Εἰσήγησις εἰς τὴν ἡμερίδα πού πραγματοποιήθηκε στὶς 17/4/2010, μὲ διοργανωτὴ τὴν Ἐνορία τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς καὶ θέμα: “Γλώσσα καὶ Λατρεία: νοησιαρχία ἢ μέθεξις;”
Τά τελευταία χρόνια ὅλο και πιο συχνά ἀκούγεται ὅτι οἱ νέοι δὲν ἐκκλησιάζονται ἐπειδὴ δὲν κατανοούν τά ὄσα λεγονται στὶς ἱερές ἀκολουθίες.
Ἡ λατρευτική γλώσσα κατανοεῖται ὡς τὸ μεγάλο ἐμπόδιο γιά τήν συμμετοχή τῶν νέων στὴ θεία Λειτουργία καὶ πληθαίνουν οἱ φωνὲς ἐκείνων πού ζητοῦν ἐπίμονα ριζικὲς ἀλλαγές.
Νέοι καί λατρευτικὴ ζωὴ
Μία ἀφετηριακὴ ἐπισήμανση, ἀπαραίτητη για τήν συζήτησή μας, εἴναι ὅτι τό καίριο ζήτημα πού ἀπασχολεῖ ὅλους μας εἶναι τό τί πρέπει νὰ πράξουμε ὥστε νὰ ὑπάρξει ἀληθινὰ μία ἐνσυνείδητη συμμετοχὴ τῶν νέων στὴν λατρεία.
Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ θέματος στὰ πλαίσια τοῦ ὁποίου ἐντάσσεται καὶ ἡ ἐξέταση τοῦ ἂν θὰ βοηθοῦσε ἡ χρήση μεταφρασμένων λειτουργικῶν κειμένων στὴν λατρεία. Τούτη ἡ ἐπισήμανση πιστεύουμε πώς εἶναι ἀπολύτως χρήσιμη στὴ συζήτησή μας καὶ αὐτὸ γιατί στὶς μέρες μας ἡ λύση τῆς ἀντικατάστασης τῶν λειτουργικῶν κειμένων προβάλλεται ὡς μονόδρομος, ὡς ἡ μοναδικὴ λύση.
Φοβούμαστε ὅμως πώς ὄχι μόνο λύση δὲν ἀποτελεῖ, ἀφοῦ οὔτε τὰ ἐπιθυμητὰ ἀποτελέσματα φρονοῦμε πώς θὰ φέρει, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἡ ἴδια ἀπὸ μόνη της θὰ ἀποτελέσει μέγα πρόβλημα, τὸ ὁποῖο θὰ δημιουργοῦσε πλῆθος δυσκολιῶν τόσο στὸ ἐπίπεδο τῆς λατρευτικῆς εὐταξίας ὅσο καὶ σὲ ἐκεῖνο τοῦ μηνύματος πού οἱ νέοι θὰ προσλάβουν ἀπὸ τὴν κίνηση αὐτή.
Ἡ Ἐκκλησία μεριμνοῦσε πάντα για τήν ὁμαλή εἰσαγωγή τῶν νέων χριστιανῶν στὴν λατρευτικὴ της ζωή. Γνωρίζουμε πώς ἡ κατήχηση τῶν προσώπων πού ἐπιθυμούσαν νά ἐνταχθοῦν στούς κόλπους της δέν περιοριζόταν μόνο στὴν προβαπτισματική διδασκαλία, ἀλλὰ ἐπεκτεινόταν καὶ μετὰ τὴν εἰσαγωγὴ στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα διὰ τοῦ Βαπτίσματος, μὲ τὶς λεγόμενες «Μυσταγωγικὲς Κατηχήσεις», οἱ ὁποῖες εἶχαν περιεχόμενο λειτουργικό, ἑρμήνευαν δηλαδὴ τὰ πεπραγμένα τῆς λατρείας.
