Τί ὀφελεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν Παναγία, ἐπειδὴ εἶναι ἡ γιορτή της, νὰ θυμηθοῦμε τὴν Παναγία, ὅταν ἔχουμε ἀνάγκες, ἀλλὰ κατὰ κάποιο τρόπο ἁπλῶς νὰ μᾶς κάνει τὰ δικά μας αἰτήματα, τὶς ὅποιες ἐπιδιώξεις μας; Τί ὠφελοῦν αὐτά, ἀφοῦ δὲν μᾶς κάνουν νὰ ποθοῦμε αὐτὸ τὸ ὁποῖο ζεῖ ἡ Παναγία, αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἀπήλαυσε ἡ Παναγία εὐθὺς ἐξαρχῆς, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κυοφορήσει μέσα της, νὰ ἔχει τὸν Θεὸ μέσα της καὶ νὰ ἀναθρέψει τὸν Θεό, τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, καὶ νὰ ‘ναὶ τώρα στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νὰ ‘ναι στὸν παράδεισο;
Ἔστω, ζητοῦμε ἀπ’ τὴν Παναγία. Αὐτὰ ὅμως τὰ ὁποία ζητοῦμε, θὰ τὰ χρησιμοποιήσουμε, γιὰ νὰ χαροῦμε ὅπως χαίρεται ἐκείνη ὅλα τὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ ἐπιθυμήσουμε κι ἐμεῖς αὐτὰ τὰ ἀγαθά, τὸ ὅλο ἔργο δηλαδὴ ποὺ κάνει ὁ Κύριος, μὲ τὸ ὁποῖο ἀκριβῶς θέλει νὰ σώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος κατὰ ὁριστικὸ καὶ ἀσφαλῆ τρόπο, καὶ πού γι’ αὐτὸ ἦρθε κι ἔγινε ἄνθρωπος;
Τί ὠφελεῖ, ἂς ποῦμε, νὰ θυμηθοῦμε τὴν Παναγία, νὰ γιορτάσουμε, νὰ ζητήσουμε καὶ νὰ μᾶς δώσει κάποια πράγματα, ὅ,τι θέλετε, ἀλλὰ ποὺ δὲν εἶναι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα μᾶς κάνουν νὰ ποθοῦμε τὸν παράδεισο, τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νὰ ποθοῦμε αὐτὴ τὴν οὐράνια δόξα, αὐτὰ ἀκριβῶς γιὰ τὰ ὁποία ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Κύριος καὶ ἡ Παναγία ἔδωσε τὴν ἀνθρώπινη φύση στὸν Κύριο καὶ συνέδραμε στὸ ἔργο αὐτό;… Τί μᾶς ὠφελεῖ;
Τί ἀλλόκοτοι ποὺ εἴμαστε, τί παράξενα πράγματα κάνουμε, τί παράξενο ποὺ ἔτσι πιστεύουμε, χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι! Γιὰ σκεφθεῖτε αὐτὴ τὴν ὥρα νὰ ξεχαστοῦμε ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα, καὶ μαζὶ μὲ τὴν Παναγία νὰ χαροῦμε κι ἐμεῖς καὶ νὰ τὴν θαυμάσουμε καὶ νὰ τὴν δοξάσουμε, ἀλλὰ ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ἁπλῶς νὰ πάρουμε κάτι καὶ νὰ πᾶμε κατόπιν νὰ ζήσουμε, ν’ ἀπολαύσουμε τὰ δικά μας πράγματα τὰ ὁποῖα μπροστὰ στὸ θαῦμα τῆς Παναγίας εἶναι ἕνα τίποτε! Ἀλλὰ μὲ τὴν ψυχή μας, μὲ τὴν καρδιά μας, μὲ τὸ ὅλο εἶναι μας ν’ ἀγαπήσουμε τὴν Παναγία, νὰ θαυμάσουμε τὴν Παναγία, νὰ τὴν καλοτυχίσουμε, ἂν ἐπιτρέπεται νὰ πῶ, καὶ νὰ ἔχουμε μέσα μας πόθο πολύ, καθὼς αὐτὸ θέλει ἐκείνη καὶ γι’ αὐτὸ ἔγινε Μητέρα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σωθοῦμε δηλαδὴ καὶ νὰ βρεθοῦμε κι ἐμεῖς ἐκεῖ. Καὶ στὴ συνέχεια φυσικὰ θὰ ζητήσουμε καὶ τὰ ἄλλα.
