Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Οἱ κανονισμοὶ καὶ οἱ ἀπαγορεύσεις τῆς ἐκκλησίας γιὰ κάποιον ποὺ μπαίνει τώρα μέσα στὸ σῶμα της, εἶναι μιὰ ἀρνητικὴ εἰκόνα. Διότι ἡ ἐκκλησία φαντάζει μπροστά του σὰν ἕνα σύνολο ἀπαγορευτικῶν διατάξεων, ποὺ δὲν ξέρει τελικὰ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐὰν ὅλες αὐτὲς οἱ ἐντολὲς τὸν βοηθοῦν.
    Ἡ ἐντολὴ εἶναι πράγματι ἕνας ὑποβιβασμὸς τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας καὶ κατὰ ἀκρίβεια τὸ ὅτι μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐντολὲς αὐτὸ κάπου μᾶς προσβάλει. Δὲν θὰ ἔπρεπε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς πεῖ μὴ κλέψεις, μὴ σκοτώσεις, μὴ πιάσεις τὰ πράγματα τοῦ ἄλλου. Εἶναι πράγματα μέσα στὴ φύση μας, τὰ ὁποῖα διδάσκει ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη μας, ὅμως αὐτὰ ἔγιναν καὶ δόθηκαν ἀπὸ τὸ Θεὸ γιατί εἴμαστε ἀσθενεῖς, ἔχουμε πνευματικὸ πρόβλημα λόγῳ τῆς πνευματικῆς ἀσθενείας ποὺ μᾶς δημιουργήθηκε ἐξ αἰτίας τῆς πτώσεως.

  • !

    Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑγιής. Πνευματικὰ δὲ χρειάζεται κανένα φάρμακο ἀλλὰ καὶ καμία ἐντολή. Ἡ μόνη κίνηση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὅταν ἀγαπᾶ ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ τὸν κόσμο ὅλο. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀκριβῶς δὲν ἔχουμε αὐτὴ τὴν δύναμη δὲν ἔχουμε καὶ αὐτή την κατάσταση, ἄρα εἴμαστε πλέον σὲ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ἀσθενείας, ποὺ χρειάστηκε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς μειώσει κατὰ κάποιο τρόπο τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ τὴν ἐλευθερία μας.
    Ἔτσι λοιπὸν μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα θὰ πρέπει νὰ βλέπουμε καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ στὴν ἐκκλησία, ὡς φάρμακα ἀναιρετικὰ τῆς κακίας ποὺ ἔχουμε μέσα μας. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπαραίτητες τοὐλάχιστον γιὰ τὰ πρῶτα πνευματικὰ στάδια καὶ μετὰ γίνονται ἐκ φυσικοῦ ἔτσι. Εἶναι τὸ μέσο τὸ ὁποῖο μᾶς κρατᾶ σὲ κοινωνία μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ καλώδιο ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὴ χάρη καὶ τὴν ἐνέργειά Του. Ὅλα αὐτὰ βγαίνουν ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύσει νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς ἔρχεται σὰν φυσικὸ ἀποτέλεσμα ὁ πνευματικὸς θάνατος.

  • !

    Τὸ πιὸ ἄσχημο ὅμως εἶναι ὅτι γιὰ δεκαετίες δημιουργήθηκε μιὰ εἰκόνα τῆς ἐκκλησίας τελείως λάθος. Γι’ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι πολλὲς ἀντιδράσεις τῶν λαϊκῶν, τῶν ἱερέων ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἐπισκόπων εἶναι ἀντίθετες μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν βλέπουν ἕνα νέο μὲ μακριὰ μαλλιὰ ἢ μὲ σκουλαρίκι δυσανασχετοῦν καὶ λένε, μὰ ἔτσι θὰ ἔρθει αὐτὸς στὴν ἐκκλησία; Ὅμως ποτὲ ἡ ἐκκλησία δὲν ἀσχολήθηκε μὲ αὐτὰ τὰ θέματα καὶ θὰ ἦταν λάθος μας νὰ κρίνουμε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία ἢ τὴν ἐμφάνιση τους.
    Ἀντίθετα ἡ ἐκκλησία ἔχει μιὰ ὑπέρβαση αὐτῶν τῶν πραγμάτων καὶ ἀσχολεῖται μόνο μὲ τὴν οὐσιαστικὴ θεραπεία τῶν ἀνθρώπων. Ἀποδεχόμενη μέσα στὸ σῶμα της κάθε ἄνθρωπο μὲ τὸ δικό του πολιτισμὸ καὶ γνώσεις, μὲ στόχο νὰ τὸν σώσει καὶ νὰ τὸν ἁγιάσει. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο δίδονται οἱ ἐντολὲς ἀπὸ τὸ Θεὸ στὸ ἄνθρωπο καὶ εἶναι συγκεκριμένες γιατί συγκεκριμένος εἶναι καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου.

  • !

    Αὐτὸ ποὺ παρατήρησα καὶ στὸ Ἅγιο Ὅρος ἀπὸ τὶς πρῶτες μέρες ποὺ πῆγα καὶ μοῦ ἔκανε τεράστια ἐντύπωση ἦταν ἡ ἐλευθερία ποὺ εἶδα στοὺς χώρους τῶν μοναχῶν. Μιὰ πνευματικὴ ἐλευθερία ποὺ δὲν βρίσκεις στὴν ἐποχή μας στοὺς πνευματικοὺς χώρους ποὺ κινούμαστε. Ἀλλὰ ἀντίθετα βλέπουμε μιὰ ἄλλη κατάσταση ποὺ δὲν ζωογονεῖ ἀλλὰ πνίγει τὸν ἄνθρωπο.

  • !

    Ὁ ἄνθρωπος δὲ πρέπει νὰ λέει ψέματα γιατί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἀρχέτυπό μας ποὺ ἐμεῖς ὀφείλομε νὰ μοιάσουμε καὶ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του. Καὶ ὅπως ὁ Θεὸς πατέρας μας εἶναι κατὰ πάντα ἀληθινὸς καὶ δὲν ἔχει μέσα στὴν ὕπαρξη τίποτα τὸ ψεύτικο, ἀλλὰ τὰ πάντα σ’ Αὐτὸν εἶναι ξεκάθαρα, φωτεινὰ χωρὶς τὴν παραμικρὴ σκιά.
    Ὁ ἄνθρωπος ὅταν εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἀληθινὸ θεωρεῖ τὴν ἁμαρτία, τὶς ἡδονές, τὴν κακία, τὴν πονηρία, ἐνῷ ὅταν μπαίνει στὴν ἐκκλησία καὶ γνωρίζει τὸν Θεὸ ὅλα αὐτά του φαίνονται ψεύτικα, παροδικά, μὴ ἀληθινὰ χωρὶς νὰ τὸν ἀναπαύουν. Εἶναι ἀναγκαία λοιπὸν αὐτὴ ἡ διάκριση γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ κινούμαστε σωστά, δυστυχῶς ὅμως ἡ πραγματικότητα εἶναι καμιὰ φόρα τόσο δύσκολη ποὺ ὁ ἄνθρωπος δὲν τὴν ἀντέχει καὶ προτιμᾶ τὸ ψέμα. Ὅπως εἶναι ὁ ψεύτικος κόσμος τῶν ναρκωτικῶν ὅπου ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ ἀπεγνωσμένα νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν πραγματικότητα ἔστω καὶ γιὰ λίγο. Ἡ ἐκκλησία ὅμως ποτὲ δὲ προσφέρει ψέμα στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ ἀντίθετα φέρνει τὴν πραγματικότητα μπροστά του καὶ τοῦ δείχνει τὸν τρόπο νὰ ὑπάρξει καὶ νὰ ὑπερβεῖ αὐτὴ τὴν πραγματικότητα, ἔχοντας ἀπόλυτη πίστη στὴν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν γύρω του, στὸ κόσμο εἶναι παρερχόμενα.

