Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Εἶναι Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Γένους μας ἀπόψε οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ νὰ πηγαίνουν στὸν Ἑσπερινό της Συγχωρήσεως, νὰ ἀκοῦν τὰ ὡραία γράμματα, τὰ ὁποῖα ὠθοῦν τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν πνευματικὸ ἀγώνα, καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ συγχωροῦνται ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ μεταξὺ των. Καὶ μετὰ νὰ πηγαίνουν στὰ σπίτια των, νὰ παραθέτουν κοινὴ τράπεζα, συγγενεῖς καὶ φίλοι, καὶ νὰ εὐφραίνωνται οἰκογενειακῶς. Καὶ συγχωρεμένοι ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ ἀρχίζουν τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, καὶ μάλιστα σὲ μερικὰ μέρη νὰ κρατοῦν καὶ τὸ Τριήμερο.

  • !

    Στὸ Ἅγιον Ὅρος, δόξα τῷ Θεῶ, διατηρεῖται ἡ Παράδοσις ἡ Ἑλληνορθόδοξη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἀπόψε συγκεντρωνόμαστε ἐδῶ νὰ τελέσουμε τὸν Ἑσπερινό της ἀγάπης, καὶ μετὰ καὶ τὸ δεῖπνο τῆς ἀγάπης, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ ποὺ τελοῦσαν τὶς ἀγάπες.

  • !

    Γνωρίζουμε ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἕνωσίς μας μὲ τὸν Θεό.
    Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς διδάσκει αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ καὶ ποὺ μᾶς βοηθάει νὰ τὸν πραγματοποιήσουμε. Καὶ νά, μία βοήθεια ποὺ μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ πραγματοποιήσουμε αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ζωῆς μας: Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εἶναι ἡ περίοδος, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὶς ὡραῖες ἀκολουθίες, τὰ ὡραία γράμματα ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, τὶς ὡραῖες ἀναγνώσεις, τὰ ὡραία τυπικά, μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ σκοπὸς μας εἶναι νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Καὶ ὅτι γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμε. Χωρὶς ἀγώνα δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεό.

  • !

    Θέλω ὅμως νὰ τονίσω, διότι τὸ καλεῖ ἡ ἡμέρα, ὅτι ἡ ἕνωσις μὲ τὸν Θεὸ εἶναι συγχρόνως καὶ ἕνωσις μὲ τοὺς ἀδελφούς μας, τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, ἂν δὲν εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Κάθε τί τὸ ὁποῖο μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας, μᾶς χωρίζει κι ἀπὸ τὸν Θεό.

  • !

    Προκειμένου νὰ ἀφαιρέσουμε κάθε ἐμπόδιο τὸ ὁποῖον μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας, ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ τὴν συγχώρησι. Μὲ τὴν συγχώρησι ἀποκαθιστοῦμε τὴν ἑνότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν ὁμοψυχία, τὴν εἰρήνη.
    Κι ὅταν λέω συνάνθρωπό μας, δὲν ἐννοῶ τὸν ἄγνωστο, ἀλλὰ αὐτὸν μὲ τὸν ὁποῖον συμπορευόμεθα στὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας, ποὺ γιὰ μᾶς μὲν τοὺς μοναχοὺς εἶναι ὅσοι ἀποτελοῦν τὴν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἀλλὰ καὶ οἱ ἀδελφοί μας ποὺ μᾶς ἐπισκέπτονται, οἱ προσκυνηταὶ τῆς Μονῆς, οἱ ἐργαζόμενοι στὴ Μονή, οἱ ἄνθρωποι ποὺ περνοῦν ἀπὸ τὸ Μοναστήρι μας. Ὅλοι αὐτοὶ εἶναι οἱ πλησίον, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁμιλεῖ ὁ Κύριος στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Γιὰ σᾶς δὲ τοὺς κοσμικοὺς πλησίον εἶναι οἱ συγγενεῖς σας, ἡ σύζυγός σας, οἱ γονεῖς σας, τὰ ἀδέλφια σας, τὰ παιδιά σας, οἱ συνεργάτες σας, οἱ συμμαθηταί σας στὰ σχολεῖα. Αὐτοὺς ὅλους τους ἀνθρώπους καλούμεθα νὰ τοὺς ἔχωμε μέσα στὴν καρδιά μας, νὰ τοὺς ἀγαποῦμε, νὰ τοὺς χωρᾶμε μέσα μας.

