Ησ. 53,1
|
Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; καὶ ὁ βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη; |
Ησ. 53,1 |
Κυριε, ποιός επίστευσεν εις αυτά, που ημείς ηκούσαμεν από σε και εκηρύξαμεν στους ανθρώπους; Η δύναμις του Κυρίου εις ποίον εφανερώθη και έγινεν πιστευτή και παραδεκτή; |
Ησ. 53,2
|
ἀνηγγείλαμεν ὡς παιδίον ἐναντίον αὐτοῦ, ὡς ῥίζα ἐν γῇ διψώσῃ. οὐκ ἔστιν εἶδος αὐτῷ οὐδὲ δόξα· καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος· |
Ησ. 53,2 |
Ανηγγείλαμεν αυτόν ωσάν μικρόν και άσημον παιδίον ενώπιον του λαού, σαν ρίζαν εις γην διψασμένην και ξηράν. Δεν είχεν ωραίαν, ένδοξον και ελκυστικήν την εμφάνισιν. Δεν είχεν ωραιότητα και λαμπρότητα προσώπου. Τον είδομεν και δεν είχε πρόσωπον εμφανίσιμον, ούτε κάλλος. |
Ησ. 53,3
|
ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων· ἄνθρωπος ἐν πληγῇ ὢν καὶ εἰδὼς φέρειν μαλακίαν, ὅτι ἀπέστραπται τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἠτιμάσθη καὶ οὐκ ἐλογίσθη. |
Ησ. 53,3 |
Αλλα το πρόσωπόν του ήτο καταφρονημένον, χωρίς τιμήν και δόξαν. Υπελείπετο ως προς την ωραιότητα και την ευπρεπή εμφάνισιν μεταξύ όλων των ανθρώπων. Αυτός ήτο άνθρωπος πληγωμένος, άνθρωπος ο οποίος γνωρίζει να βαστάζη και να υπομέντη ταλαιπωρίας και πόνους. Αντικείμενον αποστροφής έγινε το πρόσωπον του, εδέχθη εξευτελισμούς και ταπεινώσεις εκ μέρους των ανθρώπων. Τον ελογάριασαν σαν να μη υπήρχεν. |
Ησ. 53,4
|
οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἐλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει. |
Ησ. 53,4 |
Αυτός όμως φέρει επάνω του το βαρύ φορτίον των αμαρτιών μας. Εβυθίσθη στον πόνον και την οδύνην, και ημείς εν τη πλάνη μας ενομίσαμεν, ότι αυτός ευρίσκετο εις την οδυνηράν αυτήν πληγήν και συμφοράν, επειδή ετιμωρείτο εκ μέρους του Θεού δι' ίδικάς του αμαρτίας. |
Ησ. 53,5
|
αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν· παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ᾿ αὐτόν. τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν. |
Ησ. 53,5 |
Αυτός όμώς ετραυματίσθη δια τας ιδικάς μας αμαρτίας, εταλαιπωρήθη και υπέφερε δια τας ανομίας μας. Παιδευτική τιμωρία έπεσεν επάνω του δια την ιδικήν μας ειρήνην και σωτηρίαν. Χαρις δε εις την πληγήν εκείνου ημείς εθεραπεύθημεν. |
Ησ. 53,6
|
πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἄνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη· καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. |
Ησ. 53,6 |
Ολοι ωσάν πρόβατα είχαμεν πλανηθή. Καθε άνθρωπος στον δρόμον και τον τρόπον της ζωής του επλανήθη. Δια τας ιδικάς μας αμαρτίας ο Κυριος παρέδωκεν αυτόν εις παθήματα και θάνατον. |
Ησ. 53,7
|
καὶ αὐτὸς διὰ τὸ κεκακῶσθαι οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ· ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτὸν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα. |
Ησ. 53,7 |
Και αυτός, παρ' όλας τας κακώσεις που υπέστη, δεν ήνοιξε τα στόμα αυτού· ώσαν άφωνον πρόβατον ωδηγήθη προς σφαγήν. Ως αμνός άφωνος ενώπιον εκείνου, ο οποίος τον κουρεύει, έτσι πορεύεται χωρίς να ανοίγη το στόμα του. |
Ησ. 53,8
|
ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον. |
Ησ. 53,8 |
Μέσα εις την ταπείνωσιν και τον εξευτελισμόν, που εβυθίσθη, παρεγνωρίσθη και κατεπατήθη το δίκαιόν του εν τη κρίσει. Υστέρα δε από τα παθήματά του και τον άδικον θάνατον του, ποιός θα υπάρξη και ποιός θα τολμήση να διηγηθή την γενεάν αυτού; Διότι αφηρέθη βιαίως και αδίκως αυτό την γην η ζωή αυτού. Αλλα ωδηγήθη εις θάνατον ένεκα των αμαρτιών του λαού μου. |
Ησ. 53,9
|
καὶ δώσω τοὺς πονηροὺς ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ καὶ τοὺς πλουσίους ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ· ὅτι ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ. |
Ησ. 53,9 |