  • !

    Ἕνα ἄλλο σημεῖο ὅπου τὰ περισσότερα ζευγάρια κάνουν λάθος εἶναι νὰ λέει ὁ ἕνας στὸ ἄλλο τί ἔκαναν σ’ ὅλη τους τὴν ζωὴ χωρὶς νὰ διακρίνουν ἂν μποροῦν νὰ ἀντέξουν ὅλα αὐτὰ ποὺ θὰ εἰπωθοῦν. Νομίζοντας ὅτι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο θὰ μεγαλώσουν τὴν ἀγάπη τους, ὅμως αὐτὸ ποὺ πετυχαίνουν στὸ τέλος εἶναι νὰ προσγειωθοῦν στὴ πραγματικότητα καὶ νὰ νιώσουν μιὰ ἀηδία ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, μὲ τὸ σύνηθες ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγοῦνται στὸ χωρισμό. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχουμε μιὰ διάκριση στὸ τί μπορεῖ ὁ ἄλλος νὰ ἀκούσει.
    Βέβαια καλὸ θὰ ἦταν νὰ φτάσετε στὸ σημεῖο νὰ μάθετε ὄχι μόνο νὰ λέτε τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν ἀκοῦτε, γιατί αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ μεγάλο πρόβλημα.

  • !

    Γι’ αὐτὸ δὲ πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπόλυτοι καὶ ἐξ αἰτίας κάποιας ἀδυναμίας της γυναῖκα μας νὰ ξεχνᾶμε ὅλη τὴν ἀγάπη ποὺ εἴχαμε γι’ αὐτὴν καὶ νὰ τὰ διαλύουμε ὅλα. Τέλος πάντων σὰν ἄνθρωπος ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ ὑποπέσει σὲ κάποιο σφάλμα ἀλλὰ αὐτὸ δὲ θὰ πρέπει νὰ μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ ἀντλήσουμε ὅλη τὴν σκληρότητα ποὺ ἔχουμε μέσα μας. Ἀντίθετα θὰ πρέπει ἂν πραγματικὰ ἀγαπᾶμε αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν βοηθήσουμε καὶ ὄχι τώρα ποὺ μᾶς χρειάζεται νὰ τὸν σπρώξουμε στὸν γκρεμό.

  • !

    Ὅλα αὐτὰ προϋποθέτουν νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ ἐμεῖς νὰ ἀκούσουμε τὴν ἀλήθεια καὶ εἶναι ὠφέλιμο νὰ ἐξετάζουμε τὶς κατηγορίες ποὺ εἶναι ἐναντίον μας γιατί πολλὲς φορὲς λένε καὶ ἀλήθειες ποὺ δὲ τὶς γνωρίζαμε. Δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀρεσκόμαστε στὰ καλὰ λόγια καὶ στὶς κολακεῖες γιατί αὐτά μᾶς κάνουν νὰ ζοῦμε σὲ ψεύτικους κόσμους ποὺ δὲν ἀνταποκρίνονται στὴ πραγματικότητα. Οἱ κόλακες εἶναι σὰν τοὺς κόρακες ποὺ λέει καὶ μιὰ παροιμία. Ἡ κολακεία ποὺ εἶναι γιὰ κακὸ σκοπό, ὄχι ἕνας καλὸς λόγος ποὺ λέγεται γιὰ νὰ ἐνδυναμώσουμε κάποιο ἀδύναμο ἀδελφό μας, αὐτὴ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε ἡ ὁποία διαστρέφει.

  • !

    Στὶς συζυγικὲς σχέσεις πρέπει νὰ ὑπάρχει εἰλικρίνεια ἀλλὰ πρῶτα θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀκοῦμε τὴν ἀλήθεια. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν ἐξομολόγηση. Ὅταν ξέρεις ὅτι ὁ πνευματικὸς ὅ,τι καὶ ἂν ἀκούσει δὲν θὰ ἀντιδράσει, τότε μπορεῖς εὔκολα νὰ τοῦ πεῖς τὶς ἁμαρτίες σου.

  • !

    Θυμᾶμαι στὸ Ἅγιο Ὅρος ἦρθε κάποιο παιδὶ νὰ ἐξομολογηθεῖ, τὸ ὅποιο ἔτρεμε. Τότε τοῦ εἶπα μήπως κρυώνει καὶ μοῦ ἀπάντησε ὅτι ἔτρεμε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶχε νὰ μοῦ πεῖ. Δηλαδὴ ἦταν ἕτοιμος νὰ τὰ πεῖ, ἀλλὰ δὲν ἤξερε ἂν ἐγὼ ἤμουνα ἕτοιμος νὰ τὰ ἀκούσω.

    Ὅταν παντρευτεῖτε μὴ μπεῖτε σὲ καλούπια καὶ νομίζετε ὅτι θὰ βάλλετε ὅρια, ἀλλὰ πρέπει νὰ δώσετε τὴν αἴσθηση στὸ σύντροφο σας, ὅτι, ὅ,τι καὶ νὰ γίνει στὴ ζωή σας, δὲν πρόκειται νὰ τὸν ἀποστραφεῖτε.

    Ὁμοίως καὶ τὸ παιδί σας, γιὰ νὰ ἔχει αὐτὸ τὸ θάρρος νὰ πεῖ ὁτιδήποτε ἔχει μέσα του καὶ νὰ αἰσθάνεται ὅτι οἱ γονεῖς του θὰ ἀντιμετωπίσουν ψύχραιμα κάθε κατάσταση. Θαυμάζω καὶ ἔχω δεῖ τέτοιους γονεῖς στὴ Κύπρο ποὺ ἄκουσαν φοβερὰ πράγματα ἀπὸ τὰ παιδιά τους, διαστροφὲς καὶ μπλεξίματα καὶ ἐπειδὴ εἶχαν τὸ θάρρος νὰ τοὺς τὸ ποῦν καὶ οἱ γονεῖς εἶχαν τὴ δύναμη νὰ τὰ ἀκούσουν, βοήθησαν τὰ παιδιά τους σωστὰ καὶ πραγματικά.

    Καὶ στὴ συζυγία ὅταν ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀκούσει, τότε αὐτὴ στέκει καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ἄριστο. Νὰ μπορεῖ ὁ ἕνας νὰ λέει τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ καὶ ὁ ἄλλος νὰ μπορεῖ νὰ τὴν ἀκούσει σωστά. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι χωρὶς προκαταλήψεις μέσα στὴ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεὸς παιδιὰ θεραπεύει.

Ἡ ὑγιὴς προσέγγιση στὴν Ἐκκλησία

 

Ὀρθὲς πρακτικὲς στὴ σχέση μας μὲ τοὺς ἄλλους

Θεωροῦμε ἀπαραίτητη τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ὅσο καὶ ἂν φαίνεται, ὅτι τρόπον τινὰ ἔχουμε ἕνα κατάλογο ἀπὸ ἐντολὲς ποὺ ὀφείλουμε νὰ τὶς τηροῦμε, καμιὰ φορὰ δυσανασχετεῖ κανείς.