  • !

    Ἡ καρδιὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνοικτή. Χωράει ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ χωράει καὶ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν ὑβρίζουν καὶ τὸν βλασφημοῦν. Ἡ καρδιὰ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν σταυρωνόταν, χωροῦσε ἐκείνους ποὺ τὸν ἐσταύρωναν. Κι ὄχι μόνο τοὺς συγχωροῦσε, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐδικαιολογοῦσε: «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς· οὗ γὰρ οἴδασι τί ποιούσι» (Λούκ. κγ΄ 34). Καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ Χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι μία καρδιὰ Θεομίμητος καὶ Χριστομίμητος, νὰ εἶναι ἀνοικτὴ πάντα καὶ νὰ χωράη πάντα ὅλους τους ἀνθρώπους, καὶ ἐκείνους γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει παράπονα καὶ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν ἔχουν ἀδικήσει.

  • !

    Εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ δημιουργηθῆ μεταξὺ μας ψυχρότης καὶ ἀντιπάθεια. Ἀλλὰ ἡ συγγνώμη, ποὺ θὰ ζητήσουμε ὁ ἕνας ἀπ’ τὸν ἄλλο καὶ θὰ δώσουμε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ἀμέσως διορθώνει τὸ κακό, λιγοστεύει τὴν ἀπόστασι, φέρνει τὸν ἕνα κοντὰ στὸν ἄλλο, ἔτσι ποὺ ὁ ἕνας νὰ χωράη μέσα στὸν ἄλλο κι ὅλοι μαζὶ νὰ χωρᾶμε μέσα στὸν Θεό.

  • !

    Σὲ λίγο θὰ βάλουμε μετάνοια μεταξύ μας καὶ θὰ ζητήσουμε συγχώρησι. Θὰ ζητήσουμε συγχώρησι πρῶτα ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεὸ καὶ Πλάστη καὶ Κριτή μας, ἐνώπιόν τοῦ ὁποίου ὅλη μας ἡ ζωή, καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυπτά, εἶναι γνωστά. Μετὰ ἀπ’ τὴν Παναγία μας, ἡ ὁποία προΐσταται τῆς Ἐκκλησίας τῶν λελυτρωμένων καὶ εἶναι ἡ Μητέρα μας καὶ ἡ Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν κι ὅλου του κόσμου.
    Καὶ μετὰ ζητοῦμε συγχώρησι καὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, ποὺ εἶναι οἱ μεγαλύτεροι ἀδελφοί μας καὶ οἱ ὁποῖοι μᾶς παρακολουθοῦν, μᾶς βοηθοῦν, μᾶς συμπαρίστανται καὶ περιμένουν νὰ φιλοτιμηθοῦμε στὸν πνευματικὸ ἀγώνα.
    Ζητᾶμε συγχώρησι καὶ μεταξύ μας, καὶ ἰδίως ἀπὸ ὅποιον ἀδελφὸ ἔτυχε λόγω τῆς ἀδυναμίας μας, τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ τῶν παθῶν μας, κάποτε νὰ ψυχρανθοῦμε, νὰ ἀνταλλάξουμε ἕνα λόγο ποὺ δὲν ἔπρεπε ν’ ἀνταλλάξουμε ἢ νὰ κρατήσουμε κάποιο ἀρνητικὸ αἴσθημα μέσα μας γι’ αὐτόν

  • !

    Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, ὅσο πιὸ πολὺ πλησιάζουμε τὸν Θεό, θὰ πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Καὶ ὅσο πιὸ πολὺ πλησιάζουμε μεταξύ μας, θὰ πλησιάζουμε στὸν Θεό.

  • !

    Μὲ αὐτὲς τὶς ταπεινὲς σκέψεις εὔχομαι νὰ περάσουμε ὅλοι τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ ὑγεία, μὲ προσευχή, μὲ μνήμη Θεοῦ, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε ἀνανεωμένοι πνευματικὰ νὰ ἑορτάσουμε μὲ ἁγία χαρὰ καὶ τὴν ἔνδοξο καὶ λαμπροφόρο Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου μας, ἡ ὁποία θὰ εἶναι καὶ τὸ προοίμιο τῆς ἀπολαύσεως ἐκ μέρους μας τῆς αἰωνίου βασιλείας τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ.
    Ὡς πρῶτος τῇ τάξει κατὰ Χάριν Θεοῦ ἀδελφός τῆς Μονῆς μας καὶ πατὴρ σας πνευματικός, πρῶτος σᾶς βάζω μετάνοια καὶ ζητῶ ἀπ’ ὅλους σας συγχώρησι καὶ συγχωρῶ πάντας ἀπὸ καρδίας.