Εγώ δε εις εκδίκησιν του αδίκου θανάτου και της ταφής του, θα τιμωρήσω και θα παραδώσω εις θάνατον τους κακούς ανθρώπους και δια τον θάνατον αυτού θα παραδώσω τους πονηρούς πλουσίους και άρχοντας. Διότι ο παις μου αυτός δεν διέπραξε καμμίαν παρανομίαν, ούτε ευρέθη ποτέ δόλος και ψεύδος στο στόμα του. |
Ησ. 53,10
|
καὶ Κύριος βούλεται καθαρίσαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς πληγῆς. ἐὰν δῶτε περὶ ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον· καὶ βούλεται Κύριος ἀφελεῖν |
Ησ. 53,10 |
Και ο Κυριος θέλει να τον καθαρίση πλήρως από τον εξευτελισμόν και την ταπείνωσιν, εις την οποίαν τον υπέβαλαν οι άνθρωποι, από τας πληγάς τας οποίας κατέφεραν εις αυτόν. Εάν προσφέρετε αυτόν ως εξιλαστήριον θυσίαν δια τας αμαρτίας σας, η ψυχή σας λυτρωμένη θα ίδη την ατελεύτητον γενεάν του. Ο Κυριος θέλει να αφαίρεση |
Ησ. 53,11
|
ἀπὸ τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, δεῖξαι αὐτῷ φῶς καὶ πλάσαι τῇ συνέσει, δικαιῶσαι δίκαιον εὖ δουλεύοντα πολλοῖς, καὶ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν αὐτὸς ἀνοίσει. |
Ησ. 53,11 |
τον πόνον της ψυχής του, να δείξη αυτόν και δι' αυτού εις όλον τον κόσμον φως, ικανόν να αναπλάση και αναγεννήση με την σύνεσιν το ανθρώπινον γένος. Θέλει να αποδείξη αθώον αυτόν τον δίκαιον, ο οποίος υπηρετεί εύσυνειδήτως και με αγάπην τους πολλούς. Αυτών δε των πολλών τας αμαρτίας αυτός θα αναλάβη. |
Ησ. 53,12
|
διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλοὺς καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα, ἀνθ᾿ ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη· καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη. |
Ησ. 53,12 |
Δια τούτο αυτός θα πάρη ως ιδικήν του πνευματικήν κληρονομίαν πολλούς· και από τους ισχυρούς θα πάρη και θα διαμοιράση λάφυρα, διότι εκουσίως παρεδόθη στον λυτρωτικόν δι' ημάς θάνατον η ζωή του. Κατετάχθη δε μεταξύ των παρανόμων και ως τοιούτος εθεωρήθη. Αυτός όμως δια της σταυρικής του θυσίας επήρεν επάνω του τας αμαρτίας πολλών και παρεδόθη στον σταυρικόν θάνατον δια τας αμαρτίας των. |
Ησ. 54,1
|
Εὐφράνθητι, στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον, ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα· εἶπε γὰρ Κύριος· |
Ησ. 54,1 |
Ευφράνθητι, λοιπόν, συ η εκκλησία των εθνών, η μέχρι σήμερον στερα, η οποία δεν εγεννοσες παιδιά. Βγάλε μεγάλην φωνήν, βόησε με χαράν συ, η οποία δεν εγνώρισες τας ωδίνας του τοκετου. Διότι σήμερον περισσότερα είναι τα τέκνα σου, της ερήμου και χήρας, παρά της Ιουδαϊκής συναγωγής, η οποία είχεν ως πνευματικόν νυμφίον της τον Κυριον. Διότι εις σε είπεν ο Κυριος· |
Ησ. 54,2
|
πλάτυνον τὸν τόπον τῆς σκηνῆς σου καὶ τῶν αὐλαιῶν σου, πῆξον, μὴ φείσῃ· μάκρυνον τὰ σχοινίσματά σου καὶ τοὺς πασσάλους σου κατίσχυσον. |
Ησ. 54,2 |
Αυξησε εις πλάτος και μήκος τον χώρον της σκηνής σου· έκτεινε απεριόριστα τα παραπετάσματα αυτής, στήσε την σκηνήν σου. Μακρυνε τα σχοινία της και στερέωσε τους πασσάλους της. |
Ησ. 54,3
|
ἔτι εἰς τὰ δεξιὰ καὶ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἐκπέτασον, καὶ τὸ σπέρμα σου ἔθνη κληρονομήσει, καὶ πόλεις ἠρημωμένας κατοικιεῖς. |
Ησ. 54,3 |
Απλωσε την ακόμη περισσότερον εις τα δεξιά και εις τα αριοτερά. Διότι οι απόγονοί σου θα κληρονομήσουν και θα επεκταθούν εις τας χώρας των εθνών, θα κατοικήσης συ εις πόλεις, αι οποίαι έχουν ερημωθή. |
Ησ. 54,4
|
μὴ φοβοῦ, ὅτι κατῃσχύνθης, μηδὲ ἐντραπῇς, ὅτι ὠνειδίσθης· ὅτι αἰσχύνην αἰώνιον ἐπιλήσῃ καὶ ὄνειδος τῆς χηρείας σου οὐ μὴ μνησθήσῃ ἔτι. |
Ησ. 54,4 |
Μη φοβηθής, επειδή εις παλαιοτέραν εποχήν είχες καταισχυνθή, ούτε και να εντραπής, διότι τότε είχες υποστή ονειδισμούς. Διότι την μακροχρόνιον προηγουμένην εντροπήν σου θα λησμονήσης, και το όνειδος της χηρείας και ατεκνίας σου δεν θα το ενθυμηθής πλέον. |
Ησ. 54,5
|
ὅτι Κύριος ὁ ποιῶν σε, Κύριος σαβαὼθ ὄνομα αὐτῷ· καὶ ὁ ῥυσάμενός σε αὐτὸς Θεὸς Ἰσραήλ, πάσῃ τῇ γῇ κληθήσεται. |
Ησ. 54,5 |