Στήν ἐποχή μας ἡ Κατήχηση κατὰ κοινὴ ὁμολογία ἔχει χάσει τὸν «μυσταγωγικό» της χαρακτήρα. Στὶς ἐνορίες μας μπορεῖ νὰ ὑπῆρξε μία μεγάλη ἀνάπτυξη «κατηχητικῶν σχολείων», ὅμως ἐκεῖνα ἐπηρεασμένα ἀπὸ τὰ προτεσταντικὰ καὶ ρωμαιοκαθολικὰ πρότυπα, θεώρησαν πώς ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀλήθεια πρέπει νὰ διδάσκεται κυρίως ὡς γνώση ἡ ὁποία καταλήγει σὲ ἠθικολογικὰ προστάγματα καὶ ὄχι ὡς μία ἀποκάλυψη τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι γνωστὸ πώς ἡ Κατήχηση στὶς μέρες μας περνᾶ μία μεγάλη κρίση. Θὰ τολμούσαμε νὰ πούμε ὅτι οἱ νέοι γυρίζουν τὴν πλάτη στήν Ἐκκλησία ἐπηρεασμένοι ἀφ’ ἑνὸς ἀπὸ τὶς σειρῆνες τῆς ἐποχῆς, ἀφ’ ἑτέρου μένοντας ἀδιάφοροι σὲ μία γνωσιοκεντρικὴ προσέγγιση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος.
Αὐτό τό τελευταῖο σημεῖο φαίνεται πώς δέν εχει ἀξιολογηθεῖ στό ἐπίμαχο ζήτημα τῆς μετάφρασης τῶν λειτουργικῶν κειμένων. Τὸ σκεπτικὸ τῶν εἰσηγητῶν τῆς μεταφράσεως εἶναι πώς αὐτὸ πού λείπει ἀπὸ τὴν λατρεία εἶναι ἡ γνώση καὶ ἡ κατανόηση τῶν κειμένων.
Αὐτὸ πού φανερώνει ὅμως ἡ ἐμπειρία τῆς κατηχητικῆς προσπάθειας εἶναι πώς ὅταν ἡ Κατήχηση ἀποστερήθηκε τὸν μυσταγωγικό της χαρακτήρα γιὰ νὰ τονίσει τὸ γνωσιολογικό της περιεχόμενο, τότε μεταποιήθηκε σὲ μία ἀλήθεια πού εἶχε χάσει τοὺς διαύλους ἐπικοινωνίας μὲ τοὺς πολλούς.
Ἀκούγεται συχνά ὅτι στίς μέρες μας ἐπιβάλλεται ἡ μετάφραση τῶν κειμένων γιατί διαφορετικά ἑμφωλεύει ὁ κίνδυνος τῆς μαγικῆς κατανοήσεως τῆς λατρείας.
Ὁ ἰσχυρισμὸς αὐτὸς καταδεικνύει ἕναν κίνδυνο ἀληθινό. Ἡ λατρεία μας εἶναι λογικὴ καὶ ὀφείλει νὰ μὴν ἀπολέσει αὐτὸν της τὸν χαρακτήρα. Στὸ ἐπίπεδο αὐτὸ θὰ θέλαμε νὰ προτείνουμε κάποιες πρακτικὲς προτάσεις πού ἴσως μποροῦσαν νὰ συμβάλλουν στὴν προσπάθεια τῆς μυσταγωγικῆς προσέγγισης τῶν νέων.
Οἱ προτάσεις αὐτὲς κινοῦνται μέσα στὰ πλαίσια τῆς κατηχητικῆς προσπάθειας πού συντελεῖται στὶς ἐνορίες μας κι αὐτὸ γιατί πιστεύουμε πώς ἡ οἰκειότητα μὲ τὴν λατρεία εἶναι κάτι πού καλλιεργεῖται καὶ αὐξάνει ὅταν βρεῖ πρόσφορες συνθῆκες.
Λογικὲς πού θέλουν μεμονωμένες κινήσεις, ὅπως αὐτὴ τῆς μεταφράσεως στὰ νέα ἑλληνικὰ τῶν λειτουργικῶν κειμένων, νὰ ὁδηγοῦν μαζικά τους νέους στὴν Ἐκκλησία καὶ ἐκεῖνοι διὰ μιᾶς νὰ κατανοοῦν καὶ νὰ ἐμβαθύνουν στὰ Μυστήρια Της, ὄχι μόνο ἀπέχουν ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ φανερώνουν πώς οἱ ἐμπνευστὲς τους εἶναι ἐκεῖνοι πού τελικὰ ἀναζητοῦν λύσεις μαγικές.
- Τα παιδιὰ στὸ κατώτερο κατηχητικὸ μποροῦν νὰ ἔρθουν σὲ ἐπαφὴ καὶ γνωριμία μὲ κείμενα πού χρησιμοποιοῦνται συχνὰ στὴ λατρεία. Ὁ Προοιμιακὸς ψαλμός, ὁ Πεντηκοστός, ἡ Θ’ ὠδὴ τῆς Θεοτόκου εἶναι κείμενα πού τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ μάθουν ἀρχικὰ νὰ διαβάζουν σωστά, ἐνῶ σταδιακά, στὶς μεγαλύτερες τάξεις, ἀξίζει νὰ προχωρήσουν στὴν ἀπομνημόνευση αὐτῶν.