Κυριακή της Τυρινῆς: Ἡ συγχώρησις τῶν ἀδελφῶν προϋπόθεσις τῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Χριστὸ

Ὁμιλία εἰς τὴν Τράπεζαν τῆς Συγχωρήσεως, τὴ 24η Φεβρουάριου 1992, Κυριακή τῆς Τυρινῆς.

Εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο, ποὺ μᾶς ἀξίωσε κι ἀπόψε, ἀδελφωμένοι ὅλοι, νὰ ἑορτάσουμε τὴν Κυριακή της Τυρινῆς· καὶ θὰ μᾶς ἀξιώση μετ’ ὀλίγον νὰ συγχωρηθοῦμε καὶ συγχωρημένοι καὶ ἀγαπημένοι νὰ μποῦμε στὴν εὐλογημένη καὶ ἁγία περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.

Εἶναι Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Γένους μας ἀπόψε οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ καὶ στὶς πόλεις καὶ στὰ χωριά, ἐκεῖ ποὺ ὑπῆρχε παλαιότερα εὐσέβεια καὶ ὅπου ὑπάρχει ἀκόμα κάποια εὐσέβεια, οἱ Χριστιανοὶ νὰ πηγαίνουν στὸν Ἑσπερινό της Συγχωρήσεως, νὰ ἀκοῦν τὰ ὡραία γράμματα, τὰ ὁποῖα ὠθοῦν τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν πνευματικὸ ἀγώνα, καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ συγχωροῦνται ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ μεταξὺ των. Καὶ μετὰ νὰ πηγαίνουν στὰ σπίτια των, νὰ παραθέτουν κοινὴ τράπεζα, συγγενεῖς καὶ φίλοι, καὶ νὰ εὐφραίνωνται οἰκογενειακῶς. Καὶ συγχωρεμένοι ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ ἀρχίζουν τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, καὶ μάλιστα σὲ μερικὰ μέρη νὰ κρατοῦν καὶ τὸ Τριήμερο.

Δυστυχῶς τὰ ξενικὰ ἔθιμα, τὰ ὁποῖα εἰσέβαλαν στὸν τόπο μας τὰ τελευταία χρόνια, κατήργησαν ἐν πολλοῖς αὐτὴν τὴν εὐλογημένη συνήθεια, αὐτὸ τὸ ὡραῖο ὀρθόδοξο χριστιανικὸ ἔθιμο. Ἀλλὰ καὶ κάποια κατάλοιπα τοῦ ἀρχαίου εἰδωλολατρικοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὰ ὁποία δυστυχῶς μέχρι τώρα δὲν ξερίζωσε ὁ Χριστιανισμὸς καὶ στὴν πατρίδα μας, οἱ καρναβαλικὲς ἑορτές, οἱ ὁποῖες τώρα καὶ γιὰ λόγους κερδοσκοπικοὺς προβάλλονται, ἀντιστρατεύονται αὐτὴν τὴν ὡραία καὶ πνευματικὴ συνήθεια τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι νὰ διασκεδάζη ὁ λαὸς αὐτὲς τὶς ἡμέρες, ἀλλὰ ὄχι χριστιανικά, καὶ γι’ αὐτὸ νὰ μὴ ἔχη καὶ ἀληθινὴ χαρά. Ὁ διάβολος τὰ κατάφερε ἔτσι, ὥστε οἱ ἡμέρες αὐτὲς γιὰ πολλοὺς ἀδελφούς μας Ἕλληνες Χριστιανοὺς ἀπὸ ἡμέρες πνευματικῆς προετοιμασίας ποὺ εἶναι γιὰ τὸν ἀγώνα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς νὰ γίνωνται ἡμέρες μεγάλων ἁμαρτημάτων καὶ αἰσχρουργιῶν, διὰ τὰς ὁποίας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν» (Ἔφεσ. ἐ΄ 12). Ἰδίως στὶς πόλεις ἐκεῖνες ποὺ γίνονται οἱ καρναβαλικὲς ἑορτὲς ἀκολουθοῦν πολλὲς φρικτὲς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Χαίρεται ὁ διάβολος καὶ λυπεῖται ὁ Χριστός. Καὶ ὅλα αὐτὰ στὴν Ὀρθόδοξο πατρίδα μας.

