Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Οἱ θεωρητικοί τῆς ἡγετικῆς συμπεριφορᾶς, καθὼς προσπαθοῦν νὰ ὁμαδοποιήσουν τὶς συμπεριφορὲς τῶν ἡγετῶν, ὁρίζουν πέντε τρόπους συμπεριφορᾶς, μὲ 2 ὡστόσο μεγάλες βασικὲς ὁμάδες, τὸν αὐταρχικὸ καὶ τὸν δημοκρατικὸ ἡγέτη.
    Στὴν προσέγγισή τους, οἱ μελετητὲς ξεκινοῦν πάντα ἀπὸ τὸν αὐταρχικὸ τρόπο, ποὺ φαίνεται ὅτι εἶναι ὁ πιὸ παραδοσιακός. Αὐτὸς ὁ τρόπος συμπεριφορᾶς στροβιλίζεται γύρω ἀπὸ τὸν στόχο, ποὺ εἶναι ἡ τέλεση τοῦ ἔργου, ἡ ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντος καὶ ὄχι τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς σχέσεις, ποὺ θὰ ἀναπτύξει ὁ ἡγέτης μὲ τὰ ἄτομα.

  • !

    Ὁ αὐταρχικὸς ἡγέτης δομεῖ τὴν ἄσκηση τῆς ἐξουσίας του πάνω στὸν ἄξονα ἐξουσία – ὑπακοή – ἀπόλυτος ἔλεγχος. Πιέζει μὲ ἀπαιτητικὸ τρόπο τοὺς ὑφισταμένους του νὰ ἀποδώσουν στὸ ἔργο τους, μὲ μέσο τὴν πιστὴ ὑπακοὴ στὸ καθῆκον. Ὁ ἡγέτης ἀποφασίζει μόνος, χρησιμοποιεῖ τὸν φόβο ὡς κίνητρο, εἶναι δογματικός, δὲν δέχεται ὑποδείξεις ἢ προτάσεις.
    Ὅταν ὁ ἡγέτης υἱοθετεῖ τὸν αὐταρχικὸ τρόπο συμπεριφορᾶς, οἱ συνέπειες γιὰ τοὺς ὑφισταμένους του, τοὺς ὑπηκόους του, εἶναι ἐξαιρετικὰ δυσμενεῖς. Αἰσθάνονται ὅτι εἶναι ἀπαξιωμένοι καὶ ὅτι ἡ μόνη τους ἀποστολὴ εἶναι νὰ ὑπηρετοῦν τὸν ἡγέτη. Ἡ ἀπαξίωση μὲ τὴ σειρὰ της ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀντιδράσουν.

  • !

    Ἕνας αὐταρχικὸς ἡγέτης, λοιπὸν, διαμορφώνει δυσαρμονικὲς σχέσεις, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ὁμάδα τῆς ὁποίας ἡγεῖται νὰ μὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ καὶ δημιουργική. Ὁ ἡγέτης, ἀπὸ τὴν πλευρά του, ἐπειδὴ πιέζει τοὺς ὑπηκόους του, ταυτόχρονα πιέζει καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἀρνητικὸ ἀντίτιμο. Ζεῖ ἐγκλωβισμένος στὴν ἔννοια τοῦ καθήκοντος, παραμερίζοντας τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀποχρώσεις τῶν διαφορετικῶν ἀνθρώπινων συμπεριφορῶν. Τὸ καθῆκον γίνεται αὐτοσκοπὸς καὶ οἱ ἄνθρωποι ἐφαρμοστὲς τοῦ καθήκοντος.

  • !

    Ἡ θεωρητικὴ προσέγγιση τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη καὶ τοῦ τρόπου ποὺ ἀντιδροῦν οἱ ὑφιστάμενοί του μπορεῖ νὰ βρεῖ ἐφαρμογὴ στὸν τρόπο ἄσκησης τῆς ἐξουσίας ἀπὸ τὸν Κρέοντα στὴν «Ἀντιγόνη» τοῦ Σοφοκλῆ ἀλλὰ καὶ στὴ στάση, τὴν ὁποία κρατοῦν οἱ πολίτες τῆς πόλης καὶ τὰ πρόσωπα τῆς τραγωδίας. Ὁ Κρέων, ὡς ὁ πιὸ κοντινὸς συγγενὴς, ἀναλαμβάνει νὰ κυβερνήσει τὴν πόλη τῶν Θηβῶν, μετὰ τὸ ἀδελφικὸ αἱματοκύλισμα τοῦ Ἐτεοκλῆ καὶ τοῦ Πολυνείκη. Ὅπως δηλώνει ὁ ἴδιος, εἶναι ὁ πιὸ κοντινὸς συγγενὴς ἐξ ἀγχιστείας, ἄρα γὶ αὐτὸ καὶ ἀναλαμβάνει τὴν διοίκηση τῆς ρημαγμένης Θήβας. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του καλεῖ τὸ χορό, δηλαδὴ τοὺς πολίτες τῆς πόλης, γιὰ νὰ τοὺς δηλώσει τὸν τρόπο ποὺ θὰ διοικήσει, πρόκειται γιὰ τὶς προγραμματικές του δηλώσεις.

  • !