Τὰ κείμενα τοῦτα δίδουν παράλληλα τὴν δυνατότητα στὸν κατηχητὴ νὰ δημιουργήσει μία σειρὰ ἑρμηνευτικῶν μαθημάτων πάνω σὲ αὐτά, ἀφοῦ τὸ περιεχόμενό τους δίδει ἀφορμὲς γιὰ νὰ διδαχθοῦν πολλὰ κατηχητικὰ θέματα.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὰ παιδιὰ ὅταν βρίσκονται μέσα στὶς ἀκολουθίες μεταξὺ τῶν ἀγνώστων γι’ αὐτὰ ἀκουσμάτων θὰ συναντοῦν ψαλμοὺς καὶ ὕμνους γνωστοὺς καὶ οἰκείους σ’ αὐτά, γεγονὸς πού σταδιακὰ θὰ τὰ ἐντάσσει οὐσιαστικὰ σὲ μία ἐνσυνείδητη συμμετοχὴ στὴν κοινὴ λατρεία.
- Δεν εἶναι τυχαῖο ὅτι στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπικράτησε ἡ χρήση τῶν ὕμνων. Τὰ σπουδαία δογματικὰ λόγια τῶν Πατέρων ἔλαβαν μέλος καὶ ἔγιναν σύμφωνα μὲ τὸ ὁμώνυμο διήγημα τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη: «Τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ».
Τὰ παιδιὰ μπορούν να μάθουν ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας, μὲ μεγαλύτερη εὐκολία απ’ ὅσο φανταζόμαστε. Ἀρχικὰ μποροῦν νὰ διδαχθοῦν ὕμνους ἁπλοὺς στὸ μέλος καὶ στὸ νοηματικὸ περιεχόμενο.
Τὰ ἀπολυτίκια τοῦ Ἁγίου τῆς ἐνορίας τους, τοῦ Ἁγίου πού φέρουν τὸ ὄνομα, τὰ τροπάρια τῶν μεγάλων Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν, διάφορα μεγαλυνάρια Ἁγίων, μποροῦν νὰ γίνουν ἕνα πρῶτο ὑλικὸ πού θὰ χαροποιήσει τὰ παιδιὰ καὶ θὰ τὰ ὁδηγήσει σὲ μία οὐσιαστικὴ οἰκειότητα μὲ τὰ λειτουργικὰ κείμενα. Τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ μποροῦν νὰ ὠφεληθοῦν πολὺ ἀπὸ τοὺς ὕμνους τοῦ Ἀναστασιματαρίου.
Τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ κάθε ἤχου, ἴσως καὶ κάποια στιχηρά, εἶναι ἱκανὰ νὰ δώσουν στοὺς νέους ἀφορμὲς νὰ ἀγαπήσουν τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, νὰ ἀναζητήσουν μία μεγαλύτερη ἐμβάθυνση, καὶ ἴσως νὰ δημιουργηθεῖ καὶ ὁ ζῆλος γιὰ νὰ προχωρήσουν στὴ σπουδὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς.
- Ἡ δύσκολη καθημερινότητα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου ἔχει ἀπομακρύνει ἀπὸ τὶς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου, τὶς καθημερινὲς δηλαδὴ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς περισσότερους πιστούς. Τὰ παιδιὰ ἀκολουθοῦν καὶ αὐτὰ προγράμματα φορτωμένα μὲ πολλὲς δραστηριότητες καὶ ἐνασχολήσεις.
Χωρὶς νὰ γινόμαστε πιεστικοὶ μποροῦμε νὰ παροτρύνουμε τὰ παιδιὰ γιὰ τὴν παρουσία τους στὶς ἀκολουθίες. Αὐτὸ δύναται νὰ γίνει ἐφικτὸ ἂν ἔστω μία φορὰ τὴν ἑβδομάδα, καλοῦμε τὰ παιδιὰ σὲ μία συνάντηση γιὰ ἕνα ἀπόδειπνο στὸ πνευματικὸ κέντρο τῆς ἐνορίας μας. Κάτι τέτοιο μπορεῖ νὰ γίνει εὐκαιρία γιὰ νὰ βρεθοῦν τὰ παιδιὰ μέσα στὴν ἑβδομάδα, νὰ ξεφύγουν λίγο ἀπὸ τοὺς πιεστικοὺς ρυθμοὺς τῆς καθημερινότητας. Ἐκεῖ τὰ παιδιὰ θὰ κληθοῦν νὰ διαβάσουν ἐκεῖνα τὴν ἀκολουθία, χωρὶς τὸ φόβο τοῦ λάθους ἢ τῆς κακῆς ἀπόδοσης στὴν ἀνάγνωση, ἀφοῦ ἡ ἀκολουθία αὐτὴ θὰ γίνεται μεταξὺ οἰκείων προσώπων.