Στὸ Ἅγιον Ὅρος, δόξα τῷ Θεῶ, διατηρεῖται ἡ Παράδοσις ἡ Ἑλληνορθόδοξη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἀπόψε συγκεντρωνόμαστε ἐδῶ νὰ τελέσουμε τὸν Ἑσπερινό της ἀγάπης, καὶ μετὰ καὶ τὸ δεῖπνο τῆς ἀγάπης, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ ποὺ τελοῦσαν τὶς ἀγάπες.

Γνωρίζουμε ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἕνωσίς μας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀνώτερος, ὁ ὕψιστος, ὁ μεγάλος, ὁ τελικὸς σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Ὅλοι οἱ ἄλλοι σκοποὶ εἶναι δευτερεύοντες καὶ ἐπίγειοι. Π.χ. τὸ νὰ μάθουμε κάποια τέχνη ἢ κάποια ἐπιστήμη, τὸ νὰ φτιάξουμε κάποιο σπίτι, τὸ νὰ κάνουμε οἰκογένεια. Καλὰ εἶναι κι αὐτά, ἀλλὰ αὐτὰ δὲν εἶναι ὁ τελικὸς σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Διότι μπορεῖ νὰ τὰ πραγματοποίηση αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ ἐπιτύχη κοσμικὰ καὶ ἀνθρώπινα, ἀλλὰ ἂν δὲν ἐπιτύχη τὴν ἕνωσί του μὲ τὸν Θεό, εἶναι ἀποτυχημένος ἀπὸ τὴν ἄποψι τοῦ αἰωνίου προορισμοῦ του. Μπορεῖ πρόσκαιρα νὰ ἐπέτυχε σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο, ἀλλὰ αἰώνια ἀπέτυχε.

Αὐτὸς ὁ ὕψιστος σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ποὺ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε μέσα σὲ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα καὶ πέρα ἀπ’ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα, ἐπιτυγχάνεται μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία.

Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς διδάσκει αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ καὶ ποὺ μᾶς βοηθάει νὰ τὸν πραγματοποιήσουμε. Καὶ νά, μία βοήθεια ποὺ μᾶς δίνει ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ πραγματοποιήσουμε αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ζωῆς μας: Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εἶναι ἡ περίοδος, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὶς ὡραῖες ἀκολουθίες, τὰ ὡραία γράμματα ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, τὶς ὡραῖες ἀναγνώσεις, τὰ ὡραία τυπικά, μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ σκοπὸς μας εἶναι νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Καὶ ὅτι γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμε. Χωρὶς ἀγώνα δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεό. Δὲν θὰ ἀναλύσω ἀπόψε στὴν ἀγάπη σας ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ ἀγώνας, γιατί λίγο ὡς πολὺ τὸ γνωρίζουμε. Θέλω ὅμως νὰ τονίσω, διότι τὸ καλεῖ ἡ ἡμέρα, ὅτι ἡ ἕνωσις μὲ τὸν Θεὸ εἶναι συγχρόνως καὶ ἕνωσις μὲ τοὺς ἀδελφούς μας, τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, ἂν δὲν εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Κάθε τί τὸ ὁποῖο μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας, μᾶς χωρίζει κι ἀπὸ τὸν Θεό.