    Ὁ Κρέων ἔχει καλέσει τὸ χορό, ἄρα τοὺς ὑπηκόους του, καὶ διατυπώνει τοὺς κανόνες λειτουργίας τῆς νέας πολιτείας.
    Τὸ τρίπτυχο ἐξουσία – ὑπακοή – ἀπόλυτος ἔλεγχος εἶναι τὸ μονοπάτι τῆς διακυβέρνησης τοῦ Κρέοντα. Ἡ ὑπακοὴ ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ βασιλιᾶ ἐπιβεβαιώνεται καὶ ὅταν τολμᾶ νὰ ἐκφράσει κάποια στιγμὴ τὴ σκέψη του ὁ χορός, ὅποτε ὁ Κρέοντας τοῦ ἁπαντᾶ ἄμεσα, ἀπότομα, προσβλητικὰ μὲ μία προστακτική, παῦσαι.
    Στὴν προσπάθειά του ὁ Κρέοντας νὰ ἐλέγξει ὅλους, νὰ ὑποτάξει τοὺς πάντες, φέρεται ὑβριστικὰ ἀπέναντι στὸ μάντη Τειρεσία, φτάνει νὰ τὸν ἀποκαλέσει φιλοχρήματο, διότι τοῦ ἐκφράζει τὸ λάθος του σχετικὰ μὲ τὴ στάση του ἀπέναντι ἀρχικὰ στὸ νεκρὸ Πολυνείκη καὶ στὴ συνέχεια ἀπέναντι στὴν Ἀντιγόνη, στοὺς πολίτες τῆς Θήβας καὶ στὰ μηνύματα τῶν ἴδιων τῶν θεῶν.

  • !

    Ὁ χορὸς φαίνεται, ὅτι εἶναι ὁ ὑπήκοος ἐκεῖνος, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐφαρμόσει στὸ ἐλάχιστο δυνατὸ τὶς διαταγὲς, «σὲ κάποιον νεώτερο τοῦτο τὸ βάρος νὰ ἀναθέσεις», καὶ νὰ διατηρήσει τὴν αὐτονομία του. Ἀνήκει στὴν ὁμάδα ἐκείνων τῶν ὑφισταμένων, ποὺ ἀντιδροῦν στὸν αὐταρχικὸ ἡγέτη μὲ συμβιβασμὸ.

  • !

    Ἡ Ἀντιγόνη, ἡ κεντρικὴ ἡρωίδα τῆς τραγωδίας, ἀπὸ τὸν πρόλογο ἀκόμη εἶναι ὁλοφάνερα θυμωμένη μὲ τὸν Κρέοντα καὶ τὸν αὐθαίρετο τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο ἐπιβάλλει τὴν ἐξουσία του στὴν πόλη. Ἐπαναστατεῖ καὶ ὀργανώνει ἀμέσως τὴ δράση της, ἡ ὁποία θὰ ἔρθει σὲ πλήρη σύγκρουση καὶ ρήξη μὲ τὶς διαταγὲς τοῦ ἡγέτη. Ἡ σύγκρουση ἐκδηλώνεται μὲ τὴν παραβίαση τοῦ νόμου τοῦ Κρέοντα, νὰ μὴν ταφεῖ ὁ νεκρὸς Πολυνείκης, ἐνῶ ἡ Ἀντιγόνη προχωρᾶ στὴν ταφή του ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ λεκτικὴ ἀντιπαράθεση. Ἡ νεαρὴ κοπέλα –ὑπήκοος συγκρούεται μὲ τὸν βασιλιά-ἡγέτη μὲ ἕναν μονόλογο, ὅπου μὲ κάθετο καὶ ἀπαξιωτικὸ τρόπο καταδικάζει τὴν ἐφημερότητα καὶ τὴν ἀναξιοπιστία τοῦ ἀνθρώπινου νόμου, τοῦ νόμου τοῦ Κρέοντα.
    Ἡ Ἀντιγόνη, λοιπὸν, ἀνήκει στὸν τύπο τοῦ ὑπηκόου ποὺ αἰσθάνεται προσβολὴ καὶ ἀδικία καὶ γὶ αὐτὸ μάχεται γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ ἕναν ἄλλο κώδικα ἀξιῶν. Ἡ ἀντίδρασή της αὐτὴ εἶναι καταστροφική, διότι χάνει τὴ ζωή της. Ἂν θελήσουμε νὰ ἀναζητήσουμε τὸ μοντέλο τοῦ ὑπηκόου, κατὰ τὴ συμπεριφορικὴ θεωρία, εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ στὴν αὐταρχικὸ ἡγέτη ἀντιδρᾶ μὲ ἐπίθεση ποὺ φτάνει στὰ ἄκρα, τόσο ποὺ ἡ πράξη της τὴν ὠθεῖ στὸ θάνατο.

  • !

    Ὅσον ἀφορᾶ τὴν Ἰσμήνη, τὴν τόσο εὔθραυστη καὶ ἀνθρώπινη παρουσία μέσα στὴν τραγωδία τοῦ Σοφοκλῆ, θὰ μποροῦσε νὰ ταυτιστεῖ μὲ τὸν ὑπήκοο ἐκεῖνο ποὺ ἀπομονώνεται, ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν ἡγέτη καὶ σίγουρα δὲν τοῦ εἶναι ἀφοσιωμένη.
    Ὁ Αἵμονας ἐπαναστατεῖ, τοῦ λέει πὼς δὲν ἔχει καθόλου μυαλό, ὅτι δὲ θέλει νὰ ἀκούει καθόλου τοὺς ἄλλους καὶ στὸ τέλος φεύγει δηλώνοντας, ὅτι δὲ θὰ τὸν ξαναδεῖ ποτὲ ξανά. Ἡ στάση, λοιπὸν, τοῦ Αἵμονα εἶναι ἐξελικτική, ξεκινᾶ συμβιβαστικὸς καὶ καταλήγει ἐπαναστατικὸς, ἀρχικὰ μὲ λεκτικὴ σκληρὴ ἀντιπαράθεση μὲ τὸν πατέρα-ἡγέτη Κρέοντα καὶ στὸ τέλος μὲ αὐτοκαταστροφικὴ συμπεριφορά, καθὼς πεθαίνει μπροστὰ στὴν Ἀντιγόνη. Ἀποτελεῖ, λοιπὸν, ἕνα διπολικὸ μοντέλο ὑπηκόου ποὺ ἐξελίσσεται, καθὼς ὁ ἡγέτης εἶναι ἀμετάκλητος καὶ ἄκαμπτος. Συμβιβαστικὸς καὶ συνάμα ἐπαναστατικός.

