Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Τί εἶναι οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοὶ καὶ ποιά εἶναι ἡ πνευματική τους ὑπόσταση;
    Εἶναι σκέψεις, ποὺ ἀντιτίθεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ κινοῦνται στὸ χῶρο τῆς διανοίας τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε ἀπὸ τὴν δική του θέληση εἴτε ὄχι. Ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος, καὶ εἴτε ὁ ἴδιος παράγει λογισμοὺς εἴτε ἐξωτερικοὶ παράγοντες τοὺς προβάλλουν συνεχῶς πάνω στὴν ὀθόνη τοῦ νοῦ.
    Τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου παράγουν καὶ τρέφονται μὲ ἁμαρτωλοὺς λογισμούς. Οἱ δαίμονες εἶναι συγκεκριμένα ὄντα, ποὺ τρέφουν ἕνα ὑπερβολικὸ μῖσος γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἐπιβουλεύονται μὲ κάθε τρόπο τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Κύρια ἐργασία τους εἶναι νὰ σπέρνουν κακούς, πονηρούς, αἰσχρούς, ἁμαρτωλούς, βλάσφημους λογισμοὺς στὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου.

  • !

    Ἡ πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται, κυρίως, καὶ ἀπὸ τὴν ποιότητα τῶν λογισμῶν ποὺ ἔχει. Νὰ καλλιεργοῦμε τοὺς ἁγνούς, τοὺς ἁγίους, τοὺς θεϊκοὺς λογισμούς. Νὰ κάνουμε τὸν νοῦ μας ἕνα ἐργοστάσιο καλῶν λογισμῶν, ὅπως ἔλεγε ὁ μακάριος Γέροντας Παϊσιος.

  • !

    Πρῶτα ἐπιθυμοῦμε καὶ μετὰ ἡ ἐπιθυμία μας αὐτὴ ἐκφράζεται ἐσωτερικὰ διὰ τοῦ λογισμοῦ… Ἡ ἀρχὴ, ὅμως, εἶναι ἐπιθυμία, Ἡ ρίζα εἶναι ἡ ἐπιθυμία. Κόβοντας τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες, οὐσιαστικὰ ἀπαλλασόμεθα ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν ἁμαρτωλῶν λογισμῶν.

  • !

    Οἱ λογισμοὶ ποὺ εἰσέρχονται καθημερινὰ στὸν νοῦ μας εἶναι χιλιάδες, εἶναι ἀμέτρητοι. Τὸ πλεῖστον αὐτῶν τῶν λογισμῶν εἶναι μάταιοι, αἰσχροί, ἁμαρτωλοί. Τὸ ταγκαλάκι ξέρει καλὰ τὴν δουλειά του καὶ σπέρνει αὐτοὺς τοὺς λογισμούς. Ἐμεῖς εὐθυνόμαστε μόνο, ὅταν κάνουμε συγκατάθεση σὲ αὐτούς, ὅταν ὑλοποιοῦμε αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς στὴν πράξη.
    Δὲν εἶναι δυνατὸν, κάποιος νὰ ἐξομολογεῖται ὅλους του τοὺς λογισμούς. Αὐτὸ εἶναι ψυχολογικὴ ἀσθένεια. Πολλοὶ ἔρχονται στὴν ἐξομολόγηση μὲ ἕνα τετράδιο, στὸ ὁποῖο ἔχουν γραμμένους τους λογισμοὺς τους, ἑκατοντάδες λογισμοὺς, ποὺ περνᾶνε καθημερινὰ ἀπὸ τὴν διάνοιά τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό. Καὶ τὸν ἐξομολόγο – πνευματικὸ κουράζουν ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι δὲν ὠφελοῦνται. Δὲν εἶναι αὐτὸ τήρηση τῶν λογισμῶν, δὲν εἶναι καρπὸς νήψεως καὶ πνευματικῆς προκοπῆς, εἶναι ἄρρωστη κατάσταση.