Γι’ αὐτὸ εἶναι μεγάλη ἀνάγκη νὰ εἴμαστε συνεχῶς ἑνωμένοι πνευματικὰ μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, γιὰ νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεό. Προκειμένου νὰ ἀφαιρέσουμε κάθε ἐμπόδιο τὸ ὁποῖον μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας, ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ τὴν συγχώρησι. Μὲ τὴν συγχώρησι ἀποκαθιστοῦμε τὴν ἑνότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν ὁμοψυχία, τὴν εἰρήνη. Ὁ πειρασμός, τὰ πάθη μας, ὁ ἐγωϊσμός μας, συνεχῶς μᾶς βάζουν ἐμπόδια στὸ ν’ ἀγαποῦμε τὸν συνάνθρωπό μας, στὸ νὰ τὸν συγχωροῦμε. Μᾶς δημιουργοῦν μέσα μας ψυχρότητες, ἐπιθετικότητες, κακοὺς λογισμούς, καχυποψίες, παράπονα γιὰ τὸν συνάνθρωπό μας, ἄλλοτε δίκαια καὶ ἄλλοτε ἄδικα. Αὐτὰ ὅλα ὅμως μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸν συνάνθρωπό μας. Κι ὅταν λέω συνάνθρωπό μας, δὲν ἐννοῶ τὸν ἄγνωστο, ἀλλὰ αὐτὸν μὲ τὸν ὁποῖον συμπορευόμεθα στὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας, ποὺ γιὰ μᾶς μὲν τοὺς μοναχοὺς εἶναι ὅσοι ἀποτελοῦν τὴν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἀλλὰ καὶ οἱ ἀδελφοί μας ποὺ μᾶς ἐπισκέπτονται, οἱ προσκυνηταὶ τῆς Μονῆς, οἱ ἐργαζόμενοι στὴ Μονή, οἱ ἄνθρωποι ποὺ περνοῦν ἀπὸ τὸ Μοναστήρι μας. Ὅλοι αὐτοὶ εἶναι οἱ πλησίον, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁμιλεῖ ὁ Κύριος στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Γιὰ σᾶς δὲ τοὺς κοσμικοὺς πλησίον εἶναι οἱ συγγενεῖς σας, ἡ σύζυγός σας, οἱ γονεῖς σας, τὰ ἀδέλφια σας, τὰ παιδιά σας, οἱ συνεργάτες σας, οἱ συμμαθηταί σας στὰ σχολεῖα. Αὐτοὺς ὅλους τους ἀνθρώπους καλούμεθα νὰ τοὺς ἔχωμε μέσα στὴν καρδιά μας, νὰ τοὺς ἀγαποῦμε, νὰ τοὺς χωρᾶμε μέσα μας.

Δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, ὅταν δὲν αἰσθανόμαστε ὅ,τι αἰσθάνεται ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ καρδιὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνοικτή. Χωράει ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ χωράει καὶ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν ὑβρίζουν καὶ τὸν βλασφημοῦν. Ἡ καρδιὰ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν σταυρωνόταν, χωροῦσε ἐκείνους ποὺ τὸν ἐσταύρωναν. Κι ὄχι μόνο τοὺς συγχωροῦσε, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐδικαιολογοῦσε: «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς· οὗ γὰρ οἴδασι τί ποιούσι» (Λούκ. κγ΄ 34). Καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ Χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι μία καρδιὰ Θεομίμητος καὶ Χριστομίμητος, νὰ εἶναι ἀνοικτὴ πάντα καὶ νὰ χωράη πάντα ὅλους τους ἀνθρώπους, καὶ ἐκείνους γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει παράπονα καὶ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν ἔχουν ἀδικήσει.

Νά, ἕνα μεγάλο ἀγώνισμα γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανούς: Ἡ συγχωρητικότης, ἡ ἀνοχή, ἡ ἐπιείκεια, ἡ κατανόησις. Δύσκολο τὸ ἀγώνισμα, ἀλλὰ πολὺ ἀναγκαῖο γιὰ τὴν ἕνωσί μας μὲ τὸν Θεό, γιὰ τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς μας, γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ δημιουργηθῆ μεταξὺ μας ψυχρότης καὶ ἀντιπάθεια. Ἀλλὰ ἡ συγγνώμη, ποὺ θὰ ζητήσουμε ὁ ἕνας ἀπ’ τὸν ἄλλο καὶ θὰ δώσουμε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ἀμέσως διορθώνει τὸ κακό, λιγοστεύει τὴν ἀπόστασι, φέρνει τὸν ἕνα κοντὰ στὸν ἄλλο, ἔτσι ποὺ ὁ ἕνας νὰ χωράη μέσα στὸν ἄλλο κι ὅλοι μαζὶ νὰ χωρᾶμε μέσα στὸν Θεό. Τί εὐλογία μεγάλη! Νὰ χωράη ὁ ἕνας μέσα στὸν ἄλλο κι ὅλοι νὰ χωρᾶμε μέσα στὸν Θεό. Κι ὅπως ὁ Θεὸς μᾶς χωράει ὅλους μέσα στὴν ἀπεριόριστη εὐρυχωρία τῆς θείας ἀγάπης του, ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ διευρυνθοῦμε καὶ νὰ χωρᾶμε ὅλους τους ἀδελφούς μας μέσα στὴν ἀγάπη μας.