Σὲ τέτοια ἀπόδειπνα ὁ κατηχητὴς μπορεῖ νὰ βρίσκει εὐκαιρίες νὰ ἐξηγεῖ στὰ παιδιὰ κάτι πού δὲν κατανοοῦν, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχει μία πιεστικὴ διάθεση διδαχῆς πού θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτρέψει τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὸ νὰ συμμετέχουν σὲ αὐτὲς τὶς ἀκολουθίες. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ οἱ νέοι θὰ κατανοήσουν πώς ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἕνα γεγονὸς πού ἀφορᾶ ἀποκλειστικά τούς ἱερεῖς ἤ τοὺς ἱεροψάλτες, ἀλλὰ εἶναι βίωμα καὶ εὐθύνη τοῦ κάθε πιστοῦ.
- Πρέπει νὰ κατανοήσουμε πάνω ἀπὸ ὅλα ὅτι ἡ συμμετοχὴ στὴν θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἀφετηρία γιὰ τὴν κατανόηση τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Δὲν εἶναι δηλαδὴ ἡ κατανόηση μέσω τῶν μεταφράσεων πού θὰ ὁδηγήσει τὰ παιδιὰ στὸν ἐκκλησιασμό. Τὰ παιδιὰ ὅταν ἀγαπήσουν νὰ προσέρχονται στὸ Ναὸ γιὰ νὰ λειτουργηθοῦν θὰ ἀρχίσουν νὰ κατανοοῦν τὸ τί ἡ Ἐκκλησία τοὺς λέει. Σὲ κάθε λειτουργία ὁ κάθε νέος, ἀλλὰ καὶ ὁ κάθε πιστὸς δέχεται μία ἀποκάλυψη προσωπική, ὄχι μόνο διανοητική, οὔτε μόνο συναισθηματική, ἀλλὰ ὀντολογική, μία ἀποκάλυψη πού ἀφορᾶ τὸν ὅλο ἄνθρωπο.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ὅμως ἐκκλησιάζεται σπάνια. Πολλά εἶναι τα παιδιὰ πού θα ἤθελαν νὰ ἐκκλησιαστοῦν ἀλλά δέν τούς δίδεται ἡ εὐκαιρία γιατὶ οἱ γονεῖς τους δέν μεριμνοῦν νά προσέλθουν τήν Κυριακή στήν Ἐκκλησία.
Τὸ μεγάλο αὐτὸ πρόβλημα δύσκολα ἀντιμετωπίζεται, ὅμως ἀξίζει τὸ κόπο οἱ κατηχητὲς τῆς κάθε ἐνορίας νὰ προσπαθήσουν νὰ ὀργανώσουν τὴν προσέλευση τῶν παιδιῶν στὸ Ναό.
Διατηρώντας μία καλὴ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς γονεῖς τῶν παιδιῶν τοῦ κατηχητικοῦ, δὲν εἶναι ἀδύνατο νὰ κερδίσουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους, ἔτσι ὥστε νὰ ἐμπιστευτοῦν στὸν κατηχητὴ τὸ παιδὶ τοὺς τὴν Κυριακὴ τὸ πρωί, ἀκόμα καὶ ἂν χρειάζεται νὰ τὸ συνοδεύσει ἐκεῖνος στὴν Ἐκκλησία.
- Στις ἐνορίες μας, ὅπου ὑπάρχει δυνατότητα πρέπει νὰ ὀργανωθοῦν, ἐπιτρέψτε μας τὴν ἔκφραση, «κρυφὰ σχολειά». Μιλοῦμε γιὰ μικρὰ τμήματα φροντιστηριακὰ πού θὰ διδάσκουν στοιχειώδη μαθήματα τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς γλώσσας.