Διότι ο Κυριος, είναι αυτός που σέ, την Εκκλησίαν, συνεκρότησε και ανέδειξε. Κυριος των δυνάμεων είναι το όνομά του. Ο λυτρωτής σου είναι αυτός ούτος ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος όχι πλέον εις μόνην την ισραηλιτικήν χώραν, αλλά εις όλην την οικουμένην θα ονομάζεται και θα δοξάζεται ως Θεός. |
Ησ. 54,6
|
οὐχ ὡς γυναῖκα καταλελειμμένην καὶ ὀλιγόψυχον κέκληκέ σε Κύριος, οὐδ᾿ ὡς γυναίκα ἐκ νεότητος μεμισημένην, εἶπεν ὁ Θεός σου· |
Ησ. 54,6 |
Οχι ως γυναίκα, η οποία έχει εγκαταλειφθή από τον σύζυγον της, γυναίκα εριστικήν προς τον άνδρα της και ολιγόψυχον σε έχει καλέσει ο Κυριος. Ούτε ως γυναίκα,η οποία από μακρού, από τα χρόνια της νεότητας της, έχει μισηθή, είπεν ο Θεός σου. |
Ησ. 54,7
|
χρόνον μικρὸν κατέλιπόν σε καὶ μετ᾿ ἐλέους μεγάλου ἐλεήσω σε, |
Ησ. 54,7 |
Επί μικρόν χρονικόν διάστημα σε εγκατέλειψα. Με αιώνιον όμως μέγα έλεος θα σε ελεήσω. |
Ησ. 54,8
|
ἐν θυμῷ μικρῷ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου ἀπὸ σοῦ καὶ ἐν ἐλέει αἰωνίῳ ἐλεήσω σε, εἶπεν ὁ ῥυσάμενός σε Κύριος. |
Ησ. 54,8 |
Με μικρόν και μικράς διαρκείας θυμόν απέστρεψα από σε το πρόσωπον μου· με αιώνιον όμως και ατελεύτητον έλεος θα σε ελεήσω, είπεν ο Κυριος ο λυτρωτής σου. |
Ησ. 54,9
|
ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ ἐπὶ Νῶε τοῦτό μοί ἐστι· καθότι ὤμοσα αὐτῷ ἐν τῷ χρόνῳ ἐκείνῳ τῇ γῇ μὴ θυμωθήσεσθαι ἐπὶ σοὶ ἔτι, μηδὲ ἐν ἀπειλῇ σου |
Ησ. 54,9 |
Ο,τι έπραξα τότε, επί της εποχής του κατακλυσμού του Νώε, αυτό θα κάμω και τώρα. Οπως δηλαδή ωρκίσθην κατά την έποχην εκείνην, ότι δια σε τον Νώε δεν θα οργισθώ πλέον εναντίον της γης, ούτε δι' απειλήν τινά εναντίον σου |
Ησ. 54,10
|
τὰ ὄρη μεταστήσεσθαι, οὐδ᾿ οἱ βουνοί σου μετακινηθήσονται, οὕτως οὐδὲ τὸ παρ᾿ ἐμοῦ σοὶ ἔλεος ἐκλείψει, οὐδὲ ἡ διαθήκη τῆς εἰρήνης σου οὐ μὴ μεταστῇ· εἶπε γὰρ Κύριος· ἵλεώς σοι. |
Ησ. 54,10 |
ότι τα όρη θα μετατεθούν και τα βουνά θα μετακινηθούν, έτσι και τώρα ορκίζομαι, ότι δεν θα λείψη ποτέ το έλεός μου προς σέ. Ούτε θα ατονήση και θα ακυρωθή ποτέ η διαθήκη, που συνήψα προς σε δια την ειρήνην σου. Διότι είπεν ο Κυριος· Από έδω και πέρα θα είμαι πάντοτε ελεήμων, συγχωρών τας αμαρτίας σου. |
Ησ. 54,11
|
Ταπεινὴ καὶ ἀκατάστατος, οὐ παρεκλήθης, ἰδοὺ ἐγὼ ἑτοιμάζω σοι ἄνθρακα τὸν λίθον σου καὶ τὰ θεμέλιά σου σάπφειρον |
Ησ. 54,11 |
Ταπεινωμένη εις κατάστασιν ασταθείας και αβεβαιότητος, χωρίς παρηγορίαν ευρίσκετο μέχρι σήμερον, ω Ιερουσαλήμ. Ιδού όμως ότι εγώ ετοιμάζω το οικοδομικόν υλικόν, λίθους πολύτιμους, αδάμαντας δια το κτίριόν σου και σαπφείρουςδια τα θεμέλια του οίκου σου. |
Ησ. 54,12
|
καὶ θήσω τὰς ἐπάλξεις σου ἴασπιν καὶ τὰς πύλας σου λίθους κρυστάλλου καὶ τὸν περίβολόν σου λίθους ἐκλεκτοὺς |
Ησ. 54,12 |
Με πολύτιμον ίασπιν θα κτίσω τας επάλξεις των τειχών σου, τας δε πύλας του τείχους σου με κρυστάλλους και το τείχος, που θα σε περιβάλη, με εκλεκτούς λίθους. |
Ησ. 54,13
|
καὶ πάντας τοὺς υἱούς σου διδακτοὺς Θεοῦ καὶ ἐν πολλῇ εἰρήνῃ τὰ τέκνα σου. |
Ησ. 54,13 |
Ολα δε τα τέκνα σου θα διδαχθούν κατ' ευθείαν από τον θεόν, θα ζουν εις αδιατάρακτον και πολλήν ειρήνην. |
Ησ. 54,14
|
καὶ ἐν δικαιοσύνῃ οἰκοδομηθήσῃ· ἀπέχου ἀπὸ ἀδίκου καὶ οὐ φοβηθήσῃ, καὶ τρόμος οὐκ ἐγγιεῖ σοι. |
Ησ. 54,14 |
Θα οικοδομηθής και θα προοδεύσης στηριζομένη επάνω εις την δικαιοσύνην, θα απέχης από κάθε άδικον πράγμα και έτσι δεν θα φοβηθής ποτέ. Τρόμος ποτέ δεν θα σε πλησίαση. |
Ησ. 54,15
|
ἰδοὺ προσήλυτοι προσελεύσονταί σοι δι᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπὶ σὲ καταφεύξονται. |
Ησ. 54,15 |
Ιδού, πολλοί προσήλυτοι οδηγούμενοι από εμέ θα προσέλθουν εις σε· με εμπιστοσύνην θα καταφύγουν εις σέ, δια να εύρουν σωτηρίαν. |
Ησ. 54,16
|
ἰδοὺ ἐγὼ ἔκτισά σε οὐχ ὡς χαλκεὺς φυσῶν ἄνθρακας καὶ ἐκφέρων σκεῦος εἰς ἔργον· ἐγὼ δὲ ἔκτισά σε οὐκ εἰς ἀπώλειαν φθεῖραι |
Ησ. 54,16 |