Σὰν νὰ λέει μὰ πόσα πράγματα νὰ τηρῶ; Γιὰ ποιό λόγο νὰ τὰ τηρήσω; Σὲ τί θὰ μὲ ἐξυπηρετήσει; Δηλαδὴ οἱ κανονισμοὶ καὶ οἱ ἀπαγορεύσεις τῆς ἐκκλησίας γιὰ κάποιον ποὺ μπαίνει τώρα μέσα στὸ σῶμα της, εἶναι μιὰ ἀρνητικὴ εἰκόνα. Διότι ἡ ἐκκλησία φαντάζει μπροστά του σὰν ἕνα σύνολο ἀπαγορευτικῶν διατάξεων, ποὺ δὲν ξέρει τελικὰ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐὰν ὅλες αὐτὲς οἱ ἐντολὲς τὸν βοηθοῦν. Καὶ πολλὲς φορὲς δὲν καταλαβαίνει καὶ τὸ λόγο ποὺ ὁ Θεὸς ἔδωσε τὶς ἐντολές, ἢ ἀκόμη ἐὰν αὐτὲς εἶναι δημιούργημα δικό του ἢ κάποιου ἱερέα ἢ ἄλλου ἀνθρώπου.

Βέβαια ὁ ἄνθρωπος ὁ ὑγιὴς ὅπως τὸν ἔπλασε ὁ Θεὸς δὲν χρειάζεται καμία ἐντολὴ ὅπως ἀναφέρει ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφὴ «δικαίων οὐ κεῖται», ὅτι δηλαδὴ στὸν δίκαιο ἄνθρωπο, σὲ αὐτὸν ποὺ λειτουργεῖ φυσιολογικά, ὅπως τὸν ἔπλασε ὁ Θεὸς δὲν χρειάζεται καμία ἐντολὴ ὅπως εἴπαμε. Οὔτε ὁ Θεὸς θὰ ἔδινε ἐντολὲς σὲ ἀνθρώπους ποὺ λειτουργοῦν σωστά, φυσιολογικά.

Ἡ ἐντολὴ εἶναι πράγματι ἕνας ὑποβιβασμὸς τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας καὶ κατὰ ἀκρίβεια τὸ ὅτι μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐντολὲς αὐτὸ κάπου μᾶς προσβάλει. Δὲν θὰ ἔπρεπε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς πεῖ μὴ κλέψεις, μὴ σκοτώσεις, μὴ πιάσεις τὰ πράγματα τοῦ ἄλλου. Εἶναι πράγματα μέσα στὴ φύση μας, τὰ ὁποῖα διδάσκει ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη μας, ὅμως αὐτὰ ἔγιναν καὶ δόθηκαν ἀπὸ τὸ Θεὸ γιατί εἴμαστε ἀσθενεῖς, ἔχουμε πνευματικὸ πρόβλημα λόγῳ τῆς πνευματικῆς ἀσθενείας ποὺ μᾶς δημιουργήθηκε ἐξ αἰτίας τῆς πτώσεως. Διαστράφηκε ἡ φύση μας καὶ ἔχουμε πλέον πνευματικὰ μικρόβια τὰ ὁποῖα εἶναι τὰ πάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες μας. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ πλέον ὁ Θεὸς σὰν ἰατρὸς ἔρχεται καὶ μᾶς δίνει ἀναιρετικὰ φάρμακα τῆς ἀσθενείας μας. Καὶ ὅπως ὁ ὑγιὴς ἄνθρωπος δὲ παίρνει ἀλλὰ οὔτε καὶ χρειάζεται φάρμακα, ὁμοίως καὶ ἡ πραγματικὴ ἰατρικὴ εἶναι ἐναντίον τῶν φαρμάκων.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑγιής. Πνευματικὰ δὲ χρειάζεται κανένα φάρμακο ἀλλὰ καὶ καμία ἐντολή. Ἡ μόνη κίνηση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὅταν ἀγαπᾶ ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ τὸν κόσμο ὅλο. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀκριβῶς δὲν ἔχουμε αὐτὴ τὴν δύναμη δὲν ἔχουμε καὶ αὐτή την κατάσταση, ἄρα εἴμαστε πλέον σὲ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ἀσθενείας, ποὺ χρειάστηκε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς μειώσει κατὰ κάποιο τρόπο τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ τὴν ἐλευθερία μας. Ὅπως παθαίνουμε ὅταν πηγαίνουμε στὸν ἰατρό. Ὅπου ἐκεῖ δὲν ἔχει ἀξιοπρέπειες ἀλλὰ ὅ,τι σοῦ πεῖ θὰ πρέπει νὰ τὸ κάνεις, διότι εἶναι ἰατρὸς καὶ ὀφείλεις νὰ ὑπακούσεις γιὰ νὰ θεραπευθεῖς. Δὲν μπορεῖς νὰ ἀρνηθεῖς τὶς ὑπηρεσίες του γιατί τότε δὲν ἐπέρχεται ἡ ἰατρεῖα.

Ἔτσι λοιπὸν μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα θὰ πρέπει νὰ βλέπουμε καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ στὴν ἐκκλησία, ὡς φάρμακα ἀναιρετικὰ τῆς κακίας ποὺ ἔχουμε μέσα μας. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπαραίτητες τοὐλάχιστον γιὰ τὰ πρῶτα πνευματικὰ στάδια καὶ μετὰ γίνονται ἐκ φυσικοῦ ἔτσι. Εἶναι τὸ μέσο τὸ ὁποῖο μᾶς κρατᾶ σὲ κοινωνία μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ καλώδιο ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὴ χάρη καὶ τὴν ἐνέργειά Του. Ὅλα αὐτὰ βγαίνουν ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύσει νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς ἔρχεται σὰν φυσικὸ ἀποτέλεσμα ὁ πνευματικὸς θάνατος.

Γι’ αὐτὸ λέει κάπου στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἕνα γεγονός. Ἐκεῖ ποὺ οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν νὰ πολεμήσουν κάποιους ἀλλόφυλους καὶ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ὑπεράσπιζε τοὺς Ἑβραίους δὲν μποροῦσαν αὐτοὶ οἱ ἀλλόφυλοι νὰ τοὺς νικήσουν. Ὁπότε ἕνας μάγος τούς εἶπε τὸ ἑξῆς: “Μὴν προσπαθεῖτε νὰ κάνετε τίποτα, γιατί αὐτὸς ὁ λαὸς εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς τοῦ Θεοῦ. Δὲ θὰ μπορέσετε ποτὲ νὰ τοὺς νικήσετε διότι ὁ Θεὸς εἶναι μαζί τους. Γιὰ νὰ τοὺς νικήσετε θὰ πρέπει νὰ διώξετε τὸ Θεὸ ἀπὸ κοντά τους”. Καὶ τοὺς εἶπε τὸ τρόπο ποὺ θὰ γινόταν αὐτό. Δυστυχῶς τοὺς συμβούλεψε σωστά, νὰ ἐπιστρατέψουν γυναῖκες «ἐλευθέρων ἠθῶν» καὶ νὰ τὶς ἀφήσουν μέσα στὸ στρατόπεδο τῶν ἀντιπάλων. Ὅπως καταλαβαίνετε οἱ ἑβραῖοι ἔπεσαν σὲ σαρκικὲς ἁμαρτίες μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπομακρύνουν τη χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ νικηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους τους.