Τὸ πείραμα αὐτὸ ἔχει κατὰ καιροὺς πραγματοποιηθεῖ καὶ ἔχει ἀποδειχθεῖ πώς ὅπου ὑπῆρχαν πρόσωπα μὲ γνώσεις ἀφ’ ἑνὸς καὶ διάθεση ἀφ’ ἑτέρου, ἔγιναν μικρὰ θαύματα. Ἐδῶ νομίζουμε ὅτι κεντρικὰ ἡ Ἐκκλησία θὰ πρέπει νὰ ἀναθέσει σὲ ὁμάδα φιλολόγων καὶ θεολόγων τὴν δημιουργία κατάλληλων βιβλίων, ἀρχικὰ θὰ τολμούσαμε νὰ ποῦμε γιὰ παιδιὰ δημοτικοῦ, τὰ ὁποία θὰ εἶχαν σὰν περιεχόμενο τοὺς κυρίως τὰ λειτουργικὰ καὶ τὰ Πατερικὰ κείμενα, καὶ μὲ ἀφορμὴ αὐτὰ θὰ ἔδιναν τὰ ἀπαραίτητα ἐφόδια γιὰ τὴν περαιτέρω σπουδὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας.
Κάτι τέτοιο μπορεῖ νὰ ἀκούγεται μεγαλεπήβολο, ὅμως δὲν θὰ ἄρχιζε ἀπὸ μηδενικὴ βάση, ἀφοῦ ἤδη ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ ἀντικείμενο αὐτό.
Γιὰ παράδειγμα ὁ γνωστὸς φιλόλογος καὶ δάσκαλος μὲ τὴν πιὸ οὐσιαστικὴ σημασία τῆς ἔννοιας, ὁ κ. Κώστας Γανωτὴς ἔχει συγγράψει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια ἕνα ἔργο μὲ τίτλο τὸ «Κρυφὸ Σχολειὸ» τὸ ὁποῖο ἔχει ἐκδοθεῖ ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Τῆνος, ἀκριβῶς μὲ αὐτὴ τὴ λογική, ἐνῶ πρόσφατα ἔχει ξεκινήσει ἡ ἔκδοση σχολίων φιλολογικῶν καὶ ἑρμηνευτικῶν σὲ λειτουργικὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ Ἐκκλησία καλεῖται για ἄλλη μιά φορά νὰ διασώσει τὸ γένος τῶν Ρωμιῶν, αὐτὴ τὴ φορὰ ἀπὸ τὴν ἀφομοίωσή του ἀπὸ τὸν δυτικὸ πολιτισμὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τῆς ἰδιοπροσωπείας τῶν Ἑλλήνων.
Πιστεύουμε πώς αὐτὴ ἡ ἀποστολὴ δὲν ἀπάδει καθόλου ἀπὸ τὴν ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸ κόσμο, ὅπως πολλοὶ μπορεῖ νὰ βιαστοῦν νὰ διαμαρτυρηθοῦν, γιατί ἡ Ἐκκλησία θέλει τοὺς ἀνθρώπους πρόσωπα καὶ ὄχι μία χειραγωγούμενη μάζα. Αὐτὴ ὅμως εἶναι μία ἄλλη συζήτηση.
Οἱ παραπάνω προτάσεις δεν ἐπιδιώκουν νὰ ἐντυπωσιάσουν με τὴν ριζοσπαστικότητά τους, δέν ἔρχονται νὰ ἐνεργήσουν σάν μία συνταγή πού θα ὁδηγήσει ξαφνικά σε μία λειτουργικὴ ἄνθηση μεταξὺ τῶν νέων.
Σκοπὸς τῶν σκέψεων αὐτῶν εἶναι νὰ ἀνοίξουν ἕνα διάλογο μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας πού ἀσχολοῦνται μὲ τοὺς νέους γιὰ τὸ πόσα ἔχουμε νὰ κάνουμε στὴν προσπάθεια προσέγγισής τους. Εἶναι ἀλήθεια πώς πολλὰ πρέπει νὰ γίνουν γιὰ νὰ δημιουργηθοῦν οἱ προϋποθέσεις ἑνὸς μυσταγωγικοῦ πλησιάσματος τῶν νέων ἀνθρώπων πρὸς τὴν Ἐκκλησία.