Ιδού, εγώ σε έκτισα, οχι όπως ο χαλκουργός, ο οποίος φυσά τα κάρβουνα, βγάζει από το πυρ σκεύος φθαρτόν και χειροποίητον. Εγώ σε έκτισα εν τη παντοδυναμία μου, δια να μη περιέλθης ποτέ εις απώλειαν και φθοράν, αλλά να μένης αιωνία. |
Ησ. 54,17
|
πᾶν σκεῦος φθαρτόν, ἐπὶ σὲ οὐκ εὐοδώσω, καὶ πᾶσα φωνὴ ἀναστήσεται ἐπὶ σὲ εἰς κρίσιν· πάντας αὐτοὺς ἡττήσεις, οἱ δὲ ἔνοχοί σου ἔσονται ἐν αὐτῇ. ἔστι κληρονομία τοῖς θεραπεύουσι Κύριον, καὶ ἡμεῖς ἔσεσθέ μοι δίκαιοι, λέγει Κύριος. |
Ησ. 54,17 |
Καθε τι φθαρτόν και επικίνδυνον δια σε σκεύος δεν θα το κατευοδώσω, δεν θα το αφήσω να επιτύχη τίποτε εις βάρος σου· όπως επίσης και κάθε φωνήν, η οποία θα σηκωθή εναντίον σου, δια να ζητήση την καταδίκην σου. Ολους αυτούς οι οποίοι θα εγερθούν εναντίον σου, θα τους νικήσης. Οσοι δε είναι ένοχοι αδικιών εναντίον σου, θα είναι εις καταδίκην. Εξ αντιθέτου επιφυλάσσεται κληρονομία αγαθών δι' εκείνους, που υπηρετούν πιστώς τον Κυριον. Και σεις θα είσθε ενώπιόν μου δίκαιοι, λέγει ο Κυριος, και μέτοχοι των αγαθών, που έχω ετοιμάσει. |
Ησ. 55,1
|
Οἱ διψῶντες, πορεύεσθε ἐφ᾿ ὕδωρ, καὶ ὅσοι μὴ ἔχετε ἀργύριον, βαδίσαντες ἀγοράσατε, καὶ φάγετε καὶ πίεσθε ἄνευ ἀργυρίου καὶ τιμῆς οἶνον καὶ στέαρ. |
Ησ. 55,1 |
Σεις των οποίων η ψυχή διψά, πηγαίνετε στο πνευματικόν ύδωρ, που τρέχει εις την νέαν Ιερουσαλήμ· και όσοι δεν έχετε χρήματα να αγοράσετε, πηγαίνετε με θάρρος. Εκεί θα προμηθευθήτε χωρίς χρήμα, χωρίς να καταβάλλετε αντίτιμον τι, κρέατα και οίνον. Θα φάγετε και θα πίετε δωρεάν. |
Ησ. 55,2
|
ἱνατί τιμᾶσθε ἀργυρίου ἐν οὐκ ἄρτοις καὶ τὸν μόχθον ὑμῶν οὐκ εἰς πλησμονήν; ἀκούσατέ μου καὶ φάγεσθε ἀγαθά, καὶ ἐντρυφήσει ἐν ἀγαθοῖς ἡ ψυχὴ ὑμῶν. |
Ησ. 55,2 |
Διατί εξοδεύετε τα χρήματά σας οχι δια άρτους και τρόφιμα, και το προϊόν του κόπου σας οχι προς χορτασμόν σας; Ακούσατέ μου και θα φάγετε τα αγαθά, θα εντρυφήση η ψυχή σας μέσα στον πλούτον των πραγματικών αγαθών. |
Ησ. 55,3
|
προσέχετε τοῖς ὠσὶν ὑμῶν καὶ ἐπακουλουθήσατε ταῖς ὁδοῖς μου· εἰσακούσατέ μου, καὶ ζήσεται ἐν ἀγαθοῖς ἡ ψυχὴ ὑμῶν· καὶ διαθήσομαι ὑμῖν διαθήκην αἰώνιον, τὰ ὅσια Δαυὶδ τὰ πιστά. |
Ησ. 55,3 |
Ανοίξατε τα αυτιά σας και δώσατε προσοχήν εις τα λόγια μου. Ακολουθήσατε τον δρόμον των εντολών μου. Ακούσατέ με και η ψυχή σας θα ζήση μέσα στον πλούτον των αγαθών. Θα κάμω δε μαζή σας νέαν δια-θήκην, αιωνίαν. Θα εκπληρώσω τας ιεράς, τας αμετακινήτους και αξιοπίστους υποσχέσεις μου προς τον Δαυΐδ. |
Ησ. 55,4
|
ἰδοὺ μαρτύριον ἐν ἔθνεσιν ἔδωκα αὐτόν, ἄρχοντα καὶ προστάσσοντα ἔθνεσιν. |
Ησ. 55,4 |
Ιδού, αυτόν, τον οποίον υπεσχέθην στον Δαυΐδ, τον έδωσα και τον ανέδειξα αξιόπιστον κήρυκα της αληθείας μεταξύ όλων των εθνών, παγκόσμιον άρχοντα και δίδοντα προσταγάς εις όλα τα έθνη. |
Ησ. 55,5
|
ἰδοὺ ἔθνη, ἃ οὐκ οἴδασί σε, ἐπικαλέσονταί σε, καὶ λαοί, οἳ οὐκ ἐπίστανταί σε, ἐπὶ σὲ καταφεύξονται ἕνεκεν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ, ὅτι ἐδόξασέ σε. - |
Ησ. 55,5 |
Ιδού, έθνη, τα οποία προηγουμένως δεν σε εγνώριζαν, διότι τίποτε περί σου δεν είχαν ακούσει, θα σε επικαλούνται τώρα με πίστιν. Και λαοί, οι οποίοι δεν έμαθαν τίποτε και δεν εγνώριζον τίποτε δια σέ, θα καταφύγουν προς σε ως προς σωτήρα, ένεκεν Κυρίου του Θεού σου, του αγίου Θεού του Ισραήλ, διότι αυτός σε εδόξασε. |
Ησ. 55,6
|
Ζητήσατε τὸν Κύριον καὶ ἐν τῷ εὑρίσκειν αὐτὸν ἐπικαλέσασθε· ἡνίκα δ᾿ ἂν ἐγγίζη ὑμῖν, |
Ησ. 55,6 |
Αναζητήσατε τον Κυριον με προθυμίαν· και όταν τον εύρετε, επικαλεσθήτε με πίστιν την βοήθειάν του· όταν δε ο Κυριος σας πλησιάζη, |
Ησ. 55,7
|
ἀπολιπέτω ὁ ἀσεβὴς τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ καὶ ἀνὴρ ἄνομος τὰς βουλὰς αὐτοῦ καὶ ἐπιστραφήτω ἐπὶ Κύριον, καὶ ἐλεηθήσεται, ὅτι ἐπὶ πολὺ ἀφήσει τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν. |
Ησ. 55,7 |
ο ασεβής ας εγκαταλείψη τας αμαρτωλάς αυτού οδούς και ο παράνομος άνθρωπος ας επιστρέψη εν μετανοία προς τον Κυριον. Και τότε ο Κυριος θα τον ελεήση, διότι εις μέ-γάλην έκτασιν θα συγχωρήση τας αμαρτίας εκείνου και όλων σας. |
