ᾖ μὴν οὐκ ὄψονται τὴν γῆν, ἣν ὤμοσα τοῖς πατράσιν αὐτῶν, ἀλλ᾿ ἢ τὰ τέκνα αὐτῶν, ἅ ἐστι μετ᾿ ἐμοῦ ὧδε, ὅσοι οὐκ οἴδασιν ἀγαθὸν οὐδὲ κακόν, πᾶς νεώτερος ἄπειρος, τούτοις δώσω τὴν γῆν, πάντες δὲ οἱ παροξύναντές με οὐκ ὄψονται αὐτήν.
Αρ. 14,23κατ’ αμετάκλητον απόφασίν μου δεν θα ίδουν την χώραν, την οποίαν δι’ όρκου υπεσχέθην στους πατέρας των, αλλά θα την ίδουν μόνον τα τέκνα των, τα οποία είναι εδώ μαζή μου, που δεν ημπορούν ακόμη να κάμουν διάκρισιν μεταξύ καλού και κακού, κάθε νεώτερος και άπειρος. Εις αυτά εγώ θα δώσω την χώραν. Ολοι δε εκείνοι, που με παρώξυναν δεν θα την ιδούν.