  • !

    Ὁ Κρέοντας δὲν εἶναι ἁρμονικὸς ἡγέτης, δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς πολίτες του ἀλλὰ μονάχα γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ καθήκοντός τους πρὸς τὸν ἡγέτη. Τὸ συναίσθημα καὶ οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις δὲν ἔχουν καμία θέση στὴ σκέψη του, γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ὁ γιὸς του, ὁ Αἵμονας, τοῦ ἐπισημαίνει τὸ λάθος του, θεωρεῖ ὅτι παρασύρεται ἀπὸ τὸ πάθος του γιὰ μία γυναίκα, «πρόστυχε χαρακτήρα καὶ παίγνιο στὰ χέρια μίας γυναίκας», ἀδυνατεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ τὰ συναισθήματα τοῦ νέου ἀλλὰ καὶ τῶν πολιτῶν, ποὺ νιώθουν ὅτι ἡ Ἀντιγόνη ἀδικεῖται.

  • !

    Ἑπομένως, ἡ παραπάνω προσέγγιση ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα, ὅτι στὴν «Ἀντιγόνη» καταγράφονται συμπεριφορὲς πρωτίστως τοῦ Κρέοντα ἡγέτη καὶ κατὰ συνέπεια τῶν ὑπηκόων του, πολιτῶν τῆς πόλης τῆς Θήβας, ποὺ διαμορφώνονται ἀπὸ τὴ στάση τους ἀπέναντι στὴν ἐξουσία τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη. Ἔτσι, μποροῦν νὰ συναναγνωστοῦν οἱ ἀνθρώπινες δράσεις καὶ ἐνέργειες, μὲ ὁδηγὸ τὴ θεωρητικὴ βάση τῆς ἐπιστήμης, ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ὀργανωτικὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴν ἡγεσία. Ἡ Θεωρία τῆς Ὀργανωτικῆς συμπεριφορᾶς ἔρχεται νὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν ἱκανότητα τοῦ Σοφοκλῆ νὰ παρακολουθεῖ καὶ νὰ καταγράφει μέσα ἀπὸ τὸν ποιητικό του λόγο τὸ ἦθος τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντι στὴν ἐξουσία, εἴτε ὡς κατέχοντες τὴν ἐξουσία εἴτε ὡς ὑπήκοοί της.

Ὁ Κρέων ὡς σύμβολο αὐταρχικῆς ἐξουσίας στὴν «Ἀντιγόνη»

Οἱ θεωρητικοί τῆς ἡγετικῆς συμπεριφορᾶς, καθὼς προσπαθοῦν νὰ ὁμαδοποιήσουν τὶς συμπεριφορὲς τῶν ἡγετῶν, ὁρίζουν πέντε τρόπους συμπεριφορᾶς, μὲ 2 ὡστόσο μεγάλες βασικὲς ὁμάδες, τὸν αὐταρχικὸ καὶ τὸν δημοκρατικὸ ἡγέτη. Οἱ ὑπόλοιπες εἶναι ὁ ἀδιάφορος, ὁ πειστικὸς καὶ ὁ ἀνθρωπιστικός.[1] Ἐδῶ θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τοὺς δυὸ βασικοὺς, τὸν αὐταρχικὸ καὶ τὸ δημοκρατικὸ τύπο ἡγέτη, μὲ σημεῖο ἀναφορᾶς τὸν αὐταρχικό.

Στὴν προσέγγισή τους, οἱ μελετητὲς ξεκινοῦν πάντα ἀπὸ τὸν αὐταρχικὸ τρόπο, ποὺ φαίνεται ὅτι εἶναι ὁ πιὸ παραδοσιακός. Αὐτὸς ὁ τρόπος συμπεριφορᾶς στροβιλίζεται γύρω ἀπὸ τὸν στόχο, ποὺ εἶναι ἡ τέλεση τοῦ ἔργου, ἡ ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντος καὶ ὄχι τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς σχέσεις, ποὺ θὰ ἀναπτύξει ὁ ἡγέτης μὲ τὰ ἄτομα. Ἡ ἀνθρωποκεντρικὴ ἑστίαση εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ δημοκρατικοῦ ἡγέτη, ποὺ μοιράζεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἡγεῖται τὶς εὐθύνες καὶ ἡ ἐπιτυχία του ἔγκειται στὴ συμμετοχὴ ὅλων τῶν συνεργατῶν του. Ἀντίθετα, ὁ αὐταρχικὸς ἡγέτης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ διατάζει, τί πρέπει νὰ κάνουν οἱ ὑφιστάμενοί του καὶ πῶς νὰ τὸ κάνουν.