Αὐτὸ τὸ γεγονὸς τὸ ἀναφέρει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ νὰ δείξει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ὅταν τηρεῖ τὶς ἐντολές του. Θὰ πρέπει νὰ κατανοήσετε ὅτι στὴν Ἐκκλησία δὲν εἴμαστε ὀπαδοὶ μιᾶς φιλοσοφίας. Πρὶν μερικὲς δεκαετίες ἡ Ἐκκλησία παρουσιαζόταν στὸν κόσμο μέσα ἀπὸ τὰ κατηχητικά, τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους καὶ σὲ ὅλες τὶς ὀργανωμένες κινήσεις. Ὄχι σὰν ἕνα ζωντανὸ βίωμα, σὰν μιὰ ἐμπειρία Χριστοῦ, ἀλλὰ σὰν μιὰ ἰδεολογία.

Ἦταν βέβαια ἡ ἐποχὴ ποὺ βρισκόταν σὲ ἔξαρση ὁ ὑλισμὸς καὶ ὁ ἀθεϊσμός, ἐπίσης ἦταν τὸ μεσουράνημα τοῦ τεχνολογικοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς ἐπιστήμης. Κατὰ κάποιο τρόπο ἐθεωρεῖτο ὅτι χανόταν ἡ πίστη τον ἀνθρώπων ἀπὸ τὶς διάφορες ἐπιστημονικὲς ἀνακαλύψεις καὶ τὶς ἰσχυρὲς θεωρίες του ὑλισμοῦ, τοῦ ὑπαρξισμοῦ καὶ τόσων ἄλλων, ποὺ ἦταν ἐναντίον τῆς πίστης. Καὶ στὴν προσπάθειά τους νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν κατάσταση αὐτὴ παρουσίαζαν τὴν ἐκκλησία σὰν μιὰ ἰδεολογία καὶ τὴν ταύτιζαν μὲ τὴν ἐθνική μας ὑπόσταση.

Θυμᾶστε ἕνα τραγουδάκι τοῦ κατηχητικοῦ ποὺ λέει, «πᾶμε νὰ χτίσουμε μιὰ καινούργια Ἑλλάδα… » ὅσες φορὲς ὅμως ἡ ἐκκλησία ἔγινε ἰδεολογία ἢ ἐξυπηρετοῦσε ἰδεολογίες τότε εἴχαμε πνευματικὰ προβλήματα. Καὶ ὅσοι ἔμεναν μέσα στὸ χῶρο τῆς ἐκκλησίας ἔβγαιναν “πνευματικὰ ἄρρωστοι” μὲ “παρωπίδες”, “στενοὶ ἄνθρωποι” ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ δοῦν τίποτα περισσότερο, χωρὶς νὰ ἔχουν αὐτὴ τὴν ἐλευθερία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔχουν καὶ οἱ Ἅγιοι. Οἱ ὑπόλοιποι ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν μέσα σ’ αὐτὰ τὰ στενὰ ὅρια ποὺ τοὺς ἔθεταν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, πετάγονταν ἔξω ἀπὸ αὐτὸ ποὺ θεωροῦσαν ἐκκλησία, λέγοντας δικαιολογημένα, ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ γίνουμε ἔτσι.

Θυμᾶμαι μιὰ φορὰ πῆγα νὰ ἐξομολογήσω σὲ ἕνα Λύκειο, ποὺ εἶχε μιὰ Θεολόγο, ποὺ ἦταν ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ἦταν ὅλες τὸ «ἴδιο», λὲς καὶ ὑπῆρχε ἕνα μηχάνημα ποὺ τὶς «ἔβγαζε». Ὑπῆρχαν ἕνα διάστημα τέτοιες ὀργανωμένες κινήσεις μέσα στὸ χῶρο τῆς ἐκκλησίας. Λόγῳ αὐτῆς τῆς ἰδεολογίας ποὺ ὑπῆρχε μέσα στὴν ἐκκλησία δημιουργήθηκαν δυὸ καταστάσεις ποὺ ἢ θὰ ἔπρεπε νὰ μείνεις καὶ νὰ περάσεις ἀπὸ αὐτὴ τὴ μηχανὴ ποὺ ἔβγαζε τυποποιημένα προϊόντα καὶ νὰ βγεῖς καὶ σὺ τὸ ἴδιο, ἢ θὰ ἔπρεπε νὰ πεταγόσουν ἔξω. Ὅπως εἶναι φυσικὸ βέβαια αὐτοὶ ποὺ βγῆκαν ἀπὸ τὸ σῶμα της πίστευαν ὅτι ἐκκλησία εἶναι αὐτὸ ποὺ γνώρισαν τόσα χρόνια. Σ’ αὐτὸ λοιπὸν τὸ Λύκειο ἦρθε κοντά μου μὲ καλὴ διάθεση μία μαθήτρια καὶ μοῦ εἶπε χαρακτηριστικά: «πάτερ γιὰ νὰ γίνω καὶ ἐγὼ τῆς ἐκκλησίας θὰ πρέπει νὰ μοιάσω της Θεολόγου μου;».

Μιὰ ἄλλη φορὰ ἔτυχα σὲ μιὰ κατασκήνωση καὶ ἦταν κάτι κοπέλες 18 ἐτῶν ποὺ ἔλεγαν ἡ μία στὴν ἄλλη “δεσποινίς”. Μὰ τί ἄρρωστα πράγματα εἶναι αὐτά; φώναξέ της, κόρη μου, Μαρία! Γεωργούλα! Τί εἶναι αὐτὸ τὸ δεσποινὶς Παπαγεωργίου ἢ δεσποινὶς Νικολαίδου;

Ἀκόμη τὸ ἄλλο ποὺ κυκλοφοροῦσε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἦταν ὁ πνευματικὸς καθοδηγητὴς ἢ πνευματικὴ καθοδηγήτρια. Μὰ τί ἄρρωστα πράγματα εἶναι αὐτά; Ὅλα αὐτὰ εἶναι ξένα πρὸς τὴν ἐκκλησία καὶ θυμίζουν κάτι καθεστῶτα μὲ κάτι ἰδεολογίες ὁλοκληρωτικὲς ποὺ εἶχαν πνευματικοὺς καθοδηγητές, οἱ ὁποῖοι γνώριζαν τὸν τρόπο νὰ κατευθύνουν τὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου.

Τὸ πιὸ ἄσχημο ὅμως εἶναι ὅτι γιὰ δεκαετίες δημιουργήθηκε μιὰ εἰκόνα τῆς ἐκκλησίας τελείως λάθος. Γι’ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι πολλὲς ἀντιδράσεις τῶν λαϊκῶν, τῶν ἱερέων ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἐπισκόπων εἶναι ἀντίθετες μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν βλέπουν ἕνα νέο μὲ μακριὰ μαλλιὰ ἢ μὲ σκουλαρίκι δυσανασχετοῦν καὶ λένε, μὰ ἔτσι θὰ ἔρθει αὐτὸς στὴν ἐκκλησία; Ὅμως ποτὲ ἡ ἐκκλησία δὲν ἀσχολήθηκε μὲ αὐτὰ τὰ θέματα καὶ θὰ ἦταν λάθος μας νὰ κρίνουμε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία ἢ τὴν ἐμφάνιση τους.