Γι’ αὐτὸ εἶναι γιορτή· δὲν εἶναι γιορτὴ γιὰ νὰ περνᾶμε τὸν καιρό μας. Μοῦ κάνει ἐντύπωση, δηλαδή, ποὺ οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἕτοιμοι νὰ δημιουργοῦν γιορτές. Γιορτὲς γιὰ ποιὸ πράγμα; Ἁπλῶς γιὰ νὰ εὐχαριστηθοῦμε, καθώς, ἕνεκα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ποθοῦμε αὐτὰ τὰ ἁμαρτωλὰ καὶ τὰ γήινα καὶ τὰ ὑλικὰ πράγματα; Νὰ ποθήσουμε καὶ νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὴν Παναγία τὴ σωτηρία μας. Ὅλα τ’ ἄλλα θὰ μᾶς τὰ δώσει μόνη της καὶ χωρὶς νὰ τὰ ζητήσουμε.
Κι ἂν θέλετε νὰ πῶ κάτι πολὺ συγκεκριμένο. Ὅποια ψυχὴ ἀπὸ μᾶς ἀπόψε ἔτσι τὰ πιστέψει τὰ πράγματα, ἔτσι τὰ πάρει καὶ πεῖ στὴν Παναγία: «Παναγία μου, πιστεύω σ’ αὐτὸν τὸν λόγο, ὅτι ὅλα τ’ ἄλλα θὰ μοῦ δοθοῦν, καὶ ἐγὼ ζητῶ ἀκριβῶς ὅλο τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ σου νὰ γίνει μία πραγματικότητα μέσα στὴν ψυχή μου· νὰ σωθεῖ δηλαδὴ ἡ ψυχή μου, νὰ ξυπνήσει ἡ ψυχή μου, νὰ ποθεῖ καὶ ν’ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο ὅπως τὸν ἀγαπᾶς κι ἐσύ», ναί, πιστεύω ὅτι ὅλα τ’ ἄλλα θὰ τὰ δώσει ἡ Παναγία. Καὶ ἐάν, ἂς ποῦμε, συγκεκριμένα κάποιος ἔχει ἕναν πόνο, ἔχει μία ἀσθένεια καὶ πολὺ θὰ ‘θελε νὰ λυτρωθεῖ ἀπ’ αὐτό, ἐὰν τὰ πάρουμε ἔτσι ποὺ εἴπαμε τὰ πράγματα, δὲν εἶναι τίποτε γιὰ τὴν Παναγία νὰ πάρει καὶ τὸν πόνο, καθὼς θὰ μᾶς δώσει, θὰ μᾶς ἀνοίξει τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ κι ἂν δὲν γίνει ἔτσι, ὅταν ἐσὺ τὰ πάρεις σωστὰ καὶ ἔτσι στραφεῖς πρὸς τὴν Παναγία καὶ αὐτὰ εἶναι τὰ αἰτήματά σου, πνευματικὰ αἰτήματα, καὶ ζητήσεις νὰ σὲ κάνει ἡ Παναγία ν’ ἀγαπήσεις τὸν Χριστό, τὸν Υἱό της, ὅπως τὸν ἀγαπᾶ κι ἐκείνη, τότε αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει ὡς ἀσθένεια, ὡς πόνος, θὰ ‘ναι σὰν ἀνύπαρκτο, κι ἂν ἀκόμη δὲν τὸ πάρει – ποὺ θὰ τὸ πάρει· ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη δὲν τὸ πάρει, θὰ ‘ναι σὰν ἀνύπαρκτο. Καὶ μᾶλλον θὰ τὸ νιώσεις νὰ δουλεύει ὑπὲρ τοῦ ἔργου αὐτοῦ, δηλαδὴ ὑπὲρ τοῦ νὰ ταπεινωθεῖς, νὰ μετανοήσεις, νὰ βρεῖς τὸν Χριστό, ν’ ἀγαπᾶς τὸν Χριστό, νὰ πιστεύεις, νὰ εἶσαι μὲ τὸν Χριστό, νὰ ἔχεις καημό, ὅπως ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅπως ἡ Παναγία.