Ησ. 55,8
|
οὐ γάρ εἰσιν αἱ βουλαί μου ὥσπερ αἱ βουλαὶ ὑμῶν, οὐδ᾿ ὥσπερ αἱ ὁδοὶ ὑμῶν αἱ ὁδοί μου, λέγει Κύριος. |
Ησ. 55,8 |
Διότι αι ιδικαί μου βουλαί και αποφάσεις, λέγει ο Κυριος, δεν είναι ώσάν τας ιδικάς σας βουλάς· ούτε οι ιδικοί μου τρόποι ενεργείας και αι οδοί, τας οποίας σας υποδεικνύω, είναι ωσάν τας ιδικάς σας οδούς. |
Ησ. 55,9
|
ἀλλ᾿ ὡς ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τῆς γῆς, οὕτως ἀπέχει ἡ ὁδός μου ἀπὸ τῶν ὁδῶν ὑμῶν καὶ τὰ διανοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς διανοίας μου. |
Ησ. 55,9 |
Αλλά, όσον απέχει ο ουρανός από την γην, τόσον απέχει και η ιδική μου οδός από τας οδούς σας, και τα ιδικά σας διανοήματα από την ίδικήν μου διάνοιαν και βουλήν. |
Ησ. 55,10
|
ὡς γὰρ ἂν καταβῇ ὁ ὑετὸς ἢ χιὼν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ οὐ μὴ ἀποστραφῇ, ἕως ἂν μεθύσῃ τὴν γῆν, καὶ ἐκτέκῃ καὶ ἐκβλαστήσῃ καὶ δῷ σπέρμα τῷ σπείραντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν, |
Ησ. 55,10 |
Διότι, όπως όταν κατεβή από τον ουρανόν η βροχή η η χιών, δεν θα επιστρέψη πάλιν, έως ότου ποτίση πλουσίως την γην, φυτρώση ο σπαρείς σπόρος, βλάστηση και καρποφορήση χάριν του γεωργού, που τον έσπειρε, και δώσει εις αυτόν άρτον προς τροφήν, |
Ησ. 55,11
|
οὕτως ἔσται τὸ ῥῆμά μου, ὃ ἐὰν ἐξέλθῃ ἐκ τοῦ στόματός μου, οὐ μὴ ἀποστραφῇ, ἕως ἂν τελεσθῇ ὅσα ἂν ἠθέλησα καὶ εὐοδώσω τὰς ὁδούς μου καὶ τὰ ἐντάλματά μου. |
Ησ. 55,11 |
ετσι θα γίνη και με κάθε λόγον μου, ο οποίος θα βγη από το στόμα μου. Δεν θα πέση στο κενόν, δεν θα επιστρέψη απραγματοποίητος, μέχρις ότου εκτελεσθούν όλα όσα εγώ ηθέλησα και θέλω. Θα κατευοδώσω εγώ όλους τους τρόπους ενεργείας μου και θα μεταβάλω εις πραγματικότητα εκείνα, τα οποία διέταξα. |
Ησ. 55,12
|
ἐν γὰρ εὐφροσύνῃ ἐξελεύσεσθε καὶ ἐν χαρᾷ διδαχθήσεσθε· τὰ γὰρ ὄρη καὶ οἱ βουνοὶ ἐξαλοῦνται προσδεχόμενοι ὑμᾶς ἐν χαρᾷ, καὶ πάντα τὰ ξύλα τοῦ ἀγροῦ ἐπικροτήσει τοῖς κλάδοις, |
Ησ. 55,12 |
Και ιδού, ότι σεις, με μεγάλην αγαλλίασιν θα λυτρωθήτε και θα εξέλθετε από τον ζυγόν της δουλείας σας, με μεγάλην χαράν θα διδαχθήτε και θα δεχθήτε την διδασκαλίαν μου. Και αυτά ακόμη τα μεγάλα όρη και τα μικρά βουνά θα σκιρτούν από αγαλλίασιν, υποδεχόμενα με χαράν σας. Και όλα τα δένδρα της υπαίθρου θα κροτούν από την χαράν των τους κλάδους των. |
Ησ. 55,13
|
καὶ ἀντὶ τῆς στοιβῆς ἀναβήσεται κυπάρισσος, ἀντὶ δὲ τῆς κονύζης ἀναβήσεται μυρσίνη· και ἔσται Κύριος εἰς ὄνομα καὶ εἰς σημεῖον αἰώνιον καὶ οὐκ ἐκλείψει. |
Ησ. 55,13 |
Κατά την πανευφρόσυνον εκείνην περίοδον αντί της ακάρπου θαμνώδους στοιβής θα υψωθή η μεγαλοπρεπής κυπάρισσος. Αντί δε της δυσώδους κονύζης θα βλαστήση και θα μεγαλώση η ευώδης μυρτιά. Ονομαστός και ένδοξος θα γίνη ο Κυριος κατά την ημέραν εκείνην. Και η λύτρωσις, που θα σας δοθή εκ μέρους του, θα είναι μέγα και αιώνιον θαύμα, που δεν θα λείψη ποτέ. |
Ησ. 56,1
|
Τάδε λέγει Κύριος· φυλάσσεσθε κρίσιν καὶ ποιήσατε δικαιοσύνην· ἤγγικε γὰρ τὸ σωτήριόν μου παραγίνεσθαι καὶ τὸ ἔλεός μου ἀποκαλυφθῆναι. |
Ησ. 56,1 |
Αυτά λέγει, ο Κυριος· “προσέξατε και τηρήσατε το δίκαιον, εφαρμόσατε δικαιοσύνην εις την ζωήν σας, διότι πλησιάζει πλέον να έλθη η ημέρα της σωτηρίας, που εγώ θα δώσω, και να φανερωθή εις σας το έλεός μου. |
Ησ. 56,2
|
μακάριος ἀνὴρ ὁ ποιῶν ταῦτα καὶ ἄνθρωπος ὁ ἀντεχόμενος αὐτῶν καὶ φυλάσσων τὰ σάββατα μὴ βεβηλοῦν καὶ διατηρῶν τὰς χεῖρας αὐτοῦ μὴ ποιεῖν ἄδικα. |
Ησ. 56,2 |
Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος, που τηρεί αυτά· ο άνθρωπος, ο οποίος τα κρατεί σταθερά, τηρεί την αργίαν των σαββάτων και δεν τα βεβηλώνει, διατηρεί και κρατεί τας χείρας του καθαράς, ώστε να μη πράττη άδικα. |
Ησ. 56,3
|
μὴ λεγέτω ὁ ἀλλογενὴς ὁ προσκείμενος πρὸς Κύριον· ἀφοριεῖ με ἄρα Κύριος ἀπὸ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ· καὶ μὴ λεγέτω ὁ εὐνοῦχος ὅτι ξύλον ἐγώ εἰμι ξηρόν. |
Ησ. 56,3 |