Ὁ ἀγαπητός μου φίλος, Θεόδωρος ποὺ εἶναι μητροπολίτης στὸ Kαμερούν της Ἀφρική, μοῦ ἔστειλε κάτι φωτογραφίες, ὅπου ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν πολὺ λιτὴ ἐνδυμασία καὶ φοροῦν ὄχι ἕνα σκουλαρίκι ἀλλὰ πεντακόσια. Ἐκεῖ τί πρέπει νὰ κάνουμε; νὰ ἀπορρίψουμε τοὺς ἀνθρώπους ἐξ αἰτίας τῆς ἐμφάνισης τους; Ὅταν πάλι τὸν πῆρα τηλέφωνο γιὰ νὰ τὸν συγχαρῶ ποὺ ἐκλέχτηκε μητροπολίτης, τὸν ρώτησα πῶς πέρασε στὴν ἐνθρόνιση του. “-Ἄσε, ποῦ νὰ σοῦ τὰ λέω!…”, μοῦ ἀπάντησε, “…μαζεύτηκαν ἀρκετοὶ μαῦροι μετὰ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ ἄρχισαν τὰ τύμπανα, ἀνάβοντας μεγάλες φωτιὲς καὶ ξεκινῶντας τοὺς χοροὺς ποὺ κράτησαν μέχρι τὸ πρωί”.

Τί νὰ ποῦμε σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ἀφοῦ αὐτὸς ἦταν ὁ τρόπος ἐκδήλωσης τῆς ἀγάπης τους; Φανταστεῖτε τώρα νὰ πᾶμε καὶ νὰ ποῦμε σ’ αὐτὴ τὴν μαύρη νὰ δέσει τὰ μαλλιά της κότσο καὶ νὰ φορέσει ψηλοτάκουνα γιατί ἔτσι εἶναι ἡ μόδα τοῦ εὐσεβοῦς χριστιανοῦ.

Ἀντίθετα ἡ ἐκκλησία ἔχει μιὰ ὑπέρβαση αὐτῶν τῶν πραγμάτων καὶ ἀσχολεῖται μόνο μὲ τὴν οὐσιαστικὴ θεραπεία τῶν ἀνθρώπων. Ἀποδεχόμενη μέσα στὸ σῶμα της κάθε ἄνθρωπο μὲ τὸ δικό του πολιτισμὸ καὶ γνώσεις, μὲ στόχο νὰ τὸν σώσει καὶ νὰ τὸν ἁγιάσει. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο δίδονται οἱ ἐντολὲς ἀπὸ τὸ Θεὸ στὸ ἄνθρωπο καὶ εἶναι συγκεκριμένες γιατί συγκεκριμένος εἶναι καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου.

Λέγοντας αὐτὰ δὲ θὰ ἤθελα νὰ παρεξηγηθῶ μὲ αὐτοὺς ποὺ ἐκπροσωποῦν αὐτὲς τὶς κινήσεις. Γιατί ἴσως κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἀφιέρωσαν καὶ τὴν ζωή τους, ἀλλὰ ὅμως δὲν μποροῦμε νὰ κρύβουμε τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀκολουθοῦμε μιὰ στεῖρα ἠθικολογία μέσα στὴν ἐκκλησία.

Ἡ ἐπιστροφὴ σήμερα στὴν ἐκκλησία ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἐγκαταλείφθηκαν αὐτὲς οἱ ἰδεολογίες. Ἀνακαλύπτοντας οἱ ἄνθρωποι ξανὰ τὴν ζῶσα καὶ ὄμορφη παράδοση καὶ διδασκαλία τῶν πατέρων, οἱ ὁποῖοι κινοῦνται μέσα σὲ μιὰ πραγματικὴ πνευματικὴ ἐλευθερία.

Αὐτὸ ποὺ παρατήρησα καὶ στὸ Ἅγιο Ὅρος ἀπὸ τὶς πρῶτες μέρες ποὺ πῆγα καὶ μοῦ ἔκανε τεράστια ἐντύπωση ἦταν ἡ ἐλευθερία ποὺ εἶδα στοὺς χώρους τῶν μοναχῶν. Μιὰ πνευματικὴ ἐλευθερία ποὺ δὲν βρίσκεις στὴν ἐποχή μας στοὺς πνευματικοὺς χώρους ποὺ κινούμαστε. Ἀλλὰ ἀντίθετα βλέπουμε μιὰ ἄλλη κατάσταση ποὺ δὲν ζωογονεῖ ἀλλὰ πνίγει τὸν ἄνθρωπο.

Συνεχίζοντας θὰ μελετήσουμε τὴν ἐντολὴ μὴ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου, ποὺ εἶναι καὶ ἐπίκαιρη.

Ὅταν ὁ Θεὸς λέγει νὰ μὴ πεῖς ψέματα δὲν ἐννοεῖ νὰ μὴ δώσεις ἀληθινὴ κατάθεση στὸ δικαστήριο ἀλλὰ πάντα νὰ λὲς ἀλήθεια. Ὁ Θεὸς χαρακτηρίζεται ὡς ἀληθινός, ὡς Θεὸς ἀληθείας καὶ ἀπολλύει πάντας τοῦ ψεύδους, δηλαδὴ καταστρέφει ὅλους αὐτοὺς ποὺ λένε ψέματα. Εἶναι εὐχάριστο τὸ γεγονὸς ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι δὲν λένε πολλὰ ψέματα ἢ πιὸ σωστὰ λένε περισσότερο τὴν ἀλήθεια. Ὁ ἄνθρωπος δὲ πρέπει νὰ λέει ψέματα γιατί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἀρχέτυπό μας ποὺ ἐμεῖς ὀφείλομε νὰ μοιάσουμε καὶ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του. Καὶ ὅπως ὁ Θεὸς πατέρας μας εἶναι κατὰ πάντα ἀληθινὸς καὶ δὲν ἔχει μέσα στὴν ὕπαρξη τίποτα τὸ ψεύτικο, ἀλλὰ τὰ πάντα σ’ Αὐτὸν εἶναι ξεκάθαρα, φωτεινὰ χωρὶς τὴν παραμικρὴ σκιά.

Ὁμοίως πρέπει νὰ πράττει καὶ ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ εἶναι ὑγιὴς καὶ νὰ λειτουργεῖ σωστά. Γιὰ νὰ γίνει ὅμως ἀληθινὸς χρειάζεται νὰ μπορεῖ νὰ διακρίνει τὸ ψεύτικο ἀπὸ τὸ ἀληθινό. Γιατί πολλοὶ ἄνθρωποι εἰδικὰ ὅταν βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία δὲν ἔχουν μέσα τους τὸ σωστὸ κριτήριο καὶ δὲ μποροῦν νὰ διακρίνουν ποιό εἶναι τὸ πραγματικὸ καὶ ποιό εἶναι τὸ ψεύτικο. Ὁ ἄνθρωπος ὅταν εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἀληθινὸ θεωρεῖ τὴν ἁμαρτία, τὶς ἡδονές, τὴν κακία, τὴν πονηρία, ἐνῷ ὅταν μπαίνει στὴν ἐκκλησία καὶ γνωρίζει τὸν Θεὸ ὅλα αὐτά του φαίνονται ψεύτικα, παροδικά, μὴ ἀληθινὰ χωρὶς νὰ τὸν ἀναπαύουν. Εἶναι ἀναγκαία λοιπὸν αὐτὴ ἡ διάκριση γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ κινούμαστε σωστά, δυστυχῶς ὅμως ἡ πραγματικότητα εἶναι καμιὰ φόρα τόσο δύσκολη ποὺ ὁ ἄνθρωπος δὲν τὴν ἀντέχει καὶ προτιμᾶ τὸ ψέμα. Ὅπως εἶναι ὁ ψεύτικος κόσμος τῶν ναρκωτικῶν ὅπου ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ ἀπεγνωσμένα νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν πραγματικότητα ἔστω καὶ γιὰ λίγο. Ἡ ἐκκλησία ὅμως ποτὲ δὲ προσφέρει ψέμα στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ ἀντίθετα φέρνει τὴν πραγματικότητα μπροστά του καὶ τοῦ δείχνει τὸν τρόπο νὰ ὑπάρξει καὶ νὰ ὑπερβεῖ αὐτὴ τὴν πραγματικότητα, ἔχοντας ἀπόλυτη πίστη στὴν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν γύρω του, στὸ κόσμο εἶναι παρερχόμενα.