Ὁ αὐταρχικὸς ἡγέτης δομεῖ τὴν ἄσκηση τῆς ἐξουσίας του πάνω στὸν ἄξονα ἐξουσία – ὑπακοή – ἀπόλυτος ἔλεγχος. Πιέζει μὲ ἀπαιτητικὸ τρόπο τοὺς ὑφισταμένους του νὰ ἀποδώσουν στὸ ἔργο τους, μὲ μέσο τὴν πιστὴ ὑπακοὴ στὸ καθῆκον.[2] Ὁ ἡγέτης ἀποφασίζει μόνος, χρησιμοποιεῖ τὸν φόβο ὡς κίνητρο, εἶναι δογματικός, δὲν δέχεται ὑποδείξεις ἢ προτάσεις.[3]

Οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ τὰ συναισθήματα τῶν ἀνθρώπων, οἱ σκέψεις τους καὶ οἱ ἰδέες τους ἐξοβελίζονται, ἐλαχιστοποιοῦνται καὶ μόνο οἱ ἐντολὲς καὶ ἡ παροχὴ τῶν ἀπαιτούμενων πληροφοριῶν διατρέχουν τὴν ἐπικοινωνία τῶν ὑπηκόων μὲ τὸν ἡγέτη. Ἔτσι, οἱ ὑφιστάμενοι ὑπάρχουν γιὰ νὰ ἐφαρμόζουν τὰ σχέδια καὶ τὰ προγράμματα ποὺ τοὺς ἀναθέτουν οἱ ἀνώτεροί τους.[4]

Ὅταν ὁ ἡγέτης υἱοθετεῖ τὸν αὐταρχικὸ τρόπο συμπεριφορᾶς, οἱ συνέπειες γιὰ τοὺς ὑφισταμένους του, τοὺς ὑπηκόους του, εἶναι ἐξαιρετικὰ δυσμενεῖς. Αἰσθάνονται ὅτι εἶναι ἀπαξιωμένοι καὶ ὅτι ἡ μόνη τους ἀποστολὴ εἶναι νὰ ὑπηρετοῦν τὸν ἡγέτη. Ἡ ἀπαξίωση μὲ τὴ σειρὰ της ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀντιδράσουν μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς παρακάτω τρόπους.[5]

Ἡ μία στάση μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ συμβιβασμός, ὅποτε οἱ ὑπήκοοι κάνουν τὸ ἐλάχιστο δυνατὸ γιὰ νὰ ἐπιβιώσουν στὸ χῶρο τους καὶ ταυτόχρονα διατηροῦν ἕνα εἶδος ἀπομόνωσης.

Ἡ δεύτερη στάση, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς προσβολῆς καὶ τῆς ἀδικίας, εἶναι ἡ μαχητικότητα καὶ ἡ ἐπιθετικότητα, ποὺ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ καταστροφικὴ ἀντίδραση. Συχνὰ ἡ ἐπιθετικότητα ἐκφράζεται λεκτικὰ κατὰ τοῦ ἡγέτη ἢ μὲ ἐκ τοῦ ἀντιθέτου ἐνέργειες.

Μία ἄλλη στάση εἶναι ἡ ἀπάθεια καὶ ἡ ἀδιαφορία ἢ ἡ δουλοπρέπεια.

Τέλος, ὁ ὑπήκοος ἑνὸς αὐταρχικοῦ ἡγέτη μπορεῖ νὰ ἀπομονωθεῖ, νὰ ἀποξενωθεῖ, νὰ παρουσιάσει τάσεις διαφυγῆς, ποὺ σημαίνει ὅτι δὲν εἶναι ἀφοσιωμένος στὸν ἡγέτη του.

Ἕνας αὐταρχικὸς ἡγέτης, λοιπὸν, διαμορφώνει δυσαρμονικὲς σχέσεις, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ὁμάδα τῆς ὁποίας ἡγεῖται νὰ μὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ καὶ δημιουργική. Ὁ  ἡγέτης, ἀπὸ τὴν πλευρά του, ἐπειδὴ πιέζει τοὺς ὑπηκόους του, ταυτόχρονα πιέζει καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἀρνητικὸ ἀντίτιμο. Ζεῖ ἐγκλωβισμένος στὴν ἔννοια τοῦ καθήκοντος, παραμερίζοντας τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀποχρώσεις τῶν διαφορετικῶν ἀνθρώπινων συμπεριφορῶν. Τὸ καθῆκον γίνεται αὐτοσκοπὸς καὶ οἱ ἄνθρωποι ἐφαρμοστὲς τοῦ καθήκοντος.

Ὁ ἁρμονικὸς, ὡστόσο, ἡγέτης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐμπνέει, διαμορφώνει ἕνα αἰσιόδοξο καὶ ἐλπιδοφόρο κλίμα. Ξέρει, τί κρύβουν οἱ ἄλλοι στὴν καρδιά τους καὶ στὸ μυαλό τους. Ἐνῶ, ταυτόχρονα, ἡ γνώση αὐτὴ τὸν ὠθεῖ νὰ δείχνει κατανόηση, σεβασμὸ καὶ νὰ εἶναι προσεκτικὸς μὲ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν περιβάλλουν. Σίγουρο εἶναι ἐπίσης, ὅτι εἶναι ἐναρμονισμένος ἐκτὸς τοῦ περιβάλλοντός του καὶ μὲ τὸν ἑαυτό του.[6]

