κἀγὼ πλανῆτις καὶ λάτρις, τόπον ἐκ τόπου περιερχομένη καὶ οἰκίαν ἐξ οἰκίας, προσδεχομένη τὸν ἥλιον πότε δύσεται, ἵνα ἀναπαύσωμαι τῶν μόχθων μου καὶ τῶν ὀδυνῶν, αἵ με νῦν συνέχουσιν· ἀλλὰ εἰπόν τι ῥῆμα πρὸς Κύριον καὶ τελεύτα.
Ιωβ. 2,9δΕγώ δε περιπλανώμαι, σαν καμμία υπηρέτρια και ζητιάνα, μεταβαίνουσα από τον ένα τόπον στον άλλον, από την μίαν οικίαν εις την άλλην και περιμένω πότε να δύση ο ήλιος, δια να αναπαυθώ από τους σωματικούς κόπους και τας ψυχικάς οδύνας, αι οποίαι τώρα με πιέζουν και με περισφίγγουν. Είπέ, λοιπόν, ένα λόγον εναντίον του Κυρίου και δώσε ένα τέλος εις την βασανισμένην σου ζωήν”.