Μποροῦμε νὰ τὸν παρουσιάσουμε σὰν ἕνα θέατρο ποὺ κάποια στιγμὴ τελειώνει καὶ ὅ,τι ἔγινε σ’ αὐτὸν δὲ εἶναι παρὰ θεατρικὰ σχήματα.

Πήγαιναν καὶ ἔλεγαν στὸν Ἅγιο Χρυσόστομο, ὅτι “ἡ βασίλισσα θὰ σ’ ἐξορίσει, θὰ σὲ διώξει ἀπὸ τὸν θρόνο σου, θὰ σοῦ πάρει τὰ πράγματά σου”. Καὶ αὐτὸς ἀντὶ νὰ φοβηθεῖ ποὺ θὰ τοῦ ἔκανε ὅλα αὐτὰ τὰ φοβερὰ πράγματα δὲν ἔδινε καμία σημασία. Ὅπως καὶ οἱ Ἅγιοι δὲν ἔδιναν καμία σημασία, γιατί δὲν ἦταν δεμένοι μὲ αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ ἀρνοῦνταν νὰ δεθοῦν μὲ ψεύτικα καὶ παρερχόμενα πράγματα.

Ὁ καθολικὸς ἄνθρωπος εἶναι ἐκτὸς τῆς φύσεως, γιατί ὅπως εἴπαμε εἶναι ἀληθινὸς πραγματικὸς καὶ ἄρα αἰώνιος καὶ δὲ μπορεῖ ὁτιδήποτε εἶναι παρερχόμενο νὰ εἶναι ἀληθινό. Γιατί ἡ ἀλήθεια εἶναι αἰώνια καὶ τὰ ἀληθινὰ πράγματα μένουν αἰώνια. Αὐτὰ τὰ ὁποῖα σβήνουν, χάνονται καὶ ἄρα εἶναι πρόσκαιρα δὲ μπορεῖ ποτὲ νὰ εἶναι σφραγισμένα μὲ τὴν ἀλήθεια. Καὶ ὁπωσδήποτε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἀναπαυθεῖ μὲ τὸ ψέμα τὸ ὁποῖο δὲ μπορεῖ νὰ τοῦ δώσει τὴ δυνατότητα ζήσει σὲ μιὰ ἀτμόσφαιρα εἰρήνης, ἡσυχίας ὑπεράνω τῶν πραγμάτων τὰ ὁποῖα τοῦ προκαλοῦν φοβία, ἄγχος καὶ δειλία. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι δειλὸς ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ μεγαλύτερος φόβος τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θάνατος, καταργεῖται καὶ δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο ἀπὸ μιὰ μετάβαση κοντὰ στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καὶ εἶναι ἀνδρεία παιδιὰ καὶ γενναιότητα νὰ μάθουμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴν ἀλήθεια μὲ τὸν σωστὸ τρόπο, γιατί ἀλήθεια δὲν εἶναι πάντοτε ὅπως νομίζουμε.

Πέστε ὅτι κάποιος ἔρχεται σπίτι μας καὶ εἴμαστε κουρασμένοι. Αὐτὸς λοιπὸν κάθεται καὶ δὲν λέει νὰ φύγει. Σὲ μιὰ στιγμὴ λέει: “μήπως ἐνοχλῶ, νὰ φύγω;” Ἐμεῖς τότε τί πρέπει νὰ ἀπαντήσουμε; “ναὶ φύγε μᾶς ἐνοχλεῖς;” Θὰ ἦταν πάλι ὑποκρισία ἂν δὲ τοῦ τὸ λέγαμε; Ἐδῶ πρέπει νὰ κάνουμε μιὰ διάκριση καὶ νὰ δοῦμε ἂν μπορεῖ νὰ τὸ βαστάξει ἀνάλογα μὲ τὴν ἀπάντηση ποὺ θὰ τοῦ δώσουμε, γιατί ἡ ἀλήθεια δίδεται μὲ μέτρο.

Σκεφτεῖτε νὰ ἔρθει ἕνας καὶ νὰ σᾶς ρωτήσει: “Μὰ εἶμαι ἀντιπαθητικός;” Καὶ πράγματι νὰ εἶναι, ἐσεῖς τότε θὰ τοῦ ἀπαντήσετε ὅτι ὄχι δὲν εἶστε ἀντιπαθητικός, ἀλλὰ εἶστε συμπαθὴς ἄνθρωπος. Ἢ φανταστεῖτε ὅτι κάποιος παντρεμένος ποὺ θέλει νὰ χωρίσει σας ρωτάει, ἐὰν κάνει σωστά, καὶ πράγματι ἐμεῖς θεωροῦμε ὅτι κάνει σωστὰ γιατί εἶναι παντρεμένος μὲ ἕνα θηρίο. Ὅμως δὲ θὰ πρέπει νὰ τὸν ἐνθαρρύνεις ἢ τὸ πολύ-πολὺ νὰ τὸν ἀφήσεις νὰ ἀποφασίσει μόνος του.

Ἕνα ἄλλο σημεῖο ὅπου τὰ περισσότερα ζευγάρια κάνουν λάθος εἶναι νὰ λέει ὁ ἕνας στὸ ἄλλο τί ἔκαναν σ’ ὅλη τους τὴν ζωὴ χωρὶς νὰ διακρίνουν ἂν μποροῦν νὰ ἀντέξουν ὅλα αὐτὰ ποὺ θὰ εἰπωθοῦν. Νομίζοντας ὅτι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο θὰ μεγαλώσουν τὴν ἀγάπη τους, ὅμως αὐτὸ ποὺ πετυχαίνουν στὸ τέλος εἶναι νὰ προσγειωθοῦν στὴ πραγματικότητα καὶ νὰ νιώσουν μιὰ ἀηδία ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, μὲ τὸ σύνηθες ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγοῦνται στὸ χωρισμό. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχουμε μιὰ διάκριση στὸ τί μπορεῖ ὁ ἄλλος νὰ ἀκούσει.

Τώρα κάποιοι θὰ δυσανασχετεῖτε καὶ θὰ λέτε: “Μὰ ἡ γυναῖκα μου νὰ μὴν εἶναι εἰλικρινὴς μαζί μου;” Βέβαια καλὸ θὰ ἦταν νὰ φτάσετε στὸ σημεῖο νὰ μάθετε ὄχι μόνο νὰ λέτε τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν ἀκοῦτε, γιατί αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ μεγάλο πρόβλημα. Γνωρίζοντας πολλὲς περιπτώσεις ὅπου σύζυγοι ἀλλὰ καὶ παιδιὰ δὲν τολμοῦν νὰ ποῦν στὸ σύζυγο ἢ στοὺς γονεῖς τὴν ἀλήθεια γιατί ἁπλούστατα δὲ μποροῦν νὰ τὴν ἀκούσουν.