Ας μη είπη ο αλλοεθνής, ο μη Ιουδαίος, ο οποίος εν τούτοις ευρίσκεται πλησίον του Κυρίου· θα με ξεχωρίση, λοιπόν, και θα με απομακρύνη ο Κυριος από τον λαόν του. Και αυτός ακόμη ο ευνούχος, ας μη είπη θλιμμένος και μελαγχολικός· “Είμαι ξηρόν και άκαρπον δένδρον εγώ”. |
Ησ. 56,4
|
τάδε λέγει Κύριος τοῖς εὐνούχοις· ὅσοι ἂν φυλάξωνται τὰ σάββατά μου καὶ ἐκλέξωνται ἃ ἐγὼ θέλω καὶ ἀντέχωνται τῆς διαθήκης μου, |
Ησ. 56,4 |
Αυτά λέγει ο Κυριος στους ευνούχους. Εις εκείνους, οι οποίοι θα τηρήσουν τα σάββατά μου, θα εκλέξουν και θα δεχθούν εκείνα, τα οποία εγώ θέλω και θα κρατήσουν στερεά την διαθήκην μου. |
Ησ. 56,5
|
δώσω αὐτοῖς ἐν τῷ οἴκῳ μου καὶ ἐν τῷ τείχει μου τόπον ὀνομαστὸν κρείττω υἱῶν καὶ θυγατέρων, ὄνομα αἰώνιον δώσω αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐκλείψει. |
Ησ. 56,5 |
“Εγώ θα δώσω εις αυτούς τόπον ονομαστόν, στον ναόν μου και στο τείχος της πόλεώς μου καλύτερον από εκείνον, τον οποίον κρατούν, όσοι έχουν υιούς και θυγατέρας, θα τους δώσω όνομα αιώνιον, το οποίον ουδέποτε θα σβήση η θα λησμονηθή. |
Ησ. 56,6
|
καὶ τοῖς ἀλλογενέσι τοῖς προσκειμένοις Κυρίῳ δουλεύειν αὐτῷ καὶ ἀγαπᾶν τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ εἶναι αὐτῷ εἰς δούλους καὶ δούλας καὶ πάντας τοὺς φυλασσομένους τὰ σάββατά μου μὴ βεβηλοῦν καὶ ἀντεχομένους τῆς διαθήκης μου, |
Ησ. 56,6 |
Και τους αλλοεθνείς, τους μη Ιουδαίους, οι οποίοι ευρίσκονται κοντά στον Κυριον θα τον υπηρετούν και να αγαπούν το όνομα του Κυρίου, να είναι εις αυτόν πιστοί δούλοι και δούλαι και εις όλους εκείνους, που τηρούν την εντολήν του Σαββάτου, ώστε να μη το βεβηλώνουν, και οι οποίοι κρατούν στερεά την διαθήκην μου, |
Ησ. 56,7
|
εἰσάξω αὐτοὺς εἰς τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου καὶ εὐφρανῶ αὐτοὺς ἐν τῷ οἴκῳ τῆς προσευχῆς μου· τὰ ὁλοκαυτώματα αὐτῶν, καὶ αἱ θυσίαι αὐτῶν ἔσονται δεκταὶ ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου μου· ὁ γὰρ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν, |
Ησ. 56,7 |
αυτούς εγώ θα τους οδηγήσω και θα τους εισαγάγω εις το άγιόν μου όρος. Θα τους ευφράνω στον οίκον της προσευχής μου, στον ναόν μου. Τα ολοκαυτώματά των και αι άλλαι θυσίαι των, θα είναι ευαρέστως δεκταί επάνω στο θυσιαστήριόν μου. Διότι ο οίκος μου θα αγνωρισθή και θα διακηρυχθή οίκος προσευχής δι' όλα ανεξαιρέτως τα έθνη”. |
Ησ. 56,8
|
εἶπε Κύριος ὁ συνάγων τοὺς διεσπαρμένους Ἰσραήλ, ὅτι συνάξω ἐπ᾿ αὐτὸν συναγωγήν. - |
Ησ. 56,8 |
Αυτά είπεν ο Κυριος, ο οποίος συγκεντρώνει τους ανά τα έθνη διεσκορπισμένους ισρσηλίτας, ότι στον συγκεντρωθέντα νέον Ισραήλ θα συναθροίση και άλλο πλήθος ανθρώττων από τα διάφορα έθνη. |
Ησ. 56,9
|
Πάντα τὰ θηρία τὰ ἄγρια, δεῦτε φάγετε, πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ. |
Ησ. 56,9 |
Ολα τα άγρια θηρία, όλα τα θηρία του δάσους, λαοί εθνών, ελάτε σεις να φάγετε τα αγαθά μου αντί του απειθούντος ισραηλιτικου λαού. |
Ησ. 56,10
|
ἴδετε ὅτι ἐκτετύφλωνται πάντες, οὐκ ἔγνωσαν φρονῆσαι, πάντες κύνες ἐνεοί, οὐ δυνήσονται ὑλακτεῖν, ἐνυπνιαζόμενοι κοίτην, φιλοῦντες νυστάξαι. |
Ησ. 56,10 |
'Ιδετε ότι όλοι οι Ισραηλίται έχουν ψυχικώς τυφλωθή. Δεν ηθέλησαν να αποκτήσουν ορθήν γνώσιν και σύνεσιν. Ολοι, μάλιστα οι άρχοντες των, είναι κύνες με ανοικτόν και άφωνον το στόμα των. Δεν ημπορούν να γαυγίσουν εναντίον των εχθρών των. Κοιμώνται και βλέπουν όνειρα, αγαπούν τον νυσταγμόν και τον ύπιον. |
Ησ. 56,11
|
καὶ οἱ κύνες ἀναιδεῖς τῇ ψυχῇ, οὐκ εἰδότες πλησμονήν· καί εἰσι πονηροὶ οὐκ εἰδότες σύνεσιν, πάντες ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν ἐξηκολούθησαν, ἕκαστος κατὰ τὸ ἑαυτοῦ. |
Ησ. 56,11 |
Οι αρχηγοί, ιδία του Ισραήλ, είναι αναιδείς όπως οι κύνες. Απληστοι, δεν γνωρίζουν χορτασμόν. Είναι πονηροί, δεν γνωρίζουν και δεν έχουν ορθοφροσύνην και συνεσιν. Ολοι εξακολουθούν να βαδίζουν τους δρόμους της διεφθαρμένης αυτών ζωής, ο καθένας σύμφωνα προς το συμφέρον του και τας αμαρτωλάς του διαθέσεις. |