Ἡ θεωρητικὴ προσέγγιση τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη καὶ τοῦ τρόπου ποὺ ἀντιδροῦν οἱ ὑφιστάμενοί του μπορεῖ νὰ βρεῖ ἐφαρμογὴ στὸν τρόπο ἄσκησης τῆς ἐξουσίας ἀπὸ τὸν Κρέοντα στὴν «Ἀντιγόνη» τοῦ Σοφοκλῆ ἀλλὰ καὶ στὴ στάση, τὴν ὁποία κρατοῦν οἱ πολίτες τῆς πόλης καὶ τὰ πρόσωπα τῆς τραγωδίας. Ὁ Κρέων, ὡς ὁ πιὸ κοντινὸς συγγενὴς, ἀναλαμβάνει νὰ κυβερνήσει τὴν πόλη τῶν Θηβῶν, μετὰ τὸ ἀδελφικὸ αἱματοκύλισμα τοῦ Ἐτεοκλῆ καὶ τοῦ Πολυνείκη. Ὅπως δηλώνει ὁ ἴδιος, εἶναι ὁ πιὸ κοντινὸς συγγενὴς ἐξ ἀγχιστείας[7], ἄρα γὶ αὐτὸ καὶ ἀναλαμβάνει τὴν διοίκηση τῆς ρημαγμένης Θήβας. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του καλεῖ τὸ χορό, δηλαδὴ τοὺς πολίτες τῆς πόλης, γιὰ νὰ τοὺς δηλώσει τὸν τρόπο ποὺ θὰ διοικήσει, πρόκειται γιὰ τὶς προγραμματικές του δηλώσεις.[8]

Οἱ δηλώσεις του χωρίζονται σὲ δυὸ μεγάλα τμήματα. Στὸ πρῶτο τμῆμα, ἀπὸ τὸν στίχ.162-191, διατυπώνει τὸ πολιτικὸ του μανιφέστο, σκιαγραφώντας τὶς ἀρετὲς τοῦ καλοῦ πολιτικοῦ ἡγέτη καὶ τὸν τρόπο ποὺ θὰ ὑπηρετήσει ὁ ἴδιος τὴν πόλη. Στὸ δεύτερο μέρος, στίχ.192-210, ἐφαρμόζει ἄμεσα τὶς δηλώσεις του. Ἡ ἐφαρμογὴ ἀφορᾶ στὴν τιμημένη ταφὴ τοῦ Ἐτεοκλῆ ἀπὸ τὴ μία καὶ στὴν ἐξευτελιστικὴ περιφρόνηση τοῦ Πολυνείκη ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀλλὰ καὶ στὶς συνέπειες γιὰ τοὺς παραβάτες τῶν ἐντολῶν του.

Ὁ Κρέων ἔχει καλέσει τὸ χορό, ἄρα τοὺς ὑπηκόους του, καὶ διατυπώνει τοὺς κανόνες λειτουργίας τῆς νέας πολιτείας. Δίνει ἐντολές, τὶς πληροφορίες τῆς διακυβέρνησης καὶ ζητᾶ ἀπὸ τὸν χορὸ νὰ ἐφαρμόσει τὶς διαταγές του. Πιὸ συγκεκριμένα, τοῦ ζητὰ νὰ γίνει φρουρὸς τῶν κηρυγμάτων του[9], νὰ μὴν ὑποχωροῦν σὲ κείνους ποὺ δὲν πειθαρχοῦν.[10] Εἶναι ἐμφανὲς, ὅτι ὁ Κρέων εἶναι αὐταρχικός, ἀπολυταρχικὸς στὴν ἐπιβολὴ τῶν θέσεών του καὶ ἐκεῖνο ποὺ ζητᾶ ἀπὸ τοὺς πολίτες του εἶναι ὄχι τὴ γνώμη τους ἀλλὰ τὴν ὑποταγή τους. Τὸ τρίπτυχο ἐξουσία – ὑπακοή – ἀπόλυτος ἔλεγχος εἶναι τὸ μονοπάτι τῆς διακυβέρνησης τοῦ Κρέοντα. Ἡ ὑπακοὴ ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ βασιλιᾶ ἐπιβεβαιώνεται καὶ ὅταν τολμᾶ νὰ ἐκφράσει κάποια στιγμὴ τὴ σκέψη του ὁ χορός, ὅποτε ὁ Κρέοντας τοῦ ἁπαντᾶ ἄμεσα, ἀπότομα, προσβλητικὰ μὲ μία προστακτική, παῦσαι.[11] Ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς πολίτες, ἐκφράζει τὴν ἄποψη, ὅτι θὰ πρέπει νὰ βάλουν τὸν τράχηλο στὸ ζυγὸ καὶ νὰ ὑπακούσουν σ΄ αὐτόν[12]. Ὅταν  ὁ Αἵμονας τολμᾶ νὰ τοῦ πεῖ, ὅτι ὁ λαὸς τῆς Θήβας θεωρεῖ σωστὴ τὴν πράξη τῆς Ἀντιγόνης, διατυπώνει μὲ ἔκπληξη τὴν ἐρώτηση «καὶ ἡ πόλη θὰ πεῖ σὲ μένα, τί πρέπει νὰ προστάξω;»[13] Ἡ γνώμη τῶν πολιτῶν, τὴν ὁποία ἕνας δημοκρατικός, ἁρμονικὸς ἡγέτης θὰ λάμβανε ὑπόψη του καὶ θὰ προσπαθοῦσε νὰ τὴν κατανοήσει καὶ νὰ τὴ σεβαστεῖ, γιὰ τὸν αὐταρχικὸ Κρέοντα εἶναι ἀπορριπτέα τόσο, ποὺ τοῦ προκαλεῖ ὀργή, θυμὸ καὶ ἀπαξίωση. Τὸν ἀπόλυτο ἔλεγχο τῆς πόλης δηλώνει ὁ Κρέοντας καὶ στὸν στίχο 738, μὲ τὴ ρητορικὴ ἐρώτηση ποῦ ἐκφράζει πρὸς τὸν Αἵμονα, «ἡ πόλη δὲ θεωρεῖται, πὼς ἀνήκει σὲ κεῖνον ποῦ τὴν κυβερνᾶ;»[14]. Στὴν προσπάθειά του ὁ Κρέοντας νὰ ἐλέγξει ὅλους, νὰ ὑποτάξει τοὺς πάντες, φέρεται ὑβριστικὰ ἀπέναντι στὸ μάντη Τειρεσία, φτάνει νὰ τὸν ἀποκαλέσει φιλοχρήματο[15], διότι τοῦ ἐκφράζει τὸ λάθος του σχετικὰ μὲ τὴ στάση του ἀπέναντι ἀρχικὰ στὸ νεκρὸ Πολυνείκη καὶ στὴ συνέχεια ἀπέναντι στὴν Ἀντιγόνη, στοὺς πολίτες τῆς Θήβας καὶ στὰ μηνύματα τῶν  ἴδιων τῶν θεῶν.[16]