  • !

    Μποροῦμε νὰ προσέλθουμε στὸ Ἁγ. Ποτήριο, σὲ περίπτωση ποὺ, ἀκριβῶς πρὶν τὴν Θ.Μετάληψη, μᾶς ἦρθε ἕνας ἁμαρτωλὸς λογισμός;
    Καὶ βέβαια νὰ προσέλθουμε . Τί διαβάζουμε τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Μετάληψη; «Πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα καὶ τῶν δεινῶν λογισμῶν οὐκ ἀφίσταμαι».

  • !

    Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἰδιαίτερα ὀλέθριοι λογισμοὶ, ποὺ ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο;
    Ναὶ, οἱ λογισμοὶ τῆς ἀπελπισίας καὶ τῆς ἀπόγνωσης. Αὐτοὶ οἱ λογισμοί, λένε οἱ Πατέρες, εἶναι σὰν νὰ κόβουν τὸ κεφάλι τοῦ ἀγωνιστοῦ, ὁπότε δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε, δὲν μπορεῖ νὰ πολεμήσει νὰ ἀγωνιστεῖ. Ὁ πιστὸς δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ ποτὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας, σὲ ὅποιο βάθος ἀμαρτωλότητας καὶ ἂν πέσει. Δὲν πρέπει νὰ λησμονεῖ, ὅτι ὑπάρχει ἐλπίδα, ὅτι ὑπάρχει μετάνοια.

  • !

    Πρέπει τὸ ἀνδρόγυνο νὰ ἀλληλοεξομολογοῦνται τοὺς λογισμούς τους, ποὺ ἔχουν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο ;
    Νομίζω πὼς ὄχι. Καλύτερα νὰ λένε τοὺς λογισμούς τους στὸν κοινὸ πνευματικό. Νὰ γνωρίζετε, ὅτι ὁ διάβολος ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ κάποιοι θὰ ἑνωθοῦν μὲ τὰ στέφανα τοῦ γάμου , ἔχει βάλει ὡς στόχο του κάποια στιγμὴ νὰ τοὺς χωρίσει.

  • !

    Πῶς νὰ πολεμήσουμε τοὺς λογισμούς;
    Μὲ τὴν νήψη καὶ τὴν εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναϊτης στὴν Κλίμακα ἀναφέρει: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους». Οἱ πολέμιοι εἶναι τὰ πάθη μας, οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοί μας, οἱ δαίμονες. Δὲν ὑπάρχει ἀποτελεσματικότερος τρόπος, ὅταν ἡ εὐχὴ αὐτὴ γίνεται μὲ αὐτομεμψία καὶ πόνο καρδίας.

  • !

    Ἐπίσης, εἶναι πολὺ καλὸ ἀλλὰ αὐτὸ θέλει πολλὴ ἐπιμέλεια, νὰ καλλιεργοῦμε καλοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ περιφρονοῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς, τοὺς κακοὺς λογισμούς.
    Ἡ περιφρόνηση ποὺ θὰ δείξουμε στοὺς κακοὺς, ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος, θὰ κάνει τὸν ἴδιο διάβολο νὰ σκάσει , νὰ τραπεῖ σὲ φυγή, γιατί ὁ διάβολος εἶναι ὑπερόπτης, θέλει νὰ τὸν προσέχουν, νὰ ἀσχολοῦνται μαζί του, δὲν ἀνέχεται νὰ τὸν περιφρονοῦν.

  • !

    Νὰ ἔχουμε τὸ πρόσωπό μας στραμμένο – ὅλο το εἶναι μας- πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζητοῦμε τὸ πρόσωπό Του, τὸ ἔλεὸς Του. Ἔτσι, σιγὰ-σιγὰ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε, ἁγιαζόμαστε, φεύγει ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος μὲ τὶς ἐπιθυμίες του καὶ τοὺς λογισμοὺς του, ποὺ μᾶς ἐνοχλοῦσε, καὶ ἐνδυόμεθα τὸν καινόν, τὸν «κατὰ Θεὸν κτισθέντα» Ἐφεσ. 4,24).

“Οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοί…”

 

Οἱ λογισμοὶ εἶναι κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας; Εἶναι μέρος τῆς σκέψης μας; Πῶς γεννιοῦνται καὶ πῶς καταπολεμοῦνται. Πῶς καταφέρνει ὁ ἄνθρωπος νὰ νικάει ἢ νὰ προσεγγίζει τὰ παράγωγα αὐτὰ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ.

Τὸ γνωστὸ ρωσικὸ περιοδικὸ «Σλαβιάνκα» φιλοξένησε μιὰ οὐσιαστικὴ συνέντευξη τοῦ ἡγούμενου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπαιδίου ἀρχιμανδρίτη Ἐφραὶμ μὲ κεντρικὸ θέμα: «Οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοί».

Ὁ γέροντας Ἐφραὶμ, ποὺ εἶναι γνωστὸς σὲ ὅλους γιὰ τὴν δύναμη τῶν πνευματικῶν του λόγων καὶ γιὰ τὴν καθαρότητα, μὲ τὴν ὁποία ξέρει νὰ περιγράφει σύνθετα νοήματα, ἔδωσε καὶ τώρα μιὰ ξεκάθαρη εἰκόνα γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμοὺς, ἐνῶ τόνισε, ὅτι ὑπάρχουν καὶ αὐτοὶ οἱ λογισμοὶ, ποὺ μᾶς κάνουν ἀκόμη πιὸ δυνατοὺς πνευματικά.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲν γνωρίζουμε τὴν πορεία τῶν λογισμῶν, καὶ τὸ πόσο μποροῦν νὰ φθείρουν τὴν πνευματική μας ἀκεραιότητα ἢ καὶ τὴν προσπάθειά μας νὰ βαδίσουμε πρὸς αὐτήν.

Τί εἶναι οἱ λογισμοί, πῶς ξεπηδοῦν στὴν καθημερινότητά μας , πῶς τοὺς ἀναγνωρίζουμε καὶ πῶς τοὺς διαχειριζόμαστε, εἶναι μερικὰ ἀπὸ τὰ θέματα ποὺ φωτίζει ὁ γέροντας Ἐφραίμ.

Ἀπόσπασμα τῆς συνέντευξης αὐτῆς σᾶς παρουσιάζουμε παρακάτω, ἔτσι ὅπως δημοσιεύθηκε στὸ ρωσικὸ περιοδικὸ «Σλαβιάνκα»:

Τί εἶναι οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοὶ καὶ ποιά εἶναι ἡ πνευματική τους ὑπόσταση;

Εἶναι σκέψεις, ποὺ ἀντιτίθεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ κινοῦνται στὸ χῶρο τῆς διανοίας τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε ἀπὸ τὴν δική του θέληση εἴτε ὄχι. Ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος, καὶ εἴτε ὁ ἴδιος παράγει λογισμοὺς εἴτε ἐξωτερικοὶ παράγοντες τοὺς προβάλλουν συνεχῶς πάνω στὴν ὀθόνη τοῦ νοῦ.

Ἀπὸ ποῦ προέρχονται οἱ λογισμοί ;

Ἔχουν ὡς πηγὴ τὴν ἐμπαθῆ καρδία τοῦ ἀνθρώπου ἢ τοὺς ἴδιους τοὺς δαίμονες. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτει: «Ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι». (Μάτθ. 15,19)

Τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου παράγουν καὶ τρέφονται μὲ ἁμαρτωλοὺς λογισμούς. Οἱ δαίμονες εἶναι συγκεκριμένα ὄντα, ποὺ τρέφουν ἕνα ὑπερβολικὸ μῖσος γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἐπιβουλεύονται μὲ κάθε τρόπο τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Κύρια ἐργασία τους εἶναι νὰ σπέρνουν κακούς, πονηρούς, αἰσχρούς, ἁμαρτωλούς, βλάσφημους λογισμοὺς στὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου.