Ἐργασία ταπεινὴ καὶ σιωπηλή, χωρὶς λόγους μεγάλους καὶ ἠχηρούς, χωρὶς κινήσεις ἐντυπωσιασμοῦ πού στὴν οὐσία τους ὅμως εἶναι ρηχὲς καὶ ἐπικίνδυνες. Σὲ μία τέτοια προσπάθεια πρέπει νὰ ἐνταχθοῦμε ὅλοι ἂν εἰλικρινὰ ἐνδιαφερόμαστε γιὰ τὸν εὐαγγελισμὸ τῶν νέων.
Οἰ εκφραστές τῆς λειτουργικῆς ἀναγέννησης
Σὰν ἐπίλογο τῆς μικρῆς τούτης εἰσήγησης ἐπιτρέψτε μας να ἐξετάσουμε τὸ ζήτημα: ποιοί εἶναι ἐκείνοι πού εἰσηγοῦνται τὴν μετάφραση τῶν λειτουργικῶν κειμένων.
Εἶναι βέβαιο ὅτι μεταξύ τῶν προσώπων αὐτῶν ὑπάρχουν ἀρκετοί, κληρικοί, θεολόγοι, γονεῖς, πού εκφραζουν μία ἀγωνία ἀληθινή, ἕναν εἰλικρινῆ πόνο για το γεγονός ὅτι οἱ νέοι βρίσκονται ἐγκλωβισμένοι σε ἕναν κυκεώνα προβλημάτων ὑπαρξιακῶν καὶ καθημερινῶν, χωρὶς νὰ μποροῦν νὰ ἀντλήσουν λύσεις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν τὴν αἰσθάνονται καὶ δὲν τὴν ἀναγνωρίζουν σὰν μάνα τους, ἀκριβῶς γιατί δὲν τρέφονται ἀπὸ τὸ γάλα τῆς λατρευτικῆς βιοτῆς.
Κατανοοῦμε λοιπὸν πώς αὐτὴ ἡ ἀγωνία ὁδηγεῖ στὴν πρόταση νὰ δοκιμαστεῖ ἡ χρήση μεταφρασμένων κειμένων στὰ νέα ἑλληνικὰ στὴ λατρεία. Σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους θὰ θέλαμε νὰ ποῦμε μὲ πολὺ ἀγάπη καὶ σεβασμό, ὅτι ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ καὶ συνετοὶ στὶς πράξεις, ἀρνούμενοι νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν πειρασμὸ τῶν εὔκολων λύσεων, πολὺ περισσότερο ὅταν αὐτὲς δὲν ὁδηγοῦν πουθενά.
Ἀκοῦτε τοὺς νέους νὰ δικαιολογοῦν τήν ἀπόσταση τήν ὁποία διατηροῦν ἀπο τήν Ἑκκλησία, μὲ τόν ἰσχυρισμό ὅτι δεν κατανοοῦν τα ὅσα λέγονται ἐκεῖ.
Τὰ παιδιὰ δὲν δίδουν μία ψεύτικη ἀπάντηση. Δίδουν ὅμως μία εὔκολη ἀπάντηση. Ἂς δοῦμε αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ παιδιὰ πού διαμαρτύρονται γιὰ τὴν δυσκολία τῆς λειτουργικῆς γλώσσας τί μουσικὴ ἀκοῦν καὶ ἀγαποῦν.
Ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία αὐτῶν ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ δημοτικοῦ ἀρέσκονται νὰ ἀκολουθοῦν διάφορα μουσικὰ ρεύματα πού ἡ παγκοσμιοποιημένη μουσικὴ σκηνὴ πλασάρει σὲ κάθε γωνιὰ τῆς γῆς.
Τραγούδια σὲ ξένους ρυθμοὺς καὶ ἤχους, μὰ κυρίως μὲ ξένους στίχους, στὴν ἀγγλική, στὴν γαλλική, στὴν ἰταλικὴ γλώσσα (κάποιες φορὲς καὶ σὲ ἄλλες ἀκόμα πιὸ ἐξεζητημένες γλῶσσες) ὑπάρχουν στὰ mp3 πού φοροῦν συνεχῶς στὰ αὐτιά τους. Δὲν κατανοοῦν ὅσα ἀκοῦν, ὅμως τοὺς ἀρέσει νὰ τὰ ἀκοῦν καὶ πιστεύουν πώς εἶναι ἡ μουσική τους, γιατί κάποιοι τοὺς ἔπεισαν γιὰ αὐτό.
Αὐτο πού δεν εχουμε καταφέρει εἶναι νὰ πείσουμε τὰ παιδιὰ πώς ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνα καὶ ὄχι μητριά. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγώνας πού ἔχουμε νὰ κάνουμε. Τὴν ζεστασιὰ καὶ τὴν θαλπωρὴ τῆς ἀγκάλης τῆς μητρικῆς ἐρχόμαστε νὰ μαρτυρήσουμε στοὺς νέους.