Θὰ σᾶς ἀναφέρω μερικὰ περιστατικά:

Μιὰ γυναῖκα ἐπειδὴ τὴν ἀγνοοῦσε ὁ ἄντρας πῆγε στὰ καταστήματα καὶ γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει τὸν ἑαυτό της ξόδεψε 3.000 λίρες. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ ποσὸ εἶναι μεγάλο καὶ θὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ ὁ σύζυγος θὰ ρωτήσει “τί ἔγιναν τὰ χρήματα;” τότε ἀρχίζει τὸ ἄγχος, ὁ φόβος καὶ ἡ ἀγωνία γιὰ τὴν γυναῖκα γνωρίζοντας ὅτι ἄνδρας της δὲ θὰ μπορέσει νὰ τὸ βαστάξει. Γι’ αὐτὸ δὲ πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπόλυτοι καὶ ἐξ αἰτίας κάποιας ἀδυναμίας της γυναῖκα μας νὰ ξεχνᾶμε ὅλη τὴν ἀγάπη ποὺ εἴχαμε γι’ αὐτὴν καὶ νὰ τὰ διαλύουμε ὅλα. Τέλος πάντων σὰν ἄνθρωπος ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ ὑποπέσει σὲ κάποιο σφάλμα ἀλλὰ αὐτὸ δὲ θὰ πρέπει νὰ μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ ἀντλήσουμε ὅλη τὴν σκληρότητα ποὺ ἔχουμε μέσα μας. Ἀντίθετα θὰ πρέπει ἂν πραγματικὰ ἀγαπᾶμε αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν βοηθήσουμε καὶ ὄχι τώρα ποὺ μᾶς χρειάζεται νὰ τὸν σπρώξουμε στὸν γκρεμό.

Καὶ πῶς θὰ ἔρθει τὸ παιδί σου νὰ σοῦ πεῖ ἕνα πρόβλημα τοῦ ὅταν ἐσὺ μόλις τὸ ἀκούσεις θὰ ἀρρωστήσεις καὶ δὲ θὰ μπορέσεις νὰ τὸ ἀντέξεις;

Θυμᾶμαι μιὰ φορὰ ὅπου ἕνα κοριτσάκι ἔφυγε ἀπὸ τὸ σπίτι του, ὅταν βρισκόμουν στὸ Μαχαιρὰ καὶ ἐξομολογοῦσα στὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο, ἐρχόμενο μὲ τὰ πόδια κλαίγοντας στὸ μοναστήρι. Ὁ λόγος ἦταν γιατί δὲ ἔγραψε στὸ διαγώνισμα καὶ ἔτρεμε μόνο στὴν σκέψη νὰ πάει στὸ σπίτι. Καὶ ἐκεῖνοι οἱ γονεῖς πίστευαν ὅτι μὲ τὴν στάση τους ἔκαναν τὸ καθῆκον τους βάζοντας τὸ παιδὶ τοὺς σὲ χίλιους κινδύνους.

Ἔρχονται κάποιες μανᾶδες μὲ τὰ παιδιά τους γιὰ ἐξομολόγηση ὄχι γιὰ νὰ μάθουν τί εἶπε τὸ παιδί τους ἀλλὰ ἐκ τῶν προτέρων γιὰ ποῦν τί εἶναι τὸ παιδί τους. Ὅταν ἔρχεται μετὰ μέσα τὸ παιδὶ διαπιστώνω ὅτι εἶναι φυσιολογικὸ καὶ ἡ μάνα εἶναι ἄρρωστη. Γιὰ νὰ καταλάβετε, μιὰ μητέρα ἄρχισε νὰ μοῦ λέει γιὰ τὸ παιδί της ὅτι αὐτὸ εἶχε μπλέξει μὲ ναρκωτικά, φώναζε, αὐθαδίαζε καὶ ὅτι ἀκόμη ἔκανε παρέα μὲ σατανιστές, ἐπιμένοντας ὅτι θὰ πρέπει νὰ τὸ δεῖ ἕνας ψυχίατρος. Ὅμως βλέποντας τὸ παιδὶ διαπίστωσα ὅτι τὸ παιδὶ ἦταν καλὰ καὶ ἡ μητέρα χρειαζόταν τὸ γιατρό. Τότε εἶπα στὸ παιδὶ πάει νὰ στὸν γιατρό, ἀλλὰ νὰ πάρει καὶ τὴν μάνα του μαζὶ γιὰ νὰ δώσει ὁ γιατρὸς τὰ χάπια στὴ μάνα του, ἀφοῦ θὰ εἶχα συνεννοηθεῖ ἐγὼ πρὶν μαζί του. Πάλι καλὰ ποὺ τὸ παιδὶ ἄντεχε τὴν μάνα του.

Κάποια ἄλλη μάνα ἔρχεται τρομοκρατημένη ζητῶντας πληροφορίες γιὰ τὸ παιδί της καὶ χωρὶς ἐγὼ νὰ πῶ τίποτα, σχεδὸν αὐτὴ ἡ μητέρα ἔχει καταρρεύσει. Μὰ πῶς αὐτὴ ἡ μητέρα θὰ ἀντιμετωπίσει κάποιο τυχὸν πρόβλημα τοῦ παιδιοῦ της; Ἢ πῶς τὸ παιδὶ θὰ πάρει τὸ θάρρος νὰ πεῖ τὸ πρόβλημα ποὺ τὸ ἀπασχολεῖ σ’ αὐτὴν τὴν μητέρα; Ἀφοῦ λοιπὸν τὸ παιδὶ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ τὸ πεῖ στὴ μητέρα του θὰ ἀρχίσει νὰ τὸ λέει στὴν παρέα του, ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ ἀπαντήσεις ποὺ θὰ τοῦ δοθοῦν δὲν θὰ εἶναι ἱκανοποιητικές, οὔτε αὐτὲς ποὺ θὰ τὸ βοηθήσουν νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδό του. Γνώρισα πολλὰ παιδιὰ ποὺ ἔφτασαν μέχρι τὰ ὅρια τῆς αὐτοκτονίας καὶ βίωσαν φρικτὲς καταστάσεις ἀπελπισίας γιὰ πράγματα τελείως μηδαμινὰ τὰ ὁποῖα σὲ πέντε λεπτά τους τὰ ἐξήγησα.

Ὁμοίως πολλοὶ πνευματικοὶ μὲ τὴ στάση τους ἀπωθοῦν πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄνθρωποι μὲ πολλὰ καὶ σοβαρὰ προβλήματα, νὰ λένε: “Μὰ γιατί νὰ πάω νὰ τὰ πῶ στὸν πνευματικό; Νὰ θυμώσει καὶ νὰ μὲ πετάξει ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία;” Φανταστεῖτε πηγαίνοντας κάποιος νὰ ἐξομολογηθεῖ τὰ ἁμαρτήματά του νὰ τοῦ πεῖ ὁ ἱερέας: “Ναὶ παιδί μου μὰ σὰν τὴν τιμὴ δὲν ἔχει”. Ἀμέσως αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἔκοψε τὰ πόδια καὶ ἀπελπισμένος ὅπως εἶναι δύο πράγματα τοῦ μένουν. Ἀφοῦ εἶναι ποὺ εἶναι χαμένος νὰ χωθεῖ περισσότερο στὴν ἁμαρτία ἢ ἂν εἶναι εὐαίσθητος ἄνθρωπος θὰ τὰ βάλλει ὅλα μέσα του καὶ θὰ διαλυθεῖ.