Ὅλες οἱ παραπάνω παραπομπὲς ταυτίζουν τὸν Κρέοντα μὲ τὸ θεωρητικὸ μοντέλο τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη. Ἡ ἀναλογία ἀνάμεσα στὴν περιγραφὴ τῶν συμπεριφορῶν τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη μὲ τὶς ἐπιλογές, τὶς δηλώσεις καὶ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ Κρέοντα εἶναι δεδομένη καὶ ἐκπορευόμενη ἀπὸ τοὺς καταγεγραμμένους στίχους τῆς τραγωδίας.

Ἡ θεωρία τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη ταυτίζεται καὶ στὴν ἑνότητα, ποὺ ἀφορᾶ στὶς συνέπειες τῶν ἐνεργειῶν του πάνω στοὺς ὑπηκόους του. Ὁ χορὸς φαίνεται, ὅτι εἶναι ὁ ὑπήκοος ἐκεῖνος, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐφαρμόσει στὸ ἐλάχιστο δυνατὸ τὶς διαταγὲς, «σὲ κάποιον νεώτερο τοῦτο τὸ βάρος νὰ ἀναθέσεις»[17], καὶ νὰ διατηρήσει τὴν αὐτονομία του. Ἀνήκει στὴν ὁμάδα ἐκείνων τῶν ὑφισταμένων, ποὺ ἀντιδροῦν στὸν αὐταρχικὸ ἡγέτη μὲ συμβιβασμὸ.[18] Γι’ αὐτὸ καὶ, ὅταν ὁ Κρέων τοῦ δίνει τὴν ἐντολὴ νὰ μὴν ὑποχωρεῖ στοὺς ἀπείθαρχους, ἀπαντᾶ «δὲν εἶναι κανεὶς τόσο ἀνόητος, ὥστε νὰ θέλει νὰ πεθάνει»[19]. Ὁ χορὸς ὑποδέχεται τὴν ἀπόφαση τοῦ Κρέοντα χωρὶς κριτική ἀλλὰ καὶ χωρὶς ἐπιδοκιμασία, ἴσως μὲ κάποια ἀμφιβολία.[20]

Ὁ φύλακας ἕνα ἀπὸ τὰ δευτερεύοντα πρόσωπα τῆς τραγωδίας, ἐμφανῶς φοβισμένος στὴν ἀρχή, διότι ξέρει ὅτι θὰ ξεσπάσει ἐπάνω του ἡ ὀργὴ τοῦ αὐταρχικοῦ Κρέοντα [21],ποὺ ἄλλωστε χρησιμοποιεῖ τὸν φόβο ὡς κίνητρο συμμόρφωσης πρὸς τὶς ἐπιταγές του, ἀφοῦ βεβαιωθεῖ ὅτι σώθηκε καὶ ὅτι ἐξασφάλισε τὴ σωτηρία του, ἀπὸ δουλοπρεπὴς γίνεται ἀδιάφορος[22] καὶ ἀπαθής. Δηλώνει μὲ κυνικὴ ἀναίδεια μάλιστα, «μακάρι νὰ βρεθεῖ καὶ κάτι περισσότερο. Μὰ εἴτε βρεθεῖ εἴτε ὄχι, γιατί ἡ τύχη τοῦτο θὰ τὸ κρίνει, ἐμένα δὲ θὰ δεῖς ποτὲ δῶ πέρα νὰ ξανάρθω»[23]. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο δηλώνει, «ὅμως ὅλα αὐτὰ τὰ θεώρησα κατώτερα μπροστὰ στὴ δική μου σωτηρία». Δὲν τὸν ἐνδιαφέρει, οὔτε ἡ ἐξέλιξη τῆς ὑπόθεσης οὔτε ἡ τύχη τῆς Ἀντιγόνης.[24] Εἶναι ὁ ὑπήκοος ὁ ὁποῖος, ἐφόσον ἔχει σιγουρευτεῖ γιὰ τὴν ἐπιβίωση, εἶναι ἀδιάφορος καὶ ἀπαθὴς γιὰ τὴ διοικητικὴ πορεία, τὴν ὁποία ἀκολουθεῖ ὁ ἡγέτης.