Δὲν εἶναι ὁ σκοπός μας νὰ τοὺς τάξουμε ἐκπτώσεις γιὰ νὰ μᾶς προτιμήσουν. Δὲν ἀποσκοποῦμε νὰ τοὺς ξεγελάσουμε μὲ κενὰ ἀνοίγματα, μὲ συνθήματα τοῦ τύπου «ἐλᾶτε ὅλα εἶναι εὔκολα».
Οἱ ἀπαιτήσεις τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς, ἤ καλύτερα, οἱ ἀπαιτήσεις τὸν ἴδιων τῶν νέων θὰ μᾶς βγάλουν ψεῦτες. Τὸ νὰ βρεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸν ἀληθινό του ἑαυτὸ δὲν εἶναι κάτι εὔκολο καὶ ἁπλό, ἀπαιτεῖ κόπο, μόχθο καὶ φρόνημα ταπεινό. Ἔτσι ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος.
Μεταξύ ὅμως αὐτῶν πού εἰσηγοῦνται τήν χρήση στήν λατρεία μεταφρασμένων λειτουργικῶν κειμένων ὑπάρχουν δυστυχῶς και ἐκείνοι πού χρησιμοποιοῦν τούς νέους καὶ τὴν δυσκολία τους νὰ ἐνταχθοῦν στὸν ἐκκλησιαστικὸ βίο γιὰ νὰ προωθήσουν τὴν δική τους θεώρηση περὶ Ἐκκλησίας στὸν σύγχρονο κόσμο.
Ἡ θεώρηση αὐτὴ ἑξαγγέλει τὸν «ἐκσυγχρονισμὸ» τῆς Ἐκκλησίας. Τί σημαίνει αὐτό; Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ προσαρμοστεῖ στὰ προστάγματα τῶν καιρῶν.
Στήν ἐποχή τῆς νεωτερικότητας ἡ πίστη ὄχι μόνο δέν εἶναι ἀπαραίτητη, ἀλλὰ φαντάζει καί ἐπικίνδυνη. Ἡ Ἐκκλησία στὰ 2000 καί πλέον χρόνια τῆς ἱστορίας της μεταποιεῖ τούς ἀνθρώπους σε πρόσωπα ἐλεύθερα, ἕτοιμα νὰ θυσιάσουν ἀκόμα καὶ τὴν ἴδια τοὺς τὴ ζωὴ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ δικαίου, γιατί γιὰ τὸν χριστιανὸ πίσω ἀπὸ αὐτὰ πάντα κεκρυμμένος ὑπάρχει ὁ Θεός.
Τὸ μοντέλο αὐτό τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι συμβατό στίς συνθῆκες τής ἐποχῆς μας. Ὁ ἁληθινά ελεύθερος ἄνθρωπος εἶναι πραγματικά ἐπικίνδυνος γιὰ τὸ σύστημα, εἶναι στὴν οὐσία μία μόνιμη ὑπενθύμιση τῆς σχετικότητάς του.
Γιὰ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία κατ’ οὐσία διώκεται στὸν δυτικὸ κόσμο μέσα στὰ πλαίσια τῆς νομιμότητος καὶ τῆς δημοκρατίας. Αὐτὸ πού τῆς ζητεῖται εἶναι νὰ προσαρμοστεῖ στὴν ἐποχὴ προσφέροντας ἀτομικὲς θρησκευτικὲς ὑπηρεσίες σὲ ὅποιον τὸ ἐπιθυμεῖ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο σὲ ὅσους τὸ σύστημα πετᾶ στὸ περιθώριο. Αὐτὸ πού τῆς ζητεῖται εἶναι νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἴδιο της τὸν ἑαυτό, νὰ σταματήσει νὰ μεταπλάθει τὸν κόσμο σὲ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἴσως κάποιοι θεωρήσουν ὅτι εἶναι ἄδικο να ὑποστηρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν κάποιοι μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ὁποῖοι συναινοῦν στά κελεύσματα αὐτὰ τοῦ ἐπικρατοῦντος πολιτισμοῦ.
