μενος οὖν τιμωρεῖν μᾶλλον βοηθεῖ προθυμότερον͵ δύναται 730.a δὲ διαφερόντως ὁ ξένιος ἑκάστων δαίμων καὶ θεὸς τῷ ξενίῳ συνεπόμενοι Διί. πολλῆς οὖν εὐλαβείας͵ ᾧ καὶ σμικρὸν προμηθείας ἔνι͵ μηδὲν ἁμάρτημα περὶ ξένους ἁμαρτόντα ἐν τῷ βίῳ πρὸς τὸ τέλος αὐτοῦ πορευθῆναι. ξενικῶν δ΄ αὖ καὶ ἐπιχωρίων ἁμαρτημάτων τὸ περὶ τοὺς ἱκέτας μέγιστον γίγνεται ἁμάρτημα ἑκάστοις· μεθ΄ οὗ γὰρ ἱκετεύσας μάρ τυρος ὁ ἱκέτης θεοῦ ἔτυχεν ὁμολογιῶν͵ φύλαξ διαφέρων οὗτος τοῦ παθόντος γίγνεται͵ ὥστ΄ οὐκ ἄν ποτε ἀτιμώρητος πάθοι ὁ τυχὼν ὧν ἔπαθε.