Ησ. 57,1
|
Ἴδετε ὡς ὁ δίκαιος ἀπώλετο, καὶ οὐδεὶς ἐκδέχεται τῇ καρδίᾳ, καὶ ἄνδρες δίκαιοι αἴρονται, καὶ οὐδεὶς κατανοεῖ. ἀπὸ γὰρ προσώπου ἀδικίας ἦρται ὁ δίκαιος· |
Ησ. 57,1 |
Ιδετέ πως ο δίκαιος χάνεται, και κανείς δεν βάζει αυτό εις την καρδία του, ούτε και συγκινείται! Ανδρες δίκαιοι φονεύονται και σαρώνονται και κανείς δεν κατανοεί το μέγεθος της αδικίας αυτής! Εξ αιτίας της μεγάλης κακότητός που επικρατεί γενικώς, έχει αφαιρεθή η ζωή του δικαίου. |
Ησ. 57,2
|
ἔσται ἐν εἰρήνῃ ἡ ταφὴ αὐτοῦ, ᾖρται ἐκ τοῦ μέσου |
Ησ. 57,2 |
Αφηρέθη η ζωή του εκ μέσου πονηράς γενεάς, ετάφη όμως ειρηνικώς και εισήλθεν εις την αωνίαν ειρήνην. |
Ησ. 57,3
|
ὑμεῖς δὲ προσαγάγετε ὧδε, υἱοὶ ἄνομοι, σπέρμα μοιχῶν καὶ πόρνης· |
Ησ. 57,3 |
Πλησιάσατε όμως εδώ σεις, υιοί της παρανομίας, καρποί μοιχών ανδρών και πόρνης γυναικός. |
Ησ. 57,4
|
ἐν τίνι ἐνετρυφήσατε; καὶ ἐπὶ τίνα ἠνοίξατε τὸ στόμα ὑμῶν; καὶ ἐπὶ τίνα ἐχαλάσατε τὴν γλῶσσαν ὑμῶν; οὐχ ὑμεῖς ἐστε τέκνα ἀπωλείας; σπέρμα ἄνομον; |
Ησ. 57,4 |
Και σας ερωτώ με ποίον και εις βάρος ποίου διεσκεδάσατε; Εναντίον ποίου ηνοιξατε υβριστικώς το στόμα σας; Και εναντίον τίνος εβγάλατε εμπαικτικώς μίαν σπιθαμήν την γλώσσαν σας; Δεν είσθε σεις τέκνα απωλείας, αμαρτωλοί απόγονοι γονέων παρανόμων; |
Ησ. 57,5
|
οἱ παρακαλοῦντες εἴδωλα ὑπὸ δένδρα δασέα, σφάζοντες τὰ τέκνα αὐτῶν ἐν ταῖς φάραγξιν ἀναμέσον τῶν πετρῶν. |
Ησ. 57,5 |
Σεις λατρεύετε και παρακαλείτε τα είδωλα κάτω από πυκνόφυλλα δένδρα και σφάζετε τα τέκνα σας εις τα είδωλα, εις τας φάραγγας, ανάμεσα από βράχους. |
Ησ. 57,6
|
ἐκείνη σου ἡ μερίς, οὗτός σου ὁ κλῆρος, κἀκείνοις ἐξέχεας σπονδὰς κἀκείνοις ἀνήνεγκας θυσίας· ἐπὶ τούτοις οὖν οὐκ ὀργισθήσομαι; |
Ησ. 57,6 |
Αυτή είναι λοιπόν η μερίς, την οποίαν εξέλεξες. Αύτη είναι η κληρονομία σου και όχι ο Θεός. Εις τα είδωλα έχυσες ιεράς σπονδάς οίνου και εις εκείνα προσέφερες τας θυσίας σου. Δια τα βέβηλα, λοιπόν, αυτά έργα σου δεν θα οργισθώ εναντίον σου; |
Ησ. 57,7
|
ἐπ᾿ ὄρος ὑψηλὸν καὶ μετέωρον, ἐκεῖ σου ἡ κοίτη, καὶ ἐκεῖ ἀνεβίβασας θυσίας σου. |
Ησ. 57,7 |
Επάνω εις όρος υψηλόν και σαν μετέωρον στον αέρα εκεί ετοποθέτησες την αμαρτωλήν σου κλίνην, εκεί ανεβίβασες και προσέφερες τας θυσίας σου. |
Ησ. 57,8
|
καὶ ὀπίσω τῶν σταθμῶν τῆς θύρας σου ἔθηκας μνημόσυνά σου· ᾤου ὅτι ἐὰν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἀποστῇς, πλεῖόν τι ἕξεις· ἠγάπησας τοὺς κοιμωμένους μετὰ σοῦ |
Ησ. 57,8 |
Πισω από τας παραστάδας των θυρών του σπιτιού σου έθεσες προς συνεχή ανάμνησιν τα ειδωλολατρικά σύμβολα. Ενόμισες, ότι, αν απομακρυνθής από εμέ, θα επιτύχης περισσότερα. Ηγήπησες αμαρτωλούς' και μαζή των κοιμάσαι. |
Ησ. 57,9
|
καὶ ἐπλήθυνας τὴν πορνείαν σου μετ᾿ αὐτῶν καὶ πολλοὺς ἐποίησας τοὺς μακρὰν ἀπὸ σοῦ καὶ ἀπέστειλας πρέσβεις ὑπὲρ τὰ ὅριά σου καὶ ἀπέστρεψας καὶ ἐταπεινώθης ἕως ᾅδου. |
Ησ. 57,9 |
Εβυθίσθης εις την αμαρτωλότητα, επλήθυνας τας πορνείας σου μετ' αυτών. Πολλούς ψευδοθεούς, που ήσαν μακράν από σέ, τους έφερες κοντά σου. Εστειλες πρέσβεις πέραν από τα όρια της χώρας σου προς ειδωλολατρικούς λαούς, δια να ζητήσης βοήθειαν. Απεμακρύνθης από εμέ και εξηυτελίσθης μέχρις ·άδου. |
Ησ. 57,10
|
ταῖς πολιοδίαις σου ἐκοπίασας καὶ οὐκ εἶπας· παύσομαι ἐνισχύουσα, ὅτι ἔπραξας ταῦτα, διὰ τοῦτο οὐ κατεδεήθης μου σύ. |
Ησ. 57,10 |
Συ, Ιερουσαλήμ, εταλαιπωρήθης και ματαίως εκοπίασές με τας πολλάς πορείας σου. Και όμως δεν είπες· Ματαία η προσπάθεια μου· θα παύσω να ζητώ ενισχύσεις από τους έξω. Επειδή παρεξέκλινες και έπραξες όλας αυτάς τας παρανομίας, ετυφλώθης και δια τούτο δεν ησθάνθης την ανάγκην μου, δεν ηθέλησες να παρακαλέσης εμέ. |
Ησ. 57,11
|
τίνα εὐλαβηθεῖσα ἐφοβήθης καὶ ἐψεύσω με καὶ οὐκ ἐμνήσθης μου, οὐδὲ ἔλαβές με εἰς τὴν διάνοιαν οὐδὲ εἰς τὴν καρδίαν σου; καὶ ἐγώ σε ἰδὼν παρορῶ, καὶ ἐμὲ οὐκ ἐφοβήθης. |
Ησ. 57,11 |