Τί κακὸ πράγμα εἶναι νὰ στενεύη κανεὶς καὶ νὰ μὴ χωράη κανένα στὴν καρδιά του ἢ νὰ χωράη ἐλάχιστα μόνο πρόσωπα. Αὐτὸ ἔχει πάθει κι ὁ ἐχθρός της σωτηρίας μας, ὁ διάβολος. Ἐνῶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀνοικτὸς σ’ ὅλο τὸν κόσμο, ὁ διάβολος εἶναι κλειστὸς σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ νὰ ἀνοιχθῆ σὲ κανένα. Εἶναι κλεισμένος σὲ μία φοβερὴ μοναξιὰ καὶ ἐγωκεντρισμό. Δὲν ἀγαπάει κανένα, ἀλλὰ μισεῖ ὅλους καὶ θέλει τὸ κακὸ ὅλων.

Τί ὡραῖο πράγμα νὰ διευρύνεται ὁ Χριστιανός. Ὅσο περνᾶ ἡ ζωή του, νὰ ἀνοίγη ἡ καρδιά του, νὰ χωράη ὅλους καὶ ν’ ἀγαπάη ὅλους. Αὐτὸ τὸ ἀγώνισμα πρέπει νὰ κρατήση σὲ ὅλη μας τὴν ζωή. Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνιά μας, τόσο πιὸ πολὺ νὰ διευρυνώμεθα πνευματικά, νὰ ἀνοιγόμαστε καὶ νὰ χωρᾶμε, ὅπως εἶπα, μέσα μας ὅλους τους ἀδελφούς μας.

Αὐτὴ ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ θὰ μᾶς δώση τὴν δυνατότητα ν’ ἀγωνισθοῦμε. Σὲ λίγο θὰ βάλουμε μετάνοια μεταξύ μας καὶ θὰ ζητήσουμε συγχώρησι. Θὰ ζητήσουμε συγχώρησι πρῶτα ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεὸ καὶ Πλάστη καὶ Κριτή μας, ἐνώπιόν τοῦ ὁποίου ὅλη μας ἡ ζωή, καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυπτά, εἶναι γνωστά. Μετὰ ἀπ’ τὴν Παναγία μας, ἡ ὁποία προΐσταται τῆς Ἐκκλησίας τῶν λελυτρωμένων καὶ εἶναι ἡ Μητέρα μας καὶ ἡ Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν κι ὅλου του κόσμου, καὶ ἰδιαίτερα ἡ Προστάτις καὶ Ἔφορος καὶ Ἡγουμένη καὶ Γερόντισσα τοῦ Ἁγιωνύμου τούτου Ὅρους, στὸ ὁποῖον καὶ ἐμεῖς οἱ ἀνάξιοι καταξιωθήκαμε νὰ ἐγκαταβιώνουμε. Ἔχουμε μία ἰδιαίτερη εὐθύνη ἀπέναντί της Παναγίας, γιατί αὐτὴ μᾶς ἐκάλεσε ἐδῶ, αὐτὴ μᾶς κρατάει ἐδῶ κι αὐτὴ περιμένει πολλὰ ἀπό μᾶς. Καὶ γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὴν Παναγία μας ζητοῦμε συγχώρησι, γιὰ ὅσες φορὲς τὴν ἀπογοητεύουμε.

Καὶ μετὰ ζητοῦμε συγχώρησι καὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, ποὺ εἶναι οἱ μεγαλύτεροι ἀδελφοί μας καὶ οἱ ὁποῖοι μᾶς παρακολουθοῦν, μᾶς βοηθοῦν, μᾶς συμπαρίστανται καὶ περιμένουν νὰ φιλοτιμηθοῦμε στὸν πνευματικὸ ἀγώνα.