Ὑπάρχουν βέβαια καὶ οἱ θεϊκοὶ λογισμοὶ, ποὺ πηγή τους ἔχουν τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ἢ τοὺς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἐνθαρρύνουν τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο σὲ μετάνοια, φέρνουν παρηγορία στοὺς παντοιοτρόπως θλιβομένους, φωτίζουν τοὺς ἐνάρετους, ὥστε «νὰ ἐρευνοῦν τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ» (Α’ Κόρ. 2,10)

Ἡ πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται, κυρίως, καὶ ἀπὸ τὴν ποιότητα τῶν λογισμῶν ποὺ ἔχει. Νὰ καλλιεργοῦμε τοὺς ἁγνούς, τοὺς ἁγίους, τοὺς θεϊκοὺς λογισμούς. Νὰ κάνουμε τὸν νοῦ μας ἕνα ἐργοστάσιο καλῶν λογισμῶν, ὅπως ἔλεγε ὁ μακάριος Γέροντας Παϊσιος.

Πῶς νὰ ἐντοπίσουμε τοὺς λογισμοὺς καὶ πῶς διαφέρουν ἀπὸ τὶς ἁμαρτωλὲς σκέψεις;

Μόνο μὲ τὴν νήψη μποροῦμε νὰ τηροῦμε τον νοῦ, νὰ προσέχουμε καὶ νὰ ἐντοπίζουμε τοὺς λογισμούς μας. Ἡ νήψη εἶναι ἡ ἐγκράτεια, ἡ προσοχὴ ποὺ ἐπιβάλλω στὸν νοῦ μου.

Ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ πάντιμου, μεγαλοπρεποῦς καὶ γλυκυτάτου ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ μας. Ἡ εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», τὸ μεγαλύτερο ὅπλο κατὰ τῶν δαιμόνων καὶ τῶν παθῶν, εἶναι αὐτὴ ποὺ συγκρατεῖ τὸν νοῦ, ποὺ ἐλέγχει καὶ τηρεῖ τοὺς λογισμούς.

Οἱ λογισμοὶ εἶναι σὰν τὰ ἀεροπλάνα, ποὺ πετοῦν στὸν ἀέρα. Δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς, ἂν πετοῦν συνεχῶς τὰ ἀεροπλάνα στὸν ἀέρα. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ μᾶς καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀφήνουμε τοὺς λογισμοὺς νὰ προσγειώνονται μέσα μας, δηλαδὴ νὰ τοὺς ἀποδεχόμαστε, νὰ συγκατατιθέμεθα σὲ αὐτούς.

Ποιά εἶναι ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῆς ἐπιθυμίας καὶ τῶν λογισμῶν;

Ἡ ἐπιθυμία, ἡ διάθεση ποὺ ἔχουμε γιὰ νὰ κάνουμε ἕνα πρᾶγμα, νὰ ζητήσουμε κάτι, εἶναι μιὰ κίνηση τῆς καρδίας, ἐνῶ ὁ λογισμὸς κινεῖται στὸν χῶρο τῆς διανοίας.

Πρῶτα ἐπιθυμοῦμε καὶ μετὰ ἡ ἐπιθυμία μας αὐτὴ ἐκφράζεται ἐσωτερικὰ διὰ τοῦ λογισμοῦ… Ἡ ἀρχὴ, ὅμως, εἶναι ἐπιθυμία, Ἡ ρίζα εἶναι ἡ ἐπιθυμία. Κόβοντας τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες, οὐσιαστικὰ ἀπαλλασόμεθα ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν ἁμαρτωλῶν λογισμῶν.