Ἡ Ἀντιγόνη, ἡ κεντρικὴ ἡρωίδα τῆς τραγωδίας, ἀπὸ τὸν πρόλογο ἀκόμη εἶναι ὁλοφάνερα θυμωμένη μὲ τὸν Κρέοντα καὶ τὸν αὐθαίρετο τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο ἐπιβάλλει τὴν ἐξουσία του στὴν πόλη. Ἐπαναστατεῖ καὶ ὀργανώνει ἀμέσως τὴ δράση της, ἡ ὁποία θὰ ἔρθει σὲ πλήρη σύγκρουση καὶ ρήξη μὲ τὶς διαταγὲς τοῦ ἡγέτη. Ἡ σύγκρουση ἐκδηλώνεται μὲ τὴν παραβίαση τοῦ νόμου τοῦ Κρέοντα, νὰ μὴν ταφεῖ ὁ νεκρὸς Πολυνείκης[25], ἐνῶ ἡ Ἀντιγόνη προχωρᾶ στὴν ταφή του ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ λεκτικὴ ἀντιπαράθεση.[26] Ἡ νεαρὴ κοπέλα –ὑπήκοος συγκρούεται μὲ τὸν βασιλιά-ἡγέτη μὲ ἕναν μονόλογο, ὅπου μὲ κάθετο καὶ ἀπαξιωτικὸ τρόπο καταδικάζει τὴν ἐφημερότητα καὶ τὴν ἀναξιοπιστία τοῦ ἀνθρώπινου νόμου, τοῦ νόμου τοῦ Κρέοντα. Ἡ ἀναξιοπιστία τῶν διαταγῶν του ἀναδεικνύεται ἀκόμη περισσότερο, συγκρινόμενη μὲ τὴν αἰωνιότητα καὶ τὴν ἀχρονία τῶν θεϊκῶν νόμων. Ἡ Ἀντιγόνη, λοιπὸν, ἀνήκει στὸν τύπο τοῦ ὑπηκόου ποὺ αἰσθάνεται προσβολὴ καὶ ἀδικία καὶ γὶ αὐτὸ μάχεται γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ ἕναν ἄλλο κώδικα ἀξιῶν. Ἡ ἀντίδρασή της αὐτὴ εἶναι καταστροφική, διότι χάνει τὴ ζωή της. Ἂν θελήσουμε νὰ ἀναζητήσουμε τὸ μοντέλο τοῦ ὑπηκόου, κατὰ τὴ συμπεριφορικὴ θεωρία, εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ στὴν αὐταρχικὸ ἡγέτη ἀντιδρᾶ μὲ ἐπίθεση ποὺ φτάνει στὰ ἄκρα[27], τόσο ποὺ ἡ πράξη της τὴν ὠθεῖ στὸ θάνατο.

Ὅσον ἀφορᾶ τὴν Ἰσμήνη, τὴν τόσο εὔθραυστη καὶ ἀνθρώπινη παρουσία μέσα στὴν τραγωδία τοῦ Σοφοκλῆ, θὰ μποροῦσε νὰ ταυτιστεῖ μὲ τὸν ὑπήκοο ἐκεῖνο ποὺ ἀπομονώνεται, ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν ἡγέτη καὶ σίγουρα δὲν τοῦ εἶναι ἀφοσιωμένη. Ἡ Ἰσμήνη εἶναι ἐκείνη, ποὺ στὴν ἀρχὴ τρομοκρατημένη ὑποτάσσεται στὶς διαταγὲς τοῦ βασιλιᾶ καὶ παράλληλα ὑποτάσσεται στὸν γυναικεῖο ρόλο της, ποὺ τῆς ὑπαγορεύει τὴν ὑποταγὴ καὶ τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὴ δημόσια πολιτικὴ πράξη. Ὁ φόβος της καὶ ἡ συνειδητοποίηση τῆς τραγικότητὰς της τὴν ὁδηγεῖ στὴν ἀπομόνωση. Ὡστόσο, ὅσο ἐξελίσσεται ἡ ὑπόθεση, μεταλλάσσεται σὲ μία ἄλλη γυναίκα, ποὺ τολμᾶ νὰ ἐκφράσει τὶς ἀντιρρήσεις της στὸν Κρέοντα, ὅποτε καὶ εἶναι δύσκολο νὰ ταυτοποιηθεῖ μὲ μία ἀπὸ τὶς παραπάνω ἀντιδράσεις, ὅπως ἔχουν καταγραφεῖ στὴ σελ2.

Τέλος, ἰδιαίτερη προσοχὴ ἀπαιτεῖται σχετικὰ μὲ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Αἵμονα, ποὺ στὴν ἀρχὴ ἐμφανίζεται συμβιβαστικός, ὄχι ὅμως ἀδιάφορος ἀλλὰ προσπαθεῖ νὰ γίνει πειστικὸς πρὸς τὸν Κρέοντα. Ἡ λεκτικὴ ἀντιπαράθεσή τους, στὴν πορεία, τὸν ἐξωθεῖ στὴν ὀργὴ καὶ στὸ μένος. Ὁ Αἵμονας ἐπαναστατεῖ, τοῦ λέει πὼς δὲν ἔχει καθόλου μυαλό, ὅτι δὲ θέλει νὰ ἀκούει καθόλου τοὺς ἄλλους καὶ στὸ τέλος φεύγει δηλώνοντας, ὅτι δὲ θὰ τὸν ξαναδεῖ ποτὲ ξανά.[28] Ἡ στάση, λοιπὸν, τοῦ Αἵμονα εἶναι ἐξελικτική, ξεκινᾶ συμβιβαστικὸς καὶ καταλήγει ἐπαναστατικὸς, ἀρχικὰ μὲ λεκτικὴ σκληρὴ ἀντιπαράθεση μὲ τὸν πατέρα-ἡγέτη Κρέοντα καὶ στὸ τέλος μὲ αὐτοκαταστροφικὴ συμπεριφορά, καθὼς πεθαίνει μπροστὰ στὴν Ἀντιγόνη. Ἀποτελεῖ, λοιπὸν, ἕνα διπολικὸ μοντέλο ὑπηκόου ποὺ ἐξελίσσεται, καθὼς ὁ ἡγέτης εἶναι ἀμετάκλητος καὶ ἄκαμπτος. Συμβιβαστικὸς καὶ συνάμα ἐπαναστατικός. Ἡ κατάληξή του εἶναι ὁριακή, αὐτοκαταστροφική.