Από δέος προς ποίον εφοβήθης και είπες ψέματα προς εμέ, με την παράβασιν των υποσχέσεών σου, και δεν με εθυμήθης; Ούτε με έβαλες εις την σκέψιν σου και την καρδίαν σου· και εγώ δέ, όταν είδα την διαγωγήν σου, έκαμα ότι δεν σε βλέπω. Και πάλιν όμως συ δεν εφοβήθης, και συνέχισες τας παρεκτροπάς σου. |
Ησ. 57,12
|
καὶ ἐγὼ ἀπαγγελῶ τὴν δικαιοσύνην μου καὶ τὰ κακά σου, ἃ οὐκ ὠφελήσει σε. |
Ησ. 57,12 |
Εγώ όμώς θα αναγγείλω την δικαίαν μου εναντίον σου απόφασιν και τας συμφοράς, αι οποίαι θα σε εύρουν. Τα δε είδωλά σου εις τίποτε δεν θα σε ωφελήσουν. |
Ησ. 57,13
|
ὅταν ἀναβοήσῃς, ἐξελέσθωσάν σε ἐν τῇ θλίψει σου· τούτους γὰρ πάντας ἄνεμος λήψεται καὶ ἀποίσει καταιγίς. οἱ δὲ ἀντεχόμενοί μου κτήσονται γῆν καὶ κληρονομήσουσι τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου. |
Ησ. 57,13 |
Οταν θα κραυγάσης, ας εξέλθουν προς σέ, δια να σε απαλλάξουν από την θλίψιν σου! Ολους αυτούς τους ειδωλικούς θεούς θα τους πάρη ο άνεμος, θα τους πετάξη μακρυά η καταιγίδα. Οσοι όμως κρατούνται στερεά από εμέ θα κληρονομήσουν το όρος το άγιόν μου, την νέαν Ιερουσαλήμ. |
Ησ. 57,14
|
καὶ ἐροῦσι· καθαρίσατε ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ ὁδοὺς καὶ ἄρατε σκῶλα ἀπὸ τῆς ὁδοῦ τοῦ λαοῦ μου. - |
Ησ. 57,14 |
Και. θα είπουν τότε· Καθαρίσατε ενώπιον αυτού τας οδούς, πάρτε και πετάξτε μακρυά τα εμπόδια από την οδόν, από την οποίαν θα διέλθη ο λαός μου”. |
Ησ. 57,15
|
Τάδε λέγει Κύριος ὁ Ὕψιστος, ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν τὸν αἰῶνα, ἅγιος ἐν ἁγίοις ὄνομα αὐτῷ, Κύριος Ὕψιστος ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος καὶ ὀλιγοψύχοις διδοὺς μακροθυμίαν καὶ διδοὺς ζωὴν τοῖς συντετριμμένοις τὴν καρδίαν· |
Ησ. 57,15 |
Αυτά λέγει Κυριος, ο Υψιστος, ο κατοικών αιωνίως εν υψηλοίς, ο έχων αγιώτατον το όνομα αυτού, Κυριος, Υψιστος, επαναπαυόμενος και ευαρεστούμενος εν μέσω των αγίων. Αυτός ο οποίος δίδει καρτερίαν και δύναμιν στους ολιγοψύχους παρέχει ζωογόνον παρηγορίαν στους συντετριμμένους κατά την καρδίαν. |
Ησ. 57,16
|
οὐκ εἰς τὸν αἰῶνα ἐκδικήσω ὑμᾶς, οὐδὲ διαπαντὸς ὀργισθήσομαι ὑμῖν· πνεῦμα γὰρ παρ᾿ ἐμοῦ ἐξελεύσεται καὶ πνοὴν πᾶσαν ἐγὼ ἐποίησα. |
Ησ. 57,16 |
Αυτός ο αιώνιος, ο παντοδύναμος και δίκαιος Κυριος λέγει· “δεν θα σας τιμωρώ αιωνίως, ούτε και πάντοτε θα είμαι ωργισμένος εναντίον σας. Διότι το πνεύμα, που ο καθένας σας έχει, από εμέ έχει εξέλθει. Και κάθε ζώσαν πνοήν εγώ την εδημιούργησα. |
Ησ. 57,17
|
δι᾿ ἁμαρτίαν βραχύ τι ἐλύπησα αὐτὸν καὶ ἐπάταξα αὐτὸν καὶ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐλυπήθη καὶ ἐπορεύθη στυγνὸς ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. |
Ησ. 57,17 |
Τον αμάρτωλόν επειδή παρέβη το θέλημά μου και ημάρτησε επ' ολίγον διάστημα τον ετιμώρησα και τον ελύπησα. Τον εκτύπησα και εγυρισα αλλού το πρόσωπόν μου. Αυτός δε ελυπήθη και επορεύθη θλιμμένος τον δρόμον της ζωής του. |
Ησ. 57,18
|
τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ ἑώρακα καὶ ἰασάμην αὐτὸν καὶ παρεκάλεσα αὐτὸν καὶ ἔδωκα αὐτῷ παράκλησιν ἀληθινήν, |
Ησ. 57,18 |
Εγώ είδα την μετά ταύτα αλλαγήν των δρόμων της ζωής του και τον εθεράπευσα από την ασθένειάν του. Τον παρηγόρησα, έδωσα εις αυτόν πραγματικήν παρηγορίαν. |
Ησ. 57,19
|
εἰρήνην ἐπ᾿ εἰρήνῃ τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγὺς οὖσι. καὶ εἶπε Κύριος· ἰάσομαι αὐτούς, |
Ησ. 57,19 |
Εδωκα ειρήνην μεγάλην και σταθεράν στους μακράν ευρισκομένους εθνικούς και εις τους πλησίον ευρισκομένους Ιουδαίους, και είπεν ο Κυριος· θα θεραπεύσω όλους αυτούς. |
Ησ. 57,20
|
οἱ δὲ ἄδικοι οὕτως κλυδωνισθήσονται καὶ ἀναπαύσασθαι οὐ δυνήσονται. |
Ησ. 57,20 |
Οι αμετανόητοι όμως αμαρτωλοί θα αναταράσσωνται, σαν να ευρίσκονται εις αγρίως τρικυμισμένην θάλασσαν. Δεν θα ημπορέσουν δέ ποτέ,να εύρουν πραγματικήν ανάπαυσιν. |
Ησ. 57,21
|
οὐκ ἔστι χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν, εἶπε Κύριος ὁ Θεός. |
Ησ. 57,21 |
Εις τους ασεβείς δεν υπάρχει χαρά, είπεν ο Κυριος ο Θεός. |