Γι’ αὐτὸ, ὁ Κύριός μας, ὅταν τόνιζε «ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ»( Μάτθ.5,28) ἤθελε νὰ κόψει τὴν ρίζα τοῦ πάθους.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς λέει, ὅτι ἡ διάνοια τοῦ πιστοῦ, ποὺ ἀγωνίζεται στὴν προσευχὴ, εὔκολα καθαρίζεται ἀπὸ τοὺς λογισμούς, ὅμως ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ παράγει τοὺς λογισμοὺς, δὲν μπορεῖ νὰ καθαριστεῖ, ἂν δὲν καθαριστοῦν συνάμα καὶ ὅλες οἱ ἄλλες δυνάμεις τῆς ψυχῆς, τὸ ἐπιθυμητικὸ καὶ τὸ θυμικό.

Πρέπει νὰ ἐξομολογούμαστε ὅλους τοὺς λογισμούς μας ;

Οἱ λογισμοὶ ποὺ εἰσέρχονται καθημερινὰ στὸν νοῦ μας εἶναι χιλιάδες, εἶναι ἀμέτρητοι. Τὸ πλεῖστον αὐτῶν τῶν λογισμῶν εἶναι μάταιοι, αἰσχροί, ἁμαρτωλοί. Τὸ ταγκαλάκι ξέρει καλὰ τὴν δουλειά του καὶ σπέρνει αὐτοὺς τοὺς λογισμούς. Ἐμεῖς εὐθυνόμαστε μόνο, ὅταν κάνουμε συγκατάθεση σὲ αὐτούς, ὅταν ὑλοποιοῦμε αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς στὴν πράξη.

Ἀνάλογα σὲ ποιά πνευματικὴ κατάσταση βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, κρίνεται καὶ ἡ ἀντιμετώπισή του με τοὺς λογισμούς. Δηλαδὴ γιὰ τοὺς τελείους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὴν τέλεια πνευματικὴ γνώση καὶ ἐπιτήρηση στοὺς λογισμούς, ἡ συγκατάθεση σὲ ἕναν ἁμαρτωλὸ λογισμὸ εἶναι ἐφαμάρτη. Σὲ κάποιον, ὅμως, ποὺ τώρα ἄρχισε τὴν πνευματικὴ ζωὴ, μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι ἐφάμαρτη .

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀγωνίζεται σωστὰ, ἐξομολογεῖται τοὺς λογισμοὺς, ποὺ ἐπιμένουν, ποὺ τὸν πιέζουν, ποὺ μόνος του μὲ τὴν προσευχή του καὶ τὸν ἀγῶνα του δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς ἀναχαιτίσει. Δὲν εἶναι δυνατὸν, κάποιος νὰ ἐξομολογεῖται ὅλους του τοὺς λογισμούς. Αὐτὸ εἶναι ψυχολογικὴ ἀσθένεια. Πολλοὶ ἔρχονται στὴν ἐξομολόγηση μὲ ἕνα τετράδιο, στὸ ὁποῖο ἔχουν γραμμένους τους λογισμοὺς τους, ἑκατοντάδες λογισμοὺς, ποὺ περνᾶνε καθημερινὰ ἀπὸ τὴν διάνοιά τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό. Καὶ τὸν ἐξομολόγο – πνευματικὸ κουράζουν ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι δὲν ὠφελοῦνται. Δὲν εἶναι αὐτὸ τήρηση τῶν λογισμῶν, δὲν εἶναι καρπὸς νήψεως καὶ πνευματικῆς προκοπῆς, εἶναι ἄρρωστη κατάσταση.

Μποροῦμε νὰ προσέλθουμε στὸ Ἁγ. Ποτήριο, σὲ περίπτωση ποὺ, ἀκριβῶς πρὶν τὴν Θ.Μετάληψη, μᾶς ἦρθε ἕνας ἁμαρτωλὸς λογισμός;

Καὶ βέβαια νὰ προσέλθουμε . Τί διαβάζουμε τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Μετάληψη; «Πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα καὶ τῶν δεινῶν λογισμῶν οὐκ ἀφίσταμαι».