Σίγουρα, ὁ Κρέοντας δὲν εἶναι ὁ ἁρμονικὸς ἡγέτης. Δὲν ἐμπνέει κανέναν, οὔτε ἀκόμη καὶ τὸ φύλακα ποὺ εἶναι δοῦλος του καὶ δὲν ἔχει κανέναν δικαίωμα καὶ ἐξ ὁρισμοῦ ἡ ὑπακοὴ ἐκ μέρους του εἶναι δεδομένη, καθὼς εἶναι ἄμεσα ἐξαρτώμενος ὡς βιολογικὴ ὑπόσταση ἀπὸ τὸ βασιλιά. Δὲν εἶναι ἁρμονικὸς ἡγέτης, δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς πολίτες του ἀλλὰ μονάχα γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ καθήκοντός τους πρὸς τὸν ἡγέτη. Τὸ συναίσθημα καὶ οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις δὲν ἔχουν καμία θέση στὴ σκέψη του, γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ὁ γιὸς του, ὁ Αἵμονας, τοῦ ἐπισημαίνει τὸ λάθος του, θεωρεῖ ὅτι παρασύρεται ἀπὸ τὸ πάθος του γιὰ μία γυναίκα, «πρόστυχε χαρακτήρα καὶ παίγνιο στὰ χέρια μίας γυναίκας»[29],  ἀδυνατεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ τὰ συναισθήματα τοῦ νέου ἀλλὰ καὶ τῶν πολιτῶν, ποὺ νιώθουν ὅτι ἡ Ἀντιγόνη ἀδικεῖται.

Ἑπομένως, ἡ παραπάνω προσέγγιση ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα, ὅτι στὴν «Ἀντιγόνη» καταγράφονται συμπεριφορὲς πρωτίστως τοῦ Κρέοντα ἡγέτη καὶ κατὰ συνέπεια τῶν ὑπηκόων του, πολιτῶν τῆς πόλης τῆς Θήβας, ποὺ διαμορφώνονται ἀπὸ τὴ στάση τους ἀπέναντι στὴν ἐξουσία τοῦ αὐταρχικοῦ ἡγέτη. Ἔτσι, μποροῦν νὰ συναναγνωστοῦν οἱ ἀνθρώπινες δράσεις καὶ ἐνέργειες,  μὲ ὁδηγὸ τὴ θεωρητικὴ βάση τῆς ἐπιστήμης, ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ὀργανωτικὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴν ἡγεσία. Ἡ Θεωρία τῆς Ὀργανωτικῆς συμπεριφορᾶς ἔρχεται νὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν ἱκανότητα τοῦ Σοφοκλῆ νὰ παρακολουθεῖ καὶ νὰ καταγράφει μέσα ἀπὸ τὸν ποιητικό του λόγο τὸ ἦθος τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντι στὴν ἐξουσία, εἴτε ὡς κατέχοντες τὴν ἐξουσία εἴτε ὡς ὑπήκοοί της.

[17] Νεωτέρῳ τῳ τοῦτο βαστάζειν πρόθες (στιχ.216)

[18] Βλεπ. Σελ. 2.1.

[19] Οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος, ὅς θανεῖν ἐρᾷ (στιχ.220)

[20] C. M. Bowra  «Οἱ τραγωδίες τοῦ Σοφοκλή» (σελ 19)

[21] Τάλας, τί χωρεῖς, οἷ μολών δώσεις δίκην; (στιχ.225)

[22] Βλεπ. Σελ. 2.3.

[23] ἀλλ’ εὐρεθείη μέν μάλιστ’ ἐάν δέ τοι

Ληφθῇ τε καί μή, τοῦτο γάρ τύχη κρινεῖ

Οὐκ ἔσθ’ ὅπως ὄψει σύ δεῦρ’ ἐλθόντα με (στιχ. 327-329)

[24] ἀλλά πάντα ταῦθ’ ἥσσω λαβεῖν

ἐμοί πέφυκε τῆς ἐμῆς σωτηρίας (στιχ. 439-440)

[25] Κεῖνον δ’ ἐγώ θάψω (στιχ. 71)

[26] Στιχ. 450- 470.

[27] Βλεπ. Σελ. 2.2.

[28] Εἰ μή πατήρ ἦσθ᾿ εἶπον ἀν σ’ οὐκ εὖ φρονεῖν

Βούλει λέγειν τι καί λέγων μηδέν κλύειν (στιχ.755, 757)

[29] ὦ μιαρόν ἦθος καί γυναικός ὕστερον (στιχ. 746)

Βιβλιογραφία

Ἐ. Βογιατζής- A. McKEE, 2005, «Ἁρμονικὴ Ἡγεσία», σὲλ 45, ἔκδ. Interbooks

Ζαβλανὸς, 2002, «Ὀργανωτικὴ Συμπεριφορά», σὲλ 249-250, ἐκδόσεις Σταμούλη

Γ. Μαρκαντωνάτου, 1979, «Σοφοκλέους Ἀντιγόνη, κριτικὴ καὶ ἑρμηνευτικὴ ἔκδοση», Gutenberg

Μπουραντᾶς Δ., (2005), «Ἡγεσία: Ὁ δρόμος τῆς διαρκοῦς ἐπιτυχίας» . Ἐκδόσεις Κριτικὴ, Ἀθήνα.

Μπουραντᾶς Δ., 2002, «Μάνατζμεντ, Θεωρητικὸ ὑπόβαθρο», Ἐκδόσεις Μπένου, Ἀθήνα

Πετρίδου Ε., 2014-15, «Ὀργανωτικὴ θεωρία καὶ Ὀργανωσιακὴ συμπεριφορά», ΑΠΘ

  1. C. M. Bowra, «Οἱ τραγωδίες τοῦ Σοφοκλῆ», Ἐκδόσεις Κώδικας