Ζητᾶμε συγχώρησι καὶ μεταξύ μας, καὶ ἰδίως ἀπὸ ὅποιον ἀδελφὸ ἔτυχε λόγω τῆς ἀδυναμίας μας, τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ τῶν παθῶν μας, κάποτε νὰ ψυχρανθοῦμε, νὰ ἀνταλλάξουμε ἕνα λόγο ποὺ δὲν ἔπρεπε ν’ ἀνταλλάξουμε ἢ νὰ κρατήσουμε κάποιο ἀρνητικὸ αἴσθημα μέσα μας γι’ αὐτόν, πού, ὅσο λεπτὸ κι ἂν εἶναι, ὅμως ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στὴν πλήρη καὶ τελεία κοινωνία μας μὲ τὸν ἀδελφό.

Μακάρι νὰ βοηθήση ὁ Θεὸς νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι νὰ προχωροῦμε σ’ αὐτὴ τὴν ψυχικὴ ἑνότητα, νὰ μὴν ἔχουμε μία ἐξωτερικὴ καὶ συμβατικὴ καὶ τυπικὴ ἕνωσι, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε μία καρδιακὴ ἕνωσι καὶ περιχώρησι καὶ ἀγάπη καὶ παραδοχὴ καὶ ἀποδοχὴ ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον. Καὶ ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια της ζωῆς μας, τόσο καὶ πιὸ πολὺ νὰ ἑνωνόμαστε μεταξύ μας καὶ νὰ ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Θεό.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, ὅσο πιὸ πολὺ πλησιάζουμε τὸν Θεό, θὰ πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Καὶ ὅσο πιὸ πολὺ πλησιάζουμε μεταξύ μας, θὰ πλησιάζουμε στὸν Θεό.

Ζητοῦμε τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μας καὶ τῶν Ἁγίων μας, γιὰ νὰ ἀγωνιστοῦμε αὐτὸν τὸν ἀγώνα, νὰ τὸν ἔχουμε πάντοτε πρὸ ὀφθαλμῶν μας καὶ νὰ τὸν ἐπιτύχουμε.

Ἀλλὰ καὶ σὲ σᾶς ἀδελφοί μας, ποὺ συμμετέχετε ἀπόψε στὸ δεῖπνο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγχωρήσεως καὶ ποὺ εἶστε διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος μέλη τίμια τοῦ Ἁγίου Σώματος τοῦ Χριστοῦ, εὐχόμεθα νὰ κάνετε αὐτὸν τὸν ἀγώνα στὸ διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς σας καὶ νὰ ἀξιωθῆτε κάθε μέρα νὰ προοδεύετε σ’ αὐτὸν τὸν ἀγώνα, νὰ ἑνώνεστε πιὸ πολὺ μεταξύ σας καὶ μὲ τὸν Θεό. Καὶ αὐτὸ θὰ σᾶς δίνη πολλὴ χαρὰ καὶ πολλὴ εὐλογία. Διότι ἡ ἀληθινὴ χαρὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Καὶ ἐκεῖ ποὺ βασιλεύει ἡ ἀγάπη, ὑπάρχει καὶ ἡ πραγματικὴ εὐτυχία. Ἐνῶ ἐκεῖ ποὺ λείπει ἡ ἀγάπη, ὑπάρχει τὸ ἀνικανοποίητο κενό.

Μὲ αὐτὲς τὶς ταπεινὲς σκέψεις εὔχομαι νὰ περάσουμε ὅλοι τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ ὑγεία, μὲ προσευχή, μὲ μνήμη Θεοῦ, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε ἀνανεωμένοι πνευματικὰ νὰ ἑορτάσουμε μὲ ἁγία χαρὰ καὶ τὴν ἔνδοξο καὶ λαμπροφόρο Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου μας, ἡ ὁποία θὰ εἶναι καὶ τὸ προοίμιο τῆς ἀπολαύσεως ἐκ μέρους μας τῆς αἰωνίου βασιλείας τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὡς πρῶτος τῇ τάξει κατὰ Χάριν Θεοῦ ἀδελφός τῆς Μονῆς μας καὶ πατὴρ σας πνευματικός, πρῶτος σᾶς βάζω μετάνοια καὶ ζητῶ ἀπ’ ὅλους σας συγχώρησι καὶ συγχωρῶ πάντας ἀπὸ καρδίας.