Ὁ πόλεμος τῶν λογισμῶν ἔχει χαρακτηρισθεῖ ἀπὸ τοὺς πατέρες χαλεπός. Στὴν συγκεκριμένη περίπτωση, θέλει ἄμεση περιφρόνηση αὐτὸς ὁ λογισμὸς, γιατί τὸν φέρνει ὁ ἐχθρὸς γιὰ νὰ μᾶς στερήσει τὴν εὐλογία ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία. Ἐκτὸς ἂν εἶναι ἕνας λογισμὸς ποὺ συνδέεται μὲ κάποιο θανάσιμο ἁμάρτημα, ποὺ δὲν ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ , ἀλλὰ νομίζω, ὅτι ἕνας τέτοιος λογισμὸς δὲν θὰ μᾶς πολεμήσει ἐκείνη τὴν στιγμή, ἤδη πρὸ πολλοῦ θὰ ἐλέγχει τὴν συνείδησή μας.

Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἰδιαίτερα ὀλέθριοι λογισμοὶ, ποὺ ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο;

Ναὶ, οἱ λογισμοὶ τῆς ἀπελπισίας καὶ τῆς ἀπόγνωσης. Αὐτοὶ οἱ λογισμοί, λένε οἱ Πατέρες, εἶναι σὰν νὰ κόβουν τὸ κεφάλι τοῦ ἀγωνιστοῦ, ὁπότε δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε, δὲν μπορεῖ νὰ πολεμήσει νὰ ἀγωνιστεῖ. Ὁ πιστὸς δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ ποτὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας, σὲ ὅποιο βάθος ἀμαρτωλότητας καὶ ἂν πέσει. Δὲν πρέπει νὰ λησμονεῖ, ὅτι ὑπάρχει ἐλπίδα, ὅτι ὑπάρχει μετάνοια.

Ὁ Χριστὸς δὲν ἦρθε γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο ἀλλὰ γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς τὸν ληστή, τὸν κακοῦργο πάνω στὸν σταυρό, ρόγχο τοῦ θανάτου, δέχτηκε τὴν μετάνοιά του καὶ τὸν ἔσωσε, τὸν ἔβαλε στὸν Παράδεισο .

Πρέπει τὸ ἀνδρόγυνο νὰ ἀλληλοεξομολογοῦνται τοὺς λογισμούς τους, ποὺ ἔχουν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο ;

Νομίζω πὼς ὄχι. Καλύτερα νὰ λένε τοὺς λογισμούς τους στὸν κοινὸ πνευματικό. Νὰ γνωρίζετε, ὅτι ὁ διάβολος ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ κάποιοι θὰ ἑνωθοῦν μὲ τὰ στέφανα τοῦ γάμου , ἔχει βάλει ὡς στόχο του κάποια στιγμὴ νὰ τοὺς χωρίσει. Γιὰ αὐτὸ, ὑπάρχει ἕνας πόλεμος ποὺ, δυστυχῶς, τὰ περισσότερα ζευγάρια δὲν τὸν γνωρίζουν . Ἐνῶ στὴν ἀρχὴ τοῦ γάμου ἦταν ὅλα μέλι γάλα, ἡ ἀγάπη ἕνωνε καὶ τοὺς δύο, μετὰ ἀρχίζουν οἱ διαφωνίες, οἱ τσακωμοί, τό «δὲν μοῦ αρέσεις», «δὲν σ’ ἀγαπῶ». Ὅλα αὐτὰ εἶναι πόλεμος.

