Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὃ Μέγας Βασίλειος ἦταν πολὺ ψηλός, στητός, ξερακιανὸς καὶ πολὺ ἀδύνατος.
    Στοὺς λόγους ξεπέρασε ὄχι μονάχα τοὺς συγχρόνους του, ἀλλὰ καὶ τοὺς παλαιούς.

  • !

    “Ἂν ἐπρόκειτο νὰ προβληθεῖ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἕνα πρότυπο, πού ν’ ἀποτελεῖται ἀπὸ ὅλες τὶς ἀρετές, αὐτὸ εἶναι ὁ μέγας Γρηγόριος, πού ξεπέρασε στὴ λαμπρότητα τῆς ζωῆς ὅλους ἐκείνους, πού εἶχαν διακριθεῖ ἔμπρακτα στὴ ζωή. Προχώρησε σὲ τέτοιο σημεῖο τῆς Θεολογίας, ὥστε ὅλοι νικώνταν ἀπὸ τὴ σοφία του καὶ στοὺς λόγους καὶ στὰ δόγματα. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἀπόκτησε καὶ τὴν προσωνυμία «θεολόγος».

  • !

    Ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὡς πρὸς τὸ σῶμα ἦταν πολὺ κοντὸς στὸ ἀνάστημα, μὲ μεγάλο κεφάλι ἐπάνω στοὺς ὤμους, ἰσχνὸς στὴν κυριολεξία.
    Συνέβαινε νὰ λάμπει τὸ πρόσωπό του, μολονότι ἡ λοιπὴ ἐμφάνιση ἔδειχνε πώς ὑπέφερε.
    Ἑρμήνευσε τὴν Ἁγία Γραφὴ μὲ τόση ἐμβρίθεια, ὅσο κανένας ἄλλος. Ὑπῆρξε πηγὴ τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης, καὶ πάρα πολὺ ζηλευτὸς γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο καὶ γιὰ τὴ διδασκαλία του.

Ἡ Παράδοση γιὰ τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν

Στὸ παράστημα καὶ στὴ μορφὴ οἱ Ἅγιοι ἦταν περίπου ἔτσι:

Ὃ Μέγας Βασίλειος ἦταν πολὺ ψηλός, στητός, ξερακιανὸς καὶ πολὺ ἀδύνατος, μαυριδερὸς στὸ χρῶμα, καὶ τὸ πρόσωπο του εἶχε μία κιτρινάδα. Ἡ μύτη του ἦταν μεγάλη καὶ εἶχε σμιχτὰ φρύδια. Μὲ συνοφρυωμένη τὴν ὅλη μορφὴ ἐμοίαζε μὲ περιφρόντι ἄνθρωπο. Ἦταν μακρυπρόσωπος, μὲ ἀρκετὲς ρυτίδες, βαθουλοὺς κροτάφους, μὲ στρωτὰ μαλλιὰ καὶ μὲ γενειάδα ἀρκετὰ μεγάλη καὶ μισοάσπρη. Στοὺς λόγους ξεπέρασε ὄχι μονάχα τοὺς συγχρόνους του, ἀλλὰ καὶ τοὺς παλαιούς. Κι αὐτό, γιατί μορφώθηκε πολύπλευρα καὶ ἡ ἐπιβολὴ του ἦταν ἀναμφισβήτητη. Ἐξίσου ἀσκήθηκε καὶ στὴν ἔμπρακτη φιλοσοφία καὶ μ’ αὐτὴ προχώρησε στὴ θεωρία τῶν ὄντων.

Ὁ ἱερὸς Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὸ παράστημα ἦταν μέτριος, λίγο ὠχρός, ἀρκετὰ συμπαθής, μὲ κυρτὴ μύτη, ἴσια φρύδια καὶ ἤρεμο καὶ γεμάτο προσήνεια βλέμμα. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο μάτια, τὸ δεξί, ἔδειχνε πιὸ αὐστηρό, γιατί στὰ βλέφαρα σταματοῦσε κάποια οὐλή. Τὰ γένεια δὲν ἦταν βαθιά, ἐξωτερικὰ ὅμως ἦταν πυκνά, ἦταν ἀρκετὰ φαλακρὸς καὶ μὲ ἄσπρα μαλλιά, ἐνῶ τὰ ἄκρα τῆς γενειάδας του φαίνονταν σὰν καπνισμένα. Ἀξίζει νὰ ποῦμε γι’ αὐτὸν τοῦτο: “Ἂν ἐπρόκειτο νὰ προβληθεῖ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἕνα πρότυπο, πού ν’ ἀποτελεῖται ἀπὸ ὅλες τὶς ἀρετές, αὐτὸ εἶναι ὁ μέγας Γρηγόριος, πού ξεπέρασε στὴ λαμπρότητα τῆς ζωῆς ὅλους ἐκείνους, πού εἶχαν διακριθεῖ ἔμπρακτα στὴ ζωή. Προχώρησε σὲ τέτοιο σημεῖο τῆς Θεολογίας, ὥστε ὅλοι νικώνταν ἀπὸ τὴ σοφία του καὶ στοὺς λόγους καὶ στὰ δόγματα. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἀπόκτησε καὶ τὴν προσωνυμία «θεολόγος».

Ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὡς πρὸς τὸ σῶμα ἦταν πολὺ κοντὸς στὸ ἀνάστημα, μὲ μεγάλο κεφάλι ἐπάνω στοὺς ὤμους, ἰσχνὸς στὴν κυριολεξία. Εἶχε μεγάλη μύτη καὶ πλατιὰ ρουθούνια, ἦταν ὠχρόλευκος, μὲ βαθουλωμένες τὶς κόγχες τῶν ματιῶν καὶ μὲ τοὺς βολβοὺς του μεγάλους. Συνέβαινε νὰ λάμπει τὸ πρόσωπό του, μολονότι ἡ λοιπὴ ἐμφάνιση ἔδειχνε πώς ὑπέφερε. Ἦταν φαλακρὸς καὶ τὸ μεγάλο του μέτωπο ἦταν χαραγμένο μὲ πολλὲς ρυτίδες. Τὰ αὐτιὰ του ἦταν ἀρκετὰ μεγάλα καὶ τὰ γένεια του κοντά, ἀραιὰ καὶ ξανθόλευκα. Τὰ σαγόνια του ἦταν πιεσμένα πρὸς τὰ μέσα, ἐξαιτίας τῆς αὐστηρότατης νηστείας. Ἑρμήνευσε τὴν Ἁγία Γραφὴ μὲ τόση ἐμβρίθεια, ὅσο κανένας ἄλλος. Ὑπῆρξε πηγὴ τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης, καὶ πάρα πολὺ ζηλευτὸς γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο καὶ γιὰ τὴ διδασκαλία του. (Migne P.G., τ. 29), (Νεοελληνικὴ ἀπόδοση Σοφοκλῆ Δημητρακόπουλου).