Ὅλα αὐτὰ προϋποθέτουν νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ ἐμεῖς νὰ ἀκούσουμε τὴν ἀλήθεια καὶ εἶναι ὠφέλιμο νὰ ἐξετάζουμε τὶς κατηγορίες ποὺ εἶναι ἐναντίον μας γιατί πολλὲς φορὲς λένε καὶ ἀλήθειες ποὺ δὲ τὶς γνωρίζαμε. Δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀρεσκόμαστε στὰ καλὰ λόγια καὶ στὶς κολακεῖες γιατί αὐτά μᾶς κάνουν νὰ ζοῦμε σὲ ψεύτικους κόσμους ποὺ δὲν ἀνταποκρίνονται στὴ πραγματικότητα. Οἱ κόλακες εἶναι σὰν τοὺς κόρακες ποὺ λέει καὶ μιὰ παροιμία. Ἡ κολακεία ποὺ εἶναι γιὰ κακὸ σκοπό, ὄχι ἕνας καλὸς λόγος ποὺ λέγεται γιὰ νὰ ἐνδυναμώσουμε κάποιο ἀδύναμο ἀδελφό μας, αὐτὴ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε ἡ ὁποία διαστρέφει.

Ἔρχεται κάποιος νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ ἀντὶ νὰ ταπεινωθεῖ ἀναφέροντας τὶς ἁμαρτίες του, πλέκει ἐγκώμια γιὰ τὸ πόσο καλὸς εἶναι, τὰ τόσα ποὺ ἔχει προσφέρει καὶ γιὰ τὰ τόσα προτερήματα ποὺ ἔχει. Μερικὲς φορὲς μάλιστα λέγοντάς τα συγκινεῖται καὶ βάζει τὰ κλάματα συνεπαρμένος ἀπὸ τὰ τόσα ποὺ ἔχει κάνει. Δηλαδὴ τὸ ἄκρον ἄωτο τῆς παραφροσύνης. Αὐτὸ παιδιὰ εἶναι παράνοια.

Ὁ Ἀβὰς Ἰσαὰκ ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς λέει σχετικὰ μὲ αὐτό: “Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὰν τὶς γάτες ποὺ ἔχουν μιὰ ἀρρώστια καὶ θέλουν νὰ πίνουν αἷμα καὶ ἅμα τὴν πιάσει αὐτὴ ἡ μανία πάει πάνω στὴ λίμα καὶ τὴν γλείφει μὲ τὴν γλῶσσα. Πρὸς στιγμὴν αἰσθάνεται εὐφροσύνη νομίζοντας ὅτι πίνει αἷμα, ἀλλὰ πεθαίνει γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα της ποὺ ἔπινε τόση ὥρα”.

Στὶς συζυγικὲς σχέσεις πρέπει νὰ ὑπάρχει εἰλικρίνεια ἀλλὰ πρῶτα θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀκοῦμε τὴν ἀλήθεια. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν ἐξομολόγηση. Ὅταν ξέρεις ὅτι ὁ πνευματικὸς ὅ,τι καὶ ἂν ἀκούσει δὲν θὰ ἀντιδράσει, τότε μπορεῖς εὔκολα νὰ τοῦ πεῖς τὶς ἁμαρτίες σου.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφερόμενος σὲ ἕνα βιβλίο, ποὺ ἔγραψε γιὰ τοὺς πνευματικοὺς πατέρες τῆς ἐκκλησίας, τὸ ἐξομολογητάριο, λέει μιὰ συμβουλὴ γιὰ τοὺς πνευματικούς: «Πρόσεχε πνευματικὲ ὅταν κάθεσαι νὰ ἐξομολογήσεις, ποτέ σου νὰ μὴ δείξεις τὴ παραμικρὴ ἀλλοίωση. Ἔστω καὶ ἂν ἀκούσεις τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα, μὴ πεῖς: “Παναγία μου! Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔκανες;” μὴ κάνεις τὴν παραμικρὴ κίνηση καὶ προπαντὸς μὴ νοιώσεις ἀηδία, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀκούσεις ὅλα μὲ τὴν ἴδια ἀπάθεια, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴ τρομάξει καὶ νὰ νιώσει τὴν ἐπιθυμητὴ γαλήνη μετὰ τὸ τέλος της.»

Θυμᾶμαι στὸ Ἅγιο Ὅρος ἦρθε κάποιο παιδὶ νὰ ἐξομολογηθεῖ, τὸ ὅποιο ἔτρεμε. Τότε τοῦ εἶπα μήπως κρυώνει καὶ μοῦ ἀπάντησε ὅτι ἔτρεμε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶχε νὰ μοῦ πεῖ. Δηλαδὴ ἦταν ἕτοιμος νὰ τὰ πεῖ, ἀλλὰ δὲν ἤξερε ἂν ἐγὼ ἤμουνα ἕτοιμος νὰ τὰ ἀκούσω.

Ὅταν παντρευτεῖτε μὴ μπεῖτε σὲ καλούπια καὶ νομίζετε ὅτι θὰ βάλλετε ὅρια, ἀλλὰ πρέπει νὰ δώσετε τὴν αἴσθηση στὸ σύντροφο σας, ὅτι, ὅ,τι καὶ νὰ γίνει στὴ ζωή σας, δὲν πρόκειται νὰ τὸν ἀποστραφεῖτε.

Ὁμοίως καὶ τὸ παιδί σας, γιὰ νὰ ἔχει αὐτὸ τὸ θάρρος νὰ πεῖ ὁτιδήποτε ἔχει μέσα του καὶ νὰ αἰσθάνεται ὅτι οἱ γονεῖς του θὰ ἀντιμετωπίσουν ψύχραιμα κάθε κατάσταση. Θαυμάζω καὶ ἔχω δεῖ τέτοιους γονεῖς στὴ Κύπρο ποὺ ἄκουσαν φοβερὰ πράγματα ἀπὸ τὰ παιδιά τους, διαστροφὲς καὶ μπλεξίματα καὶ ἐπειδὴ εἶχαν τὸ θάρρος νὰ τοὺς τὸ ποῦν καὶ οἱ γονεῖς εἶχαν τὴ δύναμη νὰ τὰ ἀκούσουν, βοήθησαν τὰ παιδιά τους σωστὰ καὶ πραγματικά.

Καὶ στὴ συζυγία ὅταν ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀκούσει, τότε αὐτὴ στέκει καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ἄριστο. Νὰ μπορεῖ ὁ ἕνας νὰ λέει τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ καὶ ὁ ἄλλος νὰ μπορεῖ νὰ τὴν ἀκούσει σωστά. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι χωρὶς προκαταλήψεις μέσα στὴ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεὸς παιδιὰ θεραπεύει.

Θυμᾶμαι παιδιὰ εἴχαμε ἕνα ἰατρὸ στὸ Ἅγιο Ὅρος, ποὺ τοῦ εἶπε ὁ γέροντας νὰ πάει νὰ μάθει καὶ ὀδοντίατρος γιατί εἴχαμε σφραγίσματα καὶ ἄλλα προβλήματα μὲ τὰ δόντια μας ἀλλὰ δὲ εἴχαμε ἰατρό. Ἔμαθε ὀδοντιατρικὴ πρακτικὰ καὶ ὅταν πήγαμε νὰ διορθώσει τὰ δόντια μας, βλέποντάς τα πανικοβλήθηκε καὶ ὅπως εἶναι φυσικὸ πανικόβαλλε καὶ ἐμᾶς. Θέλω νὰ πῶ, ἕνας ἰατρὸς ποὺ κάνει ἔτσι, ὁ ἀσθενῆς του σίγουρα θὰ χάσει τὸ θάρρος του, ἐνῷ ὅταν βλέπει τὸν ἰατρὸ ψύχραιμο καὶ χαμογελαστὸ νὰ τοῦ δίνει θάρρος, τότε πραγματικὰ ἔχει ἐμπιστοσύνη ὅτι δὲν ἔχει τίποτα καὶ θὰ τὸ ξεπεράσει.