Γιατί, τί ἔγινε μετὰ ἀπὸ 10 χρόνια γάμου ἢ καὶ περισσότερα καὶ δὲν ἀγαπᾶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον; Καλύτερα τὸ ζευγάρι, ὅταν ἀρχίζει νὰ ἀντιμετωπίζει τέτοιου εἴδους προβλήματα, νὰ τὰ ἀναθέτει στὸν κοινὸ πνευματικό τους, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ τοὺς καθοδηγήσει ἀνάλογα καὶ μὲ τὴν εὐχή του θὰ ἀποπέμψει τὴν δαιμονικὴ ἐνέργεια, ποὺ ἔχει εἰσχωρήσει γιὰ νὰ τοὺς χωρίσει. Πρὸς Θεοῦ, δὲν λέω νὰ μὴν συζητοῦν μεταξύ τους οἱ σύζυγοι, ποὺ αὐτὸ ἐπιβάλλεται γιὰ νὰ ὑπάρχει ἑνότητα καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ νὰ μὴν λένε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο τοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμοὺς ποὺ τοὺς σπέρνει ὁ διάβολος.

Πῶς νὰ πολεμήσουμε τοὺς λογισμούς;

Μὲ τὴν νήψη καὶ τὴν εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναϊτης στὴν Κλίμακα ἀναφέρει: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους». Οἱ πολέμιοι εἶναι τὰ πάθη μας, οἱ ἁμαρτωλοὶ λογισμοί μας, οἱ δαίμονες. Δὲν ὑπάρχει ἀποτελεσματικότερος τρόπος, ὅταν ἡ εὐχὴ αὐτὴ γίνεται μὲ αὐτομεμψία καὶ πόνο καρδίας.

Ἂν δοῦμε, ὅτι ὁ ἕνας λογισμὸς ἐπιμένει καὶ, παρόλη τὴν προσπάθειά μας καὶ τὴν προσευχή μας δὲν μᾶς ἀφήνει ἥσυχους, τότε εἶναι καλὸ αὐτὸν τὸν λογισμὸ νὰ τὸν ἐξομολογούμεθα. Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι πρακτικὴ ταπεινοφροσύνη καὶ «ταπεινοῖς ὁ Θεὸς δίδωσι Χάριν» (Ἰακ. 4,6). Ἡ ντροπὴ ποὺ θὰ νιώσουμε μπροστὰ στὸν πνευματικὸ μὲ τὴν ἐξομολόγηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ αὐτοῦ λογισμοῦ, θὰ μᾶς δικαιώσει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια αὐτοῦ τοῦ πάθους, τοῦ ἁμαρτωλοῦ λογισμοῦ.

Ἐπίσης, εἶναι πολὺ καλὸ ἀλλὰ αὐτὸ θέλει πολλὴ ἐπιμέλεια, νὰ καλλιεργοῦμε καλοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ περιφρονοῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς, τοὺς κακοὺς λογισμούς.

Ἡ περιφρόνηση ποὺ θὰ δείξουμε στοὺς κακοὺς, ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος, θὰ κάνει τὸν ἴδιο διάβολο νὰ σκάσει , νὰ τραπεῖ σὲ φυγή, γιατί ὁ διάβολος εἶναι ὑπερόπτης, θέλει νὰ τὸν προσέχουν, νὰ ἀσχολοῦνται μαζί του, δὲν ἀνέχεται νὰ τὸν περιφρονοῦν.

Ἂν μπορεῖτε νὰ καλλιεργήσετε αὐτὸν τὸν τρόπο, εἶναι ὁ πιὸ ἀναίμακτος, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Νὰ ζητοῦμε τὴν εἰρήνη, τὴν χαρά, τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μὴν προσέχουμε τὸν κακὸ μας ἑαυτό, τα πάθη, τοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμούς. Νὰ ἔχουμε τὸ πρόσωπό μας στραμμένο – ὅλο το εἶναι μας- πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζητοῦμε τὸ πρόσωπό Του, τὸ ἔλεὸς Του. Ἔτσι, σιγὰ-σιγὰ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε, ἁγιαζόμαστε, φεύγει ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος μὲ τὶς ἐπιθυμίες του καὶ τοὺς λογισμοὺς του, ποὺ μᾶς ἐνοχλοῦσε, καὶ ἐνδυόμεθα τὸν καινόν, τὸν «κατὰ Θεὸν κτισθέντα» Ἐφεσ. 4,24).