Παρακαλῶ ὅμως νὰ προσέξουμε τήν ἀντιφατικότητα πού προβάλλει στὶς κινήσεις τούτων τῶν προσώπων. Δηλώνουν ἀπὸ τὴν μία τὴν ἀγωνία τους γιὰ τὴν ἀπόσταση τῶν νέων ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὄχι μόνο εἰσηγοῦνται ἀλλὰ καὶ ἔχουν ἤδη ἐφαρμόσει, χωρὶς καμία Συνοδικὴ ἀπόφαση (οἱ δημοκρατικὲς προϋποθέσεις γιὰ τοὺς ἴδιους δὲν εἶναι ἀπαραίτητες) τὴν χρήση τῶν μεταφρασμένων λειτουργικῶν κειμένων. Γιατί; Γιὰ νὰ κατανοοῦν οἱ νέοι τὰ ὅσα ἡ Ἐκκλησία τοὺς διδάσκει.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὴν ἴδια ὥρα πού πειραματίζονται μὲ τὴν λατρεία, εἰσηγοῦνται τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στὰ σχολεῖα ἀπὸ τὸν ὁμολογιακό του χαρακτήρα, λὲς καὶ οἱ λιγοστὲς αὐτὲς ὧρες διδασκαλίας πού ἔχουν ἀπομείνει στὰ παιδιὰ δὲν εἶναι ἀπαραίτητες καὶ δὲν συμβάλλουν στὴν κατανόηση τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν ἐμβάθυνση στὸ λειτουργικὸ λόγο.
Εἶναι τὰ ἴδια πρόσωπα πού ἐμφανίζονται στὰ ΜΜΕ ὡς οἱ διαλακτικὲς καὶ ὥριμες φωνὲς μέσα ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ὅταν ἐμφανίζονται νὰ κατανοοῦν «μεγαλόψυχα» τὸ γιατί πρέπει νὰ φύγουν οἱ ἱερὲς εἰκόνες ἀπὸ τὶς τάξεις τῶν σχολείων, ἐκεῖνα εἶναι πού ἀγανακτοῦν μὲ τοὺς σχολικοὺς ἐκκλησιασμοὺς γιατί ἐπικρατεῖ ἀταξία καὶ φασαρία στὸ ναό, ἐκεῖνα εἶναι πού ἐνθουσιάστηκαν μὲ τὴν ἀπαγόρευση τῆς παρουσίας τοῦ ἱερέα στὸ σχολεῖο καὶ τῆς ἐξομολογήσεως τῶν μαθητῶν, ἐκεῖνα εἶναι πού βρίσκουν ἀνούσια τὴν πρωϊνὴ προσευχὴ στὰ σχολεῖα καὶ προτείνουν τὴν ἀντικατάστασή της μὲ ποίηση, ἐκεῖνα εἶναι πού ὅταν τίθεται τὸ ἀπαραίτητό τοῦ μαθήματος τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὰ σχολεῖα, ἀποκρίνονται πώς τὰ παιδιὰ πιέζονται πολύ.
Σὲ ὅλες αὐτές τις περιπτωσεις πῶς ἐκφράζεται ἡ ἀγωνία τους για τήν ἀπόσταση τῶν νέων ἀπό τήν Ἐκκλησία καὶ τὴν λατρεία; Ποιὸν στὰ ἀλήθεια κοροϊδεύουν; Ποιὸν ἄλλον, ἂν ὄχι τοὺς ἴδιους τούς νέους, τοὺς ὁποίους χρησιμοποιοῦν, χωρὶς σεβασμό, χωρὶς αἰδῶ, χωρὶς ἀγάπη, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ κερδίσουν τὴν συμπάθεια τῶν κρατούντων;
Ἐπιτέλους, ἂς μὴ κρύβονται πίσω ἀπὸ τοὺς νέους, ἂς μὴν θολώνουν τὰ νερὰ μὲ ἐντυπωσιακὲς κενότητες καὶ ἂς θέσουν ἄμεσα αὐτὸ πού τοὺς ἀπασχολεῖ σὲ ἐκκλησιαστικὸ διάλογο: πῶς θέλουν τὴν Ἐκκλησία στὴν νέα χιλιετία.
Γιατί δὲν τὸ πράττουν; Ἴσως γιατί γνωρίζουν ὅτι ἀκόμα καὶ ἐκεῖνα τὰ λιγοστὰ προσωπα πού τώρα μὲ δισταγμὸ συζητοῦν θέματα ὅπως ἡ χρήση τῶν μεταφρασμένων λειτουργικῶν κειμένων, θὰ τοὺς γυρίσουν τὴν πλάτη.